Το φυσικό μεταλλικό νερό Βίκος συμμετείχε στην 5η Πανελλήνια Εθελοντική Φύτευση της We4all, φυτεύοντας 1.000 ενδημικά και δύσφλεκτα δένδρα.
Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια της τουρκοκρατίας (1430-1821)
Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια της τουρκοκρατίας (1430-1821)
Η άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430)
- Εποικισμός Τούρκων και νέος αποικισμός Εβραίων στην πόλη
- Η οικονομική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα
- Η Θεσσαλονίκη πριν την Επανάσταση του 1821
Σήμερα, Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2019, συμπληρώνονται 107 χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και την ένωσή της με την υπόλοιπη Ελλάδα. Για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης είχαμε γράψει δύο εκτεταμένα άρθρα στο παρελθόν και, φυσικά, θα επανέλθουμε. Σήμερα θα ασχοληθούμε με το μεγαλύτερο μέρος του χρονικού διαστήματος, που η Θεσσαλονίκη βρισκόταν κάτω από τον οθωμανικό ζυγό. Συγκεκριμένα με τα 400 σχεδόν, χρόνια από το 1430 οπότε ο Μουράτ Β’ κατέλαβε την πόλη, ως το 1821.
Η άλωση και η λεηλασία της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430)
Από το 1403 και έπειτα η Θεσσαλονίκη δίνεται ως τιμάριο (apanage) σε γόνους της βασιλικής οικογένειας ή συγγενείς τους. Έτσι από το 1403 ως το 1408 τη διοικεί ο Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος, από το 1408 ως το 1416 ο Δημήτριος Λάσκαρης Λεοντάρης και στη συνέχεια ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος, γιος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ (1391-1425). Ο Ανδρόνικος κυβερνούσε την πόλη ως "ανεξάρτητος μεσαιωνικός ηγεμονίσκος" όπως γράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος και εκδίδει διατάγματα, "ορισμούς". Που τα υπογράφει με τον τίτλο "ο δεσπότης".
Οι Τούρκοι όμως καραδοκούν. Τον Ιούνιο του 1422 ο Burak μπέης, γιος του Τούρκου στρατάρχη Εβρενός, πολιορκεί την πόλη και λεηλατεί την Καλαμαριά και την ανατολική περιοχή ως την Κασσάνδρα. Πολλοί κάτοικοι της Θεσσαλονίκης "υπό της καιρικής στενώσεως των πραγμάτων" βρέθηκαν σε έσχατη ένδεια "εκ πλούτου και δόξης και ευημερίας".
Οι Θεσσαλονικείς δεν έβγαιναν έξω από τα τείχη για να καλλιεργήσουν τα κτήματά τους καθώς η παραμονή τους στην ύπαιθρο είναι πολύ επικίνδυνη. Η ανασφάλεια, ο υποσιτισμός και η πείνα από τον διαρκή αποκλεισμό από τα τουρκικά στρατεύματα αναγκάζουν πολλούς κατοίκους να εγκαταλείψουν την πόλη. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και αρκετοί Εβραίοι. Βλέποντας τις δυσκολίες ο Ανδρόνικος και οι άρχοντες της πόλης αποφασίζουν να την παραδώσουν εκούσια στους Βενετούς με τρεις όρους:
Οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης να διατηρήσουν τους πατροπαράδοτους νόμους και να διοικούνται με τους δικούς τους άρχοντες.
Ο αρχιεπίσκοπος και οι κληρικοί της να παραμείνουν εκτελώντας τα καθήκοντά τους.
Οι κάτοικοι της πόλης να είναι ελεύθεροι να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους και να φύγουν για όποιο μέρος θέλουν.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1423 οι δύο "προνοητές", ο Sancto Venier ως δούκας και ο Niccolo Giorgi ως καπετάνιος, αποβιβάζονται στην πόλη και υψώνουν σ’ αυτή τη σημαία του Αγίου Μάρκου. Ωστόσο πολύ σύντομα ο λαός της Θεσσαλονίκης 20.000-25.000 τότε, απογοητεύτηκε από τη στάση των Βενετών, που συμπεριφέρονταν υπεροπτικά και τυραννικά και δεν τηρούσαν τους όρους της συμφωνίας. Το 1426, 30.000 Τούρκοι πολιόρκησαν την πόλη. Τελικά φαίνεται ότι ο Μουράτ Β’ δέχτηκε να σταματήσει τις επιχειρήσεις με τον όρο να του παραχωρήσει ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η’ τη Βάρνα και τις παράλιες περιοχές του Στρυμόνα και της Λαμίας.
Στις 26 Μαρτίου 1430 ο Μουράτ πολιόρκησε ξανά τη Θεσσαλονίκη. Τα ξημερώματα της 29ης Μαρτίου ξεκίνησε η τελική επίθεση εναντίον της πόλης από όλες τις πλευρές του χερσαίου τείχους και τη θάλασσα, η οποία κράτησε λίγες μόνο ώρες. Το ευάλωτο ανατολικό τείχος, κακοσυντηρημένο και με ελάχιστους πολεμιστές έπεσε πρώτο. Οι μουσουλμάνοι μπήκαν από το Τριγώνιο και ξεχύθηκαν στην πόλη.
Οι Βενετοί διοικητές και μερικοί άλλοι αξιωματικοί μπόρεσαν να σωθούν στο λιμάνι "άλλος με χλαμύδιον και άλλος με υποκάμισον" όπως αναφέρει η βενετική έκθεση ή στον πύργο της Σαμάρειας, τον ισχυρότερο εκείνη την εποχή, όπως γράφει ο Ιωάννης Αναγνώστης που εξιστορεί την πολιορκία και άλωση της πόλης. Οι Βενετοί είχαν μεγάλες απώλειες.
Οι Θεσσαλονικείς έτρεχαν να βρουν καταφύγιο στα σπίτια τους, στις εκκλησίες, στα λίγα καράβια, σε υπονόμους ακόμη και σε μνήματα! Οι προσπάθειές τους ήταν μάταιες, καθώς σύντομα η πόλη γέμισε από εχθρικά στρατεύματα.
Η άλωση και η λεηλασία της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430)
Από το 1403 και έπειτα η Θεσσαλονίκη δίνεται ως τιμάριο (apanage) σε γόνους της βασιλικής οικογένειας ή συγγενείς τους. Έτσι από το 1403 ως το 1408 τη διοικεί ο Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος, από το 1408 ως το 1416 ο Δημήτριος Λάσκαρης Λεοντάρης και στη συνέχεια ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος, γιος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ (1391-1425). Ο Ανδρόνικος κυβερνούσε την πόλη ως "ανεξάρτητος μεσαιωνικός ηγεμονίσκος" όπως γράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος και εκδίδει διατάγματα, "ορισμούς". Που τα υπογράφει με τον τίτλο "ο δεσπότης".
Οι Τούρκοι όμως καραδοκούν. Τον Ιούνιο του 1422 ο Burak μπέης, γιος του Τούρκου στρατάρχη Εβρενός, πολιορκεί την πόλη και λεηλατεί την Καλαμαριά και την ανατολική περιοχή ως την Κασσάνδρα. Πολλοί κάτοικοι της Θεσσαλονίκης "υπό της καιρικής στενώσεως των πραγμάτων" βρέθηκαν σε έσχατη ένδεια "εκ πλούτου και δόξης και ευημερίας".
Οι Θεσσαλονικείς δεν έβγαιναν έξω από τα τείχη για να καλλιεργήσουν τα κτήματά τους καθώς η παραμονή τους στην ύπαιθρο είναι πολύ επικίνδυνη. Η ανασφάλεια, ο υποσιτισμός και η πείνα από τον διαρκή αποκλεισμό από τα τουρκικά στρατεύματα αναγκάζουν πολλούς κατοίκους να εγκαταλείψουν την πόλη. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και αρκετοί Εβραίοι. Βλέποντας τις δυσκολίες ο Ανδρόνικος και οι άρχοντες της πόλης αποφασίζουν να την παραδώσουν εκούσια στους Βενετούς με τρεις όρους:
Οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης να διατηρήσουν τους πατροπαράδοτους νόμους και να διοικούνται με τους δικούς τους άρχοντες.
Ο αρχιεπίσκοπος και οι κληρικοί της να παραμείνουν εκτελώντας τα καθήκοντά τους.
Οι κάτοικοι της πόλης να είναι ελεύθεροι να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους και να φύγουν για όποιο μέρος θέλουν.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1423 οι δύο "προνοητές", ο Sancto Venier ως δούκας και ο Niccolo Giorgi ως καπετάνιος, αποβιβάζονται στην πόλη και υψώνουν σ’ αυτή τη σημαία του Αγίου Μάρκου. Ωστόσο πολύ σύντομα ο λαός της Θεσσαλονίκης 20.000-25.000 τότε, απογοητεύτηκε από τη στάση των Βενετών, που συμπεριφέρονταν υπεροπτικά και τυραννικά και δεν τηρούσαν τους όρους της συμφωνίας. Το 1426, 30.000 Τούρκοι πολιόρκησαν την πόλη. Τελικά φαίνεται ότι ο Μουράτ Β’ δέχτηκε να σταματήσει τις επιχειρήσεις με τον όρο να του παραχωρήσει ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η’ τη Βάρνα και τις παράλιες περιοχές του Στρυμόνα και της Λαμίας.
Στις 26 Μαρτίου 1430 ο Μουράτ πολιόρκησε ξανά τη Θεσσαλονίκη. Τα ξημερώματα της 29ης Μαρτίου ξεκίνησε η τελική επίθεση εναντίον της πόλης από όλες τις πλευρές του χερσαίου τείχους και τη θάλασσα, η οποία κράτησε λίγες μόνο ώρες. Το ευάλωτο ανατολικό τείχος, κακοσυντηρημένο και με ελάχιστους πολεμιστές έπεσε πρώτο. Οι μουσουλμάνοι μπήκαν από το Τριγώνιο και ξεχύθηκαν στην πόλη.
Οι Βενετοί διοικητές και μερικοί άλλοι αξιωματικοί μπόρεσαν να σωθούν στο λιμάνι "άλλος με χλαμύδιον και άλλος με υποκάμισον" όπως αναφέρει η βενετική έκθεση ή στον πύργο της Σαμάρειας, τον ισχυρότερο εκείνη την εποχή, όπως γράφει ο Ιωάννης Αναγνώστης που εξιστορεί την πολιορκία και άλωση της πόλης. Οι Βενετοί είχαν μεγάλες απώλειες.
Οι Θεσσαλονικείς έτρεχαν να βρουν καταφύγιο στα σπίτια τους, στις εκκλησίες, στα λίγα καράβια, σε υπονόμους ακόμη και σε μνήματα! Οι προσπάθειές τους ήταν μάταιες, καθώς σύντομα η πόλη γέμισε από εχθρικά στρατεύματα.
"Τότε πρώτον παίδες μεν γονέων, γυναίκες δε ανδρών και φίλοι φίλων και οι καθ’ αίμα των ομοίων ελεεινώς εχωρίζοντο" γράφει ο Ιωάννης Αναγνώστης.
Περίπου 7.000 αιχμαλωτίστηκαν τότε. Οι κατακτητές λεηλάτησαν την πόλη, ενώ έφτασαν ακόμα και στο σημείο να καταστρέφουν εκκλησίες και μοναστήρια ψάχνοντας για θησαυρούς. Μεγάλες ήταν οι ζημιές στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.
Τελικά ο ίδιος ο σουλτάνος έδωσε τη λύση! Ο Μουράτ έδιωξε τους στρατιώτες του που είχαν καταλάβει πολλά σπίτια και τα επέστρεψε στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Επίσης απελευθέρωσε πολλούς επιφανείς κατοίκους της Θεσσαλονίκης καταβάλλοντας ο ίδιος τα λύτρα στους στρατιώτες του! Πολλούς ακόμα εξαγόρασε ο δεσπότης της Βόρειας Σερβίας Γεώργιος Μπράγκοβιτς. Οι υπόλοιποι πουλήθηκαν σαν σκλάβοι ενώ αρκετοί ασπάστηκαν το Ισλάμ.
Η άλωση της Θεσσαλονίκης συγκλόνισε τον ελληνικό και τον χριστιανικό κόσμο. Από πολλούς θεωρήθηκε ως το προανάκρουσμα για την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με μια προφορική παράδοση η Θεσσαλονίκη έπεσε στα χέρια των Τούρκων με προδοσία των μοναχών της μονής Βλατάδων, οι οποίοι καθώς ο Μουράτ ήταν έτοιμος να φύγει παρουσιάστηκαν μπροστά του και τον συμβούλεψαν να κόψει τους νεροσωλήνες του Χορτιάτη, οπότε η πόλη θα παραδιδόταν καθώς δεν θα άντεχε το μαρτύριο της δίψας, κάτι που σύμφωνα με την προφορική παράδοση έγινε. Όμως ούτε ο Ιωάννης Αναγνώστης ούτε η βενετική έκθεση αναφέρουν κάτι για προδοσία και παράδοση της πόλης από λειψυδρία. Ίσως κάποιες εκούσιες, μεμονωμένες συνθηκολογήσεις πολεμιστών ή κατοίκων μετά την κατάρρευση της άμυνας της πόλης να έδωσαν τροφή για να γεννηθεί μια τέτοια προφορική παράδοση.
Οι πρώτοι αιώνες μετά την άλωση (15ος-16ος)
Η ιστορία της τουρκοκρατούμενης Θεσσαλονίκης είναι μια μικρογραφία των ελληνικών χωρών επί τουρκοκρατίας. Αμέσως μετά την άλωση ο Μουράτ Β’ διατάζει ν’ αποσπάσουν από τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της πόλης χίλια μάρμαρα και να μεταφερθούν στην Αδριανούπολη για το στρώσιμο του δαπέδου ενός λουτρού! Η πόλη αρχίζει σιγά σιγά να ερημώνει. Η κατάσταση αυτή θορυβεί τον Μουράτ, ο οποίος αποφασίζει να την εποικίσει με Τούρκους. Έτσι δυο χρόνια μετά την άλωσή της, προβαίνει στην πρώτη απογραφή και την κατάσχεση μοναστηριών και εκκλησιών, καθώς και των σπιτιών των παρόντων και των απόντων. Από τους σημαντικούς χριστιανικούς ναούς, μόνο τέσσερις οι λεγόμενοι καθολικοί, έμειναν στα χέρια των Χριστιανών. Ο ναός των Αγγέλων ή Ασωμάτων (Ροτόντα), ο Άγιος Δημήτριος και η Αγία Σοφία, κυρίως χάρη στις προσπάθειες του νέου αρχιεπισκόπου Γρηγορίου. Για τον τέταρτο ναό υπάρχει διχογνωμία. Όπως υποστηρίζει ο Β. Δημητριάδης είναι ο αναφερόμενος σε τουρκικό έγγραφο του 1478 ως Mescidi Metropolye στη συνοικία του Ιπποδρομίου, στη θέση Akce Mescid, ο οποίος σύμφωνα με αυτόν, ήταν ο μητροπολιτικός ναός της πόλης πριν την άλωση της Θεοτόκου της Οδηγήτριας σύμφωνα με την εκτίμησή του ή της Αγίας Αναστασίας κατά την παράδοση. Έπειτα ο Μουράτ χάρισε τα ωραιότερα μοναστήρια και σπίτια ως "μούλκια" (mulk), δηλαδή ιδιοκτησίες τέλειας κυριότητας στους οικείους και τους αξιωματούχους του και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατώτερους βαθμοφόρους και τους Τούρκους που ήρθαν μετά από εντολή του από τα Γιαννιτσά (τότε Γενιτσά). Ο ίδιος έχτισε ένα παλάτι, ίσως στην Επάνω Πόλη στην περιοχή του Προφήτη Ηλία, γνωστού το 1496 ως Seray.
Οι έποικοι καταλαμβάνουν αδιάκριτα σπίτια, ακόμα και εκκλησίες και με τη βάρβαρη συμπεριφορά τους προκάλεσαν αναστάτωση στην πόλη. Οι Γιουρούκοι από τα Γιαννιτσά πιθανότατα εγκαταστάθηκαν στις πάνω συνοικίες. Ίσως ορισμένοι εγκαταστάθηκαν και στην περιοχή της Εγνατίας, όπου βρισκόταν το Burmali Cami και η τουρκική συνοικία τον 16ο αιώνα ονομαζόταν Yenice.
Η τουρκική διοίκηση της πόλης προσαρμόστηκε προς την αντίστοιχη βυζαντινή. Διοικητής της πόλης ήταν πλέον ο Τούρκος πασάς, που σε καιρό πολέμου ακολουθούσε τον σαντζάκ μπέη. Τη βυζαντινή στρατιωτική ολιγαρχία ακολουθεί η αντίστοιχη τουρκική. Πρόκειται για τους σπαχήδες, Τούρκους ή εξισλαμισμένους Έλληνες στρατιώτες που είχαν προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στον σουλτάνο. Το έδαφος της Θεσσαλονίκης χωρίζεται στα χάσια (δημόσιες γαίες που ανήκουν στον σουλτάνο, τα παιδιά του κλπ), τα ζιαμέτια (μεγάλα κτήματα) που ανήκαν στους σπαχήδες και τα τιμάρια (μικρά κτήματα). Το 1492 επί Βαγιαζήτ Β’ έγινε από τους Τούρκους "κατάσχεση" του ναού του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου της πόλης, που προκάλεσε ανείπωτη θλίψη στους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης. Γύρω στα 1500 "κατασχέθηκε" ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα, το 1510 μετατράπηκε σε τζαμί από τον Βόσνιο στην καταγωγή Yakub πασά ο ναός της Αγίας Αικατερίνης, κάτι που έγινε και με τον ναό των Αγίων Αποστόλων μεταξύ 1520 και 1530. Το 1524 "άρπαξε" τον μεγάλο ναό της Αγίας Σοφίας ο ελληνικής καταγωγής μεγάλος βεζίρης και μπεηλέρμπεης της Ρούμελης Maktul Ibrahim Pasa. Η λυσσαλέα αντίσταση ενός μοναχού αρχικά μέσα στον ναό και έπειτα στο κωδωνοστάσιό του, είχε σαν αποτέλεσμα τον αποκεφαλισμό του.
Μετά το 1470 έχουμε εγκατάσταση πολλών Εβραίων στη Θεσσαλονίκη κυρίως μετά τους διωγμούς τους από τους ηγεμόνες της Γερμανίας και της Ουγγαρίας. Πρόκειται για τους λεγόμενους Ασκεναζίμ (Aschkenaz=Γερμανία). Οι περισσότεροι όμως Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Αδριανούπολη και Θεσσαλονίκη, κυρίως στη ‘’νύμφη του Θερμαϊκού’’) μετά τους διωγμούς του Φερδινάρδου και της Ισαβέλας της Ισπανίας. Συνολικά ήταν περίπου 40.000. Στη Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκαν επίσης πολλοί Εβραίοι της Σικελίας (1493), της Κάτω Ιταλίας (1493), της Πορτογαλίας (1497) και της Προβηγκίας. Είναι οι λεγόμενοι Ισπανοεβραίοι, οι ‘’Σεφαρδίμ’’ (Sepharadim, Sepharad=Ισπανία). Το 1507 σύμφωνα με τον Βενετό βάιλο (διπλωματικό αντιπρόσωπο) Contarini υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη 10.000 εβραϊκά σπίτια. Οι Εβραίοι συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης ιδιαίτερα με την ενασχόλησή τους με την εριουργία, καθώς κατασκεύαζαν τις μάλλινες φορεσιές των γενίτσαρων. Το 1519 σύμφωνα με τουρκικές αρχειακές πληροφορίες, η Θεσσαλονίκη είχε 1.357 μουσουλμανικές οικογένειες, 1.087 χριστιανικές και 3.143 εβραϊκές.
Εκείνη την εποχή επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη και ο οθωμανός ερευνητής και χαρτογράφος Piri Reis, ο οποίος γράφει χαρακτηριστικά για τη Selanik (Saloniki): «Ακόμα και σήμερα είναι αυτή η Θεσσαλονίκη (Selanik) μια μεγάλη πόλη. Ο όρμος αυτής της πόλης είναι Palaca δηλαδή έχει ανοιχτές θέσεις αλλά σε κάθε άνεμο μπορεί κανείς να σταθεί με τη βοήθεια άγκυρας. Σε κάθε περίπτωση μπορούν σ’ αυτό το λιμάνι 300 πλοία ταυτόχρονα άνετα να ρίξουν άγκυρα και να μείνουν εδώ. Ιδιαίτερα είναι εδώ χαμηλά, επίπεδα και άνετα νερά. Οι όρμοι των χωριών Qadiha (πρόκειται για το χωριό Καταχάς της Πιερίας) και Caitiroz (Κίτρος Πιερίας) μοιάζουν με Palaca. Αυτά τα χωριά απέχουν απ’ την ακτή της θάλασσας το καθένα 2 μίλια και η Θεσσαλονίκη απέχει απ’ αυτά 30 μίλια.
Αλλά τα πλοία που εισπλέουν στους όρμους αυτών των χωριών ρίχνουν άγκυρα και απ’ τις δύο μεριές διότι οι ακτές τους είναι ρηχές, ένα πλοίο δεν επιτρέπεται να πλέει κοντά στην ακτή».
Μέσα σε όλο αυτό το "πολυεθνικό μωσαϊκό" οι Έλληνες δεν παύουν να αντιστέκονται και να διψάνε για ελευθερία. Έτσι στις 21 Μαρτίου 1544 καίγεται στην πυρά ο Μιχαήλ εξ Αγράφων (κοσμικό όνομα Μιχαήλ Μαυρουδής, από τη Γρανίτσα Ευρυτανίας), που ήταν εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη, νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.
Ακολουθεί στις 6 Ιουλίου 1566 ο εικοσιδυάχρονος τότε Κύριλλος στην πλατεία Ιπποδρομίου ακριβώς έξω από την Εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Παράλληλα άλλοι Χριστιανοί με την προβολή του ασκητικού τους παραδείγματος, με το κήρυγμα και την οσιότητά τους, ανανέωσαν τη διδασκαλία του Χριστιανισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο όσιος Νικάνωρ, που ξεκίνησε από τη μακεδονική πρωτεύουσα και αφού περιόδευσε σε πολλά μέρη έφτασε στο Καλλίστρατο όρος της Δ. Μακεδονίας, όπου έχτισε τη μονή Μεταμορφώσεως (Ζάβορδας), όπου και ασκήτεψε.
Ο Εβλιγιά Τσελεμπή στη Θεσσαλονίκη (17ος αι.)
Στα μέσα του 17ου αιώνα, πέρασε από τη Θεσσαλονίκη ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την πόλη.
Σύμφωνα με τον Τσελεμπή, η Θεσσαλονίκη είναι πυκνοκατοικημένη, οι Τούρκοι διατηρούν σ’ αυτήν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, ενώ τα τείχη της έχουν περίμετρο 3 μίλια και 5 πύλες. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του δημοτικού άρχοντα (σεχίρ εμινί) και του κεχαγιά της πόλης, είχε 33.060 σπίτια. Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν 48 συνοικίες Τούρκων, 56 συνοικίες Εβραίων και 16 συνοικίες Ελλήνων, Αρμενίων κλπ.
Οι ελληνικές εκκλησίες ήταν περίπου 30, μικρές, όσες δεν τις είχαν κατασχέσει οι Τούρκοι. Υπήρχαν ακόμα μία ανδρική μονή (των Βλατάδων) και πέντε γυναικείες, με 100 περίπου μοναχές στην καθεμιά. Υπήρχαν ακόμα 36 μεγάλες συναγωγές και πολλές μικρές και 48 τζαμιά. Στην πόλη, υπήρχε αξιόλογη πνευματική κίνηση και σπουδαίοι επιστήμονες, όπως γιατροί. Ανάμεσά τους, ο άριστος χειρούργος, Ισπανοεβραίος, κατά πάσα πιθανότητα, Ελεμόνια.
Το κήρυγμα του Σαμπατάι Σεβή και η απήχησή του στη Θεσσαλονίκη.
Το 1655, η ηρεμία της Θεσσαλονίκης, κυρίως της εβραϊκής κοινότητας, διαταράχθηκε από το μεσσιανικό κήρυγμα του Σαμπατάι Σεβή, ο οποίος είχε γεννηθεί και μορφωθεί στη Σμύρνη. Αυστηρός ασκητής και μυστικιστής, φαντάστηκε και έπεισε τον εαυτό του, ότι ήταν ο Μεσσίας. Το κήρυγμά του βρήκε μεγάλη απήχηση στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης στην οποία ταξίδεψε. Οι Οθωμανοί θορυβήθηκαν, τον συνέλαβαν, τον φυλάκισαν αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια τον πήγαν στον σουλτάνο στην Αδριανούπολη. Τότε αυτός, για να μην θανατωθεί, ασπάστηκε τον μωαμεθανισμό (1666).
Το παράδειγμά του, ακολούθησαν πολλές χιλιάδες Εβραίων και ιδιαίτερα πλούσιων και επιφανών οικογενειών της Θεσσαλονίκης. Έτσι, δημιουργήθηκε μια ιδιότυπη κοινότητα, οι ιουδαιομουσουλμάνοι, γνωστοί κυρίως με το τουρκικό όνομα. Ντονμέδες (donme=αποστάτες).
Στη Θεσσαλονίκη, αυτοί ήταν περίπου 15-16 χιλιάδες.
Οι απόγονοί τους, το 1923 με την ανταλλαγή την πληθυσμών, εγκατέλειψαν την πόλη ως Τούρκοι.
Σταδιακά, αρχίζει η οικονομική παρακμή των Εβραίων αλλά και των Βενετών (ιδιαίτερα μετά την άλωση του Χάνδακα (Ηράκλειου) της Κρήτης το 1669 και των Γάλλων. Οι Έλληνες επωφελούνται και σιγά σιγά αρχίζουν αυτοί να κινούν τα ηνία του εμπορίου.
Μετά την άλωση της Κρήτης, αρχίζει σταδιακά η παρακμή της αυτοκρατορίας, ενώ κλέφτες και αρματολοί βρίσκονται σε αναβρασμό. Ιδιαίτερα, η περιοχή του Όλυμπου και του Βέρμιου, βρίσκονται ουσιαστικά έξω από τον οθωμανικό έλεγχο. Οι τουρκικές αντιδράσεις (εκτελέσεις επαναστατών, φορολογία, παιδομάζωμα κλπ), αποδείχτηκαν μάταιες. Όπως γράφει ο Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος: «Η ψυχολογία των Ελλήνων κατοίκων της πόλης (ενν. της Θεσσαλονίκης) είναι επίσης προσανατολισμένη προς την απελευθέρωσή τους».
Η Θεσσαλονίκη τον 18ο αιώνα
Από τις αρχές του 18ου αιώνα, η Θεσσαλονίκη αποκτά διαρκώς μεγαλύτερη εμπορική κίνηση. Εκτός από τους Γάλλους, που είχαν ήδη πρόξενο στην πόλη, το ίδιο κάνουν και οι Άγγλοι το 1718. Ο Γάλλος περιηγητής Paul Lucas, αναφέρει ότι στους δρόμους της πόλης, ακούγονται διάφορες γλώσσες: ελληνικά, τουρκικά, αρβανίτικα, βλάχικα, ισπανικά, γαλλικά κλπ.
Οι ιησουίτες εφημέριοι των Γάλλων προξένων, όσο και οι μισιονάριοι (ιεραπόστολοι), επιδίδονται με ζήλο στην προσπάθεια προσηλυτισμού στον καθολικισμό Ελλήνων και Αρμενίων.
Σταδιακά, αρχίζει να δημιουργείται η γαλλική παροικία της Θεσσαλονίκης. Οι Γάλλοι, γύρω στα 30 άτομα, χτίζουν νέα, μεγάλη και ευρύχωρη εκκλησία, το ναό του Αγίου Λουδοβίκου, στην ίδια περίπου θέση με τη σημερινή. Στα μέσα του 18ου αιώνα, ιδρύεται έτσι και ο «φραγκομαχαλάς» στην περιοχή «Malta-Saray», κοντά στην περιοχή όπου από το 1277 υπήρχε η συνοικία των Βενετών.
Από τα μέσα του 18ου αιώνα η εμπορική κίνηση στη Θεσσαλονίκη μεγαλώνει πάρα τις αυθαιρεσίες και τις διώξεις των οθωμανικών αρχών και των γενίτσαρων σε βάρος των Ελλήνων, των Εβραίων και των Ντονμέδων, αλλά και τη δράση των πειρατών του Αιγαίου. Η Θεσσαλονίκη γίνεται σταδιακά το εμπορικό κέντρο, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά ολόκληρων των Βαλκανίων. Η πόλη την εποχή αυτή (β’ μισό 18ου αιώνα), έχει 60-70 χιλιάδες κατοίκους: Έλληνες,Τούρκους, Εβραίους και Αλβανούς. Στα τέλη του 18ου αιώνα, οι Έλληνες επωφελούμενοι από τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), βελτιώνουν διαρκώς την οικονομική τους θέση. Πολλοί Έλληνες έρχονται στην πόλη από τις γειτονικές περιοχές της Μακεδονίας, αλλά και από τις νοτιότερες πόλεις της Ελλάδας. Το τυραννικό καθεστώς του Αλή Πασά, οδηγεί πολλούς υπηκόους του στη «νύμφη του Θερμαϊκού» Στα τέλη του 18ου αιώνα, λειτουργεί στην πόλη «Ελληνομουσείον», που διευθύνει για 12 χρόνια ο Αθανάσιος ο Πάριος. Η νεοσχηματιζόμενη ελληνική αστική τάξη, εκδηλώνει την οικονομική της ευρωστία με ζωηρό ενδιαφέρον για τα ζητήματα της ελληνικής κοινότητας, με δωρεές για την ανακαίνιση των εκκλησιών κλπ. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους, κατέχει ο Ιωάννης Γούτας Καυταντζόγλου, πλούσιος και επιφανής πρόκριτος ο οποίος το 1786 έγινε επίτροπος της Μονής Βλατάδων την οποία και ανακαίνισε. Ο Γάλλος πρόξενος στη Θεσσαλονίκη το 1792 Beaujour, δείχνει το μίσος του εναντίον των Ελλήνων και των Εβραίων, που είχαν υποσκελίσει τους συμπατριώτες του στο εμπόριο, μετά τους ναπολεόντειους πολέμους και τον αγγλογαλλικό ανταγωνισμό. Οι Εβραίοι, κατά τον Beaujour, ήταν κοσμοπολίτες και λιγότερο δεμένοι με τη γη απ’ ότι οι Έλληνες, που θεωρούν την Ελλάδα πατρίδα τους και τους Τούρκους φορτικούς και περαστικούς κατακτητές. «Αξίζει να υπογραμμιστούν οι τελευταίες αυτές παρατηρήσεις του Beaujour, που μαρτυρούν την αξερίζωτη πίστη των Ελλήνων της Μακεδονίας, όπως και των άλλων ελληνικών χωρών, στη μελλοντική τους υποκατάσταση», γράφει ο Απόστολος Ε.. Βακαλόπουλος.
Μετά το τέλος των ναπολεόντειων πολέμων (1814), η ειρήνη επανήλθε και το εμπόριο άρχισε ξανά ν’ ανθίζει στην Ευρώπη. Πολλοί ξένοι εγκαθίστανται στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 18ου-αρχές του 19ου αιώνα.
Ωστόσο, ο σπόρος της Φιλικής Εταιρείας βρίσκει και στη «νύμφη του Θερμαϊκού» γόνιμο έδαφος. Οι επαναστατικές ζυμώσεις των Ελλήνων, δεν ξεφεύγουν από τις οθωμανικές αρχές, που τις παρακολουθούν στενά.
Για να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες της πόλης, φυλακίζουν στον Λευκό Πύργο (Κανλή Κουλέ δηλ. «Πύργο του Αίματος» τότε) ορισμένους, ακόμα και για ασήμαντα πράγματα. Επειδή π.χ. δεν χαιρέτησαν τον Γιουσούφ μπέη.
Ακόμα και ο Χαϊρουλάχ, ένας έντιμος μουσουλμάνος δικαστής της Θεσσαλονίκης, φυλακίστηκε για λίγο καιρό στον Λευκό Πύργο, με τον οποίο θα ασχοληθούμε εκτενώς σε άρθρο μας τις προσεχείς ημέρες, το 1821 γιατί ήταν ιδιαίτερα επιεικής προς τους Χριστιανούς! Μπορεί η Θεσσαλονίκη, να μην απελευθερώθηκε με την Επανάσταση του 1821 και να μην εντάχθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος το 1830. Αυτό έγινε, όπως είναι γνωστό, στις 26 Οκτωβρίου 1912.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν ως την απελευθέρωσή της η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή και αποτέλεσε «μήλο της έριδας» μεταξύ Ελλήνων, Βούλγαρων, Σέρβων κ.ά.
Η ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος, αποκατέστησε την τάξη, κάτι που δεν είχε γίνει 80 χρόνια νωρίτερα. Και στον Λευκό Πύργο, τοπόσημο της πόλης, κυματίζει εδώ και 107 χρόνια η γαλανόλευκη, γιατί Θεσσαλονίκη και Μακεδονία είναι Ελλάδα και γιατί Ελλάδα δεν νοείται χωρίς Θεσσαλονίκη και Μακεδονία…
Βασική πηγή μας για το άρθρο αυτό, ήταν το βιβλίο του Απόστολου Ε. Βακαλόπουλου «Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ. -1983», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Κ. & Μ. ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1983.
Χρησιμοποιήσαμε επίσης το βιβλίο PIRI REIS «BAHRIYE-ΚΑΤΑΚΤΗΤΙΚΗ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ (1521)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΛΕΘΡΙΟΝ, απ’ όπου και οι περισσότερες από τις σπάνιες εικόνες της Θεσσαλονίκης που βλέπετε στο άρθρο.
Περίπου 7.000 αιχμαλωτίστηκαν τότε. Οι κατακτητές λεηλάτησαν την πόλη, ενώ έφτασαν ακόμα και στο σημείο να καταστρέφουν εκκλησίες και μοναστήρια ψάχνοντας για θησαυρούς. Μεγάλες ήταν οι ζημιές στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.
Τελικά ο ίδιος ο σουλτάνος έδωσε τη λύση! Ο Μουράτ έδιωξε τους στρατιώτες του που είχαν καταλάβει πολλά σπίτια και τα επέστρεψε στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Επίσης απελευθέρωσε πολλούς επιφανείς κατοίκους της Θεσσαλονίκης καταβάλλοντας ο ίδιος τα λύτρα στους στρατιώτες του! Πολλούς ακόμα εξαγόρασε ο δεσπότης της Βόρειας Σερβίας Γεώργιος Μπράγκοβιτς. Οι υπόλοιποι πουλήθηκαν σαν σκλάβοι ενώ αρκετοί ασπάστηκαν το Ισλάμ.
Η άλωση της Θεσσαλονίκης συγκλόνισε τον ελληνικό και τον χριστιανικό κόσμο. Από πολλούς θεωρήθηκε ως το προανάκρουσμα για την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με μια προφορική παράδοση η Θεσσαλονίκη έπεσε στα χέρια των Τούρκων με προδοσία των μοναχών της μονής Βλατάδων, οι οποίοι καθώς ο Μουράτ ήταν έτοιμος να φύγει παρουσιάστηκαν μπροστά του και τον συμβούλεψαν να κόψει τους νεροσωλήνες του Χορτιάτη, οπότε η πόλη θα παραδιδόταν καθώς δεν θα άντεχε το μαρτύριο της δίψας, κάτι που σύμφωνα με την προφορική παράδοση έγινε. Όμως ούτε ο Ιωάννης Αναγνώστης ούτε η βενετική έκθεση αναφέρουν κάτι για προδοσία και παράδοση της πόλης από λειψυδρία. Ίσως κάποιες εκούσιες, μεμονωμένες συνθηκολογήσεις πολεμιστών ή κατοίκων μετά την κατάρρευση της άμυνας της πόλης να έδωσαν τροφή για να γεννηθεί μια τέτοια προφορική παράδοση.
Οι πρώτοι αιώνες μετά την άλωση (15ος-16ος)
Η ιστορία της τουρκοκρατούμενης Θεσσαλονίκης είναι μια μικρογραφία των ελληνικών χωρών επί τουρκοκρατίας. Αμέσως μετά την άλωση ο Μουράτ Β’ διατάζει ν’ αποσπάσουν από τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της πόλης χίλια μάρμαρα και να μεταφερθούν στην Αδριανούπολη για το στρώσιμο του δαπέδου ενός λουτρού! Η πόλη αρχίζει σιγά σιγά να ερημώνει. Η κατάσταση αυτή θορυβεί τον Μουράτ, ο οποίος αποφασίζει να την εποικίσει με Τούρκους. Έτσι δυο χρόνια μετά την άλωσή της, προβαίνει στην πρώτη απογραφή και την κατάσχεση μοναστηριών και εκκλησιών, καθώς και των σπιτιών των παρόντων και των απόντων. Από τους σημαντικούς χριστιανικούς ναούς, μόνο τέσσερις οι λεγόμενοι καθολικοί, έμειναν στα χέρια των Χριστιανών. Ο ναός των Αγγέλων ή Ασωμάτων (Ροτόντα), ο Άγιος Δημήτριος και η Αγία Σοφία, κυρίως χάρη στις προσπάθειες του νέου αρχιεπισκόπου Γρηγορίου. Για τον τέταρτο ναό υπάρχει διχογνωμία. Όπως υποστηρίζει ο Β. Δημητριάδης είναι ο αναφερόμενος σε τουρκικό έγγραφο του 1478 ως Mescidi Metropolye στη συνοικία του Ιπποδρομίου, στη θέση Akce Mescid, ο οποίος σύμφωνα με αυτόν, ήταν ο μητροπολιτικός ναός της πόλης πριν την άλωση της Θεοτόκου της Οδηγήτριας σύμφωνα με την εκτίμησή του ή της Αγίας Αναστασίας κατά την παράδοση. Έπειτα ο Μουράτ χάρισε τα ωραιότερα μοναστήρια και σπίτια ως "μούλκια" (mulk), δηλαδή ιδιοκτησίες τέλειας κυριότητας στους οικείους και τους αξιωματούχους του και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατώτερους βαθμοφόρους και τους Τούρκους που ήρθαν μετά από εντολή του από τα Γιαννιτσά (τότε Γενιτσά). Ο ίδιος έχτισε ένα παλάτι, ίσως στην Επάνω Πόλη στην περιοχή του Προφήτη Ηλία, γνωστού το 1496 ως Seray.
Οι έποικοι καταλαμβάνουν αδιάκριτα σπίτια, ακόμα και εκκλησίες και με τη βάρβαρη συμπεριφορά τους προκάλεσαν αναστάτωση στην πόλη. Οι Γιουρούκοι από τα Γιαννιτσά πιθανότατα εγκαταστάθηκαν στις πάνω συνοικίες. Ίσως ορισμένοι εγκαταστάθηκαν και στην περιοχή της Εγνατίας, όπου βρισκόταν το Burmali Cami και η τουρκική συνοικία τον 16ο αιώνα ονομαζόταν Yenice.
Η τουρκική διοίκηση της πόλης προσαρμόστηκε προς την αντίστοιχη βυζαντινή. Διοικητής της πόλης ήταν πλέον ο Τούρκος πασάς, που σε καιρό πολέμου ακολουθούσε τον σαντζάκ μπέη. Τη βυζαντινή στρατιωτική ολιγαρχία ακολουθεί η αντίστοιχη τουρκική. Πρόκειται για τους σπαχήδες, Τούρκους ή εξισλαμισμένους Έλληνες στρατιώτες που είχαν προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στον σουλτάνο. Το έδαφος της Θεσσαλονίκης χωρίζεται στα χάσια (δημόσιες γαίες που ανήκουν στον σουλτάνο, τα παιδιά του κλπ), τα ζιαμέτια (μεγάλα κτήματα) που ανήκαν στους σπαχήδες και τα τιμάρια (μικρά κτήματα). Το 1492 επί Βαγιαζήτ Β’ έγινε από τους Τούρκους "κατάσχεση" του ναού του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου της πόλης, που προκάλεσε ανείπωτη θλίψη στους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης. Γύρω στα 1500 "κατασχέθηκε" ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα, το 1510 μετατράπηκε σε τζαμί από τον Βόσνιο στην καταγωγή Yakub πασά ο ναός της Αγίας Αικατερίνης, κάτι που έγινε και με τον ναό των Αγίων Αποστόλων μεταξύ 1520 και 1530. Το 1524 "άρπαξε" τον μεγάλο ναό της Αγίας Σοφίας ο ελληνικής καταγωγής μεγάλος βεζίρης και μπεηλέρμπεης της Ρούμελης Maktul Ibrahim Pasa. Η λυσσαλέα αντίσταση ενός μοναχού αρχικά μέσα στον ναό και έπειτα στο κωδωνοστάσιό του, είχε σαν αποτέλεσμα τον αποκεφαλισμό του.
Μετά το 1470 έχουμε εγκατάσταση πολλών Εβραίων στη Θεσσαλονίκη κυρίως μετά τους διωγμούς τους από τους ηγεμόνες της Γερμανίας και της Ουγγαρίας. Πρόκειται για τους λεγόμενους Ασκεναζίμ (Aschkenaz=Γερμανία). Οι περισσότεροι όμως Εβραίοι εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Αδριανούπολη και Θεσσαλονίκη, κυρίως στη ‘’νύμφη του Θερμαϊκού’’) μετά τους διωγμούς του Φερδινάρδου και της Ισαβέλας της Ισπανίας. Συνολικά ήταν περίπου 40.000. Στη Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκαν επίσης πολλοί Εβραίοι της Σικελίας (1493), της Κάτω Ιταλίας (1493), της Πορτογαλίας (1497) και της Προβηγκίας. Είναι οι λεγόμενοι Ισπανοεβραίοι, οι ‘’Σεφαρδίμ’’ (Sepharadim, Sepharad=Ισπανία). Το 1507 σύμφωνα με τον Βενετό βάιλο (διπλωματικό αντιπρόσωπο) Contarini υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη 10.000 εβραϊκά σπίτια. Οι Εβραίοι συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης ιδιαίτερα με την ενασχόλησή τους με την εριουργία, καθώς κατασκεύαζαν τις μάλλινες φορεσιές των γενίτσαρων. Το 1519 σύμφωνα με τουρκικές αρχειακές πληροφορίες, η Θεσσαλονίκη είχε 1.357 μουσουλμανικές οικογένειες, 1.087 χριστιανικές και 3.143 εβραϊκές.
Εκείνη την εποχή επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη και ο οθωμανός ερευνητής και χαρτογράφος Piri Reis, ο οποίος γράφει χαρακτηριστικά για τη Selanik (Saloniki): «Ακόμα και σήμερα είναι αυτή η Θεσσαλονίκη (Selanik) μια μεγάλη πόλη. Ο όρμος αυτής της πόλης είναι Palaca δηλαδή έχει ανοιχτές θέσεις αλλά σε κάθε άνεμο μπορεί κανείς να σταθεί με τη βοήθεια άγκυρας. Σε κάθε περίπτωση μπορούν σ’ αυτό το λιμάνι 300 πλοία ταυτόχρονα άνετα να ρίξουν άγκυρα και να μείνουν εδώ. Ιδιαίτερα είναι εδώ χαμηλά, επίπεδα και άνετα νερά. Οι όρμοι των χωριών Qadiha (πρόκειται για το χωριό Καταχάς της Πιερίας) και Caitiroz (Κίτρος Πιερίας) μοιάζουν με Palaca. Αυτά τα χωριά απέχουν απ’ την ακτή της θάλασσας το καθένα 2 μίλια και η Θεσσαλονίκη απέχει απ’ αυτά 30 μίλια.
Αλλά τα πλοία που εισπλέουν στους όρμους αυτών των χωριών ρίχνουν άγκυρα και απ’ τις δύο μεριές διότι οι ακτές τους είναι ρηχές, ένα πλοίο δεν επιτρέπεται να πλέει κοντά στην ακτή».
Μέσα σε όλο αυτό το "πολυεθνικό μωσαϊκό" οι Έλληνες δεν παύουν να αντιστέκονται και να διψάνε για ελευθερία. Έτσι στις 21 Μαρτίου 1544 καίγεται στην πυρά ο Μιχαήλ εξ Αγράφων (κοσμικό όνομα Μιχαήλ Μαυρουδής, από τη Γρανίτσα Ευρυτανίας), που ήταν εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη, νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.
Ακολουθεί στις 6 Ιουλίου 1566 ο εικοσιδυάχρονος τότε Κύριλλος στην πλατεία Ιπποδρομίου ακριβώς έξω από την Εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Παράλληλα άλλοι Χριστιανοί με την προβολή του ασκητικού τους παραδείγματος, με το κήρυγμα και την οσιότητά τους, ανανέωσαν τη διδασκαλία του Χριστιανισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο όσιος Νικάνωρ, που ξεκίνησε από τη μακεδονική πρωτεύουσα και αφού περιόδευσε σε πολλά μέρη έφτασε στο Καλλίστρατο όρος της Δ. Μακεδονίας, όπου έχτισε τη μονή Μεταμορφώσεως (Ζάβορδας), όπου και ασκήτεψε.
Ο Εβλιγιά Τσελεμπή στη Θεσσαλονίκη (17ος αι.)
Στα μέσα του 17ου αιώνα, πέρασε από τη Θεσσαλονίκη ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την πόλη.
Σύμφωνα με τον Τσελεμπή, η Θεσσαλονίκη είναι πυκνοκατοικημένη, οι Τούρκοι διατηρούν σ’ αυτήν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, ενώ τα τείχη της έχουν περίμετρο 3 μίλια και 5 πύλες. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του δημοτικού άρχοντα (σεχίρ εμινί) και του κεχαγιά της πόλης, είχε 33.060 σπίτια. Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν 48 συνοικίες Τούρκων, 56 συνοικίες Εβραίων και 16 συνοικίες Ελλήνων, Αρμενίων κλπ.
Οι ελληνικές εκκλησίες ήταν περίπου 30, μικρές, όσες δεν τις είχαν κατασχέσει οι Τούρκοι. Υπήρχαν ακόμα μία ανδρική μονή (των Βλατάδων) και πέντε γυναικείες, με 100 περίπου μοναχές στην καθεμιά. Υπήρχαν ακόμα 36 μεγάλες συναγωγές και πολλές μικρές και 48 τζαμιά. Στην πόλη, υπήρχε αξιόλογη πνευματική κίνηση και σπουδαίοι επιστήμονες, όπως γιατροί. Ανάμεσά τους, ο άριστος χειρούργος, Ισπανοεβραίος, κατά πάσα πιθανότητα, Ελεμόνια.
Το κήρυγμα του Σαμπατάι Σεβή και η απήχησή του στη Θεσσαλονίκη.
Το 1655, η ηρεμία της Θεσσαλονίκης, κυρίως της εβραϊκής κοινότητας, διαταράχθηκε από το μεσσιανικό κήρυγμα του Σαμπατάι Σεβή, ο οποίος είχε γεννηθεί και μορφωθεί στη Σμύρνη. Αυστηρός ασκητής και μυστικιστής, φαντάστηκε και έπεισε τον εαυτό του, ότι ήταν ο Μεσσίας. Το κήρυγμά του βρήκε μεγάλη απήχηση στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης στην οποία ταξίδεψε. Οι Οθωμανοί θορυβήθηκαν, τον συνέλαβαν, τον φυλάκισαν αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια τον πήγαν στον σουλτάνο στην Αδριανούπολη. Τότε αυτός, για να μην θανατωθεί, ασπάστηκε τον μωαμεθανισμό (1666).
Το παράδειγμά του, ακολούθησαν πολλές χιλιάδες Εβραίων και ιδιαίτερα πλούσιων και επιφανών οικογενειών της Θεσσαλονίκης. Έτσι, δημιουργήθηκε μια ιδιότυπη κοινότητα, οι ιουδαιομουσουλμάνοι, γνωστοί κυρίως με το τουρκικό όνομα. Ντονμέδες (donme=αποστάτες).
Στη Θεσσαλονίκη, αυτοί ήταν περίπου 15-16 χιλιάδες.
Οι απόγονοί τους, το 1923 με την ανταλλαγή την πληθυσμών, εγκατέλειψαν την πόλη ως Τούρκοι.
Σταδιακά, αρχίζει η οικονομική παρακμή των Εβραίων αλλά και των Βενετών (ιδιαίτερα μετά την άλωση του Χάνδακα (Ηράκλειου) της Κρήτης το 1669 και των Γάλλων. Οι Έλληνες επωφελούνται και σιγά σιγά αρχίζουν αυτοί να κινούν τα ηνία του εμπορίου.
Μετά την άλωση της Κρήτης, αρχίζει σταδιακά η παρακμή της αυτοκρατορίας, ενώ κλέφτες και αρματολοί βρίσκονται σε αναβρασμό. Ιδιαίτερα, η περιοχή του Όλυμπου και του Βέρμιου, βρίσκονται ουσιαστικά έξω από τον οθωμανικό έλεγχο. Οι τουρκικές αντιδράσεις (εκτελέσεις επαναστατών, φορολογία, παιδομάζωμα κλπ), αποδείχτηκαν μάταιες. Όπως γράφει ο Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος: «Η ψυχολογία των Ελλήνων κατοίκων της πόλης (ενν. της Θεσσαλονίκης) είναι επίσης προσανατολισμένη προς την απελευθέρωσή τους».
Η Θεσσαλονίκη τον 18ο αιώνα
Από τις αρχές του 18ου αιώνα, η Θεσσαλονίκη αποκτά διαρκώς μεγαλύτερη εμπορική κίνηση. Εκτός από τους Γάλλους, που είχαν ήδη πρόξενο στην πόλη, το ίδιο κάνουν και οι Άγγλοι το 1718. Ο Γάλλος περιηγητής Paul Lucas, αναφέρει ότι στους δρόμους της πόλης, ακούγονται διάφορες γλώσσες: ελληνικά, τουρκικά, αρβανίτικα, βλάχικα, ισπανικά, γαλλικά κλπ.
Οι ιησουίτες εφημέριοι των Γάλλων προξένων, όσο και οι μισιονάριοι (ιεραπόστολοι), επιδίδονται με ζήλο στην προσπάθεια προσηλυτισμού στον καθολικισμό Ελλήνων και Αρμενίων.
Σταδιακά, αρχίζει να δημιουργείται η γαλλική παροικία της Θεσσαλονίκης. Οι Γάλλοι, γύρω στα 30 άτομα, χτίζουν νέα, μεγάλη και ευρύχωρη εκκλησία, το ναό του Αγίου Λουδοβίκου, στην ίδια περίπου θέση με τη σημερινή. Στα μέσα του 18ου αιώνα, ιδρύεται έτσι και ο «φραγκομαχαλάς» στην περιοχή «Malta-Saray», κοντά στην περιοχή όπου από το 1277 υπήρχε η συνοικία των Βενετών.
Από τα μέσα του 18ου αιώνα η εμπορική κίνηση στη Θεσσαλονίκη μεγαλώνει πάρα τις αυθαιρεσίες και τις διώξεις των οθωμανικών αρχών και των γενίτσαρων σε βάρος των Ελλήνων, των Εβραίων και των Ντονμέδων, αλλά και τη δράση των πειρατών του Αιγαίου. Η Θεσσαλονίκη γίνεται σταδιακά το εμπορικό κέντρο, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά ολόκληρων των Βαλκανίων. Η πόλη την εποχή αυτή (β’ μισό 18ου αιώνα), έχει 60-70 χιλιάδες κατοίκους: Έλληνες,Τούρκους, Εβραίους και Αλβανούς. Στα τέλη του 18ου αιώνα, οι Έλληνες επωφελούμενοι από τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), βελτιώνουν διαρκώς την οικονομική τους θέση. Πολλοί Έλληνες έρχονται στην πόλη από τις γειτονικές περιοχές της Μακεδονίας, αλλά και από τις νοτιότερες πόλεις της Ελλάδας. Το τυραννικό καθεστώς του Αλή Πασά, οδηγεί πολλούς υπηκόους του στη «νύμφη του Θερμαϊκού» Στα τέλη του 18ου αιώνα, λειτουργεί στην πόλη «Ελληνομουσείον», που διευθύνει για 12 χρόνια ο Αθανάσιος ο Πάριος. Η νεοσχηματιζόμενη ελληνική αστική τάξη, εκδηλώνει την οικονομική της ευρωστία με ζωηρό ενδιαφέρον για τα ζητήματα της ελληνικής κοινότητας, με δωρεές για την ανακαίνιση των εκκλησιών κλπ. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους, κατέχει ο Ιωάννης Γούτας Καυταντζόγλου, πλούσιος και επιφανής πρόκριτος ο οποίος το 1786 έγινε επίτροπος της Μονής Βλατάδων την οποία και ανακαίνισε. Ο Γάλλος πρόξενος στη Θεσσαλονίκη το 1792 Beaujour, δείχνει το μίσος του εναντίον των Ελλήνων και των Εβραίων, που είχαν υποσκελίσει τους συμπατριώτες του στο εμπόριο, μετά τους ναπολεόντειους πολέμους και τον αγγλογαλλικό ανταγωνισμό. Οι Εβραίοι, κατά τον Beaujour, ήταν κοσμοπολίτες και λιγότερο δεμένοι με τη γη απ’ ότι οι Έλληνες, που θεωρούν την Ελλάδα πατρίδα τους και τους Τούρκους φορτικούς και περαστικούς κατακτητές. «Αξίζει να υπογραμμιστούν οι τελευταίες αυτές παρατηρήσεις του Beaujour, που μαρτυρούν την αξερίζωτη πίστη των Ελλήνων της Μακεδονίας, όπως και των άλλων ελληνικών χωρών, στη μελλοντική τους υποκατάσταση», γράφει ο Απόστολος Ε.. Βακαλόπουλος.
Μετά το τέλος των ναπολεόντειων πολέμων (1814), η ειρήνη επανήλθε και το εμπόριο άρχισε ξανά ν’ ανθίζει στην Ευρώπη. Πολλοί ξένοι εγκαθίστανται στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 18ου-αρχές του 19ου αιώνα.
Ωστόσο, ο σπόρος της Φιλικής Εταιρείας βρίσκει και στη «νύμφη του Θερμαϊκού» γόνιμο έδαφος. Οι επαναστατικές ζυμώσεις των Ελλήνων, δεν ξεφεύγουν από τις οθωμανικές αρχές, που τις παρακολουθούν στενά.
Για να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες της πόλης, φυλακίζουν στον Λευκό Πύργο (Κανλή Κουλέ δηλ. «Πύργο του Αίματος» τότε) ορισμένους, ακόμα και για ασήμαντα πράγματα. Επειδή π.χ. δεν χαιρέτησαν τον Γιουσούφ μπέη.
Ακόμα και ο Χαϊρουλάχ, ένας έντιμος μουσουλμάνος δικαστής της Θεσσαλονίκης, φυλακίστηκε για λίγο καιρό στον Λευκό Πύργο, με τον οποίο θα ασχοληθούμε εκτενώς σε άρθρο μας τις προσεχείς ημέρες, το 1821 γιατί ήταν ιδιαίτερα επιεικής προς τους Χριστιανούς! Μπορεί η Θεσσαλονίκη, να μην απελευθερώθηκε με την Επανάσταση του 1821 και να μην εντάχθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος το 1830. Αυτό έγινε, όπως είναι γνωστό, στις 26 Οκτωβρίου 1912.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν ως την απελευθέρωσή της η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή και αποτέλεσε «μήλο της έριδας» μεταξύ Ελλήνων, Βούλγαρων, Σέρβων κ.ά.
Η ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος, αποκατέστησε την τάξη, κάτι που δεν είχε γίνει 80 χρόνια νωρίτερα. Και στον Λευκό Πύργο, τοπόσημο της πόλης, κυματίζει εδώ και 107 χρόνια η γαλανόλευκη, γιατί Θεσσαλονίκη και Μακεδονία είναι Ελλάδα και γιατί Ελλάδα δεν νοείται χωρίς Θεσσαλονίκη και Μακεδονία…
Βασική πηγή μας για το άρθρο αυτό, ήταν το βιβλίο του Απόστολου Ε. Βακαλόπουλου «Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ. -1983», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Κ. & Μ. ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1983.
Χρησιμοποιήσαμε επίσης το βιβλίο PIRI REIS «BAHRIYE-ΚΑΤΑΚΤΗΤΙΚΗ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ (1521)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΛΕΘΡΙΟΝ, απ’ όπου και οι περισσότερες από τις σπάνιες εικόνες της Θεσσαλονίκης που βλέπετε στο άρθρο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα