Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις τη δεκαετία του 1980 και ο μητροπολίτης Σεβαστιανός

Η “περίεργη” έκθεση Αβέρωφ για το βορειοηπειρωτικό (1945) που είδε το φως της δημοσιότητας το 1978
- Ο θάνατος του Τίτο και τα πρώτα σημάδια διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας
- Το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία
- Η πολιτική του Α. Παπανδρέου απέναντι στην Αλβανία
- Ο μητροπολίτης Σεβαστιανός: ένθερμος πατριώτης ή εθνικιστής;

Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους των ελληνοαλβανικών σχέσεων, ήταν αναμφίβολα η δεκαετία του 1980. Άλλωστε, η συγκεκριμένη δεκαετία ήταν γενικότερα περίοδος κοσμογονικών εξελίξεων, ειδικά στο λυκόφως της. Ο θάνατος του Τίτο (1980), που σήμανε την αρχή του τέλους της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, ο θάνατος του Ενβέρ Χότζα (1985), οι θεαματικές αλλαγές στην ΕΣΣΔ, η πτώση του τείχους του Βερολίνου (1989) και η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, έφεραν τα πάνω κάτω όχι μόνο στα Βαλκάνια και την Ευρώπη, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Με τις σχέσεις Ελλάδας και Αλβανίας από τα τέλη της δεκαετίας του ‘70 ως τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο, ελπίζοντας ότι θα ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα και για μερικά επιμέρους ζητήματα, που όμως έχουμε δει σε σχόλια αναγνωστών, απασχολούν ευρύτερα την κοινή γνώμη. Παράλληλα, θα ασχοληθούμε και με τον αοίδιμο Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανό, ο οποίος λειτουργούσε ως ένας άτυπος αρχηγός των Βορειοηπειρωτών και θα δούμε κατά πόσες ενέργειές του ήταν αποτελεσματικές ή ατελέσφορες.

Να σημειώσουμε εδώ, ότι σχεδόν όλα τα στοιχεία, προέρχονται από το βιβλίο του Διδάκτορα Ιστορίας του ΑΠΘ Σταύρου Γ. Ντάγιου “ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ”, εκδόσεις LITERATUS 2015. Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Ντάγιο για την άδεια που μας παραχώρησε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το βιβλίο του. Κάποια στοιχεία, που βλέπουν για πρώτη φορά, πιθανότατα, το φως της δημοσιότητας, είναι γνωστά σε μας λόγω καταγωγής από το ακριτικό Πωγώνι του νομού Ιωαννίνων.

Η έκθεση Αβέρωφ (1945) και η δημοσίευσή της το 1978

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ Τοσίτσας (1910-1990), γεννήθηκε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας, καταγόταν όμως από την ιστορική οικογένεια του Μετσόβου. Από το 1946, που εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων, ως τον θάνατό του, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή. Από το 1974 ως το 1981, διετέλεσε Υπουργός Εθνικής Άμυνας και από το 1981 ως το 1984, υπήρξε πρόεδρος της Ν.Δ. Όταν το περιοδικό “Αντί” σε δύο τεύχη του (105, 12/8/1978 και 107, 9/9/1978), δημοσίευσε μια (ετεροχρονισμένη) έκθεσή του για το Βορειοηπειρωτικό (Πα/225/3-2-1945, της 3ης Φεβρουαρίου 1945), την οποία είχε στείλει από τη Ρώμη προς το ΓΕΣ, υπό την ιδιότητά του ως “κατ’ απονομήν” επικούρου υποπλοιάρχου ΠΝ που υπηρετούσε τότε στην Ιταλία στη Διασυμμαχική Επιτροπή (Ελληνική Υποεπιτροπή Εκτοπισθέντων Προσώπων), ξέσπασε σάλος, καθώς υιοθετούσε πολλές από τις αλβανικές θέσεις για τη Βόρειο Ήπειρο και μάλιστα σε μία εποχή, στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που η χώρα μας σκόπευε να θέσει θέμα Βορείου Ηπείρου στις διεθνείς διασκέψεις που θα ακολουθούσαν. Ας δούμε μερικά αποσπάσματα της έκθεσης αυτής “... οι ελληνόφωνοι της Αλβανίας, αποτελούν μια μικρή διεσπαρμένη μειοψηφία, μία αναλογία μικρή, αποκλείουσα την εθνικολογικήν βάσιν των διεκδικήσεών μας... Υπάρχουν πολλοί Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, οι οποίοι με φανατισμό μάλιστα, υπεστήριζαν ότι μόνον η γλώσσα τους είναι ελληνική, ενώ οι ίδιοι αισθάνονται σαν γνήσιοι Αλβανοί... Το ελληνόφωνον στοιχείον της Αλβανίας, όχι απλώς δεν καταπιέζεται, αλλά και ουδόλως επιθυμεί την ένωσιν με την Ελλάδα....

Κατά τους Αλβανούς, οι εκ των ορθοδόξων της Ν. Αλβανίας (Β. Ήπειρος), έχοντες την ελληνικήν μητρικήν γλώσσαν, ανέρχονται εις 26-30 χιλιάδες ψυχών.

Κατά δε τους ημετέρους τους γνωρίζοντες τα πράγματα, ούτοι ανέρχονται εις 60 χιλιάδες ψυχών... Η Ελλάς κινδυνεύει να χαρακτηρισθεί η χώρα με πείσμονας ιμπεριαλιστικάς βλέψεις, αν συνεχίσει να διεκδικεί την Βόρειον Ήπειρον, έστω και αν μας παραχωρείτο υπό των μεγάλων συμμάχων μας”.

Φυσικά, η δημοσίευση της έκθεσης αυτής, προκάλεσε σφοδρότατες αντιδράσεις. Ο Ε. Αβέρωφ, δήλωσε αρχικά σε επιστολή του, ότι δεν έβρισκε την έκθεση αυτή στα αρχεία του, αλλά αργότερα τόνισε ότι την είχε συντάξει ο ίδιος από πληροφορίες που είχε συλλέξει από Αλβανούς...

Οι βορειοηπειρωτικοί σύλλογοι, χαρακτήρισαν το έγγραφο αυτό κατάπτυστο και προδοτικό, ενώ τον Αβέρωφ ψευδολόγο, κυνικό, οπορτουνιστή και αδίστακτο δημοκόπο, όργανο των Άγγλων και των Αλβανών και την έκθεσή του ψευδή και παραπλανητική.

Στην έκθεση αυτή τόνιζαν, προδίδεται, συκοφαντείται και υβρίζεται το ελληνικό στοιχείο της Βορείου Ηπείρου, ενώ οι ομογενείς της Αμερικής τόνιζαν ότι επηρέασε αρνητικά όλη τη μεταπολεμική πολιτική της Ελλάδας στο Βορειοηπειρωτικό.

Ο πρώην πρόεδρος της ΠΟΑΚ(Α) (Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αμερικής και Καναδά) Βασίλης Φώτος, χαρακτήρισε τον Αβέρωφ “ψυχρό, αδιάφορο και ανάλγητο προς το δράμα των Βορειοηπειρωτών, νεκροθάφτη των εθνικών δικαίων, ασεβή προς τις θυσίες και τους ασίγαστους αγώνες των Βορειοηπειρωτών για να την αποτίναξη του ξένου ζυγού”. Ο Φώτος θεωρούσε την έκθεση βδελυρό ψέμα την οποία “δεν θα ετόλμα να συντάξει ούτε ο πιο φανατικός Αλβανός”.

Η εφημερίδα “National Herald”, φιλοξένησε συνέντευξη του Παναγιώτη Σίλη (30/8/1978), Βορειοηπειρώτη που είχε “δραπετεύσει” από την Αλβανία, που κατηγόρησε τον Αβέρωφ ότι όλα όσα ανέφερε στην έκθεση ήταν ψευδή και ανυπόστατα. Το θέμα είχε φέρει στη Βουλή, ο τότε βουλευτής Ηρακλείου της ΕΔΗΚ Κωνσταντίνος Μπαντουβάς.

Δεν γνωρίζαμε την έκθεση Αβέρωφ και μας προκάλεσαν δυσάρεστη έκπληξη, όσα διαβάσαμε σ’ αυτή. Ο Σταύρος Ντάγιος γράφει:

“Είναι προφανές ότι η έκθεση του Αβέρωφ δεν είναι αντικειμενική, αλλά ούτε και πατριωτική και, ασφαλώς, έπαιξε ρόλο στις επιλογές της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας. Το έγγραφο αυτό προκάλεσε και εξακολουθεί να προκαλεί ερωτηματικά και αγανάκτηση στον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό για έναν πολιτικό ο οποίος άσκησε επί σειρά χρέη υπουργού Εξωτερικών και χειρίστηκε αποκλειστικά τα ελληνοαλβανικά.

Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις τη δεκαετία του 1980

Ο Τίτο, ηγέτης της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, το 1978 σε μία ολιγόλεπτη τηλεοπτική του συνέντευξη, εμφανίστηκε ασθενής και καταβεβλημένος. Δήλωσε ότι θα διαψευστούν οικτρά όσοι προβλέπουν διάλυση της Γιουγκοσλαβίας μετά τον θάνατό του, καθώς η χώρα του ήταν μεγάλη, εξοικειωμένη με τους πολέμους και είχε στρατό από 8.000.000 ένοπλους άνδρες, που μπορούσαν να αποκρούσουν κάθε εισβολή από τη Σοβιετική Ένωση. Βέβαια, δεν φανταζόταν ότι ο εχθρός βρισκόταν στη Δύση και όχι στον Βορρά...

Στις 4 Μαΐου 1980, ο Τίτο πέθανε σε ηλικία 88 ετών. Τον Δεκέμβριο του 1980, η Πολωνία προκαλούσε τριγμούς στο ανατολικό μπλοκ, καθώς εργάτες, αγρότες και φοιτητές ενώθηκαν στο κίνημα του Λεχ Βαλέσα και αμφισβήτησαν ανοιχτά το κρατικό καθεστώς.

Απ' τον Ιούλιο του 1978, είχαν διαρραγεί οι σχέσεις Αλβανίας-Κίνας. Η ασιατική χώρα, ανέστειλε την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την Αλβανία και ανακάλεσε τους ειδικούς που είχε στείλει σ’ αυτή και ήταν περισσότεροι από 500 άτομα.



Τον Μάρτιο του 1981, ξέσπασαν εκτεταμένες αλυτρωτικές ταραχές στο Κόσοβο, που αποτελούσαν το πρελούδιο για ότι θα ακολουθούσε. Το Βελιγράδι, κατηγορούσε ευθέως τα Τίρανα, ότι βρίσκονται πίσω τις ταραχές αυτές. Άλλωστε από τη δεκαετία του ‘60, Αλβανοί μυστικοί πράκτορες δρούσαν στο Κόσοβο και Γιουγκοσλάβοι πράκτορες στην Αλβανία.

Η εσωτερική κατάσταση στην Αλβανία, σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ήταν τραγική. Ο Χότζα εφάρμοζε το πιο σκληρό σταλινικό και δογματικό πρότυπο και στην οικονομία το πιο αντιπαραγωγικό, ενώ η χώρα του παρέμενε ερμητικά απομονωμένη απ΄τον υπόλοιπο κόσμο.

Στις 17 Δεκεμβρίου 1981, ο Μεχμέτ Σέχου πρωθυπουργός της Αλβανίας, αυτοκτόνησε σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή. Η σύλληψη της συζύγου του και άλλων συγγενών του όμως στη συνέχεια και οι διώξεις στενών συνεργατών του, καθώς και η μετά θάνατον ανακήρυξή του ως ενός “από τους πιο επικίνδυνους προδότες και εχθρούς της χώρας του”, μάλλον επιβεβαιώνουν τις εικασίες ότι ο Σέχου δολοφονήθηκε με εντολή του Χότζα...

Στις 18 Οκτωβρίου 1981, ανέβηκε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο πρωθυπουργός, τότε, της Αλβανίας Σέχου, απέστειλε ένα θερμό χαιρετιστήριο τηλεγράφημα στον Έλληνα ομόλογό του, στο οποίο χαρακτήριζε “καλή ευκαιρία” την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Η τοποθέτηση του Ηπειρώτη Κάρολου Παπούλια στη θέση του Υφυπουργού Εξωτερικών και η ανάθεση σ’ αυτόν των εληνοαλβανικών θεμάτων, δημιουργούσαν πρόσθετες ελπίδες.

Ωστόσο, τα Τίρανα βρήκαν ευκαιρία να πιέσουν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για την άρση του εμπόλεμου καθεστώτος μεταξύ των δύο χωρών. Σκέψεις για να αρθεί το εμπόλεμο, είχαν γίνει από την κυβέρνηση. Καραμανλή το 1979. Αυτό προσέκρουε στην άρνηση του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Τσάτσου, αλλά και στην άρνηση άλλων στελεχών της ΝΔ και της τότε ΚΥΠ.

Στα τέλη Μαΐου 1981, η “Καθημερινή” αποκάλυψε ότι Αλβανοί διπλωμάτες και ύποπτοι πολιτικοί παράγοντες στις Η.Π.Α., διακινούσαν χάρτη με τη Μεγάλη Αλβανία, όπου εκτός από το Κόσοβο περιλάμβανε και “κατεχόμενες από την Ελλάδα” περιοχές από την Πρέβεζα ως τη Φλώρινα! Ανάμεσα τους, φυσικά, τα Γιάννενα, η Ηγουμενίτσα, η Κόνιτσα και η λεγόμενη “Τσαμουριά”

Οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινής γνώμης ήταν έντονες. Τα Τίρανα αρνήθηκαν οποιαδήποτε εμπλοκή και κατηγόρησαν το Βελιγράδι για προβοκάτσια. Η αλβανική Πρεσβεία στην Αθήνα, τον Μάιο του 1981, σε συνέντευξη Τύπου, τόνισε ότι η Αλβανία δεν είχε εδαφικές διεκδικήσεις από την Ελλάδα και ποτέ δεν δημοσίευε χάρτη με αλυτρωτικό περιεχόμενο. Όμως, η κοινή γνώμη στη χώρα μας δεν πείστηκε. Στη Φλώρινα, τον Ιούλιο του 1981, έγινε ογκώδες συλλαλητήριο ενώ η ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, εξέδωσε ψήφισμα συμπαράστασης προς τους υπόδουλους αδελφούς της Βορείου Ηπείρου. Στις 3 Μαρτίου 1982, έγινε μεγάλη διαδήλωση και πορεία προς την αλβανική πρεσβεία. Ωστόσο, ο Κάρολος Παπούλιας, το 1982 δήλωνε ότι οι συνθήκες άρσης του εμπολέμου είχαν ωριμάσει.

Σε συνάντησή του με τον Αλβανό πρέσβη στην Αθήνα Ξενοφώντα Νούση, ζήτησε το άνοιγμα του μεθοριακού σταθμού της Κακαβιάς, ενώ ο Νούση(ς), την άρση του εμπολέμου. Ο Κ. Παπούλιας, τόνισε ότι “προς το παρόν”, η ελληνική κυβέρνηση αδυνατούσε να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια γιατί θα προκαλούσε την κοινή γνώμη.

Τον Φεβρουάριο του 1984, με αφορμή τα 70 χρόνια από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βορείου Ηπείρου, έγιναν στην Αθήνα πάνδημο συλλαλητήριο και μεγαλειώδης πορεία προς την αλβανική πρεσβεία, με σταυρωμένη μια νεαρή (αλληγορικά για τη Β. Ήπειρο).

Παράλληλα βορειοηπειρωτικές οργανώσεις (ΚΕΒΑ και ΣΦΕΒΑ), διοργάνωναν συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια.

Επίσης, πολιτικοί πρόσφυγες από την Αλβανία και Βορειοηπειρώτες έκαναν απεργία πείνας απέναντι από την αλβανική πρεσβεία, προκαλώντας όξυνση στις σχέσεις των δύο χωρών.

Η επίσκεψη του Αλβανού υφυπουργού Εξωτερικών Muhamet Kapllani στην Αθήνα, τον Ιούνιο του 1984, δεν είχε ουσιαστικά αποτελέσματα. Τον Δεκέμβριο του 1984, επισκέφθηκε τα Τίρανα, ως Αναπληρωτής ΥΠΕΞ πλέον, ο Κάρολος Παπούλιας.

Πήγε ακόμα στο Μπεράτι, το Αργυρόκαστρο και τους Άγιους Σαράντα. Η ελληνική αντιπροσωπεία κατέθεσε στεφάνι στην Πρεμετή, στο ύψωμα 731, όπου είχαν γίνει το 1941 σφοδρές μάχες με τους Ιταλούς.

Στις 12 Ιανουαρίου 1985, παρουσία 4.000 Ελλήνων και Αλβανών πολιτών, άνοιξε η συνοριακή διάβαση της Κακαβιάς. Το άνοιγμα ωστόσο, ήταν τυπικό, ως το 1981. Το 1985, επισκέφθηκαν την Αλβανία 1.326 Έλληνες, το 1986 4.718 και τους πρώτους εφτά μήνες του 1987, 5.447. Αντίθετα, το 1980 είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα 7 άτομα από την Αλβανία, το 1983 42 άτομα, το 1984 87 άτομα, το 1985 301, το 1986 535 και τους πρώτους επτά μήνες του 1987, 522.

Στις 28 Αυγούστου 1987 με “πράξη” του Υπουργικού Συμβουλίου, η ελληνική κυβέρνηση ήρε τον νόμο περί εμπολέμου και αποχαρακτήρισε την Αλβανία ως εχθρικό κράτος, αφού η συντήρηση της “παράδοξης” αυτής πράξης αποτελούσε τροχοπέδη στην ταχύτερη και ανεμπόδιστη πρόοδο και ανάπτυξη των σχέσεων των δύο χωρών. Το γεγονός αυτό, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα. Ο τότε αρχηγός της ΝΔ και επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, χαρακτήρισε πράξη εθνικής μειοδοσίας την άρση του εμπολέμου, η οποία δεν δεσμεύει τον ελληνικό λαό που θα συνέχιζε την αμέριστη συμπαράστασή του προς τους δοκιμαζόμενους Βορειοηπειρώτες αδελφούς.

Στο μεταξύ στις 11 Απριλίου 1985, είχε πεθάνει ο Ενβέρ Χότζα. Ο διάδοχός του Ραμίζ Αλία (1925-2011), συνεργάτης και συγγενής του εξ αγχιστείας, αποδείχτηκε “πολύ λίγος”. Στις 2 Ιουλίου 1990, χιλιάδες Αλβανοί, ζήτησαν πολιτικό άσυλο στις δυτικές πρεσβείες. Η εφημερίδα Bashkimi τους χαρακτήρισε χούλιγκαν! Τον Δεκέμβριο του 1990, εξεγέρθηκαν οι φοιτητές στην Αλβανία. Μαζί τους, ενώθηκαν οι ανθρακωρύχοι της Βαλίας, που ζητούσαν το τέλος του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Εσπευσμένα, η 5η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΕΑ Αλβανίας, σε έκτακτη συνεδρίαση, αποφάσισε να επιτρέψει την ίδρυση ανεξάρτητων πολιτικών σχηματισμών. Στις 14 Δεκεμβρίου 1990, ιδρύθηκε το πρώτο αντιπολιτευτικό κόμμα στην Αλβανία. Το Δημοκρατικό Κόμμα, με αρχηγό τον Σαλί Μπερίσα, που κέρδισε τις εκλογές της 22/3/1992, δίνοντας ένα τέλος στην μακρόχρονη κυριαρχία του κομμουνισμού στην Αλβανία.



Ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός

Φυσικά, η κατάσταση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, δεν βελτιώθηκε ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1980. Διώξεις, φυλακίσεις, ηλεκτροφόρα σύρματα στα σύνορα και χωρικοί που δούλευαν στα χωράφια, υπό το άγρυπνο βλέμμα και τα όπλα των Αλβανών στρατιωτών (Πωγώνι, Κακαβιά κλπ.)

Στις 10/7/1981, πέθανε στις αλβανικές φυλακές Μπουρελίου ο Γιάννης Κόλλιας από την Κουλουρίτσα της Δρόπολης. Εξέτιε ποινή φυλάκισης 15 ετών, από τις 10/3/1979, γιατί σύμφωνα με καταγγελία πράκτορα της μυστικής υπηρεσίας Sigurimi, έκανε τον σταυρό του! Το σώμα του δεν δόθηκε στους δικούς του για να ταφεί, επειδή όπως τους είπαν οι Αλβανοί, έπρεπε πρώτα, ο νεκρός να εκτίσει την ποινή του!!! Το 1987,Αλβανοί συνοριοφύλακες σκότωσαν στο Αργυρόκαστρο τον Σπύρο Κόκκολη και έδεσαν το άψυχο σώμα του σε τρακτέρ για παραδειγματισμό...

Την 1/10/1989 τα αδέλφια Γιώργος, Κώστας, Τάκης και Οδυσσέας Πράσσος, από το χωριό Πέπελη της Β. Ηπείρου, με γνωστό και στους Πωγωνήσιους μοναστήρι, προσπαθούσαν να διαφύγουν στην Ελλάδα. Συνελήφθησαν όμως κοντά στο χωριό Γριάσδιανη. Ξυλοκοπήθηκαν ανηλεώς, δέθηκαν απ’ τον λαιμό με τριχιά, δέθηκαν σε τρακτέρ και περιφέρονταν στους δρόμους, υποχρεώνοντας τους απλούς πολίτες να τους χτυπάνε. Δύο από τα τέσσερα αδέλφια, έχασαν τη ζωή τους...

Τη δεκαετία του 1980, ηγετική θέση στον βορειοηπειρωτικό αγώνα, από το ελληνικό βέβαια έδαφος, ανέλαβε ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός. Γεννήθηκε στα Καλογριανά Καρδίτσας στις 20 Ιουνίου του 1922. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σωτήριος Οικονομίδης. Φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 1957 ως το 1967, διετέλεσε ιεροκήρυκας της Μητρόπολης Ιωαννίνων. Το 1967, εκλέχθηκε Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης. Το 1982, ίδρυσε τη Συντονιστική φοιτητική Ένωση Βορειοηπειρωτικού Αγώνα (ΣΦΕΒΑ), την οποία στη συνέχεια ενίσχυσε οικονομικά. Το 1983, απευθύνθηκε στις Μεγάλες Δυνάμεις, ζητώντας τη βοήθειά τους για το Βορειοηπειρωτικό. Καταδίκαζε τις ενέργειες Παπούλια, ενώ ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μητρόπολης από την Κόνιτσα, εμψύχωνε τους ομογενείς στη Β. Ήπειρο. Το 1984, επισκέφθηκε τις Η.Π.Α. για να προβάλλει τις θέσεις του ως «μικρός εθνάρχης της Βορείου Ηπείρου», όπως τον αποκαλούσε η ΠΟΑΚ. Δήλωνε («Καθημερινή», 1/10/1984), ότι δέχεται μόνο τη μεταφορά της έδρας της Μητρόπολής του, από την Κόνιτσα στο Αργυρόκαστρο. Παράλληλα, τέθηκε θέμα ασφάλείας του, καθώς υπήρχαν πληροφορίες ότι Αλβανοί πράκτορες είχαν εντολή να τον δολοφονήσουν, κάτι που ο Χότζα διέψευσε κατηγορηματικά. Επισκέφθηκε το Αμερικανικό Κογκρέσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καταγγέλλοντας τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Βορειοηπειρωτών. Το 1987, ίδρυσε τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βορειοηπειρωτικού Αγώνα (ΠΑΣΥΒΑ), με έδρα την Κόνιτσα. Στο ακριτικό χωριό Ζάβροχο του Πωγωνίου, φρόντισε να υψωθεί ένας τεράστιος μαρμάρινος σταυρός για να τον βλέπουν οι Βορειοηπειρώτες. Ο σταυρός φωτιζόταν στη διάρκεια της νύχτας και υπάρχει μέχρι σήμερα. Στο ίδιο χωριό, τοποθέτησε μεγάφωνα, για να ακούνε οι «σκλαβωμένοι αδελφοί μας στη Β. Ήπειρο», όπως έλεγε, τις θείες λειτουργίες, ιδιαίτερα τη λειτουργία το βράδυ της Ανάστασης. Μετά το άνοιγμα των συνόρων, αγωνίστηκε για την παραμονή των Βορειοηπειρωτών στις εστίες τους. Κομμουνιστικά σωματεία και οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ στην Κόνιτσα τον αποκαλούσαν «εγκληματία ρασοφόρο» και ο «Ριζοσπάστης», «άγιο του μίσους». Η «Ελευθεροτυπία» χαρακτήριζε τις διαδηλώσεις των Βορειοηπειρωτών «πεζοδρομιακή οχλαγωγία». Ο Σεβαστιανός, απεβίωσε στις 12 Δεκεμβρίου 1994 και τάφηκε στην Ιερά Μονή Μολυβδοσκέπαστου Κονίτσης. Ανδριάντας του βρίσκεται στην Κόνιτσα και προτομή του στην Αθήνα.

Πηγές: ΣΤΑΥΡΟΣ Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ, «ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ» 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ», εκδόσεις LITERATUS 2015.
ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, «ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ, η συνεχιζόμενη ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ε. ΡΗΓΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr