Πούλιτζερ: Η «φούσκα» των αδειών ταξί στη Νέα Υόρκη και ο ρεπόρτερ που «έδειξε» τους υπεύθυνους
05.05.2020
12:58
Τρία χρόνια μετά την πρόσληψή του στους New York Times, ο Μπράιαν Ρόζενθαλ τιμήθηκε με το πολυπόθητο βραβείο
Πριν τέσσερις ημέρες, την 1η Μαϊου του 2020, ο Μπράιαν Ρόζενθαλ «έκλεισε» τρία χρόνια εργασίας στους New York Times. «Ξέρω ότι ο χρόνος φαίνεται πλέον να μην έχει σημασία, αλλά μερικές στιγμές αξίζει ακόμα να τις θυμόμαστε», έγραψε στο Twitter o νεαρός ρεπόρτερ, πού μόλις μερικά 24ωρα αργότερα έμελλε να κερδίσει τη μεγαλύτερη διάκριση που ονειρεύεται κανείς στον συγκεκριμένο επαγγελματικό χώρο: το Πούλιτζερ ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Το πολυπόθητο βραβείο δεν ήταν κάτι που απλώς «έπεσε» ουρανοκατέβατο στα χέρια του Ρόζενθαλ αλλά αποτελεί προϊόν πολλών μηνών εργασίας και επίπονης έρευνας, η οποία μεταφράστηκε σε μια σειρά αποκαλύπτικών άρθρων στους New York Times. Τα άρθρα αυτά περιέγραφαν στο πώς τα ριψοκίνδυνα δάνεια που χορηγήθηκαν με τη μεσολάβηση μιας μικρής ομάδας ιδιοκτητών medallion (μεταφερόμενων αδειών ταξί) οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή χιλιάδες ευαλωτους οδηγούς, στην πλειοψηφία τους μετανάστες, ενώ ταυτόχρονα απέφεραν τεράστια κέρδη στις τράπεζες, στις εισπρακτικές εταιρείες και τους ιδιοκτήτες στόλων ταξί. Εκατοντάδες «θύματα» αυτής της πελώριας οικονομικής «φούσκας» οδήγήθηκαν σταδιακά στην απόγνωση, τη χρεοκοπία ή ακόμα και την αυτοκτονία όταν αυτή τελικά «έσκασε», αφού βρέθηκαν πνιγμένοι στα χρέη χωρίς καν να το συνειδητοποιήσουν.
Ελλείψει αξιόπιστων στοιχείων για τις πωλήσεις αδειών ταξί, ο Ρόζενθαλ (που στο παρελθόν είχε τιμηθεί ξανά με Πούλιτζερ, ως μέλος μιας ομάδας στην κατηγορία Breaking News) έφτιαξε σιγά σιγά την δική του βάση δεδομένων, συλλέγοντας δεδομένα από περισσότερα από 11.000 αρχεία, ενώ στο πλαίσιο της έρευνάς του συναντήθηκε με πάνω από 200 οδηγούς ταξί. Το ρεπορτάζ του αποκάλυψε πώς αξιωματούχοι της κυβέρνησης επέτρεψαν σε δανειστές με πολιτικές διασυνδέσεις να «παρακάμψουν» κανονισμούς και ότι ισχυρά πρόσωπα της βιομηχανία διόγκωσαν τεχνητά τις τιμές των αδειών ταξί σε βάθος χρόνου. Το αποτέλεσμα; Από το 2002 μέχρι το 2014 η τιμή μιας άδειας να εκτιναχθεί από 200.000 δολάρια σε πάνω από 1 εκατομμύριο, παρόλο που τα εισοδήματα των οδηγών ταξί παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα.
Τα άρθρα του Ρόζενθαλ, εκτός από το σάλο που προκάλεσαν, αποτέλεσαν το έναυσμα για την έναρξη ερευνών σε πολιτειακό και ομοσπονδιακό επίπεδο.
«Ένας ένας [οι οδηγοί] μου εξιστόρησαν πώς ήρθαν στη Νέα Υόρκη αναζητώντας το αμερικανικό όνειρο, εργάστηκαν σκληρά και κατόπιν παγιδεύτηκαν σε δάνεια τους όρους των οποίων δεν κατανοούσαν», έγραψε ο Ρόζενθαλ σε ένα κομμάτι του περιγράφοντας τις λεπτομέρειες του ρεπορτάζ. Το πρώτο άρθρο της σειράς του δημοσιογράφου για τα ταξί της Νέας Υόρκης δημοσιεύτηκε στις 19 Μαϊου της περασμένης χρονιάς και αποτέλεσε το κεντρικό θέμα του επεισοδίου της σειράς ντοκιμαντέρ The Weekly στις 7 Ιουλίου. Την επόμενη ημέρα, ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης έδωσε εντολή να διενεργηθεί έρευνα για ποινικές ευθύνες.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το πρώτο αρθρο του Ρόζενθαλ σχετικά με την «φούσκα» των αδειών ταξί που δημοσιεύτηκε στους New York Times:
«Το τηλεφώνημα που κατέστρεψε τη ζωή του Mohammed Hoque ήρθε τον Απρίλιο του 2014, καθώς ξεκινούσε μια ακόμα δύσκολη βάρδια στο τιμόνι ενός ταξί στην πόλη της Νέας Υόρκης, μια δουλειά που έκανε από τότε που μετανάστευσε στις ΗΠΑ από το Μπανγκλαντές εννέα χρόνια νωρίτερα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ένας επιφανής επιχειρηματίας που πωλούσε ένα medallion, την πολυπόθητη άδεια ταξί της πόλης που επιτρέπει στον οδηγό να έχει το δικό του κίτρινο ταξί, αντί να εργάζεται για άλλους. Αν ο κ. Hoque του έδινε $50.000 την ίδια μέρα, ο επιχειρήματίας υποσχέθηκε να του κανονίσει ένα δάνειο για την αγορά.
Μετά από χρόνια κοπιαστικής εργασίας για αφεντικά που απεχθανόταν, ο κ. Hoque πίστεψε ότι τα όνειρά του για οικονομική ευημερία και αυτονομία θα γίνονταν πραγματικότητα. Άδειασε τον τραπεζικό του λογαριασμό, δανείστηκε από φίλους του και έτρεξε στο γραφείο του άνδρα στην Αστόρια, στο Κουινς. Ο κ. Hoque του έδωσε την επιταγή και έλαβε μια στοίβα από έγγραφα. Υπέγραψε το όνομά του και έφυγε, ανυπομονώντας να μοιραστεί το νέο με τη γυναίκα του. Ο κ. Hoque έβγαλε περίπου $30.000 εκείνη τη χρονιά. Δεν είχε ιδέα, είπε αργότερα, ότι είχε μόλις υπογράψει ένα συμβόλαιο που απαιτούσε από εκείνον να πληρώσει $1,7 εκατομμύρια.
Την περασμένη χρονιά, ο μεγάλος αριθμός αυτοκτονιών οδηγών ταξί στη Νέα Υόρκη ανέδειξε με σκληρό τρόπο τα τεράστια χρέη και τις οικονομικές πληγές των κατόχων medallion. Από την αρχή, οι αξιωματούχοι έριχναν το φταίξιμο για την κρίση στον ανταγωνισμό από εταιρείες όπως η Uber και η Lyft. Όμως η έρευνα των New York Times διαπίστωσε ότι η ευθύνη για ένα μεγάλο μέρος της καταστροφής μπορεί να αποδοθεί σε μια χούφτα ισχυρών προσώπων της βιομηχανίας που διόγκωσαν τεχνητά σιγά-σιγά τις τιμές των αδειών ταξί, δημιουργώντας μια "φούσκα" η οποία τελικά έσκασε. Για περισσότερο από μια δεκατία, ενθάρρυναν χιλιάδες οδηγούς να λάβουν ριψοκίνδυνα δάνεια και έβγαλαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια προτού τελικά καταρρεύσει η αγορά.
Αυτές οι επαγγελματικές πρακτικές απέφεραν τεράστια κέρδη σε τραπεζίτες, χρηματομεσίτες, δικηγόρους, επενδυτές, ιδιοκτήτες στόλων ταξί και εισπρακτικές εταιρείες... Όμως οι μέθοδοι αυτές στέρησαν από οικογένειες μεταναστών τις οικονομίες τους, συνέτριψαν οδηγούς κάτω από υπέρογκα χρέη που δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν και κατέκλυσαν μια βιομηχανία που αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της Νέας Υόρκης. Πάνω από 950 κάτοχοι αδειών ταξί έχουν καταθέσει αίτηση για χρεοκοπία, σύμφωνα με την ανάλυση των Times. Χιλιάδες ακόμη τα βγάζουν πέρα μόλις και μετά βίας... Δεν είναι ξεκάθαρο εάν αυτές οι πρακτικές ήταν παράνομες. Ωστόσο, μετά από εξέταση των ευρημάτων των NYT, ειδικοί επισημαίνουν ότι οι εν λόγω μέθοδοι είναι από τις χειρότερες που έχουν χρησιμοποιηθεί από την εποχής της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων».
Ειδήσεις σήμερα:
Serial killer στην Κύπρο: Ποινική δίωξη σε 15 αστυνομικούς για αμελή διερεύνηση
Φορητή συσκευή ανιχνεύει τον κορωνοϊό από τον... βήχα!
Χρυσοχοΐδης: «Η φρίκη της Marfin μας θυμίζει ότι ιδέες που σκοτώνουν δεν είναι ανθρώπινες»
Το πολυπόθητο βραβείο δεν ήταν κάτι που απλώς «έπεσε» ουρανοκατέβατο στα χέρια του Ρόζενθαλ αλλά αποτελεί προϊόν πολλών μηνών εργασίας και επίπονης έρευνας, η οποία μεταφράστηκε σε μια σειρά αποκαλύπτικών άρθρων στους New York Times. Τα άρθρα αυτά περιέγραφαν στο πώς τα ριψοκίνδυνα δάνεια που χορηγήθηκαν με τη μεσολάβηση μιας μικρής ομάδας ιδιοκτητών medallion (μεταφερόμενων αδειών ταξί) οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή χιλιάδες ευαλωτους οδηγούς, στην πλειοψηφία τους μετανάστες, ενώ ταυτόχρονα απέφεραν τεράστια κέρδη στις τράπεζες, στις εισπρακτικές εταιρείες και τους ιδιοκτήτες στόλων ταξί. Εκατοντάδες «θύματα» αυτής της πελώριας οικονομικής «φούσκας» οδήγήθηκαν σταδιακά στην απόγνωση, τη χρεοκοπία ή ακόμα και την αυτοκτονία όταν αυτή τελικά «έσκασε», αφού βρέθηκαν πνιγμένοι στα χρέη χωρίς καν να το συνειδητοποιήσουν.
Ελλείψει αξιόπιστων στοιχείων για τις πωλήσεις αδειών ταξί, ο Ρόζενθαλ (που στο παρελθόν είχε τιμηθεί ξανά με Πούλιτζερ, ως μέλος μιας ομάδας στην κατηγορία Breaking News) έφτιαξε σιγά σιγά την δική του βάση δεδομένων, συλλέγοντας δεδομένα από περισσότερα από 11.000 αρχεία, ενώ στο πλαίσιο της έρευνάς του συναντήθηκε με πάνω από 200 οδηγούς ταξί. Το ρεπορτάζ του αποκάλυψε πώς αξιωματούχοι της κυβέρνησης επέτρεψαν σε δανειστές με πολιτικές διασυνδέσεις να «παρακάμψουν» κανονισμούς και ότι ισχυρά πρόσωπα της βιομηχανία διόγκωσαν τεχνητά τις τιμές των αδειών ταξί σε βάθος χρόνου. Το αποτέλεσμα; Από το 2002 μέχρι το 2014 η τιμή μιας άδειας να εκτιναχθεί από 200.000 δολάρια σε πάνω από 1 εκατομμύριο, παρόλο που τα εισοδήματα των οδηγών ταξί παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα.
Τα άρθρα του Ρόζενθαλ, εκτός από το σάλο που προκάλεσαν, αποτέλεσαν το έναυσμα για την έναρξη ερευνών σε πολιτειακό και ομοσπονδιακό επίπεδο.
«Ένας ένας [οι οδηγοί] μου εξιστόρησαν πώς ήρθαν στη Νέα Υόρκη αναζητώντας το αμερικανικό όνειρο, εργάστηκαν σκληρά και κατόπιν παγιδεύτηκαν σε δάνεια τους όρους των οποίων δεν κατανοούσαν», έγραψε ο Ρόζενθαλ σε ένα κομμάτι του περιγράφοντας τις λεπτομέρειες του ρεπορτάζ. Το πρώτο άρθρο της σειράς του δημοσιογράφου για τα ταξί της Νέας Υόρκης δημοσιεύτηκε στις 19 Μαϊου της περασμένης χρονιάς και αποτέλεσε το κεντρικό θέμα του επεισοδίου της σειράς ντοκιμαντέρ The Weekly στις 7 Ιουλίου. Την επόμενη ημέρα, ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης έδωσε εντολή να διενεργηθεί έρευνα για ποινικές ευθύνες.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το πρώτο αρθρο του Ρόζενθαλ σχετικά με την «φούσκα» των αδειών ταξί που δημοσιεύτηκε στους New York Times:
«Το τηλεφώνημα που κατέστρεψε τη ζωή του Mohammed Hoque ήρθε τον Απρίλιο του 2014, καθώς ξεκινούσε μια ακόμα δύσκολη βάρδια στο τιμόνι ενός ταξί στην πόλη της Νέας Υόρκης, μια δουλειά που έκανε από τότε που μετανάστευσε στις ΗΠΑ από το Μπανγκλαντές εννέα χρόνια νωρίτερα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ένας επιφανής επιχειρηματίας που πωλούσε ένα medallion, την πολυπόθητη άδεια ταξί της πόλης που επιτρέπει στον οδηγό να έχει το δικό του κίτρινο ταξί, αντί να εργάζεται για άλλους. Αν ο κ. Hoque του έδινε $50.000 την ίδια μέρα, ο επιχειρήματίας υποσχέθηκε να του κανονίσει ένα δάνειο για την αγορά.
Μετά από χρόνια κοπιαστικής εργασίας για αφεντικά που απεχθανόταν, ο κ. Hoque πίστεψε ότι τα όνειρά του για οικονομική ευημερία και αυτονομία θα γίνονταν πραγματικότητα. Άδειασε τον τραπεζικό του λογαριασμό, δανείστηκε από φίλους του και έτρεξε στο γραφείο του άνδρα στην Αστόρια, στο Κουινς. Ο κ. Hoque του έδωσε την επιταγή και έλαβε μια στοίβα από έγγραφα. Υπέγραψε το όνομά του και έφυγε, ανυπομονώντας να μοιραστεί το νέο με τη γυναίκα του. Ο κ. Hoque έβγαλε περίπου $30.000 εκείνη τη χρονιά. Δεν είχε ιδέα, είπε αργότερα, ότι είχε μόλις υπογράψει ένα συμβόλαιο που απαιτούσε από εκείνον να πληρώσει $1,7 εκατομμύρια.
Την περασμένη χρονιά, ο μεγάλος αριθμός αυτοκτονιών οδηγών ταξί στη Νέα Υόρκη ανέδειξε με σκληρό τρόπο τα τεράστια χρέη και τις οικονομικές πληγές των κατόχων medallion. Από την αρχή, οι αξιωματούχοι έριχναν το φταίξιμο για την κρίση στον ανταγωνισμό από εταιρείες όπως η Uber και η Lyft. Όμως η έρευνα των New York Times διαπίστωσε ότι η ευθύνη για ένα μεγάλο μέρος της καταστροφής μπορεί να αποδοθεί σε μια χούφτα ισχυρών προσώπων της βιομηχανίας που διόγκωσαν τεχνητά σιγά-σιγά τις τιμές των αδειών ταξί, δημιουργώντας μια "φούσκα" η οποία τελικά έσκασε. Για περισσότερο από μια δεκατία, ενθάρρυναν χιλιάδες οδηγούς να λάβουν ριψοκίνδυνα δάνεια και έβγαλαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια προτού τελικά καταρρεύσει η αγορά.
Αυτές οι επαγγελματικές πρακτικές απέφεραν τεράστια κέρδη σε τραπεζίτες, χρηματομεσίτες, δικηγόρους, επενδυτές, ιδιοκτήτες στόλων ταξί και εισπρακτικές εταιρείες... Όμως οι μέθοδοι αυτές στέρησαν από οικογένειες μεταναστών τις οικονομίες τους, συνέτριψαν οδηγούς κάτω από υπέρογκα χρέη που δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν και κατέκλυσαν μια βιομηχανία που αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της Νέας Υόρκης. Πάνω από 950 κάτοχοι αδειών ταξί έχουν καταθέσει αίτηση για χρεοκοπία, σύμφωνα με την ανάλυση των Times. Χιλιάδες ακόμη τα βγάζουν πέρα μόλις και μετά βίας... Δεν είναι ξεκάθαρο εάν αυτές οι πρακτικές ήταν παράνομες. Ωστόσο, μετά από εξέταση των ευρημάτων των NYT, ειδικοί επισημαίνουν ότι οι εν λόγω μέθοδοι είναι από τις χειρότερες που έχουν χρησιμοποιηθεί από την εποχής της κατάρρευσης της αγοράς ακινήτων».
Ειδήσεις σήμερα:
Serial killer στην Κύπρο: Ποινική δίωξη σε 15 αστυνομικούς για αμελή διερεύνηση
Φορητή συσκευή ανιχνεύει τον κορωνοϊό από τον... βήχα!
Χρυσοχοΐδης: «Η φρίκη της Marfin μας θυμίζει ότι ιδέες που σκοτώνουν δεν είναι ανθρώπινες»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr