Το φυσικό μεταλλικό νερό Βίκος συμμετείχε στην 5η Πανελλήνια Εθελοντική Φύτευση της We4all, φυτεύοντας 1.000 ενδημικά και δύσφλεκτα δένδρα.
Η σφαγή των Λατίνων της Κωνσταντινούπολης (1182)
Η σφαγή των Λατίνων της Κωνσταντινούπολης (1182)
Τα προνόμια των ιταλικών πόλεων στο Βυζάντιο – Η ραγδαία αύξηση του πλούτου τους και η οργή των Βυζαντινών σε βάρος τους – Ο Ανδρόνικος Α’ και το πογκρόμ εναντίον των Λατίνων – Το τραγικό τέλος του Ανδρόνικου Α
Έχουμε γράψει πολλά άρθρα για τη βυζαντινή αυτοκρατορία, που αναφέρονται στην ιστορία της από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου ως και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, το 1453.
Σε αρκετά από αυτά, αναγνώστες με σχόλιά τους, έχουν θίξει το θέμα της σφαγής των Λατίνων στην Κωνσταντινούπολη το 1182. Αποφασίσαμε στο σημερινό μας άρθρο να ασχοληθούμε ακριβώς με αυτό το θέμα. Να σημειώσουμε ότι τα στοιχεία από τις διάφορες πηγές είναι λιγοστά και επίσης, ότι δεν πρόκειται για μια σφαγή που έγινε ξαφνικά, χωρίς να υπάρχουν βαθύτερα αίτια και υφέρπουσα διαμάχη μεταξύ Βυζαντινών και Λατίνων. Όπως θα δούμε, η χορήγηση προνομίων στους Βενετούς από τον Αλέξιο Α’ Κομνηνό ήταν η αρχή της κυριαρχίας τους στο εμπόριο. Ακολούθησαν οι Πιζανοί και οι Γενουάτες, που έγιναν σύντομα κράτος εν κράτει.
Ο πλουτισμός των Ιταλών, η αλαζονεία τους, αλλά και η σκανδαλώδης εύνοια της πριγκίπισσας Μαρίας της Αντιόχειας προς τους Λατίνους, σε συνδυασμό με την παρουσία του Ανδρόνικου Α’, οδήγησαν στο πογκρόμ των Δυτικών στην Κωνσταντινούπολη το 1182.
Οι ιταλικές πόλεις και τα προνόμια τους στο Βυζάντιο
Στους περισσότερους υπάρχει η εντύπωση ότι η πρώτη από τις ιταλικές πόλεις που αναδείχθηκε σε ναυτική δύναμη στα βυζαντινά χρόνια, ήταν η Βενετία.
Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει. Το Αμάλφι της Καμπανίας, από τον 6ο αιώνα ήδη, αποτελούσε σημαντική ναυτική δύναμη και εμπορικό εταίρο του Βυζαντίου. Η πόλη μετά το 1073, άρχισε να παρακμάζει.
Σήμερα έχει μόνο 5.500 περίπου κατοίκους και στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Ανδρέα της πόλης, φυλάσσεται μέρος των λειψάνων του Πρωτόκλητου Αποστόλου, που μεταφέρθηκαν εκεί το 1210 από την Κωνσταντινούπολη (όπως και χιλιάδες άλλα κειμήλια που έχουν κλαπεί από τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο…).
Σταδιακά, η Βενετία, άρχισε να γίνεται αξιόλογη ναυτική δύναμη. Τα πρώτα προνόμια, της παραχωρήθηκαν το 992, με χρυσόβουλο του Βασίλειου Β’ του Βουλγαροκτόνου. Τα θεμέλια όμως για την εξάπλωση των Βενετών στα βυζαντινά εδάφη, δόθηκαν από τον Αλέξιο Α’ Κομνηνό με χρυσόβουλο του 1082.
Η βοήθεια που πρόσφεραν οι Βενετοί στον Αλέξιο, στην προσπάθεια του να διατηρήσει το Δυρράχιο και την Κέρκυρα που είχαν δεχθεί επιθέσεις των Νορμανδών του Ροβέρτου Γισκάρδου (1081), υπό βυζαντινή κυριαρχία, στοίχισε πολύ ακριβά… Με το χρυσόβουλο του 1082, οι κτήσεις των Αμαλφηνών στην Κωνσταντινούπολη περιήλθαν στην κηδεμονία των Βενετών. Επίσης, παραχωρήθηκε στους Βενετούς μια περιοχή στη Βασιλεύουσα για να κατοικούν. Ακόμα, τους εξασφαλίσθηκε η δυνατότητα να εμπορεύονται σε πολλές πόλεις της αυτοκρατορίας. Μάλιστα, οι Βενετοί έμποροι απαλλάχτηκαν από τους φόρους και δασμούς που πλήρωναν οι άλλοι Δυτικοί και οι Βυζαντινοί έμποροι. Συγκεκριμένα, απαλλάχτηκαν από το κομμέρκιον που υπολογιζόταν σε 10% επί της αξίας των εμπορευμάτων. Όπως γράφει η Άννα Κομνηνή, κόρη του Αλέξιου, με το χρυσόβουλο του 1082 οι Βενετοί τέθηκαν εκτός «πάσης ρωμαϊκής εξουσίας».
Σε αρκετά από αυτά, αναγνώστες με σχόλιά τους, έχουν θίξει το θέμα της σφαγής των Λατίνων στην Κωνσταντινούπολη το 1182. Αποφασίσαμε στο σημερινό μας άρθρο να ασχοληθούμε ακριβώς με αυτό το θέμα. Να σημειώσουμε ότι τα στοιχεία από τις διάφορες πηγές είναι λιγοστά και επίσης, ότι δεν πρόκειται για μια σφαγή που έγινε ξαφνικά, χωρίς να υπάρχουν βαθύτερα αίτια και υφέρπουσα διαμάχη μεταξύ Βυζαντινών και Λατίνων. Όπως θα δούμε, η χορήγηση προνομίων στους Βενετούς από τον Αλέξιο Α’ Κομνηνό ήταν η αρχή της κυριαρχίας τους στο εμπόριο. Ακολούθησαν οι Πιζανοί και οι Γενουάτες, που έγιναν σύντομα κράτος εν κράτει.
Ο πλουτισμός των Ιταλών, η αλαζονεία τους, αλλά και η σκανδαλώδης εύνοια της πριγκίπισσας Μαρίας της Αντιόχειας προς τους Λατίνους, σε συνδυασμό με την παρουσία του Ανδρόνικου Α’, οδήγησαν στο πογκρόμ των Δυτικών στην Κωνσταντινούπολη το 1182.
Οι ιταλικές πόλεις και τα προνόμια τους στο Βυζάντιο
Στους περισσότερους υπάρχει η εντύπωση ότι η πρώτη από τις ιταλικές πόλεις που αναδείχθηκε σε ναυτική δύναμη στα βυζαντινά χρόνια, ήταν η Βενετία.
Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει. Το Αμάλφι της Καμπανίας, από τον 6ο αιώνα ήδη, αποτελούσε σημαντική ναυτική δύναμη και εμπορικό εταίρο του Βυζαντίου. Η πόλη μετά το 1073, άρχισε να παρακμάζει.
Σήμερα έχει μόνο 5.500 περίπου κατοίκους και στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Ανδρέα της πόλης, φυλάσσεται μέρος των λειψάνων του Πρωτόκλητου Αποστόλου, που μεταφέρθηκαν εκεί το 1210 από την Κωνσταντινούπολη (όπως και χιλιάδες άλλα κειμήλια που έχουν κλαπεί από τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο…).
Σταδιακά, η Βενετία, άρχισε να γίνεται αξιόλογη ναυτική δύναμη. Τα πρώτα προνόμια, της παραχωρήθηκαν το 992, με χρυσόβουλο του Βασίλειου Β’ του Βουλγαροκτόνου. Τα θεμέλια όμως για την εξάπλωση των Βενετών στα βυζαντινά εδάφη, δόθηκαν από τον Αλέξιο Α’ Κομνηνό με χρυσόβουλο του 1082.
Η βοήθεια που πρόσφεραν οι Βενετοί στον Αλέξιο, στην προσπάθεια του να διατηρήσει το Δυρράχιο και την Κέρκυρα που είχαν δεχθεί επιθέσεις των Νορμανδών του Ροβέρτου Γισκάρδου (1081), υπό βυζαντινή κυριαρχία, στοίχισε πολύ ακριβά… Με το χρυσόβουλο του 1082, οι κτήσεις των Αμαλφηνών στην Κωνσταντινούπολη περιήλθαν στην κηδεμονία των Βενετών. Επίσης, παραχωρήθηκε στους Βενετούς μια περιοχή στη Βασιλεύουσα για να κατοικούν. Ακόμα, τους εξασφαλίσθηκε η δυνατότητα να εμπορεύονται σε πολλές πόλεις της αυτοκρατορίας. Μάλιστα, οι Βενετοί έμποροι απαλλάχτηκαν από τους φόρους και δασμούς που πλήρωναν οι άλλοι Δυτικοί και οι Βυζαντινοί έμποροι. Συγκεκριμένα, απαλλάχτηκαν από το κομμέρκιον που υπολογιζόταν σε 10% επί της αξίας των εμπορευμάτων. Όπως γράφει η Άννα Κομνηνή, κόρη του Αλέξιου, με το χρυσόβουλο του 1082 οι Βενετοί τέθηκαν εκτός «πάσης ρωμαϊκής εξουσίας».
Ο Κίνναμος, γράφει: «τοίνυν και το ασυμμέτρως εντεύθεν πλουτείν ταχύ ες αλαζονείαν αυτούς ήρεν».
Μετά τη Βενετία, προνόμια έλαβε η Πίζα το 1111.
Στο, χρυσόβουλο του 1111, προηγείται μια υπόσχεση των Πιζάνων να μην επιτεθούν ποτέ στη βυζαντινή αυτοκρατορία. Είχε προηγηθεί επιδρομή Πιζάνων και Γενουατών στα βυζαντινά παράλια λίγο νωρίτερα.
Παράλληλα, ο Αλέξιος Α’, υποσχόταν στους Πιζάνους «σκάλα» (αποβάθρα και χώρο φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων», σπίτια και μαγαζιά στην Κωνσταντινούπολη ελάττωση του κομμερκίου στο 4% για εισαγωγή ειδών από χώρες εκτός της βυζαντινής αυτοκρατορίας και ελεύθερη διακίνηση και πώληση των εμπορευμάτων αυτών μέσα στη χώρα. Με χρυσόβουλο του Ισαάκιου Β’ Άγγελου το 1192, οι Πιζάνοι πλήρωναν και για τα βυζαντινά προϊόντα κομμέρκιον 4% (από 10% προηγουμένως).
Μετά το 1111, μαρτυρείται και αποικία Πιζάνων στην Κωνσταντινούπολη, η οποία το 1162 είχε γύρω στα 1.000 μέλη.
Ο Ιωάννης Β’ Κομνηνός, προσπάθησε να περιορίσει τα προνόμια των Βενετών, χωρίς όμως αποτέλεσμα, ενώ ο Μανουήλ Α’, λόγω και της νέας βοήθειας που πρόσφεραν οι Βενετοί στους Βυζαντινούς, εναντίον των Νορμανδών επέκτεινε τα προνόμιά τους.
Επίσης, υπέγραψε συμφωνία και με τη Γένοβα (1155), με την οποία παραχωρούσε στους Γενοβέζους προνόμια αντίστοιχα με εκείνα των Πιζάνων. Το 1162, Βενετοί και Πιζάνοι, λεηλάτησαν τη γενοβέζικη συνοικία στην Κωνσταντινούπολη, κάτι που προκάλεσε έξοδο των Γενουατών από την Πόλη, στην οποία επανήλθαν το 1169 μετά την υπογραφή νέας συνθήκης με το Βυζάντιο.
Μετά το 1171, οι σχέσεις των Βυζαντινών με τους Ιταλούς ήταν τεταμένες κάτι που οδήγησε στις σφαγές των Λατίνων στην Κων/πολη το 1182 όπως θα δούμε στη συνέχεια:
Όλα όμως ξεκίνησαν από την κατάρρευση της βυζαντινής θαλάσσιας δύναμης κατά την εποχή της κυριαρχίας του υπαλληλικού και συγκλητικού κατεστημένου. Ο Αλέξιος Α’, υποχρεώθηκε να ζητήσει τη συνδρομή του βενετικού στόλου. Αλλά και με τα διαδοχικά προνόμια που δίνονταν στους Ιταλούς, το Βυζάντιο «όχι μόνο έχασε κάθε δυνατότητα για εμπορική ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα βρέθηκε στο κέντρο εμπορικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις ναυτικές ιταλικές πόλεις που είχαν αντίθετα συμφέροντα η μία από την άλλη»
(R. L. Lilie, “Handel und Politik zwischen dem byzantinischen Reich und den italienischen Kommunen Venedig, Pisa und Genna in der Epoche Komneuen und der Angeloi 1081-1204, Amsterdam 1984”).
Ο Ανδρόνικος Α’ Κομνηνός
Από το 1143 ως το 1180, αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός. Υπήρξε σε όλη τη ζωή του δραστήριος και πληθωρικός στους οραματισμούς του. ΄
Όταν πέθανε όμως, άφησε την αυτοκρατορία ασθενέστερη απ’ ό, τι παρέλαβε από τον προκάτοχό του Ιωάννη Β’. Πολύ σημαντικές για το Βυζάντιο ήταν η ήττα στο Μυριοκέφαλο από τον Κιλίτζ Αρσλάν το 1176, αλλά και η ήττα στην Ιταλία. Ένα ακόμα πρόβλημα, ήταν το θέμα της διαδοχής του αυτοκράτορα. Ο Μανουήλ, είχε καθορίσει την ιεραρχία, την οποία κατοχύρωσε μέσω της ενδημούσης Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Πρώτος ερχόταν ο γιος του Αλέξιος, δεύτερη η σύζυγός του (από τον δεύτερο γάμο) Μαρία και τρίτη η κόρη του (από τον πρώτο γάμο) Μαρία και ο σύζυγός της Ρενιέρος ο Μομφερατικός.
Ο γιος του Μανουήλ, Αλέξιος Β΄, ο οποίος έπρεπε ν’ ανέβει στον αυτοκρατορικό θρόνο, ήταν το 1180 μόλις 11 ετών. Φυσικά, σ’ αυτή την ηλικία δεν μπορούσε να κυβερνήσει τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο Νικήτας Χωνιάτης, γράφει χαρακτηριστικά :
«Αὐτός μεν γάρ ὁ κρατών (ο Αλέξιος Β΄) διά τό τῆς ἡλικίας ἀτελές καί τό τοῦ τά συνοίσοντα φρονεῖν ἐνδεές ούδενός ἦν τῶν καθηκόντων ἐπιστρεφόμενος, κούφοις δέ τρεφόμενος πνεύμασι καί τό χαίρειν καί τό λυπεῖσθαι μήπω μεμαθηκώς ἀκριβώς κυνηγεσίοις προσανεῖχε και ἱππηλασίοις προσέκειτο, παιδαρίοις συμπαίγμοσι συγγινόμενος και το ἦθος ἐν τοῖς χειρίστοις τυπούμενος».
Για να ανταπεξέλθει στις ευθύνες της, η μητέρα του Αλέξιου Μαρία, που ούτε η κηδεμόνευση της ίδιας μπορούσε να συμβάλλει στη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας, προσέλαβε σύμβουλο τον ανιψιό της, πρωτοσεβαστό Αλέξιο. Η επιλογή αυτή ήταν τελείως αποτυχημένη. Ο λαός προτιμούσε για αυτοκράτορα έναν έμπειρο άνδρα, όπως τον Ανδρόνικο, γιο του Ισαάκιου Κομνηνού και ξάδελφο του Μανουήλ Α’.
Η σταδιοδρομία του Ανδρόνικου, ο οποίος είχε γεννηθεί γύρω στο 1120 ( ήταν συνεπώς περίπου 60 ετών το 1180), μέχρι τότε, ήταν ομιχλώδης. Ο πατέρας του, Ισαάκιος, αδελφός του Ιωάννη Β΄, είχε προτιμήσει από την πατρίδα του, το σουλτανάτο του Ικονίου. Ο ίδιος ο Ανδρόνικος προτίμησε αρχικά τη ρωσική ηγεμονία της Γαλικίας, παρά τις διοικητικές θέσεις στα βυζαντινοουγγρικά σύνορα κι έπειτα τις δυτικές αυλές της Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων και τις μουσουλμανικές αυλές της Ανατολής, παρά τη διοίκηση της Κιλικίας όπου τον είχε τοποθετήσει ο ξάδελφός του Μανουήλ Α΄.
Από το 1155 ως το 1164, ήταν φυλακισμένος, ενώ ορισμένοι τον κατηγορούν και για απόπειρα δολοφονίας του Μανουήλ Α΄.
Στο μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη, ο πρωτοσεβαστός Αλέξιος, έγινε ισχυρός και για να καταστείλει τις όποιες αντιδράσεις, πήρε μια σειρά από μέτρα (συλλήψεις κλπ.), που φούντωσαν τη δυσαρέσκεια εναντίον της Μαρίας και του ίδιου. Καταδίωξε πολλούς αντιφρονούντες, μεταξύ των οποίων ήταν η κόρη του Μανουήλ Μαρία και ο σύζυγός της, ο Πατριάρχης Θεοδόσιος και άλλοι.
«Καί οὔτω μέν τα κατά την βασιλείαν αὐτῆς πάσης ὄντα συγχύσεως καί παντοίου χειμῶνος ἔμπλεα», γράφει ο Χωνιάτης.
Αυτά τα γεγονότα, έδωσαν στον Ανδρόνικο την ευκαιρία που αναζητούσε. Εκείνη την εποχή, βρισκόταν στην Παφλαγονία. Έστειλε παφλαγονικό στρατό στην Κωνσταντινούπολη, με τη βοήθεια του Ανδρόνικου Κοντοστέφανου. Στην πρωτεύουσα, υπήρχε χάος και ακυβερνησία. Η Μαρία, μητέρα του νεαρού Αλέξιου, προκαλούσε καχυποψίες λόγω της δυτικής της καταγωγής. Αλλά και οι Λατίνοι της Κωνσταντινούπολης, εξήντα χιλιάδες σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ήταν υπερβολικά πλούσιοι, αλαζόνες και ιδιαίτερα ευνοημένοι. Ο Ανδρόνικος, φρόντισε να ρίξει λάδι στη φωτιά, διαδίδοντας με δικούς του ανθρώπους, ότι οι Λατίνοι ετοιμάζονται να επιτεθούν στους Έλληνες της Πόλης. Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα για το ξέσπασμα ενός πραγματικού μακελειού.
Το πογκρόμ των Λατίνων της Κωνσταντινούπολης
Ήταν Μάιος του 1182. Κύμα πανικού είχε καταλάβει τους Λατίνους της Πόλης. Πολλοί απ΄ αυτούς, παίρνοντας μαζί τους τα πολυτιμότερα από τα υπάρχοντά τους, μπαίνουν στα καράβια τους προσπαθώντας να ξεφύγουν. Μάταια όμως. Τα πλοία του Ανδρόνικου με το υγρό πυρ καταδιώκουν τα καράβια των Λατίνων, τα οποία βυθίζονται φλεγόμενα στο Βόσπορο, παρασύροντας ανθρώπους και αγαθά. Άλλοι προτιμούν να ταμπουρωθούν στις συνοικίες τους, όπου έχουν φτιάξει πρόχειρα οχυρά, παρά την ηρωική τους αντίσταση όμως, υποκύπτουν.
Ένα αφηνιασμένο πλήθος, ορμάει μέσα από τα γκρεμισμένα οδοφράγματα, με αναμμένους πυρσούς. Μερικοί Λατίνοι καταφέρνουν να ξεφύγουν, καταφεύγοντας σε φιλικά σπίτια Βυζαντινών αρχόντων, οι οποίοι τους προστατεύουν. Οι περισσότεροι όμως σκοτώνονται. Τα σπίτια τους πυρπολούνται και όσοι δεν καίγονται μέσα ζωντανοί, σφάζονται στους δρόμους αδιάκριτα. Γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι είναι τα θύματα του ασυγκράτητου πλήθους. Σε μερικούς χαρίζουν τη ζωή για να τους πουλήσουν στους Τούρκους εμπόρους σαν σκλάβους. Δίπλα στο φυλετικό μίσος, έρχεται να προστεθεί και το θρησκευτικό. Καθολικές εκκλησίες καίγονται και οι ρωμαιοκαθολικοί ιερείς καταδιώκονται. Ο απεσταλμένος του Πάπα, για την προσέγγιση των δύο Εκκλησιών, Καρδινάλιος Ιωάννης, αναγνωρίζεται από τους στασιαστές και αποκεφαλίζεται. Το κεφάλι του, δεμένο στην ουρά ενός σκύλου, κάνει τον γύρο της Κωνσταντινούπολης. Στο νοσοκομείο, τα μέλη του Τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ δολοφονούνται και οι άρρωστοι σφάζονται στα κρεβάτια τους!
Οι Δυτικοί χρονογράφοι μιλούν για 4.000 θύματα της σφαγής του 1182. Επρόκειτο κυρίως για Γενουάτες και Πιζάνους και λιγότερους Βενετούς. Ενδεχομένως, ανάμεσα στα θύματα να υπήρχαν και Αμαλφηνοί, αυτοί όμως ήταν ελάχιστοι. Στο μεταξύ, όσοι Λατίνοι μπόρεσαν και ξέφυγαν από τις δυνάμεις του Ανδρόνικου και τον μανιασμένο όχλο, ξεσπούν την εκδικητική τους μανία σε μοναστήρια και χωριά του Ελλήσποντου, του Αιγαίου και της Θεσσαλίας. Χωριά πυρπολούνται και οι κάτοικοί τους σφάζονται. Στο μεταξύ, στην Κωνσταντινούπολη κάνει την εμφάνισή του στον ουρανό ένας κομήτης. Έχει μορφή δράκοντα που θέλει να καταβροχθίσει όσους τον παρατηρούν. Το φαινόμενο αυτό, που σηματοδοτεί και το τέλος των σφαγών, κράτησε μια μέρα και μια νύχτα και ορισμένοι το εξέλαβαν ως οιωνό, προάγγελο μεγάλων συμφορών.
Η βραχύβια βασιλεία του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού
Ο Ανδρόνικος, ήταν πλέον ένα βήμα πριν την άνοδό του στον αυτοκρατορικό θρόνο. Αρχικά, φέρθηκε καλά στη Μαρία και τον μικρό Αλέξιο. Σύντομα όμως, έδειξε τις πραγματικές του διαθέσεις. Η βασιλομήτωρ Μαρία καταδικάστηκε σε θάνατο, η ετεροθαλής αδελφή του Αλέξιου Μαρία δηλητηριάστηκε, με δηλητήριο που έφτιαξε ο ίδιος ο Ανδρόνικος (που είχε και γνώσεις χημείας!) και δωροδόκησε τον ευνούχο Πτερυγιονίτη για να της το δώσει. Ο Ανδρόνικος αναγορεύτηκε συμβασιλεύς, μέλη της οικογένειας Κομνηνών καταδιώχθηκαν ή δολοφονήθηκαν, ο Ανδρόνικος Κοντοστέφανος που είχε βοηθήσει τον Ανδρόνικο τυφλώθηκε και ο μικρός Αλέξιος στραγγαλίστηκε(Σεπτέμβριος 1183). Ο Ανδρόνικος ήταν πλέον απόλυτος κυρίαρχος. Μάλιστα, για να νομιμοποιηθεί περισσότερο η μονοκρατορία του, νυμφεύθηκε την μνηστή του μικρού Αλέξιου, την Άννα της Γαλλίας που ήταν τότε μόλις 12 ετών (ο Ανδρόνικος το 1183, ήταν περίπου 63!).
Αν και προσπάθησε να ακολουθήσει φιλολαϊκή πολιτική, παίρνοντας σωστά μέτρα στη δικαιοσύνη, τη διοίκηση και τη φορολογία, το εκδικητικό του μένος εξαγρίωσε τον λαό. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Νορμανδούς (24 Αυγούστου 1185) και οι απίστευτες ωμότητες που περιγράφει ο μητροπολίτης της πόλης Ευστάθιος, σήμαναν το τέλος της βασιλείας του Ανδρόνικου Α᾿. Καθώς ένα πλήθος Νορμανδών είχε αρχίσει να κινείται προς την Κωνσταντινούπολη, ο λαός, εξαγριωμένος κι από τη δίωξη του ηγέτη της αντιπολίτευσης Ισαάκιου Άγγελου, βάδισε εναντίον των ανακτόρων και τα λεηλάτησε. Ο Ανδρόνικος που είχε προσωρινά δραπετεύσει, συνελήφθη και παραδόθηκε στον όχλο. Πέθανε ακρωτηριασμένος στα χέρια του εξαγριωμένου πλήθους(12 Σεπτεμβρίου 1185).
Αυτό ήταν το τέλος του Ανδρόνικου Α’ Κομνηνού, του «λαϊκού βασιλιά», που ιστορικοί τον παρομοίασαν με τον Πρωτέα, τον Νέρωνα, τον Αλκιβιάδη, τον Ριχάρδο Γ’ και τον Καίσαρα Βοργία. Τον μόνον αυτοκράτορα που θέλησε ν΄ απεικονιστεί όχι σαν ημίθεος με διάδημα και σκήπτρο, αλλά σαν απλός αγρότης με χιτώνα και δρεπάνι. Τον αυτοκράτορα, που όπως εύστοχα επισημαίνει ο Τηλέμαχος Λουγγής «…πίστεψε ότι με την κρατική τρομοκρατία θα μπορούσε να ανακόψει μια πορεία που δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί πόσο νομοτελειακή ήταν…».
Πηγές :
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τόμος Θ’, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ Κ. ΛΟΥΓΓΗΣ « Επισκόπηση Βυζαντινής Ιστορίας», Α΄ τόμος (324-1204), ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2011
MICHEL DE GRECE, “ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ Α’ ΚΟΜΝΗΝΟΣ”, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΡΕΝΙΚΗ, 2003
Μετά τη Βενετία, προνόμια έλαβε η Πίζα το 1111.
Στο, χρυσόβουλο του 1111, προηγείται μια υπόσχεση των Πιζάνων να μην επιτεθούν ποτέ στη βυζαντινή αυτοκρατορία. Είχε προηγηθεί επιδρομή Πιζάνων και Γενουατών στα βυζαντινά παράλια λίγο νωρίτερα.
Παράλληλα, ο Αλέξιος Α’, υποσχόταν στους Πιζάνους «σκάλα» (αποβάθρα και χώρο φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων», σπίτια και μαγαζιά στην Κωνσταντινούπολη ελάττωση του κομμερκίου στο 4% για εισαγωγή ειδών από χώρες εκτός της βυζαντινής αυτοκρατορίας και ελεύθερη διακίνηση και πώληση των εμπορευμάτων αυτών μέσα στη χώρα. Με χρυσόβουλο του Ισαάκιου Β’ Άγγελου το 1192, οι Πιζάνοι πλήρωναν και για τα βυζαντινά προϊόντα κομμέρκιον 4% (από 10% προηγουμένως).
Μετά το 1111, μαρτυρείται και αποικία Πιζάνων στην Κωνσταντινούπολη, η οποία το 1162 είχε γύρω στα 1.000 μέλη.
Ο Ιωάννης Β’ Κομνηνός, προσπάθησε να περιορίσει τα προνόμια των Βενετών, χωρίς όμως αποτέλεσμα, ενώ ο Μανουήλ Α’, λόγω και της νέας βοήθειας που πρόσφεραν οι Βενετοί στους Βυζαντινούς, εναντίον των Νορμανδών επέκτεινε τα προνόμιά τους.
Επίσης, υπέγραψε συμφωνία και με τη Γένοβα (1155), με την οποία παραχωρούσε στους Γενοβέζους προνόμια αντίστοιχα με εκείνα των Πιζάνων. Το 1162, Βενετοί και Πιζάνοι, λεηλάτησαν τη γενοβέζικη συνοικία στην Κωνσταντινούπολη, κάτι που προκάλεσε έξοδο των Γενουατών από την Πόλη, στην οποία επανήλθαν το 1169 μετά την υπογραφή νέας συνθήκης με το Βυζάντιο.
Μετά το 1171, οι σχέσεις των Βυζαντινών με τους Ιταλούς ήταν τεταμένες κάτι που οδήγησε στις σφαγές των Λατίνων στην Κων/πολη το 1182 όπως θα δούμε στη συνέχεια:
Όλα όμως ξεκίνησαν από την κατάρρευση της βυζαντινής θαλάσσιας δύναμης κατά την εποχή της κυριαρχίας του υπαλληλικού και συγκλητικού κατεστημένου. Ο Αλέξιος Α’, υποχρεώθηκε να ζητήσει τη συνδρομή του βενετικού στόλου. Αλλά και με τα διαδοχικά προνόμια που δίνονταν στους Ιταλούς, το Βυζάντιο «όχι μόνο έχασε κάθε δυνατότητα για εμπορική ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα βρέθηκε στο κέντρο εμπορικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις ναυτικές ιταλικές πόλεις που είχαν αντίθετα συμφέροντα η μία από την άλλη»
(R. L. Lilie, “Handel und Politik zwischen dem byzantinischen Reich und den italienischen Kommunen Venedig, Pisa und Genna in der Epoche Komneuen und der Angeloi 1081-1204, Amsterdam 1984”).
Ο Ανδρόνικος Α’ Κομνηνός
Από το 1143 ως το 1180, αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός. Υπήρξε σε όλη τη ζωή του δραστήριος και πληθωρικός στους οραματισμούς του. ΄
Όταν πέθανε όμως, άφησε την αυτοκρατορία ασθενέστερη απ’ ό, τι παρέλαβε από τον προκάτοχό του Ιωάννη Β’. Πολύ σημαντικές για το Βυζάντιο ήταν η ήττα στο Μυριοκέφαλο από τον Κιλίτζ Αρσλάν το 1176, αλλά και η ήττα στην Ιταλία. Ένα ακόμα πρόβλημα, ήταν το θέμα της διαδοχής του αυτοκράτορα. Ο Μανουήλ, είχε καθορίσει την ιεραρχία, την οποία κατοχύρωσε μέσω της ενδημούσης Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Πρώτος ερχόταν ο γιος του Αλέξιος, δεύτερη η σύζυγός του (από τον δεύτερο γάμο) Μαρία και τρίτη η κόρη του (από τον πρώτο γάμο) Μαρία και ο σύζυγός της Ρενιέρος ο Μομφερατικός.
Ο γιος του Μανουήλ, Αλέξιος Β΄, ο οποίος έπρεπε ν’ ανέβει στον αυτοκρατορικό θρόνο, ήταν το 1180 μόλις 11 ετών. Φυσικά, σ’ αυτή την ηλικία δεν μπορούσε να κυβερνήσει τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο Νικήτας Χωνιάτης, γράφει χαρακτηριστικά :
«Αὐτός μεν γάρ ὁ κρατών (ο Αλέξιος Β΄) διά τό τῆς ἡλικίας ἀτελές καί τό τοῦ τά συνοίσοντα φρονεῖν ἐνδεές ούδενός ἦν τῶν καθηκόντων ἐπιστρεφόμενος, κούφοις δέ τρεφόμενος πνεύμασι καί τό χαίρειν καί τό λυπεῖσθαι μήπω μεμαθηκώς ἀκριβώς κυνηγεσίοις προσανεῖχε και ἱππηλασίοις προσέκειτο, παιδαρίοις συμπαίγμοσι συγγινόμενος και το ἦθος ἐν τοῖς χειρίστοις τυπούμενος».
Για να ανταπεξέλθει στις ευθύνες της, η μητέρα του Αλέξιου Μαρία, που ούτε η κηδεμόνευση της ίδιας μπορούσε να συμβάλλει στη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας, προσέλαβε σύμβουλο τον ανιψιό της, πρωτοσεβαστό Αλέξιο. Η επιλογή αυτή ήταν τελείως αποτυχημένη. Ο λαός προτιμούσε για αυτοκράτορα έναν έμπειρο άνδρα, όπως τον Ανδρόνικο, γιο του Ισαάκιου Κομνηνού και ξάδελφο του Μανουήλ Α’.
Η σταδιοδρομία του Ανδρόνικου, ο οποίος είχε γεννηθεί γύρω στο 1120 ( ήταν συνεπώς περίπου 60 ετών το 1180), μέχρι τότε, ήταν ομιχλώδης. Ο πατέρας του, Ισαάκιος, αδελφός του Ιωάννη Β΄, είχε προτιμήσει από την πατρίδα του, το σουλτανάτο του Ικονίου. Ο ίδιος ο Ανδρόνικος προτίμησε αρχικά τη ρωσική ηγεμονία της Γαλικίας, παρά τις διοικητικές θέσεις στα βυζαντινοουγγρικά σύνορα κι έπειτα τις δυτικές αυλές της Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων και τις μουσουλμανικές αυλές της Ανατολής, παρά τη διοίκηση της Κιλικίας όπου τον είχε τοποθετήσει ο ξάδελφός του Μανουήλ Α΄.
Από το 1155 ως το 1164, ήταν φυλακισμένος, ενώ ορισμένοι τον κατηγορούν και για απόπειρα δολοφονίας του Μανουήλ Α΄.
Στο μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη, ο πρωτοσεβαστός Αλέξιος, έγινε ισχυρός και για να καταστείλει τις όποιες αντιδράσεις, πήρε μια σειρά από μέτρα (συλλήψεις κλπ.), που φούντωσαν τη δυσαρέσκεια εναντίον της Μαρίας και του ίδιου. Καταδίωξε πολλούς αντιφρονούντες, μεταξύ των οποίων ήταν η κόρη του Μανουήλ Μαρία και ο σύζυγός της, ο Πατριάρχης Θεοδόσιος και άλλοι.
«Καί οὔτω μέν τα κατά την βασιλείαν αὐτῆς πάσης ὄντα συγχύσεως καί παντοίου χειμῶνος ἔμπλεα», γράφει ο Χωνιάτης.
Αυτά τα γεγονότα, έδωσαν στον Ανδρόνικο την ευκαιρία που αναζητούσε. Εκείνη την εποχή, βρισκόταν στην Παφλαγονία. Έστειλε παφλαγονικό στρατό στην Κωνσταντινούπολη, με τη βοήθεια του Ανδρόνικου Κοντοστέφανου. Στην πρωτεύουσα, υπήρχε χάος και ακυβερνησία. Η Μαρία, μητέρα του νεαρού Αλέξιου, προκαλούσε καχυποψίες λόγω της δυτικής της καταγωγής. Αλλά και οι Λατίνοι της Κωνσταντινούπολης, εξήντα χιλιάδες σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ήταν υπερβολικά πλούσιοι, αλαζόνες και ιδιαίτερα ευνοημένοι. Ο Ανδρόνικος, φρόντισε να ρίξει λάδι στη φωτιά, διαδίδοντας με δικούς του ανθρώπους, ότι οι Λατίνοι ετοιμάζονται να επιτεθούν στους Έλληνες της Πόλης. Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα για το ξέσπασμα ενός πραγματικού μακελειού.
Το πογκρόμ των Λατίνων της Κωνσταντινούπολης
Ήταν Μάιος του 1182. Κύμα πανικού είχε καταλάβει τους Λατίνους της Πόλης. Πολλοί απ΄ αυτούς, παίρνοντας μαζί τους τα πολυτιμότερα από τα υπάρχοντά τους, μπαίνουν στα καράβια τους προσπαθώντας να ξεφύγουν. Μάταια όμως. Τα πλοία του Ανδρόνικου με το υγρό πυρ καταδιώκουν τα καράβια των Λατίνων, τα οποία βυθίζονται φλεγόμενα στο Βόσπορο, παρασύροντας ανθρώπους και αγαθά. Άλλοι προτιμούν να ταμπουρωθούν στις συνοικίες τους, όπου έχουν φτιάξει πρόχειρα οχυρά, παρά την ηρωική τους αντίσταση όμως, υποκύπτουν.
Ένα αφηνιασμένο πλήθος, ορμάει μέσα από τα γκρεμισμένα οδοφράγματα, με αναμμένους πυρσούς. Μερικοί Λατίνοι καταφέρνουν να ξεφύγουν, καταφεύγοντας σε φιλικά σπίτια Βυζαντινών αρχόντων, οι οποίοι τους προστατεύουν. Οι περισσότεροι όμως σκοτώνονται. Τα σπίτια τους πυρπολούνται και όσοι δεν καίγονται μέσα ζωντανοί, σφάζονται στους δρόμους αδιάκριτα. Γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι είναι τα θύματα του ασυγκράτητου πλήθους. Σε μερικούς χαρίζουν τη ζωή για να τους πουλήσουν στους Τούρκους εμπόρους σαν σκλάβους. Δίπλα στο φυλετικό μίσος, έρχεται να προστεθεί και το θρησκευτικό. Καθολικές εκκλησίες καίγονται και οι ρωμαιοκαθολικοί ιερείς καταδιώκονται. Ο απεσταλμένος του Πάπα, για την προσέγγιση των δύο Εκκλησιών, Καρδινάλιος Ιωάννης, αναγνωρίζεται από τους στασιαστές και αποκεφαλίζεται. Το κεφάλι του, δεμένο στην ουρά ενός σκύλου, κάνει τον γύρο της Κωνσταντινούπολης. Στο νοσοκομείο, τα μέλη του Τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ δολοφονούνται και οι άρρωστοι σφάζονται στα κρεβάτια τους!
Οι Δυτικοί χρονογράφοι μιλούν για 4.000 θύματα της σφαγής του 1182. Επρόκειτο κυρίως για Γενουάτες και Πιζάνους και λιγότερους Βενετούς. Ενδεχομένως, ανάμεσα στα θύματα να υπήρχαν και Αμαλφηνοί, αυτοί όμως ήταν ελάχιστοι. Στο μεταξύ, όσοι Λατίνοι μπόρεσαν και ξέφυγαν από τις δυνάμεις του Ανδρόνικου και τον μανιασμένο όχλο, ξεσπούν την εκδικητική τους μανία σε μοναστήρια και χωριά του Ελλήσποντου, του Αιγαίου και της Θεσσαλίας. Χωριά πυρπολούνται και οι κάτοικοί τους σφάζονται. Στο μεταξύ, στην Κωνσταντινούπολη κάνει την εμφάνισή του στον ουρανό ένας κομήτης. Έχει μορφή δράκοντα που θέλει να καταβροχθίσει όσους τον παρατηρούν. Το φαινόμενο αυτό, που σηματοδοτεί και το τέλος των σφαγών, κράτησε μια μέρα και μια νύχτα και ορισμένοι το εξέλαβαν ως οιωνό, προάγγελο μεγάλων συμφορών.
Η βραχύβια βασιλεία του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού
Ο Ανδρόνικος, ήταν πλέον ένα βήμα πριν την άνοδό του στον αυτοκρατορικό θρόνο. Αρχικά, φέρθηκε καλά στη Μαρία και τον μικρό Αλέξιο. Σύντομα όμως, έδειξε τις πραγματικές του διαθέσεις. Η βασιλομήτωρ Μαρία καταδικάστηκε σε θάνατο, η ετεροθαλής αδελφή του Αλέξιου Μαρία δηλητηριάστηκε, με δηλητήριο που έφτιαξε ο ίδιος ο Ανδρόνικος (που είχε και γνώσεις χημείας!) και δωροδόκησε τον ευνούχο Πτερυγιονίτη για να της το δώσει. Ο Ανδρόνικος αναγορεύτηκε συμβασιλεύς, μέλη της οικογένειας Κομνηνών καταδιώχθηκαν ή δολοφονήθηκαν, ο Ανδρόνικος Κοντοστέφανος που είχε βοηθήσει τον Ανδρόνικο τυφλώθηκε και ο μικρός Αλέξιος στραγγαλίστηκε(Σεπτέμβριος 1183). Ο Ανδρόνικος ήταν πλέον απόλυτος κυρίαρχος. Μάλιστα, για να νομιμοποιηθεί περισσότερο η μονοκρατορία του, νυμφεύθηκε την μνηστή του μικρού Αλέξιου, την Άννα της Γαλλίας που ήταν τότε μόλις 12 ετών (ο Ανδρόνικος το 1183, ήταν περίπου 63!).
Αν και προσπάθησε να ακολουθήσει φιλολαϊκή πολιτική, παίρνοντας σωστά μέτρα στη δικαιοσύνη, τη διοίκηση και τη φορολογία, το εκδικητικό του μένος εξαγρίωσε τον λαό. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Νορμανδούς (24 Αυγούστου 1185) και οι απίστευτες ωμότητες που περιγράφει ο μητροπολίτης της πόλης Ευστάθιος, σήμαναν το τέλος της βασιλείας του Ανδρόνικου Α᾿. Καθώς ένα πλήθος Νορμανδών είχε αρχίσει να κινείται προς την Κωνσταντινούπολη, ο λαός, εξαγριωμένος κι από τη δίωξη του ηγέτη της αντιπολίτευσης Ισαάκιου Άγγελου, βάδισε εναντίον των ανακτόρων και τα λεηλάτησε. Ο Ανδρόνικος που είχε προσωρινά δραπετεύσει, συνελήφθη και παραδόθηκε στον όχλο. Πέθανε ακρωτηριασμένος στα χέρια του εξαγριωμένου πλήθους(12 Σεπτεμβρίου 1185).
Αυτό ήταν το τέλος του Ανδρόνικου Α’ Κομνηνού, του «λαϊκού βασιλιά», που ιστορικοί τον παρομοίασαν με τον Πρωτέα, τον Νέρωνα, τον Αλκιβιάδη, τον Ριχάρδο Γ’ και τον Καίσαρα Βοργία. Τον μόνον αυτοκράτορα που θέλησε ν΄ απεικονιστεί όχι σαν ημίθεος με διάδημα και σκήπτρο, αλλά σαν απλός αγρότης με χιτώνα και δρεπάνι. Τον αυτοκράτορα, που όπως εύστοχα επισημαίνει ο Τηλέμαχος Λουγγής «…πίστεψε ότι με την κρατική τρομοκρατία θα μπορούσε να ανακόψει μια πορεία που δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί πόσο νομοτελειακή ήταν…».
Πηγές :
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τόμος Θ’, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ Κ. ΛΟΥΓΓΗΣ « Επισκόπηση Βυζαντινής Ιστορίας», Α΄ τόμος (324-1204), ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2011
MICHEL DE GRECE, “ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ Α’ ΚΟΜΝΗΝΟΣ”, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΡΕΝΙΚΗ, 2003
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα