Πολυτέλεια και γαλλική αισθητική μας συντροφεύουν σε ένα ταξίδι γεύσεων σε ορισμένα από τα καλύτερα εστιατόρια της Πελοποννήσου.
16-28 Φεβρουαρίου 1923: 13 μέρες που δεν υπήρξαν ποτέ για την Ελλάδα!
16-28 Φεβρουαρίου 1923: 13 μέρες που δεν υπήρξαν ποτέ για την Ελλάδα!
Το Ιουλιανό και το Γρηγοριανό Ημερολόγιο και η σχέση τους μ’ αυτό το παράδοξο γεγονός
Είναι γεγονός ότι στη χώρα μας έχουν συμβεί κατά καιρούς πράγματα που θα χαρακτηρίζονταν, επιεικώς, απίστευτα. Όμως 13 ολόκληρες ημέρες να μην υπήρξαν ποτέ (ή...σαν να μην υπήρξαν ποτέ), ξεπερνά τα όρια του απίστευτου και βρίσκεται... στη ζώνη του λυκόφωτος. Και όμως, αυτό το φαινομενικά εξωφρενικό γεγονός ήταν μια αναγκαία τυπική, γραφειοκρατική θα λέγαμε, διαδικασία! Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και συγκεκριμένα από την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα!
Το Ιουλιανό Ημερολόγιο
Το αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο χρονολογείται από την εποχή του Νουμά Πομπιλίου. Σύμφωνα με αυτό το ημερολόγιο, κάθε έτος είχε 12 μήνες, οι 4 από τους οποίους είχαν 31 ημέρες, άλλοι 7 είχαν 29 μέρες και ο Φεβρουάριος είχε 28 ημέρες. Δύο φορές κάθε 4 χρόνια, παρεμβαλλόταν στο έτος ένας εμβόλιμος μήνας (Mercedonius). Ωστόσο, οι ποντίφικες που είχαν αναλάβει το «καθήκον» αυτής της παρεμβολής (οι ποντίφικες στην αρχαία Ρώμη ήταν αρχιερείς, όπως θα λέγαμε σήμερα) δεν εφάρμοζαν πάντα το «μέτρο» αυτό. Επίσης, είχε δημιουργηθεί μια τεράστια απόκλιση ανάμεσα στην ημερομηνία της εαρινής ισημερίας και την πραγματικότητα, που προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση. Έτσι, το 46 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας κάλεσε τον Αλεξανδρινό αστρονόμο Σωσιγένη, να τον συμβουλεύσει σχετικά με τη μεταρρύθμιση του ημερολογίου.
Ο Ιούλιος Καίσαρας
Ο Σωσιγένης απέκλεισε κάθε σχέση του ημερολογίου με τα σεληνιακά φαινόμενα. Έτσι καθορίστηκε ως μέση διάρκεια του έτους, χρονικό διάστημα 365 και ¼ ημερών. Το πρόβλημα που προέκυψε από την ύπαρξη του κλάσματος, λύθηκε με την υιοθέτηση ενός τετραετούς κύκλου. Τρία από τα χρόνια του κύκλου αυτού είχαν 365 ημέρες και το τέταρτο, το δίσεκτο, 366 ημέρες. Η εμβόλιμη αυτή ημέρα χαρακτηρίστηκε «δις έκτη» (λατ. bis – sexto – kalendae).
Το Ιουλιανό Ημερολόγιο
Το αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο χρονολογείται από την εποχή του Νουμά Πομπιλίου. Σύμφωνα με αυτό το ημερολόγιο, κάθε έτος είχε 12 μήνες, οι 4 από τους οποίους είχαν 31 ημέρες, άλλοι 7 είχαν 29 μέρες και ο Φεβρουάριος είχε 28 ημέρες. Δύο φορές κάθε 4 χρόνια, παρεμβαλλόταν στο έτος ένας εμβόλιμος μήνας (Mercedonius). Ωστόσο, οι ποντίφικες που είχαν αναλάβει το «καθήκον» αυτής της παρεμβολής (οι ποντίφικες στην αρχαία Ρώμη ήταν αρχιερείς, όπως θα λέγαμε σήμερα) δεν εφάρμοζαν πάντα το «μέτρο» αυτό. Επίσης, είχε δημιουργηθεί μια τεράστια απόκλιση ανάμεσα στην ημερομηνία της εαρινής ισημερίας και την πραγματικότητα, που προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση. Έτσι, το 46 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας κάλεσε τον Αλεξανδρινό αστρονόμο Σωσιγένη, να τον συμβουλεύσει σχετικά με τη μεταρρύθμιση του ημερολογίου.
Ο Ιούλιος Καίσαρας
Ο Σωσιγένης απέκλεισε κάθε σχέση του ημερολογίου με τα σεληνιακά φαινόμενα. Έτσι καθορίστηκε ως μέση διάρκεια του έτους, χρονικό διάστημα 365 και ¼ ημερών. Το πρόβλημα που προέκυψε από την ύπαρξη του κλάσματος, λύθηκε με την υιοθέτηση ενός τετραετούς κύκλου. Τρία από τα χρόνια του κύκλου αυτού είχαν 365 ημέρες και το τέταρτο, το δίσεκτο, 366 ημέρες. Η εμβόλιμη αυτή ημέρα χαρακτηρίστηκε «δις έκτη» (λατ. bis – sexto – kalendae).
Το έτος 8 π.Χ. ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας, φαίνεται ότι έκανε κάποιες μετατροπές στο ημερολόγιο του Ιουλίου Καίσαρα, ο οποίος, ωστόσο, είναι ο ... νονός του ημερολογίου αυτού, που θεσπίστηκε στις μέρες της εξουσίας του και έμεινε γνωστό ως Ιουλιανό Ημερολόγιο.
Θεωρούμε ότι δεν έχει κανένα νόημα να κουράσουμε τους αναγνώστες του άρθρου αυτού με πρόσθετα στοιχεία για το Ιουλιανό Ημερολόγιο. Το μόνο αξιοσημείωτο, νομίζουμε, είναι το ότι το ημερολόγιο αυτό δεν «χώριζε» το έτος σε εβδομάδες. Η επίσημη καθιέρωση της εβδομάδας των 7 ημερών έγινε τον 4ο αιώνα από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο.
Το Γρηγοριανό Ημερολόγιο
Με το πέρασμα των χρόνων και των αιώνων, άρχισαν να παρουσιάζονται προβλήματα από τη χρήση του Ιουλιανού Ημερολογίου, καθώς, σε σχέση με το τροπικό έτος, η διάρκεια του οποίου είναι 365 μέρες, 5 ώρες, 48 πρώτα λεπτά και 46 δευτερόλεπτα, το έτος που είχε «υιοθετηθεί» από το Ιουλιανό Ημερολόγιο ήταν μεγαλύτερο κατά 11 λεπτά και 14 δευτερόλεπτα. Επίσης, υπήρχαν και λόγοι θρησκευτικοί, με κυριότερο τον καθορισμό της ημέρας που έπρεπε να εορταστεί το Πάσχα. Από το 1545 υπήρξαν προσπάθειες από τη Δυτική Εκκλησία για να διορθωθεί το σφάλμα αυτό. Δεν βρέθηκε ικανοποιητική λύση ως το 1572, οπότε στον παπικό θρόνο ανέβηκε ο Γρηγόριος ΙΓ’. Αυτός, βρήκε κάποιες προτάσεις έτοιμες και εξέδωσε μια «βούλα» (επίσημο έγγραφο), που άρχισε να επεξεργάζεται ο Ιησουίτης αστρονόμος Clavius (1537-1612), με βάση τις προτάσεις του ατσρονόμου και φυσιολόγου Luigi Lilio, γνωστότερου ως Aloysius Lilius, ο οποίος πέθανε το 1576.
Η παπική βούλα εμφανίστηκε τον Φεβρουάριο του 1582. Για την επαναφορά της εαρινής ισημερίας στις 21 Μαρτίου, καθορίστηκε να παραλειφθούν 10 ημέρες του Οκτωβρίου. Έτσι, από τις 4 Οκτωβρίου 1582, υπήρξε μετάβαση στις 15 Οκτωβρίου 1582.
Επίσης, έγινε αποδεκτή για το ημερολογιακό έτος η διάρκεια των 365,2422 ημερών, έτσι ώστε αυτό να προσεγγίσει όσο το δυνατόν περισσότερο το τροπικό έτος. Η βούλα θέσπιζε ακόμα κανόνες για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του εορτασμού του Πάσχα.
Το ημερολόγιο αυτό, γνωστό ως Γρηγοριανό, από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ’, άρχισε να ισχύει αμέσως, από το 1582 δηλαδή, στις ρωμαιοκαθολικές χώρες. Ωστόσο, συνάντησε σφοδρές αντιδράσεις που έφταναν στα όρια της εχθρότητας, στις ορθόδοξες και προτεσταντικές χώρες.
Πάπας Γρηγόριος ΙΓ
Τα προτεσταντικά κράτη της Γερμανίας υιοθέτησαν το Γρηγοριανό Ημερολόγιο το 1700, η Βρετανική Αυτοκρατορία (και οι Η.Π.Α., όπως και οι άλλες αποικίες των Βρετανών εκείνη την εποχή) το 1752, η Σουηδία το 1753 κλπ.
Οι ορθόδοξες Εκκλησίες δεν το δέχθηκαν. Μάλιστα, ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β’ ο Τρανός, που κλήθηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ’ να εισαγάγει το νέο ημερολόγιο, συγκάλεσε θρησκευτική σύνοδο και απάντησε αρνητικά, με το επιχείρημα ότι αποτελεί προσπάθεια προσηλυτισμού των ορθόδοξων χριστιανών. Έπρεπε να φτάσουμε στα τέλη του 19ου αιώνα, 400 και πλέον χρόνια μετά το 1582, για να αρχίσουν από την πλευρά της Ορθόδοξης Εκκλησίας κινήσεις για υιοθέτηση του Γρηγοριανού Ημερολογίου.
«Κινήσεις» για αλλαγή του ημερολογίου και στην Ελλάδα
Έπρεπε να φτάσουμε στο 1895, οπότε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος Ζ’ έξεφρασε την ευχή όλες οι χριστιανικές Εκκλησίες να αποκτήσουν το ίδιο ημερολόγιο. Το 1902, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ’ έστειλε εγκύκλιο σε όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες, με την οποία ζητούσε τις απόψεις τους σχετικά με το θέμα του ημερολογίου. Ακολούθησαν όμως, όπως είναι γνωστό, μια σειρά από γεγονότα, πόλεμοι κλπ., που έφεραν την αλλαγή αυτή σε δεύτερη μοίρα. Κομβικός ήταν ο ρόλος, στην εισαγωγή του νέου Ημερολογίου, του καθηγητή Δημητρίου Αιγινήτη (1862 - 1934), στον οποίο θα αναφερθούμε εκτενώς παρακάτω.
Ο Δ. Αιγινήτης, αστρονόμος, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός, εισηγήθηκε το 1918, στην Πολιτεία, την εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου και το 1919, στην Εκκλησία, τη διόρθωση του Ιουλιανού Ημερολογίου. Το υπόμνημα του Δ. Αιγινήτη προς την Πολιτεία, διαβιβάστηκε από τον Υπουργό Παιδείας στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η Ιερά Σύνοδος διόρισε επιτροπή, αποτελούμενη από τον Επίσκοπο Δημητριάδος Γερμανό ως Πρόεδρο, τον Επίσκοπο Ναυπακτίας Αμβρόσιο, τον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, καθηγητή της Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών (1923), τον Εμμανουήλ Ζολώτα, καθηγητή Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και τον Δημήτριο Αιγινήτη, η οποία στις 6 Μαρτίου 1919, με τον καθηγητή Ζολώτα να μειοψηφεί, πρότεινε στην Εκκλησία, σε συνεννοήση με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, να υιοθετήσει όχι το Γρηγοριανό, αλλά ένα νέο, διορθωμένο Ημερολόγιο. Στις 20 Μαρτίου 1919, η Ιερά Σύνοδος ενέκρινε την πρόταση και πρόσθεσε, μεταξύ άλλων, ότι (η Πολιτεία) ... «είναι ελευθέρα να δεχθή το Γρηγοριανόν ως Ευρωπαϊκόν Ημερολόγιον, της Εκκλησίας κρατούσης μέχρι του νέου επιστημονικού, το Ιουλιανόν».
Ακολούθησαν η μικρασιατική εκστρατεία, η μικρασιατική καταστροφή και φτάσαμε στον Ιανουάριο του 1923, οπότε η τότε κυβέρνηση διόρισε νέα επιτροπή, από τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτριο Αιγινήτη, Αμίλκα Αλιβιζάτο και Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Κοφινά και τον νομικό Παντελή Τσιτσεκλή, για να προτείνει τον ακριβή τρόπο εισαγωγής του Γρηγοριανού Ημερολογίου. Η επιτροπή αυτή («Επιτροπή Κοφινά») πρότεινε την εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου ως πολιτικού, ενώ η Εκκλησία μπορούσε να κρατήσει το Ιουλιανό και σε συνεννόηση με τις άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες, να το διορθώσει.
Έτσι, αποφασίστηκε η εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου να γίνει στις 16 Φεβρουαρίου του 1923. Επειδή υπήρχε ήδη διαφορά 13 ημερών ανάμεσα στα δύο Ημερολόγια, η 16η Φεβρουαρίου «έγινε» 1η Μαρτίου. Δηλαδή, μετα τις 15 Φεβρουαρίου 1923, παραλείφθηκαν 13 μέρες και ακολούθησε η 1η Μαρτίου 1923. Αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα που προκύπτει από τον τίτλο, δεν έγινε κάποιο λάθος, ούτε κάποιο γεγονός που «εξαφάνισε» 13 ολόκληρες ημέρες!
Όπως έγραψε εύστοχα ο καθηγητής Διονύσης Σιμόπουλος σε άρθρο του πριν λίγα χρόνια : «Κανένας Έλληνας δεν γεννήθηκε μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου 1923.» Βέβαια, στη Βικιπαίδεια, βρίσκουμε ότι η αξέχαστη Ρένα Βλαχοπούλου γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 20 Φεβρουαρίου 1923. Πώς έγινε αυτό; Λάθος ή μυστήριο...
Η υιοθέτηση του διορθωμένου Ιουλιανού Ημερολογίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία - Ο Δημήτριος Αιγινήτης
Μετά από Πανορθόδοξο Συνέδριο που συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Μάιο του 1923, πολλές συζητήσεις και μελέτη προτάσεων, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Εκκλησία της Ελλάδος υιοθέτησαν το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό Ημερολόγιο την 10η Μαρτίου 1924, που «έγινε» 23η Μαρτίου 1924.
Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, Σερβίας και Ρωσίας, είναι τα μόνα που δεν έχουν αποδεχθεί μέχρι σήμερα την ημερολογιακή μεταρρύθμιση και ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο. Το ίδιο Ημερολόγιο ακολουθούν και τα μοναστήρια στο Άγιο Όρος (για λόγους παράδοσης). Το ίδιο συμβαίνει και με τους λεγόμενους «Γνήσιους Ορθόδοξους Χριστιανούς», γνωστότερους ως «Παλαιοημερολογίτες».
Όπως είδαμε, βασικό ρόλο στην εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου στη χώρα μας και του Νέου Διορθωμένου Ιουλιανού Ημερολογίου, έπαιξε ο Δημήτριος Αιγινήτης.
Ο Δημήτριος Αιγινήτης
Υπήρξε διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπείου από το 1890 ως το θάνατό του (1934) και καθηγητής της Αστρονομίας και της Μετεωρολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1896-1934). Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυσή της (1926), συνέβαλε επίσης στην εισαγωγή της ώρας Ανατολικής Ευρώπης (1916) στη χώρα μας.
Έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Μάλιστα, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος έγραψε χαρακτηριστικά το 1933 : «Ο Αιγινήτης κατέχει το ημερολογιακόν ζήτημα, ου μόνον από επιστημονικής, αλλά και από εκκλησιαστικής και ιστορικής απόψεως, δια τούτο αποτελεί διεθνή αυθεντίαν, εις την οποίαν πολλάκις καταφεύγουσιν και αυτοί οι ξένοι ειδικοί σοφοί».
Το λεγόμενο «Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό Ημερολόγιο» που ακολουθεί η Εκκλησία μας, είναι ουσιαστικά το Γρηγοριανό, με την προσθήκη 13 ημερών στο Ιουλιανό (για τον 20ο αιώνα) και καμία παρέμβαση στον λεγόμενο Πασχάλιο κύκλο.
Η ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα αποτέλεσε θέμα συζητήσεων από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Είναι γνωστό ότι το Πάσχα των Ορθοδόξων και το Πάσχα των Καθολικών εορτάζονται συνήθως σε διαφορετικές ημερομηνίες. Και λέμε συνήθως, γιατί π.χ. φέτος, συμπίπτει ο εορτασμός του Πάσχα και για τις δύο Εκκλησίες, στις 16 Απριλίου.
Το 1900 ήταν δίσεκτο; Θα είναι δίσεκτο το 2100;
Πρακτικά, γνωρίζουμε όλοι ότι ένα έτος είναι δίσεκτο, αν διαιρείται ακριβώς με το 4. Π.χ. το 2012 και το 2016 ήταν δίσεκτα έτη. Το επόμενο δίσεκτο έτος θα είναι το 2020. Επίσης, το 2000, το έτος του μιλένιουμ, ήταν δίσεκτο. Το 1770 όμως ; Το 1800 ; To 1900 ;
Για λόγους μεγαλύτερης ακρίβειας, το Γρηγοριανό Ημερολόγιο καθορίζει έναν κύκλο 400 ετών. Τα έτη με τα οποία αρχίζει ένας αιώνας (ή για κάποιους τελειώνει ένας άλλος) είναι δίσεκτα, μόνον εφόσον διαιρούνται ακριβώς με το 400. Έτσι το 1700, το 1800 και το 1900, που δεν διαιρούνται ακριβώς με το 400, ΔΕΝ ήταν δίσεκτα έτη. Αντίθετα, το 2000 που διαιρείται ακριβώς με το 400, ήταν δίσεκτο. Ομοίως, το 2100, το 2200 και το 2300 ΔΕΝ θα είναι δίσεκτα έτη. Αντίθετα, το 2400, θα είναι!
Τώρα, το ερώτημα «ποιος ζει, ποιος πεθαίνει ως τότε», είναι κάτι παραπάνω από ρητορικό, η απάντηση δηλαδή εμπεριέχεται στο ίδιο το ερώτημα και είναι αυτονόητη...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα