Έντουαρντ Τζον Τρελόνι: Ο τυχοδιώκτης Φιλέλληνας
01.04.2017
11:58
Φίλος των Σέλεϊ και λόρδου Βύρωνα και γαμπρός του Οδυσσέα Ανδρούτσου - Η γνωριμία του με τους Σέλεϊ και Μπάιρον – Ο ερχομός του στην Ελλάδα – Η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του – Η επιστροφή του στην Αγγλία – Η υπόλοιπη ζωή του
Μια ξεχωριστή μορφή ανάμεσα στους διανοούμενους (με την ευρεία έννοια του όρου) Φιλέλληνες που πήραν μέρος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, ήταν αναμφίβολα ο Τζον Έντουαρντ Τρελόνι (John Edward Trelawny).
Η ζωή του γεμάτη περιπέτειες, η σχέση του με τη χώρα μας σύντομη χρονικά αλλά πολύ "δυνατή", σημαντικές οι γνωριμίες του, παρόλα αυτά όμως, πέρασε στην ιστορία κυρίως ως άνθρωπος της δράσης, τυχοδιώκτης και αφηγητής φανταστικών ιστοριών και όχι ως σπουδαίος λογοτέχνης και άνθρωπος του πνεύματος.
Η ζωή του γεμάτη περιπέτειες, η σχέση του με τη χώρα μας σύντομη χρονικά αλλά πολύ "δυνατή", σημαντικές οι γνωριμίες του, παρόλα αυτά όμως, πέρασε στην ιστορία κυρίως ως άνθρωπος της δράσης, τυχοδιώκτης και αφηγητής φανταστικών ιστοριών και όχι ως σπουδαίος λογοτέχνης και άνθρωπος του πνεύματος.
Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια
Ο Τζον Έντουαρντ Τρελόνι γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 1792 στο Λονδίνο. Ο πατέρας του, απόστρατος αντισυνταγματάρχης, καταγόταν από μια οικογένεια που πλούτισε απότομα χάρη σε μια κληρονομιά, ενώ η μητέρα του είχε αριστοκρατικές ρίζες. Ο Τζον ήταν το δεύτερο από τα 6 παιδιά της οικογένειάς του. Σύμφωνα με το αγγλικό σύστημα ευγενών, ο πρωτότοκος γιος κληρονομούσε περιουσία και τίτλους, έτσι ο Τζον έπρεπε να φροντίσει μόνος του για τη ζωή του.
Σε ηλικία 8 ετών, κλείστηκαν μαζί με τον μεγαλύτερο αδερφό του στο χειρότερο αριστοκρατικό οικοτροφείο, στο Μπρίστολ, που διοικούνταν με ιδιαίτερα αυστηρούς και αυταρχικούς τρόπους. Όπως γράφει ο William St. Clair, στο έργο του "Trelawny: the incurable romancer" (1977) ("Τρελόνι: ο αθεράπευτα ρομαντικός"), το οικοτροφείο αυτό βρισκόταν μέσα σ' ένα παλιό στρατιωτικό φρούριο, με ψηλούς τοίχους γύρω γύρω, χωρίς παράθυρα ,σαν φυλακή. Πολλά δωμάτια είχαν σιδερόφραχτα παράθυρα, το φαγητό ήταν λίγο και αηδιαστικό, ενώ οι τιμωρίες συχνές και ανελέητες. Ο Τρελόνι έλεγε αργότερα: "Σπάνια με μαστίγωναν περισσότερες από μία φορές την ημέρα ή με ράβδιζαν παραπάνω από μία φορά την ώρα" (!).
Καθώς είχαν περάσει λίγα χρόνια από τη Γαλλική Επανάσταση και οι ακραίες απόψεις του διευθυντή του για εξοστρακισμό κάθε τι γαλλικού από την Αγγλία, ο Τρελόνι έχοντας αποκτήσει συνείδηση του εαυτού του, τάχθηκε υπέρ των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και διακήρυξε την αθεΐα και τον αντιμοναρχισμό του.
Μετά από δύο χρόνια στο ίδρυμα ήταν επικεφαλής των συμμαθητών του που λιντσάρισαν (!) ένα μισητό τους δάσκαλο και όταν ο αυταρχικός διευθυντής του επιχείρησε να τον μαστιγώσει, ο Τρελόνι τον πέταξε με δύναμη κάτω και παραλίγο να του ανοίξει το κεφάλι…
Κλείστηκε στην απομόνωση έβαλε φωτιά με την οποία παραλίγο να κάψει το σχολείο! Την επόμενη μέρα, με φρουρά, ο εντεκάχρονος Τζον Τρελόνι επέστρεψε σπίτι του. Ο πατέρας του έκρινε ότι ο μόνος τρόπος για να συμμορφωθεί ο γιος του ήταν να σταλεί στο ναυτικό. Σε ηλικία 13 ετών, κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό.
Τα επόμενα χρόνια της ζωής του, τα πέρασε στις θάλασσες της Νότιας Αμερικής, της Αφρικής, της Κίνας και της Ινδίας. Κάποια μάλιστα από αυτά, στο καράβι του σερ Φράνσις Μπόφορ που επινόησε τη γνωστή κλίμακα μέτρησης της ταχύτητας των ανέμων. Τραυματίστηκε στην κατάληψη της Μπατάβιας (σημ. Τζακάρτα, Ινδονησίας) το 1811 και επιβίωσε από την επιδημία χολέρας που θέρισε έπειτα τους Άγγλους. Τον επόμενο χρόνο, επέστρεψε στην πατρίδα του. Αν και μίσησε το ναυτικό, οι περιπέτειές του στη θάλασσα, τον επηρέασαν βαθιά. Σε μια μυθοπλαστική του αφήγηση, το 1831 στο έργο "Adventures of a Younger Son" ("Περιπέτειες ενός Νεότερου Γιου") εμφανίζεται να λιποτακτεί και να γίνεται κυβερνήτης ενός γαλλικού πειρατικού πλοίου. Άλλωστε, η "Ανταρσία του Μπάουντι" ήταν ένα από τα αγαπημένα του βιβλία ενώ ο περιβόητος Γάλλος κουρσάρος Σιρκούφ, φόβος και τρόμος των Άγγλων τότε στον Ειρηνικό ,ήταν ίνδαλμά του!
Το 1813, παντρεύτηκε, ωστόσο ο γάμος του διαλύθηκε μετά από 4 χρόνια. Το 1819, έφυγε μαζί με τη μητέρα του και τις αδελφές του για το Παρίσι και τον επόμενο χρόνο πήγε στην Ελβετία.
Θα αναφερθούμε συνοπτικά τώρα στη γνωριμία του με τον λόρδο Βύρωνα και τον Πέρσι Μπιτς Σέλεϊ. Το καλοκαίρι του 1820, καθώς ο Τρελόνι βρισκόταν στην Ελβετία, γνωρίστηκε με τον λογοτέχνη Τόμας Μέντουιν, οι αναφορές του οποίου για τον Σέλεϊ και τον Βύρωνα, προκάλεσαν στον Τρελόνι και τον φίλο του Έντουαρντ Ουίλιαμς την έντονη επιθυμία να τους γνωρίσουν από κοντά.
Όπως γράφει ο ίδιος ο Τρελόνι: "Γνώρισα τον Σέλεϊ την τελευταία χρονιά της ζωής του και τον Βύρωνα στις τρεις τελευταίες της δικής του. Και με τους δύο είχα την πιο στενή οικειότητα κα τους έβλεπα σχεδόν καθημερινά". Από αυτό συμπεραίνουμε, ότι οι τρεις τους γνωρίστηκαν το 1822, πιθανότατα στην Τοσκάνη (ή στην Πίζα). Το μοιραίο ναυάγιο που στοίχισε τη ζωή των Σέλεϊ και Ουίλιαμς (8 Ιουλίου 1822) στο Λιβόρνο, συγκλόνισε τον Τρελόνι και τον σημάδεψε για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Τρελόνι ήταν αυτός που ανέσυρε τα πτώματά τους από το νερό, παρευρέθηκε στην καύση τους μαζί με τον Μπάιρον στην παραλία, διαφύλαξε την καρδιά του Σέλεϊ και ανέφερε τα θλιβερά νέα στις συζύγους τους. Να θυμίσουμε ότι η Μαίρη Σέλεϊ (1797-1851) έγραψε το περίφημο έργο "Φρανκενστάιν".
Στα μέσα Ιουλίου 1823, ο Μπάιρον, ο Τρελόνι και η ακολουθία τους, ανάμεσά τους ο Χάμιλτον Μπράουν ξεκίνησαν για την Ελλάδα από τη Γένοβα. Στις αρχές Αυγούστου, έφτασαν στην Κεφαλλονιά, με το μπρίκι "Ηρακλής", όπου διοικητής ήταν ο συνταγματάρχης Νάπιερ, που μαζί με τον στόλαρχο Χάμιλτον ήταν οι μόνοι Βρετανοί αξιωματούχοι των Επτανήσων (τα οποία θυμίζουμε ότι βρισκόταν υπό αγγλική κατοχή το 1821), που ήταν φιλικά διακείμενοι προς τους Έλληνες.
Εκεί, ανεπίσημα, έγινε στον Μπάιρον πρόταση να γίνει ο μελλοντικός βασιλιάς της ανεξάρτητης Ελλάδας, κάτι που φαίνεται ότι είχε συζητηθεί και σε ανώτερο επίπεδο στη χώρα μας. "Αν μου κάνουν επίσημα αυτή την πρόταση μπορεί και να μην αρνηθώ", απάντησε ο μεγάλος φιλέλληνας. Στη συνέχεια, ο Τρελόνι με τον Χάμιλτον Μπράουν, έφυγαν για την Πελοπόννησο και κατευθύνθηκαν τελικά στη Σαλαμίνα όπου συνάντησαν το Εκτελεστικό και το Νομοτελεστικό να αλληλοκατηγορούνται για τις καταχρήσεις του δημόσιου χρήματος.
Για τους Φαναριώτες που βρήκε εκεί, γράφει ο Τρελόνι: "Εκπληκτικά πολυμήχανοι και υπολογιστές, πρώτοι σε κάθε τι το κακό, αναθρεμμένοι στην Κωνσταντινούπολη και δασκαλεμένοι στις τέχνες της εξαπάτησης από τους πιο επιδέξιους προφέσορες του κόσμου". Εκεί, ο Τρελόνι φρόντισε ώστε εκπρόσωποι από την Ύδρα να μεταβούν με τον Χάμιλτον στην Αγγλία ώστε να διαπραγματευτούν ένα δάνειο.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι πήγε στην Αθήνα όπου γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο ,μια γνωριμία που εξελίχτηκε σε μεγάλη φιλία. Το αρχηγείο του Ανδρούτσου βρισκόταν σε μια σπηλιά στον Παρνασσό, τη λεγόμενη "Μαύρη Τρύπα". Θα αναφερθούμε σ' αυτή εκτενώς στη συνέχεια.
Έπειτα από παρότρυνση του Άγγλου συνταγματάρχη Στάνχοπ και σύμφωνη γνώμη του Οδ. Ανδρούτσου, αποφασίστηκε να συγκληθεί εθνοσυνέλευση στα Σάλωνα (Άμφισσα) και ο Τρελόνι και η ακολουθία του αναχώρησαν για το Μεσολόγγι προκειμένου να ζητήσουν από τον Μπάιρον και τους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς να πάρουν μέρος. Στον ποταμό Εύηνο, μετά από πορεία δύο ημερών, συνάντησαν έναν αγγελιοφόρο ο οποίος τους μετέφερε τη θλιβερή είδηση του θανάτου του Μπάιρον. Ο μεγάλος Άγγλος φιλέλληνας είχε φύγει από τη ζωή τα ξημερώματα της Δευτέρας του Πάσχα του 1824 (19 Απριλίου 1824).
Ο Τρελόνι έφτασε στο Μεσολόγγι στις 24 ή 25 Απριλίου και πήγε στο σπίτι όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο Μπάιρον. Εκεί, ανακάλυψε και τον λόγο για τον οποίο κούτσαινε ο σπουδαίος ποιητής. "Έφταιγε η σύσπαση των πίσω τενόντων του, εκείνων που οι γιατροί ονομάζουν "αχίλλειοι τένοντες", γράφει χαρακτηριστικά ο Τρελόνι.
Την επόμενη μέρα, ο Τρελόνι συναντήθηκε με τον Μαυροκορδάτο. Από τις 30.000-40.000 τάλιρα που είχε φέρει μαζί του ο Μπάιρον είχαν μείνει μόνο, περίπου 5.000-6.000 . Κι όλα αυτά ξοδεύτηκαν σε διάστημα τριών μηνών. Ο Μαυροκορδάτος ζητούσε να του δοθούν αυτά τα χρήματα, ενώ ο Άγγλος επέμενε ότι πρέπει να σταλούν στα Ιόνια Νησιά.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι εγκατέλειψε το Μεσολόγγι και πήγε στα Σάλωνα με μια φάλαγγα 100 ανδρών περίπου, πολλοί από τους οποίους ήταν ξένοι που μισθοδοτούνταν ως τότε από τον Βύρωνα. Είχε επίσης μαζί του πέντε μπρούτζινα κανόνια με πυρομαχικά, καθώς και άλλα πράγματα που τα είχε στείλει η Αγγλική Φιλελληνική Επιτροπή, εξουσιοδοτώντας τον Τρελόνι να τα μεταφέρει στην Ανατολική Στερεά. Ο Μαυροκορδάτος αντέδρασε έντονα μια και το μίσος του για τον Ανδρούτσο ήταν αβυσσαλέο, ωστόσο ο Τρελόνι έκανε αυτό που έπρεπε.
Να σημειώσουμε ότι μαζί του από το Μεσολόγγι στα Σάλωνα, ο Τρελόνι έφερε κι ένα Σκωτσέζο, τον Τζον Φέντον ο οποίος έπαιξε βρόμικο ρόλο όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Από τα Σάλωνα, ο Ανδρούτσος με τον Τρελόνι, επέστρεψαν στη Λιβαδειά. Από εκεί, πήγαν στην Αθήνα και την Εύβοια, συνεχίζοντας τον πόλεμο με τον ίδιο αναποτελεσματικό και ανοργάνωτο τρόπο, καθώς η κυβέρνηση δεν τους πρόσφερε καμιά βοήθεια.
Αργότερα, ο Τρελόνι στρατοπέδευσε ανάμεσα στη Λιβαδειά και την Πάρνηθα. Εκεί τον βρήκε ο Ανδρούτσος που γύριζε από το Ναύπλιο όπου είχε μεταβεί. "Τη χώρα που εμείς οι καπετάνιοι την πήραμε απ' τον σουλτάνο, η αυτόκλητη κυβέρνησή μας (σημ. με επικεφαλής τους Μαυροκορδάτο, Τρικούπη και Κωλέττη), την πούλησε στους Ρώσους και με το χρήμα που πήραν (εννοεί το αγγλικό δάνειο) ετοιμάζονται τώρα να μας ξεφορτωθούν για ν' ανοίξουν δρόμο σε κάποιον ξένο βασιλιά και ξένους στρατιώτες", είπε χαρακτηριστικά ο Ανδρούτσος στον Άγγλο.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι ακολούθησε τον Ανδρούτσο, στην περίφημη "Μαύρη Τρύπα" του Παρνασσού.
Ο Ανδρούτσος, παραπονέθηκε στον Τρελόνι, ότι η κυβέρνηση δεν του έδινε την οικονομική δυνατότητα να συντηρήσει περισσότερους από 200-300 άντρες κι έτσι ήταν αναγκασμένος να κάνει συμφωνία ανακωχής με τον Ομέρ πασά της Εύβοιας και να τον αφήσει να περάσει στην Πελοπόννησο. Αν όμως η κυβέρνηση του έδινε τα μέσα, θα εμπόδιζε τους Τούρκους να μπουν στην περιοχή του.
Στη συνέχεια, ο Ανδρούτσος άφησε επικεφαλής των ανδρών του στη Μαύρη Τρύπα του Παρνασσού τον Τρελόνι και έφυγε για τη Λιβαδειά.
"Κοντά στη Λιβαδειά, σε μια απόκρημνη πλαγιά του Παρνασσού… υπάρχει μια σπηλιά, σε υψόμετρο χίλια πόδια πάνω από την πεδιάδα (περίπου 304 μ. , 1 αγγλικό πόδι = 0,304 μ.). Ο Οδυσσέας (Ανδρούτσος) είχε καταφέρει να ανέβει ως εκεί και να την μετατρέψει σε οχυρό καταφύγιο για την οικογένεια και τα υπάρχοντά του όσο καιρό θα κρατούσε ο πόλεμος. Δεν μπορούσες να πλησιάσεις στη σπηλιά παρά μόνο με σκάλες μπηγμένες στον βράχο. Η πρώτη τέτοια ανεμόσκαλα, σαράντα πέντε – πενήντα πόδια μήκος (περ. 15-16 μ.), ήταν τοποθετημένη κολλητά στον βράχο και στερεωμένη με σφήνες.
Μια δεύτερη στηριζόταν σ' ένα βράχο που προεξείχε και διασταυρωνόταν με την πρώτη. Υπήρχε και μια τρίτη, ελαφρύτερη και πιο κοντή, που πατούσε κι αυτή σε μια φυσική προεξοχή του κομματιασμένου βράχου. Τούτη η τρίτη ανεμόσκαλα έβγαζε σε μια καταπακτή. Όταν άνοιγαν οι σύρτες και οι αμπάρες της καταπακτής, έβγαινες στο θολωτό δωμάτιο των φρουρών, που στους τοίχους του ήταν ανοιγμένες πολεμίστρες για τα μουσκέτα (εμπροσθογεμή όπλα της εποχής)
Δεξιά της μεγάλης σπηλιάς υπάρχει και μια μικρότερη, κι από δίπλα κι άλλες πολλές, μικρές σαν δωμάτια που συνδέονται μεταξύ τους με στοές. Δεν έχουν καθόλου υγρασία και τότε χρησιμοποιούνταν σαν αποθήκες και πυριτιδαποθήκες. Μια από αυτές την είχαν μετατρέψει σε παρεκκλήσι για έναν γέρο παπά…
Πάνω από το σπήλαιο, πρόβαλλε επιβλητικά ο τεράστιος όγκος του βράχου. Και αυτό που το έκανε τέλειο, ήταν το πεντακάθαρο τρεχούμενο νερό. Από τις αιώνια χιονοσκέπαστες κορυφές έβρισκε τον δρόμο μέσα από υπόγεια περάσματα και οι σχισμές του βράχου πάνω από τη σπηλιά το φίλτραραν προτού καταλήξει σε μια ευρύχωρη στέρνα, χτισμένη στο πάνω πλάτωμα του άντρου…
Οι άλλοι που ζούσαν στη σπηλιά, ήταν ο γιος του αρχηγού, νήπιο ακόμα, η γυναίκα του (σημ. Ελένη Καρέλη, με την οποία παντρευτεί το 1816 ο Οδ. Ανδρούτσος), η μητέρα του και δυο – τρεις άλλες γυναίκες"
Ο Τρελόνι κράτησε για φρουρά του έναν Έλληνα, ένα έμπιστο Τουρκαλβανό, τον Ούγγρο Κάμερον κι έναν Ιταλό, τον Έβερετ.
Είχε δύο ακόμα δυο νεαρούς Έλληνες για υπηρέτες και μαζί τους ζούσε κι ένας σεβάσμιος ιερέας.
Φυσικά, στη βάση της σκάλας, υπήρχε ακόμα μεγαλύτερη δύναμη για φρούρηση της σπηλιάς. Κατάλυμά τους, ήταν ένα πέτρινο μαντρί. Διοικητή της δύναμης αυτής, ο Τρελόνι όρισε τον Σκωτσέζο Τόμας Φέντον, που όπως είδαμε είχε γνωρίσει στο Μεσολόγγι.
Ο Φέντον, συστήθηκε στον Τρελόνι ως έμπειρος στον ανταρτοπόλεμο (όπου είχε εξασκηθεί στους εμφύλιους της Ισπανίας) και λέγοντάς του ότι δεν έχει καθόλου χρήματα, του ζήτησε να τον πάρει μαζί του. Τελικά, ο Τρελόνι δέχτηκε και πίστευε, μετά από 3-4 μήνες που τον γνώριζε, ότι είναι έντιμος και καλός φίλος. Μάλιστα, τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, κυρίως στα Επτάνησα για να φέρει χρήματα, στην έδρα της κυβέρνησης, σε φιλικά προσκείμενους στον Ανδρούτσο οπλαρχηγούς με επιστολές κλπ.
Ο Ανδρούτσος έλειπε 3-4 μήνες από τη σπηλιά. Ο Τρελόνι πληροφορήθηκε (Ιανουάριος 1825), ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να του αφαιρέσει τη διοίκηση της Ανατολικής Ελλάδας. Γι' αυτό προσπάθησε να προσεταιριστεί το πρωτοπαλίκαρό του, Ιωάννη Γκούρα, που ως τοποτηρητής "κρατούσε" την Αττική. Ο Φέντον, μετά από εντολή του Τρελόνι, έφυγε για την Αθήνα και το Ναύπλιο, προκειμένου να μάθει τι συμβαίνει.
Τελικά, λίγο καιρό αργότερα, ο Τρελόνι πληροφορήθηκε ότι ο Ανδρούτσος είχε υπογράψει ανακωχή με τον Ομέρ πασά. Μέσα σε χιονοθύελλα, ξεκίνησε και βρήκε την επόμενη μέρα τον Οδυσσέα κάπου κοντά στη Λιβαδειά.
Οι συμφωνίες αυτές, γνωστές ως "καπάκια", κλείνονταν από Έλληνες οπλαρχηγούς στις επαρχίες που "κυβερνούσαν", με τους Τούρκους, για συγκεκριμένα ζητήματα και με δική τους ευθύνη.
Επέστρεψαν στη σπηλιά, όπου ο Ανδρούτσος κάλεσε τα πρωτοπαλίκαρά του και τους είπε: "Σας καλώ όλους μάρτυρες, ότι δίνω σ' αυτόν εδώ τον Εγγλέζο τη σπηλιά και ό, τι δικό μου υπάρχει μέσα της". Έπειτα ο Ανδρούτσος αναχώρησε, για την Εύβοια, με σκοπό να επιβιβαστεί σε πλοίο που θα τον οδηγούσε στα Ιόνια νησιά, όπως είχε κανονίσει ο Τρελόνι.
Ωστόσο, το πλοίο έφυγε και ο Ανδρούτσος παρέμεινε στη Στερεά Ελλάδα. Όμως κάθε επικοινωνία με τον Τρελόνι και τους άντρες του ήταν αδύνατη. Έτσι, ο Άγγλος, έστειλε στο Άργος, όπου βρισκόταν τότε η κυβέρνηση, τον Φέντον, με άλογο, οδηγό, στρατιώτες και όσα χρήματα χρειαζόταν για να βολιδοσκοπήσει τις προθέσεις της και να διαπιστώσει αν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού με τον Ανδρούτσο.
Στις αρχές Απριλίου 1825, ενώ ο Τρελόνι βρισκόταν έξω απ' τη σπηλιά, δέχτηκε δολοφονική επίθεση, προφανώς από κυβερνητικούς άντρες. Η κυβέρνηση κατηγορούσε τον Άγγλο ότι έκανε μυστικές συνεννοήσεις με τους Τούρκους. Τελικά ο Τρελόνι κατάφερε να γλιτώσει φτάνοντας στη σπηλιά και ανεβαίνοντας στη Μαύρη Τρύπα. Λίγο καιρό αργότερα, μια μεγάλη δύναμη κυβερνητικών στρατιωτών έφτασε στο χωριό Βελίτσα κοντά στη σπηλιά και προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να συλλάβει τον Τρελόνι. Έφυγαν μετά από 4-5 ημέρες, αφήνοντας κατασκόπους στη γύρω περιοχή.
Στις 7 Απριλίου 1824, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος παγιδεύτηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος κοντά στη σπηλιά. Οδηγήθηκε στην Ακρόπολη όπου βασανίστηκε ανελέητα για να ομολογήσει που είχε κρυμμένους τους αμύθητης αξίας θησαυρούς του. Οργανωτές της σύλληψής του ήταν οι Μαυροκορδάτος και Κωλέττης και εκτελεστής της, ο Ιωάννης Γκούρας, άλλοτε πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου.
Ο Φέντον εν τω μεταξύ στα τέλη Μαΐου επέστρεψε στη σπηλιά του Τρελόνι έχοντας μαζί του ένα νεαρό Άγγλο του Thomas Douglas Whitcomb. Αυτός συστήθηκε στον Τρελόνι ως γόνος αριστοκρατικής οικογένειας που είχε υπηρετήσει στον στρατό των Ανατολικών Ινδιών και είχε έρθει στην Ελλάδα αναζητώντας την περιπέτεια.
Ο Whitcomb κέρδισε την εμπιστοσύνη του Τρελόνι. Μια μέρα, ο Φέντον είπε στον Τρελόνι ότι έβαλαν στοίχημα με τον Whitcomb για το ποιος είναι καλύτερος στη σκοποβολή και του ζήτησε να είναι ο κριτής. Ο Τρελόνι ανυποψίαστος δέχτηκε. Κάποια στιγμή, κι ενώ ο Φέντον με τον Whitcomb βρίσκονταν πίσω από τον Τρελόνι, τον πυροβόλησαν. Ο Τρελόνι δέχτηκε δύο σφαίρες.
Η μία βγήκε από το στόμα του, καταστρέφοντας αρκετά δόντια μαζί με τις ρίζες από τα ούλα, ενώ η άλλη καρφώθηκε ανάμεσα στο στέρνο και το δεξί του χέρι.
Ο Φέντον σκοτώθηκε επί τόπου από τον Ούγγρο Κάμερον, σωματοφύλακα του Τρελόνι, ενώ ο Whitcomb ακινητοποιήθηκε από τους άλλους φρουρούς. Για τον Κάμερον, ο Τρελόνι γράφει: "Αν ο Κάμερον, ο Ούγγρος, είχε αγωνιστεί σε οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός απ' την Ελλάδα, θα είχε φτάσει σε πολύ ψηλό βαθμό γιατί ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένος, ικανότατος, αποφασιστικός και σεμνός. Βρισκόταν ήδη σχεδόν δύο χρόνια στην Ελλάδα όταν έπεσα πάνω του, στο Μεσολόγγι όπου υπηρετούσε χωρίς μισθούς ή προαγωγές - κι όχι πως δεν τον είχαν προσέξει οι αρμόδιοι, γιατί με την ανδρεία του, είχε διακριθεί σε πολλές μάχες".
Ο Whitcomb αλυσοδέθηκε στον τοίχο και του έδιναν μόνο ψωμί και νερό. Οι σωματοφύλακες του Τρελόνι ορκίζονταν ότι αν ο Άγγλος πέθαινε "θα τον σούβλιζαν σε σιγανή φωτιά…". Και το εννοούσαν!
Στον Φέντον, βρέθηκαν επιστολές της κυβέρνησης, που αποδείκνυαν ότι είχε πληρωθεί απ' τον Μαυροκορδάτο για να σκοτώσει τον Τρελόνι. Επίσης, αποκαλύφθηκε ότι εκτελώντας διαταγές της κυβέρνησης, είχε αναλάβει, από το Μεσολόγγι ήδη, να κατασκοπεύει τον Άγγλο.
Χάρη στη γερή του κράση και το καλό κλίμα της περιοχής , ο Τρελόνι κατάφερε να επιβιώσει. Η σφαίρα έμεινε για πάντα στο σημείο που καρφώθηκε. Ο Τρελόνι χάρισε τη ζωή στον νεαρό Whitcomb. Φαίνεται ότι κατά τη δολοφονική απόπειρα, το όπλο του Φέντον έπαθε αφλογιστία και οι δύο σφαίρες που πλήγωσαν τον Τρελόνι ρίχτηκαν από τον Whitcomb, ο οποίος αυτοκτόνησε το 1832 σε ηλικία 26 ετών. Ο ραδιούργος Φέντον τον έπεισε να πάνε μαζί στη σπηλιά και να εξοντώσουν τον Τρελόνι ο οποίος υποτίθεται ότι του είχε στερήσει την αρχηγία που του είχε δώσει ο Ανδρούτσος. Ο Whitcomb αφελής και ευκολόπιστος πείστηκε κι έγινε συνεργάτης του Φέντον σ' αυτό το παραλίγο έγκλημα.
Τον Ιούνιο του 1825, δολοφονήθηκε από ανθρώπους του Γκούρα, ο Ανδρούτσος στην Ακρόπολη. Έγινε προσπάθεια να αποδειχτεί ότι ο Ανδρούτσος σκοτώθηκε πέφτοντας απ' τον Ιερό Βράχο επιχειρώντας να δραπετεύσει, ωστόσο ελάχιστοι πείστηκαν. Ηθικός αυτουργός και αυτής της δολοφονίας ήταν ο Μαυροκορδάτος. Ο Γκούρας πήρε για αντάλλαγμα την αρχηγία της Ανατολικής Ελλάδας.
Με τη μεσολάβηση συμπατριωτών του, ο Τρελόνι, με τη σύζυγό του Ταρσίτσα, ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα Ανδρούτσου, θ' αναφερθούμε σ' αυτή στη συνέχεια, και το μικρό τους παιδί, έφυγε αρχικά για τη Σμύρνη, τον Σεπτέμβριο του 1825 για την Κεφαλλονιά και τον Απρίλιο του 1826 για τη Ζάκυνθο. Τον Ιούνιο του 1828, αφού χώρισε με την Ταρσίτσα, το παιδί τους, δυστυχώς είχε πεθάνει, επέστρεψε στην Αγγλία.
Μετά την αναχώρηση του Τρελόνι, κυβερνητικοί άνδρες αλλά και Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν τη Μαύρη Τρύπα όπου λεγόταν ότι ο Ανδρούτσος έκρυβε αμύθητους θησαυρούς. Τελικά, κανένας θησαυρός δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα, αν και η χήρα του Οδυσσέα, Ελένη, παραδεχόταν ότι ήξερε για την ύπαρξη θησαυρού, αγνοούσε όμως το πού βρισκόταν.
Ο Τρελόνι έμεινε για λίγα χρόνια στην Αγγλία. Από το 1833 ως το 1835, επισκέφθηκε την Αμερική, όπου, μεταξύ άλλων, κολύμπησε στους καταρράκτες του Νιαγάρα, εξαγόρασε ένα μαύρο σκλάβο, δείχνοντας έτσι έμπρακτα την αντίθεσή του στο καθεστώς της δουλείας κ.ά.
Εγκαταστάθηκε τελικά στο Λονδίνο, όπου έγραψε τα Απομνημονεύματά του και δεχόταν προσκλήσεις σε δείπνο από άτομα που διασκέδαζαν να ακούνε τις περιπέτειές του, άλλοτε αληθινές κι άλλοτε φανταστικές. Ανάμεσά τους μάλιστα, υπήρχαν και πολλοί διανοούμενοι. Ο Τρελόνι ποτέ δεν θεωρήθηκε σοβαρός και αξιόπιστος. Αν και ήταν πολυτάλαντος δεν μπόρεσε να αφοσιωθεί συστηματικά και να καλλιεργήσει κάποια απ' τις κλίσεις του. Έκανε ένα ακόμα γάμο, ο οποίος επίσης διαλύθηκε.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα βιβλία του, κυρίως γιατί μας δίνουν πληροφορίες για γεγονότα που δεν υπάρχουν αλλού. Ένας απ' τους φίλους του, ο ζωγράφος Μίλε, τον απαθανάτισε ως γέρο ναυτικό στον πίνακα "Το Βορειοδυτικό Πέρασμα" ("The Northwest Passage").
Πέθανε το 1881. Η τέφρα του αποτέθηκε στο προτεσταντικό κοιμητήριο της Ρώμης, σ' ένα τάφο που είχε αγοράσει 60 χρόνια πριν τον θάνατό του, δίπλα στον Σέλεϊ…
Μετά τον θάνατο του πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, Ανδρέα (το πραγματικό επώνυμο του οποίου ήταν Βερούσης) το 1797, η μητέρα του Ακριβή Τζαρλαμπά, παντρεύτηκε τον πρακτικό γιατρό Φίλιππο Καμμένο, από τον οποίο απόκτησε τρία παιδιά: την Ταρσίτσα, την Αγγελική και τον Χαρίλαο.
Όπως είδαμε παραπάνω, ο Τρελόνι παντρεύτηκε την Ταρσίτσα η οποία ήταν τότε 13 ετών… Το παιδί που απόκτησαν πέθανε κι ο γάμος τους διαλύθηκε, όπως αναφέραμε.
Ίσως πολλοί να απορούν με το όνομα Ταρσίτσα. Η Ταρσή (επίσης Ταρσώ, Ταρασία, Ταρσίτσα κ.ά.) γιορτάζει στις 25 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για το θηλυκό του Ταράσιου, ο οποίος είναι άγιος της Εκκλησίας μας. Γνωστότερη Ταρσίτσα σήμερα είναι η κυρία Λούκα (Λουκία-Ταρσίτσα) Κατσέλη!
Για τον φιλέλληνα διοικητή της Κεφαλλονιάς Τσαρλς Νάπιερ, γράψαμε επίσης στην αρχή του κειμένου. Ήταν έτοιμος να παραιτηθεί και ν' αναλάβει τη διοίκηση του ελληνικού Στρατού, αν του ζητούνταν κάτι τέτοιο.
Σε επιστολές του προς τον Τρελόνι, κάνει λεπτομερείς αναφορές στα σχέδιά του. Σε μία μάλιστα από αυτές (1/8/1826), γράφει χαρακτηριστικά:
"Τις κινήσεις του Φαβιέρου δεν τις καταλαβαίνω. Τολμώ να πω πως δεν είναι αυτές που θα ήθελε ο ίδιος. Για κανέναν δεν θα πιστέψω πως μπορεί στην Ελλάδα να κάνει αυτό που θέλει, να κάνει το σωστό…".
Η αντίθεση του Νάπιερ προς τον τότε αρμοστή των Επτανήσων Φ. Άνταμς, ήταν έντονη. Κάποτε ο Άνταμς ζήτησε από τον Νάπιερ να ξυρίσει το μουστάκι του! Ο Νάπιερ ξύρισε το μουστάκι του και το έστειλε μαζί (!) με απαντητική επιστολή στον Άνταμς. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Τρελόνι, ο ύπατος αρμοστής "… σίγουρα θα προώθησε αυτή την αλληλογραφία, μαζί με το συνημμένο μουστάκι (!) μέχρι τον Αρχιστράτηγο"!
Ο… αμούστακος πλέον Τσαρλς Νάπιερ (1782-1853) από το 1842 ως το 1847 ανέλαβε στρατιωτικές αποστολές στην Ινδία. Στην Κεφαλλονιά έκανε σημαντικά έργα. Φημισμένος είναι ο Κήπος του Νάπιερ, πάρκο στο Αργοστόλι που μετά τους σεισμούς του 1953 εγκαταλείφθηκε. Το 2003-2004, όμως, το πάρκο ανακατασκευάστηκε και αποτελεί ένα στολίδι για το όμορφο νησί του Ιονίου.
ΠΗΓΕΣ: ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΤΡΕΛΟΝΙ, "ΜΕ ΤΟΝ ΒΥΡΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟ", ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, 2010, Μετάφραση - επιμέλεια: ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΤΟΣ
ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΕΝΕΛΑΪΔΟΥ, "ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ", Μεταπτυχιακή εργασία, ΑΠΘ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ, ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
Ευχαριστούμε θερμότατα την κυρία Μενελαΐδου, η οποία με μεγάλη ευγένεια και προθυμία μας έδωσε την άδεια να αντλήσουμε στοιχεία από την σπουδαία εργασία της!
Σε ηλικία 8 ετών, κλείστηκαν μαζί με τον μεγαλύτερο αδερφό του στο χειρότερο αριστοκρατικό οικοτροφείο, στο Μπρίστολ, που διοικούνταν με ιδιαίτερα αυστηρούς και αυταρχικούς τρόπους. Όπως γράφει ο William St. Clair, στο έργο του "Trelawny: the incurable romancer" (1977) ("Τρελόνι: ο αθεράπευτα ρομαντικός"), το οικοτροφείο αυτό βρισκόταν μέσα σ' ένα παλιό στρατιωτικό φρούριο, με ψηλούς τοίχους γύρω γύρω, χωρίς παράθυρα ,σαν φυλακή. Πολλά δωμάτια είχαν σιδερόφραχτα παράθυρα, το φαγητό ήταν λίγο και αηδιαστικό, ενώ οι τιμωρίες συχνές και ανελέητες. Ο Τρελόνι έλεγε αργότερα: "Σπάνια με μαστίγωναν περισσότερες από μία φορές την ημέρα ή με ράβδιζαν παραπάνω από μία φορά την ώρα" (!).
Καθώς είχαν περάσει λίγα χρόνια από τη Γαλλική Επανάσταση και οι ακραίες απόψεις του διευθυντή του για εξοστρακισμό κάθε τι γαλλικού από την Αγγλία, ο Τρελόνι έχοντας αποκτήσει συνείδηση του εαυτού του, τάχθηκε υπέρ των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και διακήρυξε την αθεΐα και τον αντιμοναρχισμό του.
Μετά από δύο χρόνια στο ίδρυμα ήταν επικεφαλής των συμμαθητών του που λιντσάρισαν (!) ένα μισητό τους δάσκαλο και όταν ο αυταρχικός διευθυντής του επιχείρησε να τον μαστιγώσει, ο Τρελόνι τον πέταξε με δύναμη κάτω και παραλίγο να του ανοίξει το κεφάλι…
Κλείστηκε στην απομόνωση έβαλε φωτιά με την οποία παραλίγο να κάψει το σχολείο! Την επόμενη μέρα, με φρουρά, ο εντεκάχρονος Τζον Τρελόνι επέστρεψε σπίτι του. Ο πατέρας του έκρινε ότι ο μόνος τρόπος για να συμμορφωθεί ο γιος του ήταν να σταλεί στο ναυτικό. Σε ηλικία 13 ετών, κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό.
Τα επόμενα χρόνια της ζωής του, τα πέρασε στις θάλασσες της Νότιας Αμερικής, της Αφρικής, της Κίνας και της Ινδίας. Κάποια μάλιστα από αυτά, στο καράβι του σερ Φράνσις Μπόφορ που επινόησε τη γνωστή κλίμακα μέτρησης της ταχύτητας των ανέμων. Τραυματίστηκε στην κατάληψη της Μπατάβιας (σημ. Τζακάρτα, Ινδονησίας) το 1811 και επιβίωσε από την επιδημία χολέρας που θέρισε έπειτα τους Άγγλους. Τον επόμενο χρόνο, επέστρεψε στην πατρίδα του. Αν και μίσησε το ναυτικό, οι περιπέτειές του στη θάλασσα, τον επηρέασαν βαθιά. Σε μια μυθοπλαστική του αφήγηση, το 1831 στο έργο "Adventures of a Younger Son" ("Περιπέτειες ενός Νεότερου Γιου") εμφανίζεται να λιποτακτεί και να γίνεται κυβερνήτης ενός γαλλικού πειρατικού πλοίου. Άλλωστε, η "Ανταρσία του Μπάουντι" ήταν ένα από τα αγαπημένα του βιβλία ενώ ο περιβόητος Γάλλος κουρσάρος Σιρκούφ, φόβος και τρόμος των Άγγλων τότε στον Ειρηνικό ,ήταν ίνδαλμά του!
Το 1813, παντρεύτηκε, ωστόσο ο γάμος του διαλύθηκε μετά από 4 χρόνια. Το 1819, έφυγε μαζί με τη μητέρα του και τις αδελφές του για το Παρίσι και τον επόμενο χρόνο πήγε στην Ελβετία.
Η γνωριμία του με τον Βύρωνα και τον Σέλεϊ - Το τραγικό ναυάγιο και ο πνιγμός των Σέλεϊ και Ουίλιαμς
Θα αναφερθούμε συνοπτικά τώρα στη γνωριμία του με τον λόρδο Βύρωνα και τον Πέρσι Μπιτς Σέλεϊ. Το καλοκαίρι του 1820, καθώς ο Τρελόνι βρισκόταν στην Ελβετία, γνωρίστηκε με τον λογοτέχνη Τόμας Μέντουιν, οι αναφορές του οποίου για τον Σέλεϊ και τον Βύρωνα, προκάλεσαν στον Τρελόνι και τον φίλο του Έντουαρντ Ουίλιαμς την έντονη επιθυμία να τους γνωρίσουν από κοντά.
Όπως γράφει ο ίδιος ο Τρελόνι: "Γνώρισα τον Σέλεϊ την τελευταία χρονιά της ζωής του και τον Βύρωνα στις τρεις τελευταίες της δικής του. Και με τους δύο είχα την πιο στενή οικειότητα κα τους έβλεπα σχεδόν καθημερινά". Από αυτό συμπεραίνουμε, ότι οι τρεις τους γνωρίστηκαν το 1822, πιθανότατα στην Τοσκάνη (ή στην Πίζα). Το μοιραίο ναυάγιο που στοίχισε τη ζωή των Σέλεϊ και Ουίλιαμς (8 Ιουλίου 1822) στο Λιβόρνο, συγκλόνισε τον Τρελόνι και τον σημάδεψε για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Τρελόνι ήταν αυτός που ανέσυρε τα πτώματά τους από το νερό, παρευρέθηκε στην καύση τους μαζί με τον Μπάιρον στην παραλία, διαφύλαξε την καρδιά του Σέλεϊ και ανέφερε τα θλιβερά νέα στις συζύγους τους. Να θυμίσουμε ότι η Μαίρη Σέλεϊ (1797-1851) έγραψε το περίφημο έργο "Φρανκενστάιν".
Ο Μπάιρον και ο Τρελόνι στην Ελλάδα
Στα μέσα Ιουλίου 1823, ο Μπάιρον, ο Τρελόνι και η ακολουθία τους, ανάμεσά τους ο Χάμιλτον Μπράουν ξεκίνησαν για την Ελλάδα από τη Γένοβα. Στις αρχές Αυγούστου, έφτασαν στην Κεφαλλονιά, με το μπρίκι "Ηρακλής", όπου διοικητής ήταν ο συνταγματάρχης Νάπιερ, που μαζί με τον στόλαρχο Χάμιλτον ήταν οι μόνοι Βρετανοί αξιωματούχοι των Επτανήσων (τα οποία θυμίζουμε ότι βρισκόταν υπό αγγλική κατοχή το 1821), που ήταν φιλικά διακείμενοι προς τους Έλληνες.
Εκεί, ανεπίσημα, έγινε στον Μπάιρον πρόταση να γίνει ο μελλοντικός βασιλιάς της ανεξάρτητης Ελλάδας, κάτι που φαίνεται ότι είχε συζητηθεί και σε ανώτερο επίπεδο στη χώρα μας. "Αν μου κάνουν επίσημα αυτή την πρόταση μπορεί και να μην αρνηθώ", απάντησε ο μεγάλος φιλέλληνας. Στη συνέχεια, ο Τρελόνι με τον Χάμιλτον Μπράουν, έφυγαν για την Πελοπόννησο και κατευθύνθηκαν τελικά στη Σαλαμίνα όπου συνάντησαν το Εκτελεστικό και το Νομοτελεστικό να αλληλοκατηγορούνται για τις καταχρήσεις του δημόσιου χρήματος.
Για τους Φαναριώτες που βρήκε εκεί, γράφει ο Τρελόνι: "Εκπληκτικά πολυμήχανοι και υπολογιστές, πρώτοι σε κάθε τι το κακό, αναθρεμμένοι στην Κωνσταντινούπολη και δασκαλεμένοι στις τέχνες της εξαπάτησης από τους πιο επιδέξιους προφέσορες του κόσμου". Εκεί, ο Τρελόνι φρόντισε ώστε εκπρόσωποι από την Ύδρα να μεταβούν με τον Χάμιλτον στην Αγγλία ώστε να διαπραγματευτούν ένα δάνειο.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι πήγε στην Αθήνα όπου γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο ,μια γνωριμία που εξελίχτηκε σε μεγάλη φιλία. Το αρχηγείο του Ανδρούτσου βρισκόταν σε μια σπηλιά στον Παρνασσό, τη λεγόμενη "Μαύρη Τρύπα". Θα αναφερθούμε σ' αυτή εκτενώς στη συνέχεια.
Έπειτα από παρότρυνση του Άγγλου συνταγματάρχη Στάνχοπ και σύμφωνη γνώμη του Οδ. Ανδρούτσου, αποφασίστηκε να συγκληθεί εθνοσυνέλευση στα Σάλωνα (Άμφισσα) και ο Τρελόνι και η ακολουθία του αναχώρησαν για το Μεσολόγγι προκειμένου να ζητήσουν από τον Μπάιρον και τους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς να πάρουν μέρος. Στον ποταμό Εύηνο, μετά από πορεία δύο ημερών, συνάντησαν έναν αγγελιοφόρο ο οποίος τους μετέφερε τη θλιβερή είδηση του θανάτου του Μπάιρον. Ο μεγάλος Άγγλος φιλέλληνας είχε φύγει από τη ζωή τα ξημερώματα της Δευτέρας του Πάσχα του 1824 (19 Απριλίου 1824).
Ο Τρελόνι έφτασε στο Μεσολόγγι στις 24 ή 25 Απριλίου και πήγε στο σπίτι όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο Μπάιρον. Εκεί, ανακάλυψε και τον λόγο για τον οποίο κούτσαινε ο σπουδαίος ποιητής. "Έφταιγε η σύσπαση των πίσω τενόντων του, εκείνων που οι γιατροί ονομάζουν "αχίλλειοι τένοντες", γράφει χαρακτηριστικά ο Τρελόνι.
Την επόμενη μέρα, ο Τρελόνι συναντήθηκε με τον Μαυροκορδάτο. Από τις 30.000-40.000 τάλιρα που είχε φέρει μαζί του ο Μπάιρον είχαν μείνει μόνο, περίπου 5.000-6.000 . Κι όλα αυτά ξοδεύτηκαν σε διάστημα τριών μηνών. Ο Μαυροκορδάτος ζητούσε να του δοθούν αυτά τα χρήματα, ενώ ο Άγγλος επέμενε ότι πρέπει να σταλούν στα Ιόνια Νησιά.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι εγκατέλειψε το Μεσολόγγι και πήγε στα Σάλωνα με μια φάλαγγα 100 ανδρών περίπου, πολλοί από τους οποίους ήταν ξένοι που μισθοδοτούνταν ως τότε από τον Βύρωνα. Είχε επίσης μαζί του πέντε μπρούτζινα κανόνια με πυρομαχικά, καθώς και άλλα πράγματα που τα είχε στείλει η Αγγλική Φιλελληνική Επιτροπή, εξουσιοδοτώντας τον Τρελόνι να τα μεταφέρει στην Ανατολική Στερεά. Ο Μαυροκορδάτος αντέδρασε έντονα μια και το μίσος του για τον Ανδρούτσο ήταν αβυσσαλέο, ωστόσο ο Τρελόνι έκανε αυτό που έπρεπε.
Να σημειώσουμε ότι μαζί του από το Μεσολόγγι στα Σάλωνα, ο Τρελόνι έφερε κι ένα Σκωτσέζο, τον Τζον Φέντον ο οποίος έπαιξε βρόμικο ρόλο όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Ο Τρελόνι πολεμά μαζί με τον Ανδρούτσο - Η ζωή στη σπηλιά του Παρνασσού
Από τα Σάλωνα, ο Ανδρούτσος με τον Τρελόνι, επέστρεψαν στη Λιβαδειά. Από εκεί, πήγαν στην Αθήνα και την Εύβοια, συνεχίζοντας τον πόλεμο με τον ίδιο αναποτελεσματικό και ανοργάνωτο τρόπο, καθώς η κυβέρνηση δεν τους πρόσφερε καμιά βοήθεια.
Αργότερα, ο Τρελόνι στρατοπέδευσε ανάμεσα στη Λιβαδειά και την Πάρνηθα. Εκεί τον βρήκε ο Ανδρούτσος που γύριζε από το Ναύπλιο όπου είχε μεταβεί. "Τη χώρα που εμείς οι καπετάνιοι την πήραμε απ' τον σουλτάνο, η αυτόκλητη κυβέρνησή μας (σημ. με επικεφαλής τους Μαυροκορδάτο, Τρικούπη και Κωλέττη), την πούλησε στους Ρώσους και με το χρήμα που πήραν (εννοεί το αγγλικό δάνειο) ετοιμάζονται τώρα να μας ξεφορτωθούν για ν' ανοίξουν δρόμο σε κάποιον ξένο βασιλιά και ξένους στρατιώτες", είπε χαρακτηριστικά ο Ανδρούτσος στον Άγγλο.
Στη συνέχεια, ο Τρελόνι ακολούθησε τον Ανδρούτσο, στην περίφημη "Μαύρη Τρύπα" του Παρνασσού.
Η Μαύρη Τρύπα του Παρνασσού - Η ανακωχή του Ανδρούτσου με τους Τούρκους
Ο Ανδρούτσος, παραπονέθηκε στον Τρελόνι, ότι η κυβέρνηση δεν του έδινε την οικονομική δυνατότητα να συντηρήσει περισσότερους από 200-300 άντρες κι έτσι ήταν αναγκασμένος να κάνει συμφωνία ανακωχής με τον Ομέρ πασά της Εύβοιας και να τον αφήσει να περάσει στην Πελοπόννησο. Αν όμως η κυβέρνηση του έδινε τα μέσα, θα εμπόδιζε τους Τούρκους να μπουν στην περιοχή του.
Στη συνέχεια, ο Ανδρούτσος άφησε επικεφαλής των ανδρών του στη Μαύρη Τρύπα του Παρνασσού τον Τρελόνι και έφυγε για τη Λιβαδειά.
Να πώς περιγράφει ο ίδιος ο Τρελόνι τη Μαύρη Τρύπα:
"Κοντά στη Λιβαδειά, σε μια απόκρημνη πλαγιά του Παρνασσού… υπάρχει μια σπηλιά, σε υψόμετρο χίλια πόδια πάνω από την πεδιάδα (περίπου 304 μ. , 1 αγγλικό πόδι = 0,304 μ.). Ο Οδυσσέας (Ανδρούτσος) είχε καταφέρει να ανέβει ως εκεί και να την μετατρέψει σε οχυρό καταφύγιο για την οικογένεια και τα υπάρχοντά του όσο καιρό θα κρατούσε ο πόλεμος. Δεν μπορούσες να πλησιάσεις στη σπηλιά παρά μόνο με σκάλες μπηγμένες στον βράχο. Η πρώτη τέτοια ανεμόσκαλα, σαράντα πέντε – πενήντα πόδια μήκος (περ. 15-16 μ.), ήταν τοποθετημένη κολλητά στον βράχο και στερεωμένη με σφήνες.
Μια δεύτερη στηριζόταν σ' ένα βράχο που προεξείχε και διασταυρωνόταν με την πρώτη. Υπήρχε και μια τρίτη, ελαφρύτερη και πιο κοντή, που πατούσε κι αυτή σε μια φυσική προεξοχή του κομματιασμένου βράχου. Τούτη η τρίτη ανεμόσκαλα έβγαζε σε μια καταπακτή. Όταν άνοιγαν οι σύρτες και οι αμπάρες της καταπακτής, έβγαινες στο θολωτό δωμάτιο των φρουρών, που στους τοίχους του ήταν ανοιγμένες πολεμίστρες για τα μουσκέτα (εμπροσθογεμή όπλα της εποχής)
Δεξιά της μεγάλης σπηλιάς υπάρχει και μια μικρότερη, κι από δίπλα κι άλλες πολλές, μικρές σαν δωμάτια που συνδέονται μεταξύ τους με στοές. Δεν έχουν καθόλου υγρασία και τότε χρησιμοποιούνταν σαν αποθήκες και πυριτιδαποθήκες. Μια από αυτές την είχαν μετατρέψει σε παρεκκλήσι για έναν γέρο παπά…
Πάνω από το σπήλαιο, πρόβαλλε επιβλητικά ο τεράστιος όγκος του βράχου. Και αυτό που το έκανε τέλειο, ήταν το πεντακάθαρο τρεχούμενο νερό. Από τις αιώνια χιονοσκέπαστες κορυφές έβρισκε τον δρόμο μέσα από υπόγεια περάσματα και οι σχισμές του βράχου πάνω από τη σπηλιά το φίλτραραν προτού καταλήξει σε μια ευρύχωρη στέρνα, χτισμένη στο πάνω πλάτωμα του άντρου…
Οι άλλοι που ζούσαν στη σπηλιά, ήταν ο γιος του αρχηγού, νήπιο ακόμα, η γυναίκα του (σημ. Ελένη Καρέλη, με την οποία παντρευτεί το 1816 ο Οδ. Ανδρούτσος), η μητέρα του και δυο – τρεις άλλες γυναίκες"
Ο Τρελόνι κράτησε για φρουρά του έναν Έλληνα, ένα έμπιστο Τουρκαλβανό, τον Ούγγρο Κάμερον κι έναν Ιταλό, τον Έβερετ.
Είχε δύο ακόμα δυο νεαρούς Έλληνες για υπηρέτες και μαζί τους ζούσε κι ένας σεβάσμιος ιερέας.
Φυσικά, στη βάση της σκάλας, υπήρχε ακόμα μεγαλύτερη δύναμη για φρούρηση της σπηλιάς. Κατάλυμά τους, ήταν ένα πέτρινο μαντρί. Διοικητή της δύναμης αυτής, ο Τρελόνι όρισε τον Σκωτσέζο Τόμας Φέντον, που όπως είδαμε είχε γνωρίσει στο Μεσολόγγι.
Ο Φέντον, συστήθηκε στον Τρελόνι ως έμπειρος στον ανταρτοπόλεμο (όπου είχε εξασκηθεί στους εμφύλιους της Ισπανίας) και λέγοντάς του ότι δεν έχει καθόλου χρήματα, του ζήτησε να τον πάρει μαζί του. Τελικά, ο Τρελόνι δέχτηκε και πίστευε, μετά από 3-4 μήνες που τον γνώριζε, ότι είναι έντιμος και καλός φίλος. Μάλιστα, τον έστελνε σε διάφορες αποστολές, κυρίως στα Επτάνησα για να φέρει χρήματα, στην έδρα της κυβέρνησης, σε φιλικά προσκείμενους στον Ανδρούτσο οπλαρχηγούς με επιστολές κλπ.
Ο Ανδρούτσος έλειπε 3-4 μήνες από τη σπηλιά. Ο Τρελόνι πληροφορήθηκε (Ιανουάριος 1825), ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να του αφαιρέσει τη διοίκηση της Ανατολικής Ελλάδας. Γι' αυτό προσπάθησε να προσεταιριστεί το πρωτοπαλίκαρό του, Ιωάννη Γκούρα, που ως τοποτηρητής "κρατούσε" την Αττική. Ο Φέντον, μετά από εντολή του Τρελόνι, έφυγε για την Αθήνα και το Ναύπλιο, προκειμένου να μάθει τι συμβαίνει.
Τελικά, λίγο καιρό αργότερα, ο Τρελόνι πληροφορήθηκε ότι ο Ανδρούτσος είχε υπογράψει ανακωχή με τον Ομέρ πασά. Μέσα σε χιονοθύελλα, ξεκίνησε και βρήκε την επόμενη μέρα τον Οδυσσέα κάπου κοντά στη Λιβαδειά.
Οι συμφωνίες αυτές, γνωστές ως "καπάκια", κλείνονταν από Έλληνες οπλαρχηγούς στις επαρχίες που "κυβερνούσαν", με τους Τούρκους, για συγκεκριμένα ζητήματα και με δική τους ευθύνη.
Επέστρεψαν στη σπηλιά, όπου ο Ανδρούτσος κάλεσε τα πρωτοπαλίκαρά του και τους είπε: "Σας καλώ όλους μάρτυρες, ότι δίνω σ' αυτόν εδώ τον Εγγλέζο τη σπηλιά και ό, τι δικό μου υπάρχει μέσα της". Έπειτα ο Ανδρούτσος αναχώρησε, για την Εύβοια, με σκοπό να επιβιβαστεί σε πλοίο που θα τον οδηγούσε στα Ιόνια νησιά, όπως είχε κανονίσει ο Τρελόνι.
Ωστόσο, το πλοίο έφυγε και ο Ανδρούτσος παρέμεινε στη Στερεά Ελλάδα. Όμως κάθε επικοινωνία με τον Τρελόνι και τους άντρες του ήταν αδύνατη. Έτσι, ο Άγγλος, έστειλε στο Άργος, όπου βρισκόταν τότε η κυβέρνηση, τον Φέντον, με άλογο, οδηγό, στρατιώτες και όσα χρήματα χρειαζόταν για να βολιδοσκοπήσει τις προθέσεις της και να διαπιστώσει αν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού με τον Ανδρούτσο.
Η σπηλιά πολιορκείται από δυνάμεις της κυβέρνησης - Σύλληψη του Ανδρούτσου - Δολοφονική απόπειρα εναντίον του Τρελόνι
Στις αρχές Απριλίου 1825, ενώ ο Τρελόνι βρισκόταν έξω απ' τη σπηλιά, δέχτηκε δολοφονική επίθεση, προφανώς από κυβερνητικούς άντρες. Η κυβέρνηση κατηγορούσε τον Άγγλο ότι έκανε μυστικές συνεννοήσεις με τους Τούρκους. Τελικά ο Τρελόνι κατάφερε να γλιτώσει φτάνοντας στη σπηλιά και ανεβαίνοντας στη Μαύρη Τρύπα. Λίγο καιρό αργότερα, μια μεγάλη δύναμη κυβερνητικών στρατιωτών έφτασε στο χωριό Βελίτσα κοντά στη σπηλιά και προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να συλλάβει τον Τρελόνι. Έφυγαν μετά από 4-5 ημέρες, αφήνοντας κατασκόπους στη γύρω περιοχή.
Στις 7 Απριλίου 1824, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος παγιδεύτηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος κοντά στη σπηλιά. Οδηγήθηκε στην Ακρόπολη όπου βασανίστηκε ανελέητα για να ομολογήσει που είχε κρυμμένους τους αμύθητης αξίας θησαυρούς του. Οργανωτές της σύλληψής του ήταν οι Μαυροκορδάτος και Κωλέττης και εκτελεστής της, ο Ιωάννης Γκούρας, άλλοτε πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου.
Ο Φέντον εν τω μεταξύ στα τέλη Μαΐου επέστρεψε στη σπηλιά του Τρελόνι έχοντας μαζί του ένα νεαρό Άγγλο του Thomas Douglas Whitcomb. Αυτός συστήθηκε στον Τρελόνι ως γόνος αριστοκρατικής οικογένειας που είχε υπηρετήσει στον στρατό των Ανατολικών Ινδιών και είχε έρθει στην Ελλάδα αναζητώντας την περιπέτεια.
Ο Whitcomb κέρδισε την εμπιστοσύνη του Τρελόνι. Μια μέρα, ο Φέντον είπε στον Τρελόνι ότι έβαλαν στοίχημα με τον Whitcomb για το ποιος είναι καλύτερος στη σκοποβολή και του ζήτησε να είναι ο κριτής. Ο Τρελόνι ανυποψίαστος δέχτηκε. Κάποια στιγμή, κι ενώ ο Φέντον με τον Whitcomb βρίσκονταν πίσω από τον Τρελόνι, τον πυροβόλησαν. Ο Τρελόνι δέχτηκε δύο σφαίρες.
Η μία βγήκε από το στόμα του, καταστρέφοντας αρκετά δόντια μαζί με τις ρίζες από τα ούλα, ενώ η άλλη καρφώθηκε ανάμεσα στο στέρνο και το δεξί του χέρι.
Ο Φέντον σκοτώθηκε επί τόπου από τον Ούγγρο Κάμερον, σωματοφύλακα του Τρελόνι, ενώ ο Whitcomb ακινητοποιήθηκε από τους άλλους φρουρούς. Για τον Κάμερον, ο Τρελόνι γράφει: "Αν ο Κάμερον, ο Ούγγρος, είχε αγωνιστεί σε οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός απ' την Ελλάδα, θα είχε φτάσει σε πολύ ψηλό βαθμό γιατί ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένος, ικανότατος, αποφασιστικός και σεμνός. Βρισκόταν ήδη σχεδόν δύο χρόνια στην Ελλάδα όταν έπεσα πάνω του, στο Μεσολόγγι όπου υπηρετούσε χωρίς μισθούς ή προαγωγές - κι όχι πως δεν τον είχαν προσέξει οι αρμόδιοι, γιατί με την ανδρεία του, είχε διακριθεί σε πολλές μάχες".
Ο Whitcomb αλυσοδέθηκε στον τοίχο και του έδιναν μόνο ψωμί και νερό. Οι σωματοφύλακες του Τρελόνι ορκίζονταν ότι αν ο Άγγλος πέθαινε "θα τον σούβλιζαν σε σιγανή φωτιά…". Και το εννοούσαν!
Στον Φέντον, βρέθηκαν επιστολές της κυβέρνησης, που αποδείκνυαν ότι είχε πληρωθεί απ' τον Μαυροκορδάτο για να σκοτώσει τον Τρελόνι. Επίσης, αποκαλύφθηκε ότι εκτελώντας διαταγές της κυβέρνησης, είχε αναλάβει, από το Μεσολόγγι ήδη, να κατασκοπεύει τον Άγγλο.
Χάρη στη γερή του κράση και το καλό κλίμα της περιοχής , ο Τρελόνι κατάφερε να επιβιώσει. Η σφαίρα έμεινε για πάντα στο σημείο που καρφώθηκε. Ο Τρελόνι χάρισε τη ζωή στον νεαρό Whitcomb. Φαίνεται ότι κατά τη δολοφονική απόπειρα, το όπλο του Φέντον έπαθε αφλογιστία και οι δύο σφαίρες που πλήγωσαν τον Τρελόνι ρίχτηκαν από τον Whitcomb, ο οποίος αυτοκτόνησε το 1832 σε ηλικία 26 ετών. Ο ραδιούργος Φέντον τον έπεισε να πάνε μαζί στη σπηλιά και να εξοντώσουν τον Τρελόνι ο οποίος υποτίθεται ότι του είχε στερήσει την αρχηγία που του είχε δώσει ο Ανδρούτσος. Ο Whitcomb αφελής και ευκολόπιστος πείστηκε κι έγινε συνεργάτης του Φέντον σ' αυτό το παραλίγο έγκλημα.
Τον Ιούνιο του 1825, δολοφονήθηκε από ανθρώπους του Γκούρα, ο Ανδρούτσος στην Ακρόπολη. Έγινε προσπάθεια να αποδειχτεί ότι ο Ανδρούτσος σκοτώθηκε πέφτοντας απ' τον Ιερό Βράχο επιχειρώντας να δραπετεύσει, ωστόσο ελάχιστοι πείστηκαν. Ηθικός αυτουργός και αυτής της δολοφονίας ήταν ο Μαυροκορδάτος. Ο Γκούρας πήρε για αντάλλαγμα την αρχηγία της Ανατολικής Ελλάδας.
Με τη μεσολάβηση συμπατριωτών του, ο Τρελόνι, με τη σύζυγό του Ταρσίτσα, ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα Ανδρούτσου, θ' αναφερθούμε σ' αυτή στη συνέχεια, και το μικρό τους παιδί, έφυγε αρχικά για τη Σμύρνη, τον Σεπτέμβριο του 1825 για την Κεφαλλονιά και τον Απρίλιο του 1826 για τη Ζάκυνθο. Τον Ιούνιο του 1828, αφού χώρισε με την Ταρσίτσα, το παιδί τους, δυστυχώς είχε πεθάνει, επέστρεψε στην Αγγλία.
Μετά την αναχώρηση του Τρελόνι, κυβερνητικοί άνδρες αλλά και Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν τη Μαύρη Τρύπα όπου λεγόταν ότι ο Ανδρούτσος έκρυβε αμύθητους θησαυρούς. Τελικά, κανένας θησαυρός δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα, αν και η χήρα του Οδυσσέα, Ελένη, παραδεχόταν ότι ήξερε για την ύπαρξη θησαυρού, αγνοούσε όμως το πού βρισκόταν.
Η υπόλοιπη ζωή του Τρελόνι
Ο Τρελόνι έμεινε για λίγα χρόνια στην Αγγλία. Από το 1833 ως το 1835, επισκέφθηκε την Αμερική, όπου, μεταξύ άλλων, κολύμπησε στους καταρράκτες του Νιαγάρα, εξαγόρασε ένα μαύρο σκλάβο, δείχνοντας έτσι έμπρακτα την αντίθεσή του στο καθεστώς της δουλείας κ.ά.
Εγκαταστάθηκε τελικά στο Λονδίνο, όπου έγραψε τα Απομνημονεύματά του και δεχόταν προσκλήσεις σε δείπνο από άτομα που διασκέδαζαν να ακούνε τις περιπέτειές του, άλλοτε αληθινές κι άλλοτε φανταστικές. Ανάμεσά τους μάλιστα, υπήρχαν και πολλοί διανοούμενοι. Ο Τρελόνι ποτέ δεν θεωρήθηκε σοβαρός και αξιόπιστος. Αν και ήταν πολυτάλαντος δεν μπόρεσε να αφοσιωθεί συστηματικά και να καλλιεργήσει κάποια απ' τις κλίσεις του. Έκανε ένα ακόμα γάμο, ο οποίος επίσης διαλύθηκε.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα βιβλία του, κυρίως γιατί μας δίνουν πληροφορίες για γεγονότα που δεν υπάρχουν αλλού. Ένας απ' τους φίλους του, ο ζωγράφος Μίλε, τον απαθανάτισε ως γέρο ναυτικό στον πίνακα "Το Βορειοδυτικό Πέρασμα" ("The Northwest Passage").
Πέθανε το 1881. Η τέφρα του αποτέθηκε στο προτεσταντικό κοιμητήριο της Ρώμης, σ' ένα τάφο που είχε αγοράσει 60 χρόνια πριν τον θάνατό του, δίπλα στον Σέλεϊ…
Η Ταρσίτσα Καμμένου και ο Νάπιερ
Μετά τον θάνατο του πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, Ανδρέα (το πραγματικό επώνυμο του οποίου ήταν Βερούσης) το 1797, η μητέρα του Ακριβή Τζαρλαμπά, παντρεύτηκε τον πρακτικό γιατρό Φίλιππο Καμμένο, από τον οποίο απόκτησε τρία παιδιά: την Ταρσίτσα, την Αγγελική και τον Χαρίλαο.
Όπως είδαμε παραπάνω, ο Τρελόνι παντρεύτηκε την Ταρσίτσα η οποία ήταν τότε 13 ετών… Το παιδί που απόκτησαν πέθανε κι ο γάμος τους διαλύθηκε, όπως αναφέραμε.
Ίσως πολλοί να απορούν με το όνομα Ταρσίτσα. Η Ταρσή (επίσης Ταρσώ, Ταρασία, Ταρσίτσα κ.ά.) γιορτάζει στις 25 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για το θηλυκό του Ταράσιου, ο οποίος είναι άγιος της Εκκλησίας μας. Γνωστότερη Ταρσίτσα σήμερα είναι η κυρία Λούκα (Λουκία-Ταρσίτσα) Κατσέλη!
Για τον φιλέλληνα διοικητή της Κεφαλλονιάς Τσαρλς Νάπιερ, γράψαμε επίσης στην αρχή του κειμένου. Ήταν έτοιμος να παραιτηθεί και ν' αναλάβει τη διοίκηση του ελληνικού Στρατού, αν του ζητούνταν κάτι τέτοιο.
Σε επιστολές του προς τον Τρελόνι, κάνει λεπτομερείς αναφορές στα σχέδιά του. Σε μία μάλιστα από αυτές (1/8/1826), γράφει χαρακτηριστικά:
"Τις κινήσεις του Φαβιέρου δεν τις καταλαβαίνω. Τολμώ να πω πως δεν είναι αυτές που θα ήθελε ο ίδιος. Για κανέναν δεν θα πιστέψω πως μπορεί στην Ελλάδα να κάνει αυτό που θέλει, να κάνει το σωστό…".
Η αντίθεση του Νάπιερ προς τον τότε αρμοστή των Επτανήσων Φ. Άνταμς, ήταν έντονη. Κάποτε ο Άνταμς ζήτησε από τον Νάπιερ να ξυρίσει το μουστάκι του! Ο Νάπιερ ξύρισε το μουστάκι του και το έστειλε μαζί (!) με απαντητική επιστολή στον Άνταμς. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Τρελόνι, ο ύπατος αρμοστής "… σίγουρα θα προώθησε αυτή την αλληλογραφία, μαζί με το συνημμένο μουστάκι (!) μέχρι τον Αρχιστράτηγο"!
Ο… αμούστακος πλέον Τσαρλς Νάπιερ (1782-1853) από το 1842 ως το 1847 ανέλαβε στρατιωτικές αποστολές στην Ινδία. Στην Κεφαλλονιά έκανε σημαντικά έργα. Φημισμένος είναι ο Κήπος του Νάπιερ, πάρκο στο Αργοστόλι που μετά τους σεισμούς του 1953 εγκαταλείφθηκε. Το 2003-2004, όμως, το πάρκο ανακατασκευάστηκε και αποτελεί ένα στολίδι για το όμορφο νησί του Ιονίου.
ΠΗΓΕΣ: ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΤΡΕΛΟΝΙ, "ΜΕ ΤΟΝ ΒΥΡΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟ", ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, 2010, Μετάφραση - επιμέλεια: ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΚΕΤΟΣ
ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΕΝΕΛΑΪΔΟΥ, "ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ", Μεταπτυχιακή εργασία, ΑΠΘ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ, ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ
Ευχαριστούμε θερμότατα την κυρία Μενελαΐδου, η οποία με μεγάλη ευγένεια και προθυμία μας έδωσε την άδεια να αντλήσουμε στοιχεία από την σπουδαία εργασία της!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr