Ιφικράτης: Μία στρατιωτική ιδιοφυΐα της αρχαιότητας
02.06.2018
19:48
Ο Αθηναίος στρατηγός που νίκησε τους αήττητους ως τότε Σπαρτιάτες οπλίτες - Η πολύχρονη δράση του Ιφικράτη, δημιουργού του σώματος των πελταστών - Η συμβολή του στην εξέλιξη της πολεμικής τέχνης
Διαβάζοντας την αρχαία ελληνική ιστορία, θα συναντήσουμε πολλές σημαντικές προσωπικότητες, σε όλους τους τομείς. Πολιτικούς, στρατιωτικούς, φιλόσοφους, επιστήμονες, κάποιοι από τους οποίους είναι γνωστοί στα πέρατα της οικουμένης. Υπάρχουν και κάποιοι που, δυστυχώς, δεν είναι γνωστοί ούτε στους περισσότερους Έλληνες. Οι λόγοι; Πολλοί και διάφοροι…
Είμαστε σίγουροι ότι αν ορισμένοι ζούσαν σε κάποιες άλλες στιγμές της αρχαιότητας, θα είχαν προσφέρει πολλά στην Ελλάδα και η δόξα τους θα ήταν εφάμιλλη με αυτή των μεγάλων ηρώων μας.
Είχαμε αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο μας στον Φιλοποίμενα, τον “τελευταίο των Ελλήνων”, ο οποίος ίσως ήταν ο μόνος που μπορούσε να σταματήσει την προέλαση των Ρωμαίων στην Ελλάδα.
Στο σημερινό μας άρθρο, θα αναφερθούμε στον Αθηναίο στρατηγό Ιφικράτη, ο οποίος δεν ήταν μόνο ένας σπουδαίος ηγήτορας, αλλά και ένας οξύς στρατιωτικός νους, ο οποίος εισήγαγε καινοτόμες μεθόδους στην πολεμική τέχνη.
Ποιος ήταν ο Ιφικράτης;
Ο Ιφικράτης ήταν Αθηναίος στρατιωτικός. Γεννήθηκε το 415 π.Χ. (κατ’ άλλους το 419 ή το 418 π.Χ.). Πατέρας του ήταν ο υποδηματοποιός Τιμόθεος από τον Δήμο Ραμνούντας.
Σε πολύ νεαρή ηλικία, έζησε την οδυνηρή για την Αθήνα κατάληξη του Πελοποννησιακού Πολέμου και ίσως ήταν κι ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας του γκρεμίσματος των Μακρών Τειχών από τον νικητή, Σπαρτιάτη Λύσανδρο (404 π.Χ.). Οι δημοκρατικοί της Αθήνας, με επικεφαλής τους Επικράτη και Κέφαλο, άρχισαν αμέσως μετά να αναζητούν τρόπους για να αποτινάξουν τη σπαρτιατική ηγεμονία.
Όταν ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στην Σπάρτη και την Περσία, οι Πέρσες, μην μπορώντας να εξουδετερώσουν τον Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαο, προσπάθησαν να τον κάνουν να αποσυρθεί από τη Μικρά Ασία όπου βρισκόταν, υποκινώντας σε πόλεμο εναντίον των Σπαρτιατών, τους αντιπάλους τους στην Ελλάδα. Έτσι ο σατράπης Φαρνάβαζος προσέγγισε, μετά από εντολή του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη, τον Αθηναίο ναύαρχο Κόνωνα, ο οποίος μετά την ήττα του στους Αιγός ποταμούς είχε καταφύγει στην αυλή του Ευαγόρα, βασιλιά της Σαλαμίνας της Κύπρου.
Είμαστε σίγουροι ότι αν ορισμένοι ζούσαν σε κάποιες άλλες στιγμές της αρχαιότητας, θα είχαν προσφέρει πολλά στην Ελλάδα και η δόξα τους θα ήταν εφάμιλλη με αυτή των μεγάλων ηρώων μας.
Είχαμε αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο μας στον Φιλοποίμενα, τον “τελευταίο των Ελλήνων”, ο οποίος ίσως ήταν ο μόνος που μπορούσε να σταματήσει την προέλαση των Ρωμαίων στην Ελλάδα.
Στο σημερινό μας άρθρο, θα αναφερθούμε στον Αθηναίο στρατηγό Ιφικράτη, ο οποίος δεν ήταν μόνο ένας σπουδαίος ηγήτορας, αλλά και ένας οξύς στρατιωτικός νους, ο οποίος εισήγαγε καινοτόμες μεθόδους στην πολεμική τέχνη.
Ποιος ήταν ο Ιφικράτης;
Ο Ιφικράτης ήταν Αθηναίος στρατιωτικός. Γεννήθηκε το 415 π.Χ. (κατ’ άλλους το 419 ή το 418 π.Χ.). Πατέρας του ήταν ο υποδηματοποιός Τιμόθεος από τον Δήμο Ραμνούντας.
Σε πολύ νεαρή ηλικία, έζησε την οδυνηρή για την Αθήνα κατάληξη του Πελοποννησιακού Πολέμου και ίσως ήταν κι ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας του γκρεμίσματος των Μακρών Τειχών από τον νικητή, Σπαρτιάτη Λύσανδρο (404 π.Χ.). Οι δημοκρατικοί της Αθήνας, με επικεφαλής τους Επικράτη και Κέφαλο, άρχισαν αμέσως μετά να αναζητούν τρόπους για να αποτινάξουν τη σπαρτιατική ηγεμονία.
Όταν ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στην Σπάρτη και την Περσία, οι Πέρσες, μην μπορώντας να εξουδετερώσουν τον Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαο, προσπάθησαν να τον κάνουν να αποσυρθεί από τη Μικρά Ασία όπου βρισκόταν, υποκινώντας σε πόλεμο εναντίον των Σπαρτιατών, τους αντιπάλους τους στην Ελλάδα. Έτσι ο σατράπης Φαρνάβαζος προσέγγισε, μετά από εντολή του Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη, τον Αθηναίο ναύαρχο Κόνωνα, ο οποίος μετά την ήττα του στους Αιγός ποταμούς είχε καταφύγει στην αυλή του Ευαγόρα, βασιλιά της Σαλαμίνας της Κύπρου.
Ο Κόνωνας, λαμβάνοντας υψηλή αμοιβή, μπήκε στην υπηρεσία των Περσών. Ο Φαρνάβαζος ανέλαβε την κατασκευή στόλου στα ναυπηγεία της Φοινίκης και της Κύπρου. Το 396 π.Χ. οι Αθηναίου έμαθαν ότι ο Κόνωνας βρισκόταν στη Ρόδο, επικεφαλής ενός τμήματος του περσικού στόλου, του έστειλαν βοήθεια και εθελοντές.
Ένας από τους πρώτους που έσπευσαν να υπηρετήσουν υπό τις διαταγές του Κόνωνα, ήταν ο νεαρός Ιφικράτης, ο οποίος περιγράφεται ως άνδρας με επιβλητικό παράστημα, που ενέπνεε σεβασμό και είχε αναμφισβήτητες ηγετικές ικανότητες.
Πήρε μέρος σε όλες τις πολεμικές συγκρούσεις και διακρίθηκε ιδιαίτερα στη ναυμαχία της Κνίδου, τον Αύγουστο του 394 π.Χ., όπου οι Αθηναίοι με τη μεγάλη νίκη τους, αποκατέστησαν εν μέρει τη ναυτική τους ισχύ.
Στο μεταξύ, το 395 π.Χ. η Αθήνα και η Θήβα, είχαν συνάψει συμμαχία εναντίον της Σπάρτης. Το ίδιο έτος, ξέσπασε ο λεγόμενος “Κορινθιακός Πόλεμος” (395-387 π.Χ.), στις αρχές του οποίου, ο Λύσανδρος σκοτώθηκε. Τότε οι Σπαρτιάτες κάλεσαν εσπευσμένα τον Αγησίλαο από τη Μικρά Ασία.
Το 394 π.Χ., είχαμε κλιμάκωση των εχθροπραξιών με τη μάχη της Κορίνθου και τη μάχη της Κορώνειας στις οποίες υπερίσχυσαν οι Σπαρτιάτες χωρίς όμως να μπορέσουν να αποκομίσουν κάποια σημαντικά οφέλη. Ο Αγησίλαος, θεωρητικά νικητής στην Κορώνεια, υποχρεώθηκε να εκκενώσει τη Βοιωτία και να επιστρέψει στην Πελοπόννησο με πλοία, επειδή οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι είχαν τον έλεγχο της οδού της Κορίνθου.
Έχοντας στη διάθεσή τους άφθονα χρήματα, από τους Πέρσες, οι Αθηναίοι μπόρεσαν για πρώτη φορά να στρατολογήσουν μισθοφόρους από την ορεινή Κρήτη και την Αιτωλοακαρνανία.
Ως επικεφαλής τους, επιλέχθηκε ο Ιφικράτης που είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του στις μάχες εναντίον των Σπαρτιατών. Του ανατέθηκε λοιπόν από τον Δήμο να οργανώσει, να εκπαιδεύσει και να διοικήσει τις μισθοφορικές μονάδες.
Τότε ο Ιφικράτης ίδρυσε το σώμα των πελταστών, οι οποίοι άλλαξαν τα μέχρι τότε δεδομένα στα πεδία των μαχών.
Οι πελταστές ήταν οπλίτες με ελαφρύ αμυντικό οπλισμό (μικρή στρογγυλή ασπίδα, την “πέλτην”, θώρακα από χοντρό λινό και δέρμα, αντί για χάλκινες κνημίδες, τις “Ιφικρατίδας υποδέσεις”, δηλαδή ψηλά δερμάτινα υποδήματα που φοριόνταν εύκολα και γρήγορα) και με επιθετικά όπλα, μακρύτερα δόρατα και ξίφη τα οποία ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στις μάχες μεταξύ οπλιτών. Οι πελταστές ήταν ευκίνητοι στη μάχη, γρήγοροι στους αιφνιδιασμούς, κινούνταν ταχύτατα στις πορείες και μπορούσαν να παίρνουν μαζί τους περισσότερα τρόφιμα, κάτι που τους επέτρεπε να μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις χωρίς να αντιμετωπίζουν προβλήματα τροφοδοσίας.
Ο Ιφικράτης αξιοποίησε τα πλεονεκτήματα των πελταστών, καθώς υιοθέτησε και νέες τακτικές μεθόδους όπως σύντομες επιθέσεις και οπισθοχωρήσεις που καταπονούσαν το βαρύ πεζικό των αντιπάλων μέχρι να το διαλύσουν. Έτσι κατάφερε να νικήσει πολλές φορές τους Σπαρτιάτες οπλίτες οι οποίοι ως τότε θεωρούνταν ανίκητοι.
Μετά τη μάχη Κορώνειας (394 π.Χ.), ο Ιφικράτης στάλθηκε επικεφαλής των μισθοφόρων του, στην Κορινθία σε βοήθεια των συμμάχων. Οι δυο αντίπαλοι αγωνίζονταν για το ποιος θα επικρατήσει στην περιοχή της Κορίνθου. Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους, οικοδόμησαν μακρά τείχη που συνέδεαν την Κόρινθο με το δυτικό (Λέχαιο) και το ανατολικό (Κεγχρεές) λιμάνι της αντίστοιχα. Με ορμητήριο τη Σικυώνα (σημ. Κιάτο), οι Σπαρτιάτες προσπάθησαν να διασπάσουν τον αποκλεισμό, αλλά ο Ιφικράτης κυριάρχησε στην Ήπειρο, ερήμωσε τους αγρούς των Σικυωνίων και απέκλεισε τους λιγοστούς Σπαρτιάτες στην πόλη.
Τον επόμενο χρόνο, ο Ιφικράτης με περσικά χρήματα ανοικοδόμησε τα Μακρά Τείχη, ολοκληρώνοντας την πολιτική και στρατιωτική αναγέννηση της Αθήνας.
Το 392 π.Χ. οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν το Λέχαιο, όχι όμως και το λιμάνι του. Αλλά και την Κόρινθο δεν μπόρεσαν να καταλάβουν, καθώς ο Ιφικράτης με τους άνδρες του πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Αφού επιβλήθηκε και επί των Κορίνθιων ολιγαρχικών ο Ιφικράτης (οι αντίπαλοί του είχαν γύρω στους 300 νεκρούς), κατέλαβε το Λέχαιο. Στη συνέχεια, οι Κορίνθιοι με τη συνδρομή Αθηναίων τεχνιτών ανοικοδόμησαν τα κατεστραμμένα τείχη της πόλης τους.
Από την Κορινθία, ο Ιφικράτης έκανε σύντομες και ριψοκίνδυνες επιθέσεις εναντίον του Φλειούντα, της Σικυώνας και της Αρκαδίας, οι περίφημοι πολεμιστές της οποίας, μην μπορώντας να αντιμετωπίσουν τους πελταστές του Ιφικράτη, είδαν να λεηλατείται η χώρα τους. Το 390 π.Χ. διέλυσε μια στρατιωτική μοίρα κοντά στο Λέχαιο, με αποτέλεσμα να κλονιστεί βαρύτατα το κύρος των Σπαρτιατών που είχαν μεγάλες απώλειες (250 νεκρούς και άγνωστο αριθμό τραυματιών).
Η νίκη αυτή του Ιφικράτη (η μεγαλύτερη ήττα των Σπαρτιατών από το 425 π.Χ. και την αιχμαλωσία τμήματος της Σφακτηρίας), προκάλεσε πανελλήνια αίσθηση και έπληξε βαριά το στρατιωτικό γόητρο των Σπαρτιατών. Χαρακτηριστικό είναι, ότι ο Αγησίλαος αφού άφησε μερικούς άνδρες να φρουρούν το Λέχαιο, επέστρεψε στη Σπάρτη, περνώντας νύχτα από τη Σικυώνα και τις πόλεις της Αρκαδίας, προκειμένου να αποφύγει τα χλευαστικά σχόλια των κατοίκων!
Το καλοκαίρι του 388 π.Χ. ο Ιφικράτης, κατατρόπωσε και πάλι τους Σπαρτιάτες, υπό τον Αναξίβιο, κοντά στην Άβυδο, αλλά τον επόμενο χρόνο, η σπαρτιατική διπλωματία σταμάτησε τις επιτυχίες του, καθώς ο πολυμήχανος Ανταλκίδας μετά από προσπάθειες πέντε ετών, έπεισε τον Αρταξέρξη να επιβάλει τη γνωστή ως “Βασίλειο” ή “Ανταλκίδειο Ειρήνη” (387 π.Χ.). Οι Αθηναίοι βρήκαν κι αυτοί διέξοδο στην υπογραφή ειρήνης, καθώς είχαν αρχίσει να δέχονται σπαρτιατικές επιδρομές με ορμητήριο την Αίγινα.
Ο Ιφικράτης στη Θράκη και την Αίγυπτο
Μετά την εξέλιξη αυτή, ο Ιφικράτης και οι πελταστές του δεν επέστεψαν στην Αθήνα, αλλά πήγαν στη Θράκη. Εκεί, υπηρέτησαν ως μισθοφόροι του βασιλιά των Οδρυσών Σεύθη Β΄ και στη συνέχεια τον διάδοχό του Εβρύζελμι, ο οποίος το 386 π.Χ. συμμάχησε με τους Αθηναίους. Σύντομα ο Ιφικράτης εγκατέλειψε τον Εβρύζελμι και τάχθηκε στο πλευρό του κυριότερου αντιπάλου του Κότυ, ο οποίος το 385 π.Χ. ανέβηκε στον θρόνο ως Κότυς Α΄. Για τις υπηρεσίες του Ιφικράτη, ο Κότυς τον πάντρεψε με μια από τις κόρες του και του έδωσε “προίκα” τις πόλεις Δρυ και Άντισσα (382 π.Χ.). Ο κωμικός ποιητής Αναξανδρίδης, στη χαμένη του κωμωδία “Πρωτεσίλαος”, περιγράφει γλαφυρά τον γάμο του Ιφικράτη. Κορυφαίο απόσπασμα που έχει σωθεί, είναι το εξής:
“Ο γαμπρός έλαβε δώρα ένα κοπάδι άλογα, ένα κοπάδι κατσίκες, ένα σακί χρυσάφι… ένα υπόγειο βάρους 4 μέτρων γεμάτο κρεμμύδια και εκατό χταπόδια” (!).
Το 379 π.Χ., ο Ιφικράτης μαζί με τον Φαρνάβαζο, κινήθηκαν εναντίον του βασιλιά της Αιγύπτου Νεκτανεβώ που είχε αποστατήσει. Ο Φαρνάβαζος είχε στη διάθεσή του 200.000 Πέρσες και ο Ιφικράτης 12.000 (ή 20.000 σύμφωνα με άλλες πηγές) μισθοφόρους.
Εξαιτίας της αναβλητικότητας του Φαρνάβαζου, η εκστρατεία αυτή δεν πέτυχε τους σκοπούς της. Το 373 π.Χ. ο Ιφικράτης επέστρεψε μετά από 13 χρόνια στην Αθήνα.
Τον επόμενο χρόνο εκλέχθηκε στρατηγός και αμέσως του ανατέθηκε να βοηθήσει τους Κερκυραίους, οι οποίοι ήταν αποκλεισμένοι από ξηρά και θάλασσα από τους Σπαρτιάτες του Μνασίππου. Ο Ιφικράτης με 70 τριήρεις που ο ίδιος είχε συγκεντρώσει και καταστήσει αξιόμαχες, έπλευσε ταχύτατα προς το Ιόνιο και αιχμαλώτισε τα 10 πλοία που είχε στείλει σε βοήθεια των Σπαρτιατών ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α'.
Μάλιστα, αφαίρεσε από τα πλοία των Συρακουσίων όλα τα αναθήματα που προορίζονταν για τους Δελφούς και την Ολυμπία και τα πούλησε. Συγκέντρωσε 60 τάλαντα τα οποία χρησιμοποίησε για τις ανάγκες της εκστρατείας ,κάτι που εξόργισε τον Διονύσιο. Μετά την επιτυχία αυτή του Ιφικράτη, οι Κερκυραίοι αναθάρρησαν και νίκησαν τους Σπαρτιάτες.
Ο Ιφικράτης στη συνέχεια, βοήθησε τους συμμάχους της Αθήνας στην Ακαρνανία και φορολόγησε τις πόλεις της Κεφαλλονιάς. Εν τω μεταξύ, έστειλε στην Αθήνα τον Καλλίστρατο για να εξασφαλίσει χρήματα για τη συντήρηση του στόλου. Έπειτα, έχοντας ενισχυθεί και με κερκυραϊκά πλοία έπλευσε με 90 τριήρεις νότια σχεδιάζοντας επιθέσεις στα παράλια της Πελοποννήσου.
Η διαρκώς αυξανόμενη δύναμη των Θηβαίων όμως, οδήγησε τους Αθηναίους στη σύνοψη ειρήνης με τους Σπαρτιάτες και την ανάκληση του Ιφικράτη από τις πελοποννησιακές ακτές. Τον Ιούλιο του 371 π.Χ., έκπληκτο το Πανελλήνιο πληροφορήθηκε την ήττα των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα και την ανάδειξη της Θήβας σε κορυφαίας μεταξύ των ελληνικών πόλεων.
Ο Ιφικράτης, τον Μάρτιο του 369 π.Χ. στάλθηκε να βοηθήσει τους Σπαρτιάτες που πολιορκούνταν από τους Θηβαίους. Φτάνοντας στην Αρκαδία, πληροφορήθηκε ότι οι Βοιωτοί, με επικεφαλής τον Επαμεινώνδα επιστρέφουν στην πόλη τους. Ο Αθηναίος στρατηγός απέκλεισε τις διαβάσεις των Ονείων Ορέων αλλά άφησε αφρούρητη τη δίοδο των Κεγχρεών απ' όπου πέρασε τελικά ο Επαμεινώνδας. Φαίνεται ότι ούτε ο Ιφικράτης ήθελε να αντιμετωπίσει τους Θηβαίους αλλά και ο Επαμεινώνδας προτίμησε μόλις έμαθε για την άφιξη των Αθηναίων στην Αρκαδία, να γυρίσει στη Θήβα.
Το καλοκαίρι του 368 π.Χ. αντιδρώντας στη θηβαϊκή επέκταση στη Μακεδονία, οι Αθηναίοι έστειλαν τον Ιφικράτη να καταλάβει την Αμφίπολη στην οποία είχαν αναγνωριστεί δικαιώματά τους με συνθήκη του 375 π.Χ. Η βασίλισσα της Μακεδονίας Ευρυδίκη, χήρα του προσωπικού φίλου του Ιφικράτη Αμύντα Γ', ζήτησε τη βοήθεια του Αθηναίου στρατηγού εναντίον του σφετεριστή του θρόνου Παυσανία. Πραγματικά ο Ιφικράτης εκδίωξε τον Παυσανία αλλά δεν μπόρεσε να καταλάβει την Αμφίπολη.
Ανακλήθηκε τότε στην Αθήνα όπου όμως δεν επέστρεψε. Μετά από πρόταση του Τιμόθεου που τον διαδέχθηκε στη συνέχεια, δικάστηκε ερήμην, καθαιρέθηκε και του αφαίρεσαν τα πολιτικά δικαιώματα. Ο Ιφικράτης κατέφυγε στην Άντισσα και τη Δρυ, που του είχε παραχωρήσει… σαν προίκα ο πεθερός του Κότυς στον οποίο πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Ο Κότυς το 360 π.Χ. κατέλαβε τη Σηστό ,όταν όμως επιχείρησε να καταλάβει και τις δύο τελευταίες αθηναϊκές κτήσεις στη Θράκη, την Κριθώτη και τον Ελαιούντα, ο Ιφικράτης μη θέλοντας να προκαλέσει μεγαλύτερο κακό στην πατρίδα του, επέστρεψε στην Αθήνα.
Εκεί συμφιλιώθηκε με τον Τιμόθεο. Μάλιστα ο γιος του Μενεσθέας παντρεύτηκε την κόρη του Τιμόθεου (359 π.Χ.)
Την άνοιξη του 356 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος με επικεφαλής τον Χάρη και τον Χαβρία απέκλεισε τη Χίο. Οι κάτοικοί της ενισχυμένοι με τμήματα από το Βυζάντιο ,τη Ρόδο και την Κω, αμύνθηκαν σθεναρά. Ο Χαβρίας σκοτώθηκε προσπαθώντας να καταλάβει το λιμάνι της Χίου ενώ ο Χάρης με 60 τριήρεις διέφυγε στον Ελλήσποντο. Οι Αθηναίοι εξόπλισαν άλλες 60 τριήρεις και με επικεφαλής τον Ιφικράτη, τον γιο του Μενεσθέα και τον Τιμόθεο έσπευσαν σε βοήθεια του Χάρη. Ο αθηναϊκός στόλος επανέφερε στη συμμαχία την Πύδνα, την Ποτίδαια και τη Μεθώνη (της Μακεδονίας) και ενώθηκε με τον Χάρη σχηματίζοντας μία πανίσχυρη ναυτική δύναμη.
Ο στόλος των Αθηναίων και ο στόλος των αποστατών συμμάχων τους από 100 πλοία, συναντήθηκαν στο στενό ανάμεσα στη Χίο και τις Ερυθρές , έξω από τα Έμβατα. Ο Ιφικράτης και ο Τιμόθεος έκριναν ότι δεν έπρεπε να ναυμαχήσουν μέχρι να κοπάσει η θαλασσοταραχή. Ο Χάρης όμως συγκρούστηκε με πολύ μεγαλύτερες εχθρικές δυνάμεις και γνώρισε πανωλεθρία. Κατηγόρησε τον Ιφικράτη και τον Τιμόθεο για προδοσία και οι Αθηναίοι τους ανακάλεσαν και τους δίκασαν, με την κατηγορία ότι εξαγοράσθηκαν από τους εχθρούς.
Ο Τιμόθεος καταδικάστηκε σε πρόστιμο 100 ταλάνων το οποίο δεν μπορούσε να πληρώσει. Αυτοεξορίστηκε στη Χαλκίδα, όπου λίγο αργότερα πέθανε. Ο Ιφικράτης στην απολογία του, άφησε να εννοηθεί ότι οι ένοπλοι φίλοι του που βρίσκονταν στο ακροατήριο, θα αντιδρούσαν σε πιθανή καταδίκη του. Όταν μετά την εκδίκαση της υπόθεσης, κάποιος παρατήρησε ότι είχε απειλήσει και εκβιάσει τους ενόρκους, ο Ιφικράτης απάντησε: «Θα ήμουν ηλίθιος αν, ενώ πολλές φορές ενήργησα ως στρατηγός των Αθηναίων, δεν ενεργούσα ως στρατηγός του εαυτού μου εναντίον των Αθηναίων». Τελικά ο Ιφικράτης και ο γιος του Μενεσθέας αθωώθηκαν (355 π.Χ.). Όμως, από τότε ο μεγάλος στρατηγός δεν επανήλθε σε δημόσιο αξίωμα. Πέθανε το 350 π.Χ.
Μερικά ακόμα στοιχεία για τον Ιφικράτη
Όπως αναφέραμε, ο Ιφικράτης εμπλούτισε τη στρατηγική κατά τον 4ο αιώνα με νέα στοιχεία, όπως ο ελιγμός, η ασφάλεια και ο αιφνιδιασμός.
Ήταν προικισμένος με εξαιρετικά διανοητικά και διοικητικά προσόντα. Σωματώδης και καλογυμνασμένος, με το επιβλητικό του παράστημα, ενέπνεε σεβασμό. Διέθετε στρατηγική αντίληψη, ευστροφία και εφευρετικότητα.
Ευφυολόγος και ετοιμόλογος, προσηνής αλλά και αυστηρός όταν χρειαζόταν, κέρδιζε την εμπιστοσύνη και την αποδοχή των ανδρών του.
Ήταν ο πρώτος που τοποθέτησε σκοπούς την ημέρα, όχι μόνο σε επίκαιρα σημεία της ξηράς αλλά κατάρτια των πλοίων. Σε μία σύγκρουση με Οδρύσες σε ορεινό έδαφος, για να αποφύγει προσβολή από τους πολυπληθέστερους αντιπάλους του, διέταξε να οδηγήσουν δίπλα σε κάθε άνδρα του ο οποίος ήταν σε επαφή με τον εχθρό ,ένα γυμνό αντίπαλο. Οι Οδρύσες μπροστά στον κίνδυνο να πλήξουν τους συμπατριώτες τους, σταμάτησαν κάθε επίθεση. Πρέπει να είναι η πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία που χρησιμοποιήθηκαν κάποιοι ως «ανθρώπινες ασπίδες», όπως λέμε σήμερα. Στη διάρκεια των ίδιων επιχειρήσεων, υποχρεώθηκε να κινηθεί δυο μέρες σε συνθήκες καύσωνα, σε περιοχή όπου σπάνιζε το πόσιμο νερό.
Κάλυψε την απόσταση με νυχτερινές πορείες και ανάπαυση των ανδρών του την ημέρα!
Αναφέρεται επίσης, ότι ήταν και δεινός ρήτορας. Ο Αριστοτέλης του αποδίδει και δύο δικανικούς λόγους:
«Προς Αρμόδιον» (371 π.Χ.) και «Υπέρ Ιφικράτους Απολογία» (355 π.Χ.), οι οποίοι όμως δεν σώθηκαν.
Διακρίθηκε παράλληλα και στον πολιτικό στίβο της Αθήνας και αν δεν ήταν ανήσυχο στρατιωτικό πνεύμα, σίγουρα θα είχε διαπρέψει στα κοινά της πόλης.
Σε κάποια στιγμή που οι Αθηναίοι αναζητούσαν εναγωνίως χρήματα, ο Ιφικράτης πρότεινε να κατεδαφιστούν τα τμήματα των κτιρίων που είχαν χτιστεί παράνομα σε δημόσιους δρόμους (βλέπουμε ότι… πολεοδομικές παραβάσεις γινόταν και στην αρχαία Αθήνα και δεν αποτελούν μόνο σημερινό φαινόμενο…). Πανικόβλητοι οι ιδιοκτήτες τους, έσπευσαν να πληρώσουν ασμένως τα πρόστιμα που τους επιβλήθηκαν!
Τέλος, σε κάποιον που τον κατηγόρησε στην αγορά ότι δεν ήταν ευγενικής καταγωγής, ο Ιφικράτης απάντησε: «Είναι γεγονός ότι η ευγένεια στη γενιά μου αρχίζει από μένα, όμως στη δική σου τελειώνει με σένα!»
Αυτός ήταν λοιπόν ο σπουδαίος Ιφικράτης, μάλλον άγνωστος στους περισσότερους, ο οποίος έκανε πολλούς συγχρόνους του (Αγησίλαος, Ιάσων των Φερών, Ξενοφώντας) αλλά και μεταγενέστερους να υποκλιθούν στη στρατιωτική του, και όχι μόνο, μεγαλοφυΐα…
Πηγές:
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τόμος 4, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Εκτενές άρθρο του Αν/χη ΠΖ (ε.α.) Κωνσταντίνου Κλάδη στο περιοδικό ΡΑΝZΕΡ, Ιούλιος-Αύγουστος 2005, με τίτλο «Ιφικράτης: ο ιδρυτής των πελταστών».
Ένας από τους πρώτους που έσπευσαν να υπηρετήσουν υπό τις διαταγές του Κόνωνα, ήταν ο νεαρός Ιφικράτης, ο οποίος περιγράφεται ως άνδρας με επιβλητικό παράστημα, που ενέπνεε σεβασμό και είχε αναμφισβήτητες ηγετικές ικανότητες.
Πήρε μέρος σε όλες τις πολεμικές συγκρούσεις και διακρίθηκε ιδιαίτερα στη ναυμαχία της Κνίδου, τον Αύγουστο του 394 π.Χ., όπου οι Αθηναίοι με τη μεγάλη νίκη τους, αποκατέστησαν εν μέρει τη ναυτική τους ισχύ.
Στο μεταξύ, το 395 π.Χ. η Αθήνα και η Θήβα, είχαν συνάψει συμμαχία εναντίον της Σπάρτης. Το ίδιο έτος, ξέσπασε ο λεγόμενος “Κορινθιακός Πόλεμος” (395-387 π.Χ.), στις αρχές του οποίου, ο Λύσανδρος σκοτώθηκε. Τότε οι Σπαρτιάτες κάλεσαν εσπευσμένα τον Αγησίλαο από τη Μικρά Ασία.
Το 394 π.Χ., είχαμε κλιμάκωση των εχθροπραξιών με τη μάχη της Κορίνθου και τη μάχη της Κορώνειας στις οποίες υπερίσχυσαν οι Σπαρτιάτες χωρίς όμως να μπορέσουν να αποκομίσουν κάποια σημαντικά οφέλη. Ο Αγησίλαος, θεωρητικά νικητής στην Κορώνεια, υποχρεώθηκε να εκκενώσει τη Βοιωτία και να επιστρέψει στην Πελοπόννησο με πλοία, επειδή οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι είχαν τον έλεγχο της οδού της Κορίνθου.
Έχοντας στη διάθεσή τους άφθονα χρήματα, από τους Πέρσες, οι Αθηναίοι μπόρεσαν για πρώτη φορά να στρατολογήσουν μισθοφόρους από την ορεινή Κρήτη και την Αιτωλοακαρνανία.
Ως επικεφαλής τους, επιλέχθηκε ο Ιφικράτης που είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του στις μάχες εναντίον των Σπαρτιατών. Του ανατέθηκε λοιπόν από τον Δήμο να οργανώσει, να εκπαιδεύσει και να διοικήσει τις μισθοφορικές μονάδες.
Τότε ο Ιφικράτης ίδρυσε το σώμα των πελταστών, οι οποίοι άλλαξαν τα μέχρι τότε δεδομένα στα πεδία των μαχών.
Οι πελταστές ήταν οπλίτες με ελαφρύ αμυντικό οπλισμό (μικρή στρογγυλή ασπίδα, την “πέλτην”, θώρακα από χοντρό λινό και δέρμα, αντί για χάλκινες κνημίδες, τις “Ιφικρατίδας υποδέσεις”, δηλαδή ψηλά δερμάτινα υποδήματα που φοριόνταν εύκολα και γρήγορα) και με επιθετικά όπλα, μακρύτερα δόρατα και ξίφη τα οποία ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στις μάχες μεταξύ οπλιτών. Οι πελταστές ήταν ευκίνητοι στη μάχη, γρήγοροι στους αιφνιδιασμούς, κινούνταν ταχύτατα στις πορείες και μπορούσαν να παίρνουν μαζί τους περισσότερα τρόφιμα, κάτι που τους επέτρεπε να μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις χωρίς να αντιμετωπίζουν προβλήματα τροφοδοσίας.
Ο Ιφικράτης αξιοποίησε τα πλεονεκτήματα των πελταστών, καθώς υιοθέτησε και νέες τακτικές μεθόδους όπως σύντομες επιθέσεις και οπισθοχωρήσεις που καταπονούσαν το βαρύ πεζικό των αντιπάλων μέχρι να το διαλύσουν. Έτσι κατάφερε να νικήσει πολλές φορές τους Σπαρτιάτες οπλίτες οι οποίοι ως τότε θεωρούνταν ανίκητοι.
Μετά τη μάχη Κορώνειας (394 π.Χ.), ο Ιφικράτης στάλθηκε επικεφαλής των μισθοφόρων του, στην Κορινθία σε βοήθεια των συμμάχων. Οι δυο αντίπαλοι αγωνίζονταν για το ποιος θα επικρατήσει στην περιοχή της Κορίνθου. Οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους, οικοδόμησαν μακρά τείχη που συνέδεαν την Κόρινθο με το δυτικό (Λέχαιο) και το ανατολικό (Κεγχρεές) λιμάνι της αντίστοιχα. Με ορμητήριο τη Σικυώνα (σημ. Κιάτο), οι Σπαρτιάτες προσπάθησαν να διασπάσουν τον αποκλεισμό, αλλά ο Ιφικράτης κυριάρχησε στην Ήπειρο, ερήμωσε τους αγρούς των Σικυωνίων και απέκλεισε τους λιγοστούς Σπαρτιάτες στην πόλη.
Τον επόμενο χρόνο, ο Ιφικράτης με περσικά χρήματα ανοικοδόμησε τα Μακρά Τείχη, ολοκληρώνοντας την πολιτική και στρατιωτική αναγέννηση της Αθήνας.
Το 392 π.Χ. οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν το Λέχαιο, όχι όμως και το λιμάνι του. Αλλά και την Κόρινθο δεν μπόρεσαν να καταλάβουν, καθώς ο Ιφικράτης με τους άνδρες του πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Αφού επιβλήθηκε και επί των Κορίνθιων ολιγαρχικών ο Ιφικράτης (οι αντίπαλοί του είχαν γύρω στους 300 νεκρούς), κατέλαβε το Λέχαιο. Στη συνέχεια, οι Κορίνθιοι με τη συνδρομή Αθηναίων τεχνιτών ανοικοδόμησαν τα κατεστραμμένα τείχη της πόλης τους.
Από την Κορινθία, ο Ιφικράτης έκανε σύντομες και ριψοκίνδυνες επιθέσεις εναντίον του Φλειούντα, της Σικυώνας και της Αρκαδίας, οι περίφημοι πολεμιστές της οποίας, μην μπορώντας να αντιμετωπίσουν τους πελταστές του Ιφικράτη, είδαν να λεηλατείται η χώρα τους. Το 390 π.Χ. διέλυσε μια στρατιωτική μοίρα κοντά στο Λέχαιο, με αποτέλεσμα να κλονιστεί βαρύτατα το κύρος των Σπαρτιατών που είχαν μεγάλες απώλειες (250 νεκρούς και άγνωστο αριθμό τραυματιών).
Η νίκη αυτή του Ιφικράτη (η μεγαλύτερη ήττα των Σπαρτιατών από το 425 π.Χ. και την αιχμαλωσία τμήματος της Σφακτηρίας), προκάλεσε πανελλήνια αίσθηση και έπληξε βαριά το στρατιωτικό γόητρο των Σπαρτιατών. Χαρακτηριστικό είναι, ότι ο Αγησίλαος αφού άφησε μερικούς άνδρες να φρουρούν το Λέχαιο, επέστρεψε στη Σπάρτη, περνώντας νύχτα από τη Σικυώνα και τις πόλεις της Αρκαδίας, προκειμένου να αποφύγει τα χλευαστικά σχόλια των κατοίκων!
Το καλοκαίρι του 388 π.Χ. ο Ιφικράτης, κατατρόπωσε και πάλι τους Σπαρτιάτες, υπό τον Αναξίβιο, κοντά στην Άβυδο, αλλά τον επόμενο χρόνο, η σπαρτιατική διπλωματία σταμάτησε τις επιτυχίες του, καθώς ο πολυμήχανος Ανταλκίδας μετά από προσπάθειες πέντε ετών, έπεισε τον Αρταξέρξη να επιβάλει τη γνωστή ως “Βασίλειο” ή “Ανταλκίδειο Ειρήνη” (387 π.Χ.). Οι Αθηναίοι βρήκαν κι αυτοί διέξοδο στην υπογραφή ειρήνης, καθώς είχαν αρχίσει να δέχονται σπαρτιατικές επιδρομές με ορμητήριο την Αίγινα.
Ο Ιφικράτης στη Θράκη και την Αίγυπτο
Μετά την εξέλιξη αυτή, ο Ιφικράτης και οι πελταστές του δεν επέστεψαν στην Αθήνα, αλλά πήγαν στη Θράκη. Εκεί, υπηρέτησαν ως μισθοφόροι του βασιλιά των Οδρυσών Σεύθη Β΄ και στη συνέχεια τον διάδοχό του Εβρύζελμι, ο οποίος το 386 π.Χ. συμμάχησε με τους Αθηναίους. Σύντομα ο Ιφικράτης εγκατέλειψε τον Εβρύζελμι και τάχθηκε στο πλευρό του κυριότερου αντιπάλου του Κότυ, ο οποίος το 385 π.Χ. ανέβηκε στον θρόνο ως Κότυς Α΄. Για τις υπηρεσίες του Ιφικράτη, ο Κότυς τον πάντρεψε με μια από τις κόρες του και του έδωσε “προίκα” τις πόλεις Δρυ και Άντισσα (382 π.Χ.). Ο κωμικός ποιητής Αναξανδρίδης, στη χαμένη του κωμωδία “Πρωτεσίλαος”, περιγράφει γλαφυρά τον γάμο του Ιφικράτη. Κορυφαίο απόσπασμα που έχει σωθεί, είναι το εξής:
“Ο γαμπρός έλαβε δώρα ένα κοπάδι άλογα, ένα κοπάδι κατσίκες, ένα σακί χρυσάφι… ένα υπόγειο βάρους 4 μέτρων γεμάτο κρεμμύδια και εκατό χταπόδια” (!).
Το 379 π.Χ., ο Ιφικράτης μαζί με τον Φαρνάβαζο, κινήθηκαν εναντίον του βασιλιά της Αιγύπτου Νεκτανεβώ που είχε αποστατήσει. Ο Φαρνάβαζος είχε στη διάθεσή του 200.000 Πέρσες και ο Ιφικράτης 12.000 (ή 20.000 σύμφωνα με άλλες πηγές) μισθοφόρους.
Εξαιτίας της αναβλητικότητας του Φαρνάβαζου, η εκστρατεία αυτή δεν πέτυχε τους σκοπούς της. Το 373 π.Χ. ο Ιφικράτης επέστρεψε μετά από 13 χρόνια στην Αθήνα.
Τον επόμενο χρόνο εκλέχθηκε στρατηγός και αμέσως του ανατέθηκε να βοηθήσει τους Κερκυραίους, οι οποίοι ήταν αποκλεισμένοι από ξηρά και θάλασσα από τους Σπαρτιάτες του Μνασίππου. Ο Ιφικράτης με 70 τριήρεις που ο ίδιος είχε συγκεντρώσει και καταστήσει αξιόμαχες, έπλευσε ταχύτατα προς το Ιόνιο και αιχμαλώτισε τα 10 πλοία που είχε στείλει σε βοήθεια των Σπαρτιατών ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α'.
Μάλιστα, αφαίρεσε από τα πλοία των Συρακουσίων όλα τα αναθήματα που προορίζονταν για τους Δελφούς και την Ολυμπία και τα πούλησε. Συγκέντρωσε 60 τάλαντα τα οποία χρησιμοποίησε για τις ανάγκες της εκστρατείας ,κάτι που εξόργισε τον Διονύσιο. Μετά την επιτυχία αυτή του Ιφικράτη, οι Κερκυραίοι αναθάρρησαν και νίκησαν τους Σπαρτιάτες.
Ο Ιφικράτης στη συνέχεια, βοήθησε τους συμμάχους της Αθήνας στην Ακαρνανία και φορολόγησε τις πόλεις της Κεφαλλονιάς. Εν τω μεταξύ, έστειλε στην Αθήνα τον Καλλίστρατο για να εξασφαλίσει χρήματα για τη συντήρηση του στόλου. Έπειτα, έχοντας ενισχυθεί και με κερκυραϊκά πλοία έπλευσε με 90 τριήρεις νότια σχεδιάζοντας επιθέσεις στα παράλια της Πελοποννήσου.
Η διαρκώς αυξανόμενη δύναμη των Θηβαίων όμως, οδήγησε τους Αθηναίους στη σύνοψη ειρήνης με τους Σπαρτιάτες και την ανάκληση του Ιφικράτη από τις πελοποννησιακές ακτές. Τον Ιούλιο του 371 π.Χ., έκπληκτο το Πανελλήνιο πληροφορήθηκε την ήττα των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα και την ανάδειξη της Θήβας σε κορυφαίας μεταξύ των ελληνικών πόλεων.
Ο Ιφικράτης, τον Μάρτιο του 369 π.Χ. στάλθηκε να βοηθήσει τους Σπαρτιάτες που πολιορκούνταν από τους Θηβαίους. Φτάνοντας στην Αρκαδία, πληροφορήθηκε ότι οι Βοιωτοί, με επικεφαλής τον Επαμεινώνδα επιστρέφουν στην πόλη τους. Ο Αθηναίος στρατηγός απέκλεισε τις διαβάσεις των Ονείων Ορέων αλλά άφησε αφρούρητη τη δίοδο των Κεγχρεών απ' όπου πέρασε τελικά ο Επαμεινώνδας. Φαίνεται ότι ούτε ο Ιφικράτης ήθελε να αντιμετωπίσει τους Θηβαίους αλλά και ο Επαμεινώνδας προτίμησε μόλις έμαθε για την άφιξη των Αθηναίων στην Αρκαδία, να γυρίσει στη Θήβα.
Το καλοκαίρι του 368 π.Χ. αντιδρώντας στη θηβαϊκή επέκταση στη Μακεδονία, οι Αθηναίοι έστειλαν τον Ιφικράτη να καταλάβει την Αμφίπολη στην οποία είχαν αναγνωριστεί δικαιώματά τους με συνθήκη του 375 π.Χ. Η βασίλισσα της Μακεδονίας Ευρυδίκη, χήρα του προσωπικού φίλου του Ιφικράτη Αμύντα Γ', ζήτησε τη βοήθεια του Αθηναίου στρατηγού εναντίον του σφετεριστή του θρόνου Παυσανία. Πραγματικά ο Ιφικράτης εκδίωξε τον Παυσανία αλλά δεν μπόρεσε να καταλάβει την Αμφίπολη.
Ανακλήθηκε τότε στην Αθήνα όπου όμως δεν επέστρεψε. Μετά από πρόταση του Τιμόθεου που τον διαδέχθηκε στη συνέχεια, δικάστηκε ερήμην, καθαιρέθηκε και του αφαίρεσαν τα πολιτικά δικαιώματα. Ο Ιφικράτης κατέφυγε στην Άντισσα και τη Δρυ, που του είχε παραχωρήσει… σαν προίκα ο πεθερός του Κότυς στον οποίο πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Ο Κότυς το 360 π.Χ. κατέλαβε τη Σηστό ,όταν όμως επιχείρησε να καταλάβει και τις δύο τελευταίες αθηναϊκές κτήσεις στη Θράκη, την Κριθώτη και τον Ελαιούντα, ο Ιφικράτης μη θέλοντας να προκαλέσει μεγαλύτερο κακό στην πατρίδα του, επέστρεψε στην Αθήνα.
Εκεί συμφιλιώθηκε με τον Τιμόθεο. Μάλιστα ο γιος του Μενεσθέας παντρεύτηκε την κόρη του Τιμόθεου (359 π.Χ.)
Την άνοιξη του 356 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος με επικεφαλής τον Χάρη και τον Χαβρία απέκλεισε τη Χίο. Οι κάτοικοί της ενισχυμένοι με τμήματα από το Βυζάντιο ,τη Ρόδο και την Κω, αμύνθηκαν σθεναρά. Ο Χαβρίας σκοτώθηκε προσπαθώντας να καταλάβει το λιμάνι της Χίου ενώ ο Χάρης με 60 τριήρεις διέφυγε στον Ελλήσποντο. Οι Αθηναίοι εξόπλισαν άλλες 60 τριήρεις και με επικεφαλής τον Ιφικράτη, τον γιο του Μενεσθέα και τον Τιμόθεο έσπευσαν σε βοήθεια του Χάρη. Ο αθηναϊκός στόλος επανέφερε στη συμμαχία την Πύδνα, την Ποτίδαια και τη Μεθώνη (της Μακεδονίας) και ενώθηκε με τον Χάρη σχηματίζοντας μία πανίσχυρη ναυτική δύναμη.
Ο στόλος των Αθηναίων και ο στόλος των αποστατών συμμάχων τους από 100 πλοία, συναντήθηκαν στο στενό ανάμεσα στη Χίο και τις Ερυθρές , έξω από τα Έμβατα. Ο Ιφικράτης και ο Τιμόθεος έκριναν ότι δεν έπρεπε να ναυμαχήσουν μέχρι να κοπάσει η θαλασσοταραχή. Ο Χάρης όμως συγκρούστηκε με πολύ μεγαλύτερες εχθρικές δυνάμεις και γνώρισε πανωλεθρία. Κατηγόρησε τον Ιφικράτη και τον Τιμόθεο για προδοσία και οι Αθηναίοι τους ανακάλεσαν και τους δίκασαν, με την κατηγορία ότι εξαγοράσθηκαν από τους εχθρούς.
Ο Τιμόθεος καταδικάστηκε σε πρόστιμο 100 ταλάνων το οποίο δεν μπορούσε να πληρώσει. Αυτοεξορίστηκε στη Χαλκίδα, όπου λίγο αργότερα πέθανε. Ο Ιφικράτης στην απολογία του, άφησε να εννοηθεί ότι οι ένοπλοι φίλοι του που βρίσκονταν στο ακροατήριο, θα αντιδρούσαν σε πιθανή καταδίκη του. Όταν μετά την εκδίκαση της υπόθεσης, κάποιος παρατήρησε ότι είχε απειλήσει και εκβιάσει τους ενόρκους, ο Ιφικράτης απάντησε: «Θα ήμουν ηλίθιος αν, ενώ πολλές φορές ενήργησα ως στρατηγός των Αθηναίων, δεν ενεργούσα ως στρατηγός του εαυτού μου εναντίον των Αθηναίων». Τελικά ο Ιφικράτης και ο γιος του Μενεσθέας αθωώθηκαν (355 π.Χ.). Όμως, από τότε ο μεγάλος στρατηγός δεν επανήλθε σε δημόσιο αξίωμα. Πέθανε το 350 π.Χ.
Μερικά ακόμα στοιχεία για τον Ιφικράτη
Όπως αναφέραμε, ο Ιφικράτης εμπλούτισε τη στρατηγική κατά τον 4ο αιώνα με νέα στοιχεία, όπως ο ελιγμός, η ασφάλεια και ο αιφνιδιασμός.
Ήταν προικισμένος με εξαιρετικά διανοητικά και διοικητικά προσόντα. Σωματώδης και καλογυμνασμένος, με το επιβλητικό του παράστημα, ενέπνεε σεβασμό. Διέθετε στρατηγική αντίληψη, ευστροφία και εφευρετικότητα.
Ευφυολόγος και ετοιμόλογος, προσηνής αλλά και αυστηρός όταν χρειαζόταν, κέρδιζε την εμπιστοσύνη και την αποδοχή των ανδρών του.
Ήταν ο πρώτος που τοποθέτησε σκοπούς την ημέρα, όχι μόνο σε επίκαιρα σημεία της ξηράς αλλά κατάρτια των πλοίων. Σε μία σύγκρουση με Οδρύσες σε ορεινό έδαφος, για να αποφύγει προσβολή από τους πολυπληθέστερους αντιπάλους του, διέταξε να οδηγήσουν δίπλα σε κάθε άνδρα του ο οποίος ήταν σε επαφή με τον εχθρό ,ένα γυμνό αντίπαλο. Οι Οδρύσες μπροστά στον κίνδυνο να πλήξουν τους συμπατριώτες τους, σταμάτησαν κάθε επίθεση. Πρέπει να είναι η πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία που χρησιμοποιήθηκαν κάποιοι ως «ανθρώπινες ασπίδες», όπως λέμε σήμερα. Στη διάρκεια των ίδιων επιχειρήσεων, υποχρεώθηκε να κινηθεί δυο μέρες σε συνθήκες καύσωνα, σε περιοχή όπου σπάνιζε το πόσιμο νερό.
Κάλυψε την απόσταση με νυχτερινές πορείες και ανάπαυση των ανδρών του την ημέρα!
Αναφέρεται επίσης, ότι ήταν και δεινός ρήτορας. Ο Αριστοτέλης του αποδίδει και δύο δικανικούς λόγους:
«Προς Αρμόδιον» (371 π.Χ.) και «Υπέρ Ιφικράτους Απολογία» (355 π.Χ.), οι οποίοι όμως δεν σώθηκαν.
Διακρίθηκε παράλληλα και στον πολιτικό στίβο της Αθήνας και αν δεν ήταν ανήσυχο στρατιωτικό πνεύμα, σίγουρα θα είχε διαπρέψει στα κοινά της πόλης.
Σε κάποια στιγμή που οι Αθηναίοι αναζητούσαν εναγωνίως χρήματα, ο Ιφικράτης πρότεινε να κατεδαφιστούν τα τμήματα των κτιρίων που είχαν χτιστεί παράνομα σε δημόσιους δρόμους (βλέπουμε ότι… πολεοδομικές παραβάσεις γινόταν και στην αρχαία Αθήνα και δεν αποτελούν μόνο σημερινό φαινόμενο…). Πανικόβλητοι οι ιδιοκτήτες τους, έσπευσαν να πληρώσουν ασμένως τα πρόστιμα που τους επιβλήθηκαν!
Τέλος, σε κάποιον που τον κατηγόρησε στην αγορά ότι δεν ήταν ευγενικής καταγωγής, ο Ιφικράτης απάντησε: «Είναι γεγονός ότι η ευγένεια στη γενιά μου αρχίζει από μένα, όμως στη δική σου τελειώνει με σένα!»
Αυτός ήταν λοιπόν ο σπουδαίος Ιφικράτης, μάλλον άγνωστος στους περισσότερους, ο οποίος έκανε πολλούς συγχρόνους του (Αγησίλαος, Ιάσων των Φερών, Ξενοφώντας) αλλά και μεταγενέστερους να υποκλιθούν στη στρατιωτική του, και όχι μόνο, μεγαλοφυΐα…
Πηγές:
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τόμος 4, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Εκτενές άρθρο του Αν/χη ΠΖ (ε.α.) Κωνσταντίνου Κλάδη στο περιοδικό ΡΑΝZΕΡ, Ιούλιος-Αύγουστος 2005, με τίτλο «Ιφικράτης: ο ιδρυτής των πελταστών».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr