Νοέμβριος1967: Τα γεγονότα της Κοφίνου και η αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο
Ο τουρκοκυπριακός θύλακας στην Κοφίνου της Λάρνακας – Η απόφαση για στρατιωτική δράση από ελληνοκυπριακής πλευράς – Η αιματηρή επίθεση στην Κοφίνου, η τουρκική αντίδραση και οι απειλές – Η αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο – Ποιοι ευθύνονται για το «φιάσκο» της Κοφίνου και τις ολέθριες συνέπειες του.
Ένα από τα άγνωστα, αλλά κομβικής σημασίας γεγονότα, που σημάδεψαν το Κυπριακό ζήτημα ήταν η λεγόμενη «Επιχείρηση Κοφίνου» τον Νοέμβριο του 1967. Το αποτέλεσμα της επιχείρησης αυτής ήταν η παγκόσμια κατακραυγή, η έντονη αντίδραση της Τουρκίας που λίγο έλειψε να οδηγήσει σε πόλεμο με την Ελλάδα και, τελικά, η αποχώρηση (ή εκδίωξη) της ελληνικής μεραρχίας που βρισκόταν στην Κύπρο από το 1963 και αποτελούσε εγγύηση για την ασφάλεια των Ελληνοκυπρίων. Θα λέγαμε ότι η επιχείρηση Κοφίνου άνοιξε την κερκόπορτα για την τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο. Και φυσικά, κανείς δεν τιμωρήθηκε για το μέγα σφάλμα όπως αποδείχτηκε της επιχείρησης αυτής. Άλλωστε, κατά καιρούς κατηγορήθηκαν για το «φιάσκο» της Κοφίνου οι χουντικοί, ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος κ.ά., χωρίς τελικά να αποδοθούν ευθύνες σε κανέναν.
Έχουμε στη διάθεσή μας, ένα σπάνιο βιβλίο που γράφτηκε το 1987 από τον Κύπριο, δημοσιογράφο και συγγραφέα Σπύρο Παπαγεωργίου (1940-2014), με τίτλο «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΟΦΙΝΟΥ – Πώς διώχτηκε από την Κύπρο η Ελληνική Μεραρχία». Ο Παπαγεωργίου ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων και παραθέτει ατράνταχτα ντοκουμέντα για όσα εξιστορεί. Υπήρξε εθελοντής μαχητής της ΕΟΚΑ και πήρε μέρος στις μάχες του Πενταδάκτυλου και της Πάφου. Αλλά και κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, πολέμησε στην πρώτη γραμμή. Εργάστηκε στιςκυπριακές εφημερίδες «Ελευθερία» και «Πατρίς» ενώ για αρκετά χρόνια ήταν αρχισυντάκτης στην αθηναϊκή εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ» (1975-1995).
Ο τουρκοκυπριακός θύλακας της Κοφίνου
Η Κοφίνου είναι χωριό της Κύπρου στην επαρχία Λάρνακας. Βρίσκεται 24 χλμ. νοτιοδυτικά της Λάρνακας και απέχει 40 χλμ. από τη Λευκωσία, κοντά στον κύριο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 150 μέτρων.
Κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών στην Κύπρο, οι Τουρκοκύπριοι, από τα γειτονικά χωριά Κοφίνου και Άγιος Θεόδωρος, κλείστηκαν σε θύλακες οι οποίοι ελέγχονταν από τον τοπικό διοικητή Τσιετίν, που ανήκε στην ΤΜΤ (παραστρατιωτική τουρκική οργάνωση που είχε ιδρυθεί το 1958). Η Κοφίνου έλεγχε τον οδικό άξονα Λευκωσίας-Λεμεσού και τουρκοκυπριακές δυνάμεις εμπόδιζαν την οδική κυκλοφορία.
Τα γεγονότα πριν την επιχείρηση (Σεπτέμβριος-Νοέμβριος 1967)
Στις 19 Σεπτεμβρίου 1967, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών της Κύπρου Α.Κ. Αναστασίου, έστειλε μια απόρρητη επιστολή προς τον διοικητή της Εθνικής Φρουράς, στρατηγό Μορώνη, με την οποία του ζητούσε να δοθεί λύση στο πρόβλημα που δημιουργούσαν οι Τουρκοκύπριοι (να σημειώσουμε ότι ήδη βρισκόταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις της Κυπριακής Κυβέρνησης με τον Ο.Η.Ε. για την επίλυση του ζητήματος αυτού).
Ο Στρατηγός Γ. Μορώνης κοινοποίησε αμέσως την επιστολή αυτή στον Στρατηγό Γ. Γρίβα, αρχηγό της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοικήσεως Κύπρου (ΑΣΔΑΚ).
Ο Γρίβας αρνήθηκε να αναλάβει δράση και στις 27 Σεπτεμβρίου 1967, ο Στρατηγός Μορώνης απαντούσε στον Α.Κ. Αναστασίου, ότι το πρόβλημα μπορούσε να λυθεί με την εγκατάσταση Αστυνομικού Σταθμού στον Ε/Κ τομέα του χωριού Άγιος Θεόδωρος σε συνεννόηση με την UNFICUP.
Γενικότερα, ο Γρίβας απέφευγε να αναλάβει στρατιωτική δράση, παρόλο ότι του είχε ζητηθεί και στο παρελθόν σε τοπικό επίπεδο (Αμπελικού, Άρσος, Μαρί κλπ.).
Στις 3/10/1967, πραγματοποιήθηκε στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη για το θέμα των αστυνομικών περιπολιών στο χωριό Άγιος Θεόδωρος.
Να σημειώσουμε ότι Υπουργός Εσωτερικών και Αμύνης, ήταν ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης. Ο Στρατηγός Γρίβας, απουσίαζε από τη σύσκεψη, καθώς είχε έρθει στην Αθήνα για διαβουλεύσεις. Στις 10/10/1967, το αεροπλάνο στο οποίο είχε κλείσει θέση για να επιστρέψει στην Κύπρο (Πτήση 284), ανατινάχθηκε κοντά στη Ρόδο, με αποτέλεσμα 49 επιβάτες και 7 μέλη του πληρώματος να χάσουν τη ζωή τους. Ο Γρίβας, είχε ακυρώσει την αναχώρησή του την τελευταία στιγμή! Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά, όπως ότι το αεροπλάνο καταρρίφθηκε από τουρκικό μαχητικό. Τελικά, επικρατέστερη εκδοχή, είναι ότι στο αεροπλάνο είχε τοποθετηθεί βόμβα, η έκρηξη της οποίας οδήγησε στην πτώση του.
Στις 3/10/1667, ο διοικητής της Εθνικής Φρουράς Στρατηγός Μορώνης, ζητά έγκριση από το ΓΕΕΘΑ και το ΓΕΣ, να υποστηρίξει την Αστυνομία σε περίπτωση εμπλοκής με τους Τουρκοκύπριους.
Φαίνεται ότι από ελληνοκυπριακής πλευράς, η απόφαση για εκτέλεση αστυνομικών περιπολιών με βοήθεια, αν χρειαστεί, κι από την Εθνική Φρουρά στους τουρκοκυπριακούς θύλακες, ήταν ειλημμένη. Ο μόνος που αντιδρούσε σθεναρά ήταν ο Στρατηγός Γρίβας.
Σχεδόν ολόκληρο τον Οκτώβριο, γινόταν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον Α.Κ. Αναστασίου και τους αξιωματούχους του Ο.Η.Ε. Γκορζέ, Οζόριο Ταφάλ και στρατηγό Μάρτολα.
Φυσικά, ο Αναστασίου έπαιρνε εντολές από τον πανίσχυρο Υπουργό Εσωτερικών και Αμύνης Πολύκαρπο Γιωρκάτζη.
Αν και υπήρξε αντίδραση από τους αξιωματούχους του Ο.Η.Ε, καθορίστηκε η έναρξη των αστυνομικών περιπολιών για τις 2 Νοεμβρίου 1967. Υπήρξαν επικοινωνίες με την Αθήνα σε υψηλότατο επίπεδο, συγκεκριμένα με τον τότε Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και Υπουργό Εθνικής Αμύνης Γρηγόριο Σπαντιδάκη, νέες συσκέψεις στην Κύπρο και αποφασίστηκε τελικά οι αστυνομικές περιπολίες να ξεκινήσουν στις 14 Νοεμβρίου.
Τα γεγονότα της Κοφίνου
Στις 14 Νοεμβρίου 1967, τα τουρκοκυπριακά χωριά ήταν περικυκλωμένα από παντού. Αστυνομία και Εθνική Φρουρά είχαν στείλει επίλεκτες δυνάμεις. Υπήρχαν καταδρομείς, τεθωρακισμένα και βαριά πολυβόλα.
Όταν τα οχήματα της Αστυνομίας (μάρκας Land Rover για την ιστορία…) πέρασαν προς τον Άγιο Θεόδωρο, είχαν την κάλυψη τεθωρακισμένων του Στρατού. Υπήρχε βεβαιότητα ότι οι Τουρκοκύπριοι θα πυροβολούσαν και θα ανέκοπταν τις δυνάμεις Αστυνομίας και Εθνικής Φρουράς, ενώ στο στρατηγείο του Γρίβα ανέφερε ότι οι Τουρκοκύπριοι είχαν ναρκοθετήσει τον δρόμο στη διάρκεια της νύχτας.
Είχαν δοθεί διαταγές προς τους Ελληνοκύπριος αστυνομικούς και στρατιώτες, μόλις οι Τουρκοκύπριοι αρχίσουν να βάλλουν, να ανταποδώσουν τα πυρά και να αρχίσει η εκκαθαριστική επιχείρηση. Δηλαδή, να εξουδετερωθούν τα εχθρικά πολυβολεία και να καταληφθούν οι εχθρικές θέσεις.
Ωστόσο δεν υπήρξε καμία απολύτως αντίδραση από πλευράς Τουρκοκυπρίων, καθώς δεν εμφανίστηκαν ούτε στις θέσεις που ήταν γνωστό ότι επάνδρωναν.
Ο Στρατηγός Γρίβας μίλησε στους Τουρκοκύπριους, εκφράζοντας το ενδιαφέρον του γι’ αυτούς, αλλά ταυτόχρονα τονίζοντάς τους ότι θα υπάρξει σκληρή απάντηση από ελληνοκυπριακής πλευράς, αν παρεμποδιστεί το έργο των Αστυνομικών.
Έτσι, την επόμενη μέρα, 15 Νοεμβρίου 1967 συνεχίστηκαν οι αστυνομικές περιπολίες στους τουρκοκυπριακούς θύλακες. Όμως τα πράγματα πήραν τελείως διαφορετική τροπή. Οι Τουρκοκύπριοι είχαν σημαντική αμυντική δύναμη και έβαλλαν από καλά προετοιμασμένες θέσεις. Στις 16.00 της 15/11/1967, ο Γρίβας στέλνει το παρακάτω «ΑΣΤΡΑΠΙΑΙΟ» σήμα από το ΓΕΕΦ προς την Αθήνα:
«15 Νοεμβρίου-14.35 εβλήθη ημετέρα περίπολος υπό Αμανέδων εκ θέσεων υψωμάτων Αγίων Θεοδώρων.
Ημετέρα περίπολος ανταπέδωσε πυρά. Αστυνομικόν τμήμα εντός χωρίου Αγίων Θεοδώρων (86-27) βληθέν ανταπέδωσε Πυρ εγενικεύθη. 15.00 ώραν Αμανέδες έβαλον δια πολυβόλων εξ υψωμάτων βορείως και νοτίως Κοφίνου. Διετάχθη εφαρμογή σχεδίου εκκαθαρίσεως Κοφίνου-Αγίων Θεοδώρων. Ήρξατο επιχείρησις. Ημέτερα τμήματα κατέλαβον ύψωμα βορείως Κοφίνου και Αστέρισμα (060-295). Επιχείρησις συνεχίζεται. Απώλειαι ημών εις (1) ελαφρώς τραυματίας οπλίτης».
Σύμφωνα με ανακοινωθέν της Κυπριακής Κυβέρνησης:
«…Η Εθνική Φρουρά τελικώς κατόρθωσε να εξουδετερώσει απάσας τας αντιστάσεις, να εισέλθει εις τα χωριά Κοφίνου-Αγίου Θεοδώρου και να διανοίξει τελικώς τα αποκεκομμένα υπό των Τουρκοκυπρίων δρομολόγια Αγίου Θεοδώρου-Σκαρίνου και Λευκωσίας-Λεμεσού. Το πυρ κατέπαυσε περί την 9ην νυκτερινήν».
Ο Σπύρος Παπαγεωργίου, αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων, γράφει:
«Οι φωτιές και οι καπνοί, τα σπαρακτικά κλάματα των γυναικόπαιδων και η πνιγηρή ατμόσφαιρα δεν ήταν παρά ο τραγικός επίλογος».
Ο απολογισμός των συγκρούσεων ήταν, όπως και ο επίλογος, τραγικός. Σκοτώθηκαν συνολικά 24 Τουρκοκύπριοι, 9 τραυματίστηκαν και περίπου 1.000 έμειναν άστεγοι. Ανάμεσα στα θύματα, ήταν και γυναικόπαιδα. Από ελληνοκυπριακής πλευράς, ένας στρατιώτης έχασε τη ζωή του.
Η σφοδρή τουρκική αντίδραση
Κι ενώ το βράδυ της 15ης Νοεμβρίου υπήρχε μεγάλη ικανοποίηση σε Λευκωσία και Αθήνα για την εξέλιξη της επιχείρησης, το κλίμα άρχισε να αλλάζει δραματικά από την επόμενη ημέρα. Οι Τούρκοι που ήταν ήδη εξοργισμένοι από την πρόσφατη, τότε, σύλληψη του Ραούφ Ντενκτάς και την ολιγοήμερη κράτηση του, άρχισαν να απειλούν.
Στάλθηκε πολεμικό τελεσίγραφο στην Ελλάδα, αποκλείστηκε η Κύπρος από αέρα και θάλασσα, ενώ υπήρξε απειλή απόβασης στην Κύπρο αν δεν γίνονταν αποδεκτοί οι όροι που διαβίβασε προς την ελληνική πλευρά. Αυτοί ήταν: η απομάκρυνση του ελληνικού Στρατού από την Κύπρο, η ανάκληση του Στρατηγού Γρίβα και η διάλυση της Εθνικής Φρουράς.
Στο επόμενο δεκαπενθήμερο, οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι για εισβολή. Τουρκικά αεροπλάνα πετούσαν απειλητικά πάνω από τη Λευκωσία ενώ τουρκικά αντιτορπιλικά είχαν περικυκλώσει τη Μεγαλόνησο. Ο γνωστός μας Αμερικανός διπλωμάτης και πολιτικός Σάιρους Βανς (1917-2002) «πηγαινοερχόταν μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας πετυχαίνοντας τον διακανονισμό ενός ζητήματος και εύρισκε να εγείρονται εν τω μεταξύ άλλα («Santiego Union», 29/11/1967).
Το έγκυρο γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», έγραφε στις 4/12/1967:
«Η υποχωρητικότητα των Ελλήνων αύξησε την όρεξη των Τούρκων. Σε κάθε επίσκεψη του κ. Βανς, παρουσιάζονταν αυξημένες οι επιθυμίες του Τούρκου πρωθυπουργού».
Στη Μερσίνα, οι Τούρκοι προετοίμαζαν δυνάμεις για απόβαση στην Κύπρο. Μετά από πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη στην Άγκυρα στις 16 Νοεμβρίου, ο αρχηγός του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, Στρατηγός Τουράλ, δήλωσε ξεκάθαρα ότι θα γίνει απόβαση στην Κύπρο αν δεν γίνουν δεκτές οι τελεσίδικες απαιτήσεις της Τουρκίας, κάτι που επανέλαβε και στις 21 Νοεμβρίου .Στην Ανατολική Θράκη υπήρξαν επίσης τουρκικές πολεμικές προετοιμασίες, όπως έγραψαν οι τουρκικές εφημερίδες. Όλες οι μονάδες «τέθηκαν σε τάξη πολέμου, σ’ όλο το μήκος των συνόρων». Στην Αδριανούπολη, σχηματίστηκε για πρώτη φορά από τους Βαλκανικούς Πολέμους επιθετική γραμμή. Ανώτερος Τούρκος αξιωματικός στην Ανατολική Θράκη δήλωνε:
«Ατενίζουμε προς τα εμπρός από τα διαβατά σημεία του Έβρου και περιμένουμε».
Παράλληλα, ογκώδη ανθελληνικά συλλαλητήρια γίνονταν σε όλες τις μεγάλες τουρκικές πόλεις. Στο συλλαλητήριο της 20ης Νοεμβρίου 1967 στη Σμύρνη ακούστηκαν μεταξύ άλλων τα συνθήματα: «Θα κάνουμε στην Αθήνα το ναμάζι (προσευχή) του μπαϊραμιού», «Το Έθνος στην Αθήνα», «Μια Φατμά αξίζει χίλιους Γιώργηδες», «Θέλετε να σας ξαναρίξουμε στην θάλασσα;» «Δεν μάθατε ακόμα ποιοι είμαστε, βρε σκύλοι»;
Υπήρχε επίσης έντονος αντιαμερικανισμός. Στις 23/11/1967, Τούρκοι φοιτητές «υποδέχτηκαν» στο αεροδρόμιο της Άγκυρας τον Σάιρους Βανς, με έντονες αποδοκιμασίες και ύβρεις: «Καλώς ήλθες, θείε των Ελλήνων, αρκούδα του Τέξας» («Yunan dayisi, Teksasin ayisi»), ενώ κρατούσαν πινακίδες που έγραφαν:
«Αμερικανέ σκύλε, φύγε πια» («Amerikali it, artik git»). Και όμως οι Αμερικανοί υποστήριζαν το τουρκικό αίτημα να φύγει η ελληνική μεραρχία από την Κύπρο! Και ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Π. Πιπινέλης σε εμπιστευτικό του έγγραφο αναφέρει ότι ο Βανς του είπε ξεκάθαρα ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να αποτρέψουν πιθανή τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ενώ σε συνάντησή του με τον Κωνσταντίνο απέφυγε να απαντήσει για το τι θα κάνουν οι ΗΠΑ αν σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης, η χώρα μας δεχόταν επίθεση από τη Βουλγαρία ή την τέως Γιουγκοσλαβία. «Δεν μπορούμε να σας πούμε τίποτε. Θέλουμε να έχουμε πλήρη ελευθερία ενεργείας αναλόγως των περιστάσεων».
Στις 19/11/1967 ο Στρατηγός Γρίβας έπαιρνε το αεροπλάνο για την Αθήνα. Από τα τέλη του 1967, άρχισε σταδιακά και η αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο, που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 1968. Να θυμίσουμε ότι η μεραρχία, μια δύναμη 8.500 ανδρών, είχε σταλεί στην Κύπρο, που ολοκληρώθηκε στις αρχές στην Κύπρο, μυστικά από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου το 1964.
Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος, πέτυχε να μην διαλυθεί η Εθνική Φρουρά και σταδιακά η κατάσταση εξομαλύνθηκε.
Ποιος ευθύνεται για τα γεγονότα της Κοφίνου;
Μέχρι σήμερα, υπάρχουν πολλές και αντικρουόμενες απόψεις για το ποιος φταίει για τα γεγονότα της Κοφίνου.
Σε μια από τις πολλές συζητήσεις για τον «Φάκελο της Κύπρου» στις 21/12/1986, ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου τόνισε από το Βήμα της Βουλής.
«Η επιχείρηση εκείνη (της Κοφίνου), διετάχθη από το Αρχηγείο των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, από το ελληνικό επιτελείο και καθοδηγείτο κυριολεκτικά κάθε μέρα από την Αθήνα. Ο Μακάριος και η κυβέρνηση της Κύπρου, τελούσαν σε πλήρη άγνοια. Αποτέλεσε μια πράγματι μεγάλη πρόκληση προς την Τουρκία. Έγιναν και σφαγές και λεηλασίες.
Ο Μακάριος διαμαρτυρήθηκε γιατί η κυβέρνησή του είχε παραμερισθεί. Αλλά όταν η Εθνοφρουρά εξεκένωσε τα χωριά Κοφίνου και Άγιοι Θεόδωροι, έντεχνα η χουντική προπαγάνδα έριξε την ευθύνη στον Μακάριο».
Και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που μίλησε στη συνέχεια, ανέφερε:
«Κι επακολούθησε το δράμα των επεισοδίων Κοφίνου, τα οποία ορθά περιέγραψε ο πρωθυπουργός
Εγώ θα προσθέσω ότι ίσως ήταν η αντίδραση της δικτατορίας και του Σπαντιδάκη, που ήθελαν να κινήσουν την υπόθεση δυναμικά μετά την ήττα την οποία είχαν υποστεί (στις συνομιλίες του Έβρου, τον Σεπτέμβριο του 1967) και τον εξευτελισμό από τους Τούρκους και έτσι δημιούργησαν τα επεισόδια Κοφίνου, τα οποία έδωσαν την ευκαιρία στους Τούρκους να εκβιάσουν. Και εξεβίασαν επιτυχώς. Είναι μια πτυχή που πρέπει να ερευνηθεί γιατί από κει για μένα αρχίζει η τραγωδία της Κύπρου».
Όταν το 1973 ο Μακάριος με τον Γρίβα, είχαν πλέον έντονη αντιπαράθεση, ο μεν Γρίβας κατηγόρησε τον Μακάριο ότι ευθύνεται για τα γεγονότα της Κοφίνου και ότι επικοινωνούσε δύο φορές ημερησίως με τον Σπαντιδάκη στην Αθήνα, ο δε Μακάριος κατηγόρησε τον Γρίβα, γιατί ενήργησε πολύ πέρα από τα όρια της εξουσιοδότησής του.
Κάποιοι άλλοι, κατηγορούν τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο για τα γεγονότα της Κοφίνου, συνδέοντας τα με το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά της χούντας, στις 13 Δεκεμβρίου 1967, ενώ στο «κάδρο» μπαίνει και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που είχε επαφές με τον βασιλικό απεσταλμένο Αρναούτη στο Παρίσι όπου βρισκόταν…
Δυστυχώς, όπως εύστοχα ανέφερε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, με τα γεγονότα της Κοφίνου άρχισε η τραγωδία της Κύπρου, η οποία δεν έχει τελειώσει μέχρι σήμερα.
Πηγή: ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΟΦΙΝΟΥ – Πώς διώχτηκε από την Κύπρο η Ελληνική Μεραρχία», Εκδόσεις Κ. Επιφανίου 1987.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr