Βηρυτός: 50 χρόνια ματωμένος παράδεισος - Η αιματοχυσία του 1975, το ΔΝΤ και οι... celebrities
12.08.2020
07:08
Η καταστροφή ξεκίνησε το 1975 με τον εμφύλιο, για να ολοκληρωθεί με την απίστευτη έκρηξη που οδηγεί όλο τον Λίβανο στην άβυσσο της ανθρωπιστικής κρίσης
Γι’ αυτούς που είχαν γνωρίσει τη χλιδή και την πολυτέλεια, την ξέφρενη νυχτερινή ζωή της που με κάθε τρόπο πανηγύριζε το σμίξιμο της Ανατολής με τη Δύση, η έκφραση «Παρίσι της Μέσης Ανατολής» την αδικούσε. Η Βηρυτός ήταν πολύ πιο συναρπαστική, πιο εξωτική και πιο κοσμοπολίτικη όχι μόνο από τη γαλλική πρωτεύουσα, αλλά και από το Μονακό, την Αβάνα ή το Λας Βέγκας. Η καταστροφή του επίγειου αυτού παραδείσου ξεκίνησε το 1975 με την αιματοχυσία του εμφυλίου, για να ολοκληρωθεί τώρα με την απίστευτη έκρηξη που οδηγεί όλο τον Λίβανο στην άβυσσο της ανθρωπιστικής κρίσης...
Το λιμάνι της Βηρυτού ανατινάχθηκε και μαζί του έγινε καπνός κάθε ελπίδα των κατοίκων του Λιβάνου να ανακτήσουν όχι κάποια από την παλιά δόξα της χώρας τους, αλλά κάποια προοπτική αξιοπρεπούς επιβίωσης. Με την έκρηξη, την πυρκαγιά και την έκλυση του χημικού νέφους πιθανότατα έχουν καταστραφεί περίπου 120.000 τόνοι σιτηρών και δημητριακών. Αυτές ήταν προμήθειες αποθηκευμένες προσωρινά μέσα στα θηριώδη σιλό, τα οποία επέζησαν, έστω και με βαριές ζημιές, και δεσπόζουν ακόμη δίπλα στο επίκεντρο των εκρήξεων. Τα συγκεκριμένα κτίρια συμβολίζουν, κατά κάποιο τρόπο, την εθνική οικονομία - αλλά και τη μοίρα του Λιβάνου: το ψωμί του λαού είναι κατά 90% εισαγόμενο, καθώς η παραγωγή αγαθών, ισχνή ανέκαθεν στη χώρα και ακόμη πιο αναιμική λόγω των πολυετών ταραχών, καλύπτει μόλις το 10% της κατανάλωσης. Υπάρχει διάχυτος ο φόβος ότι μετά την καταστροφή θα υπάρξουν ελλείψεις ειδών πρώτης ανάγκης. Ο Λίβανος, με οδηγό την πιο φημισμένη αλλά και καθημαγμένη πόλη του, τη Βηρυτό, οδεύει προς την άβυσσο της ανθρωπιστικής κρίσης.
Είναι πολύ χαρακτηριστική και αποτυπώνει ιδανικά μέσα σε λίγες λέξεις την τρέχουσα τραγική κατάσταση της Βηρυτού η έκκληση ενός τοπικού πολιτικού ηγέτη για διεθνή διερεύνηση των δύο τρομακτικών και πολύνεκρων εκρήξεων. Ο Γουαλίντ Τζουμπλάτ, κορυφαία φυσιογνωμία για την ιδιαίτερη εθνότητα των Δρούζων, είπε ότι «δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στη συμμορία που μας κυβερνά. Αν δεν μας βοηθήσουν οι ξένες χώρες και ο αραβικός κόσμος, ο Λίβανος θα εξαφανιστεί. Πρέπει να σχηματιστεί μια ουδέτερη κυβέρνηση».
Ωστόσο, πέρα από την ενδεχόμενη αιτία, η ανατίναξη και η αχρήστευση του μεγαλύτερου μέρους του λιμένα της Βηρυτού θα μπορούσε να είναι η χαριστική βολή σε ένα κράτος που ήδη παρέπαιε. Οι ζημιές υπολογίζονται πρόχειρα σε 15 δισ. δολάρια. Ο Λίβανος, όμως, βρισκόταν ούτως ή άλλως σε τροχιά χρεοκοπίας, διανύοντας τη χειρότερη οικονομική κρίση από το 1990, όταν τυπικά τερματίστηκαν οι εμφύλιες εχθροπραξίες. Με ΑΕΠ μόλις 56,6 δισ., το εξωτερικό χρέος της χώρας είναι στα 92 δισ. δολάρια. Η ανάπτυξη, η οποία τα προηγούμενα χρόνια εμφάνιζε θετική τάση, φέτος έπεσε στο μηδέν ή και κάτω από αυτό.
Χρεοκοπία και ΔΝΤ
Η καταστροφή του λιμανιού διαλύει ξανά τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων δημιουργώντας νέες ορδές εντελώς ξεγραμμένων και όχι απλώς αστέγων. Σχεδόν το 50% των περίπου 7 εκατομμυρίων κατοίκων του Λιβάνου βρισκόταν ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας. Το διαλυμένο λιμάνι και η ανακοπή στην αλυσίδα του εφοδιασμού είναι δεινά που έρχονται να προστεθούν στα καθημερινά βάσανα των Λιβανέζων: διακοπές ρεύματος, προβληματική και ανθυγιεινή ύδρευση, ελλείψεις προϊόντων και, κυρίως, ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού. Οι τραυματίες από τις εκρήξεις πλημμύρισαν το δημόσιο σύστημα υγείας προκαλώντας χάος, ακριβώς τη στιγμή που γιατροί και νοσηλευτές εξέπεμπαν SOS και πάλευαν πέρα από τα όρια των δυνατοτήτων τους με την έξαρση κρουσμάτων κορωνοϊού. Και φυσικά, υπάρχει πάντα το προσφυγικό ζήτημα. Στον Λίβανο έχουν καταφύγει πάνω από 1,5 εκατομμύριο εκπατρισμένοι, οι περισσότεροι προερχόμενοι από την κόλαση της γειτονικής Συρίας, αλλά και από την Παλαιστίνη.
Η βιβλική καταστροφή της κεντρικής πύλης εμπορίου της χώρας επιδεινώνει δραματικά μια ήδη ασφυκτική κατάσταση. Τον Οκτώβριο του 2019 μαζικές και μαχητικές διαδηλώσεις σε 70 πόλεις ανά τη χώρα έστειλαν το μήνυμα στην κυβέρνηση ότι η αντοχή του λαού είχε εξαντληθεί. Ο Λίβανος παρέλυσε από το πάθος του πλήθους που απαιτούσε τερματισμό της διαφθοράς και της ατελέσφορης λιτότητας και άμεση βελτίωση των στοιχειωδών υποδομών όπως το δίκτυο ύδρευσης και η ηλεκτροδότηση. Ο πρωθυπουργός Σαάντ Χαρίρι υπέβαλε την παραίτησή του, αλλά ουσιαστική αλλαγή δεν προέκυψε. Αντιθέτως, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν έως και κατά 80% και η ανεργία εξακολουθεί να κινείται πέριξ του 35%. Οι οδηγίες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο κλήθηκε να «σώσει» τον χρεοκοπημένο Λίβανο, αφορούν την ταχύτερη δυνατή εφαρμογή μεταρρυθίσεων ως προς τη λειτουργία του κράτους. Οι σχετικές διαπραγματεύσεις έχουν παγώσει από τον περασμένο Μάιο.
Αναμνήσεις φρίκης
Το λιμάνι της Βηρυτού ανατινάχθηκε και μαζί του έγινε καπνός κάθε ελπίδα των κατοίκων του Λιβάνου να ανακτήσουν όχι κάποια από την παλιά δόξα της χώρας τους, αλλά κάποια προοπτική αξιοπρεπούς επιβίωσης. Με την έκρηξη, την πυρκαγιά και την έκλυση του χημικού νέφους πιθανότατα έχουν καταστραφεί περίπου 120.000 τόνοι σιτηρών και δημητριακών. Αυτές ήταν προμήθειες αποθηκευμένες προσωρινά μέσα στα θηριώδη σιλό, τα οποία επέζησαν, έστω και με βαριές ζημιές, και δεσπόζουν ακόμη δίπλα στο επίκεντρο των εκρήξεων. Τα συγκεκριμένα κτίρια συμβολίζουν, κατά κάποιο τρόπο, την εθνική οικονομία - αλλά και τη μοίρα του Λιβάνου: το ψωμί του λαού είναι κατά 90% εισαγόμενο, καθώς η παραγωγή αγαθών, ισχνή ανέκαθεν στη χώρα και ακόμη πιο αναιμική λόγω των πολυετών ταραχών, καλύπτει μόλις το 10% της κατανάλωσης. Υπάρχει διάχυτος ο φόβος ότι μετά την καταστροφή θα υπάρξουν ελλείψεις ειδών πρώτης ανάγκης. Ο Λίβανος, με οδηγό την πιο φημισμένη αλλά και καθημαγμένη πόλη του, τη Βηρυτό, οδεύει προς την άβυσσο της ανθρωπιστικής κρίσης.
Είναι πολύ χαρακτηριστική και αποτυπώνει ιδανικά μέσα σε λίγες λέξεις την τρέχουσα τραγική κατάσταση της Βηρυτού η έκκληση ενός τοπικού πολιτικού ηγέτη για διεθνή διερεύνηση των δύο τρομακτικών και πολύνεκρων εκρήξεων. Ο Γουαλίντ Τζουμπλάτ, κορυφαία φυσιογνωμία για την ιδιαίτερη εθνότητα των Δρούζων, είπε ότι «δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στη συμμορία που μας κυβερνά. Αν δεν μας βοηθήσουν οι ξένες χώρες και ο αραβικός κόσμος, ο Λίβανος θα εξαφανιστεί. Πρέπει να σχηματιστεί μια ουδέτερη κυβέρνηση».
Ωστόσο, πέρα από την ενδεχόμενη αιτία, η ανατίναξη και η αχρήστευση του μεγαλύτερου μέρους του λιμένα της Βηρυτού θα μπορούσε να είναι η χαριστική βολή σε ένα κράτος που ήδη παρέπαιε. Οι ζημιές υπολογίζονται πρόχειρα σε 15 δισ. δολάρια. Ο Λίβανος, όμως, βρισκόταν ούτως ή άλλως σε τροχιά χρεοκοπίας, διανύοντας τη χειρότερη οικονομική κρίση από το 1990, όταν τυπικά τερματίστηκαν οι εμφύλιες εχθροπραξίες. Με ΑΕΠ μόλις 56,6 δισ., το εξωτερικό χρέος της χώρας είναι στα 92 δισ. δολάρια. Η ανάπτυξη, η οποία τα προηγούμενα χρόνια εμφάνιζε θετική τάση, φέτος έπεσε στο μηδέν ή και κάτω από αυτό.
Χρεοκοπία και ΔΝΤ
Η καταστροφή του λιμανιού διαλύει ξανά τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων δημιουργώντας νέες ορδές εντελώς ξεγραμμένων και όχι απλώς αστέγων. Σχεδόν το 50% των περίπου 7 εκατομμυρίων κατοίκων του Λιβάνου βρισκόταν ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας. Το διαλυμένο λιμάνι και η ανακοπή στην αλυσίδα του εφοδιασμού είναι δεινά που έρχονται να προστεθούν στα καθημερινά βάσανα των Λιβανέζων: διακοπές ρεύματος, προβληματική και ανθυγιεινή ύδρευση, ελλείψεις προϊόντων και, κυρίως, ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού. Οι τραυματίες από τις εκρήξεις πλημμύρισαν το δημόσιο σύστημα υγείας προκαλώντας χάος, ακριβώς τη στιγμή που γιατροί και νοσηλευτές εξέπεμπαν SOS και πάλευαν πέρα από τα όρια των δυνατοτήτων τους με την έξαρση κρουσμάτων κορωνοϊού. Και φυσικά, υπάρχει πάντα το προσφυγικό ζήτημα. Στον Λίβανο έχουν καταφύγει πάνω από 1,5 εκατομμύριο εκπατρισμένοι, οι περισσότεροι προερχόμενοι από την κόλαση της γειτονικής Συρίας, αλλά και από την Παλαιστίνη.
Η βιβλική καταστροφή της κεντρικής πύλης εμπορίου της χώρας επιδεινώνει δραματικά μια ήδη ασφυκτική κατάσταση. Τον Οκτώβριο του 2019 μαζικές και μαχητικές διαδηλώσεις σε 70 πόλεις ανά τη χώρα έστειλαν το μήνυμα στην κυβέρνηση ότι η αντοχή του λαού είχε εξαντληθεί. Ο Λίβανος παρέλυσε από το πάθος του πλήθους που απαιτούσε τερματισμό της διαφθοράς και της ατελέσφορης λιτότητας και άμεση βελτίωση των στοιχειωδών υποδομών όπως το δίκτυο ύδρευσης και η ηλεκτροδότηση. Ο πρωθυπουργός Σαάντ Χαρίρι υπέβαλε την παραίτησή του, αλλά ουσιαστική αλλαγή δεν προέκυψε. Αντιθέτως, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν έως και κατά 80% και η ανεργία εξακολουθεί να κινείται πέριξ του 35%. Οι οδηγίες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο κλήθηκε να «σώσει» τον χρεοκοπημένο Λίβανο, αφορούν την ταχύτερη δυνατή εφαρμογή μεταρρυθίσεων ως προς τη λειτουργία του κράτους. Οι σχετικές διαπραγματεύσεις έχουν παγώσει από τον περασμένο Μάιο.
Αναμνήσεις φρίκης
Οι Ελληνες της Μέσης Ανατολής, κυρίως οι Αιγυπτιώτες, οι οποίοι είχαν άμεση εμπειρία από τη Βηρυτό της περιόδου 1950-1960, δεν θα μπορούσαν ποτέ να πιστέψουν τη σημερινή κατάντια της χώρας. Ηδη από το 1975, όταν τα ασπρόμαυρα δελτία ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης μετέδιδαν εικόνες από τις εμφύλιες οδομαχίες στη Βηρυτό, κάποιοι απέστρεφαν το βλέμμα. Το θέαμα ήταν υπερβολικά οδυνηρό για εκείνους που είχαν γνωρίσει τη χλιδή και την πολυτέλεια, την ανάλαφρη αλλά και ξέφρενη νυχτερινή ζωή μιας πόλης που με κάθε τρόπο πανηγύριζε το σμίξιμο της Ανατολής με τη Δύση. Το πάρτυ στα καζίνα και τα roof gardens των μεγάλων αμερικανικών ξενοδοχείων τύπου «Hilton» δεν σταματούσε ποτέ. Ολοι ήθελαν να παρασυρθούν στη φαντασμαγορική, πολύχρωμη και πολυπολιτισμική δίνη της Βηρυτού. Μάλιστα, πολλοί θεωρούσαν ότι η έκφραση «Παρίσι της Μέσης Ανατολής» την αδικούσε. Από πολλές απόψεις η Βηρυτός ήταν πολύ πιο συναρπαστική, πιο εξωτική, πιο σαγηνευτική, ακόμη και πιο κοσμοπολίτικη όχι μόνο από τη γαλλική πρωτεύουσα, αλλά και από το Μονακό, την Αβάνα ή το Λας Βέγκας.
Κι όμως, μέσα σε ελάχιστο διάστημα η ανατολίτικη ονειροφαντασία της Βηρυτού και του Λιβάνου διαλύθηκε, σαν να ήταν υπερβολικά όμορφη για να είναι αληθινή. Η διαδικασία της αυτοκαταστροφής ενός τόπου που διεκδίκησε τον τίτλο του «επίγειου παραδείσου» ήταν τάχιστη - αλλά την ίδια στιγμή βασανιστικά αργή και μακρά. Ξεκίνησε το 1975, ή ίσως υπογείως αρκετά πιο πριν, το 1958, σίγουρα όμως είναι η ίδια γάγγραινα που κατατρώει σήμερα το σώμα του Λιβάνου χτυπώντας αλύπητα τη Βηρυτό.
«Θυμάμαι πόσο ωραία ήταν τότε που ήμουν παιδί και ζούσαμε κοντά στα γαλανά νερά της Μεσογείου», γράφει στο βιβλίο του «Για την αγάπη της Βηρυτού» ο Λιβανοαμερικανός Σάμιουελ Ελούντ και συνεχίζει: «Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ο Λίβανος είναι ξερός και μοιάζει με έρημο, με καμήλες κ.λπ. Εχω να πω ότι είναι το πιο όμορφο μέρος στον πλανήτη. Οι λόφοι είναι καταπράσινοι, το χρώμα της θάλασσας είναι υπέροχο και από τις ακτές της Μεσογείου, μέσα σε απόσταση μιας ώρας με το αυτοκίνητο, φτάνεις στα βουνά του Λιβάνου, σε υψόμετρο 3.000 μέτρων. Αν ζεις στη Βηρυτό, μπορείς να κάνεις σκι σε παχύ χιόνι και αμέσως μετά να πας για ηλιοθεραπεία στην παραλία. Αυτές όμως οι αναμνήσεις μου είναι πολύ λίγες, γιατί ήμουν μόλις 7 ετών όταν άνοιξαν διάπλατα οι πύλες της κόλασης. Το 1975 άρχισε η αιματοχυσία του εμφυλίου πολέμου».
Ο Ελούντ περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια πώς ήταν να μεγαλώνει ενώ γύρω του χάνονταν συγγενείς και φίλοι, ενώ έπεφταν βόμβες και όλα όσα είχε προλάβει να γνωρίσει σωριάζονταν στη γη: «Η χρυσή εποχή του “Λιβανέζικου Παρισιού” είχε τελειώσει. Τώρα γινόταν μάχη πόρτα-πόρτα ανάμεσα σε Παλαιστίνιους, στον στρατό του Λιβάνου, στους χριστιανούς, στους σιίτες, στους σουνίτες μουσουλμάνους, στους Δρούζους. Ανθρωποι που είχαν μεγαλώσει μαζί τώρα σκότωναν ο ένας τον άλλον».
Το θρυλικό «Holiday Inn»
Οπως όλοι όσοι είχαν ταξιδέψει στην παλιά Βηρυτό και είχαν αφεθεί στην οριεντάλ λαγνεία της -μεταξύ των οποίων και πολλοί Ελληνες-, ο Σάμιουελ Ελούντ δεν μπορεί να ξεχάσει το «Holiday Inn». Οταν ο Λίβανος προσήλκυε την παγκόσμια αφρόκρεμα των πλουσίων και διασήμων, περίπου όπως προσπαθούν να κάνουν σήμερα το Ντουμπάι και το Αμπού Ντάμπι, το «Holiday Inn» ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία του κόσμου. Το κτίριό του ήταν ένα από τα εμβλήματα της πόλης, καθώς ήταν από άβαφο σκυρόδεμα και ορθωνόταν σε ύψος περίπου 30 ορόφων, με γυάλινους εξωτερικούς ανελκυστήρες. Στις εγκαταστάσεις του υπήρχαν καζίνο, υπόγεια θέατρα, ένα περιστρεφόμενο εστιατόριο στο τελευταίο πάτωμα. Στη διάρκεια του εμφυλίου μετατράπηκε σε πανταχόθεν βαλλόμενο και διεκδικούμενο φρούριο. Δέχτηκε άπειρες σφαίρες, βλήματα και ρουκέτες. Το έκαψαν ξανά και ξανά. «Θέλω να το φανταστείτε», γράφει ο Ελούντ. «Ολοι οι εμπόλεμοι προσπάθησαν να καταλάβουν το “Holiday Inn” της Βηρυτού. Μέσα ήταν ταμπουρωμένοι οι χριστιανοί, κάθε εβδομάδα όμως κάποια άλλη σέχτα ισχυριζόταν ότι το είχε πάρει από αυτούς. Οι χριστιανοί μαχητές δεν το άφηναν. Ξεπηδούσαν μέσα από τα υπόγεια θέατρα και απωθούσαν κάθε εισβολέα. Κάποιοι από τους αντιπάλους τους είχαν προσπαθήσει να εκπορθήσουν το ξενοδοχείο ρίχνοντας πάνω του αυτοκίνητα γεμάτα με εκρηκτικά. Τελικά οι Μουσουλμάνοι, με τη βοήθεια της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) κατέκτησαν το “Holiday Inn”».Ο Ελούντ θυμάται επίσης το 1978, όταν η Συρία εισέβαλε στον Λίβανο με στόχο τη διευθέτηση της εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα στους Φαλαγγίτες χριστιανούς και τον συνασπισμό ντόπιων και Παλαιστινίων μουσουλμάνων. Ωστόσο, το μόνο που κατάφεραν οι Σύροι ήταν να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερο χάος, ακόμη περισσότερες ανθρωποθυσίες. «Η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο και ήταν απίθανα τρομακτική, ιδιαίτερα για τα παιδιά. Στις υπαίθριες αγορές οπωρολαχανικών έβλεπες βαζάκια γεμάτα με κομμένα ανθρώπινα μέλη. Τα έκαναν τουρσί. Αυτιά, μύτες, χέρια, ακόμη και γεννητικά όργανα. Αυτό ήταν τα πειστήρια των βασανιστηρίων που γίνονταν από όλους τους εμπόλεμους».
Μεταξύ Χεζμπολάχ και Ισραήλ
Ο Λίβανος ουδέποτε υπήρξε κράτος αυτοχθόνων, έστω και υπό την ευρεία έννοια. Ανέκαθεν ήταν μια χώρα-μωσαϊκό περιλαμβάνοντας μειονότητες κάθε τύπου (φυλετικές, εθνικές, θρησκευτικές). Παρά τη μόλις εκατονταετή ύπαρξή του ως ανεξάρτητη κρατική οντότητα, η ιστορία του Λιβάνου είναι τρομακτικά περιπλεγμένη, κατάστικτη από πολεμικές συγκρούσεις και ανθρώπινες τραγωδίες. Ενας διαδεδομένος μύθος για τον Λίβανο λέει πως, όταν ο Θεός είδε ότι έφτιαξε μια χώρα προικισμένη με όλα τα πιθανά φυσικά χαρίσματα, το ξανασκέφτηκε. Και θεωρώντας ότι ο παράδεισος πρέπει να κρατηθεί για τη μετά θάνατον ζωή, έδωσε στον Λίβανο τους γείτονές του: τη Συρία και το Ισραήλ. Ο μύθος αποδείχθηκε προφητικός και εξαιρετικά ακριβής. Το 1971 όταν οι Παλαιστίνιοι της PLO μετέφεραν στον Λίβανο το κεντρικό τους ορμητήριο, η χώρα μπήκε σταθερά στο στόχαστρο των Ισραηλινών. Το 1982 τα στρατεύματα του Ισραήλ πραγματοποίησαν καταιγιστική εισβολή με στόχο την εξολόθρευση των Παλαιστινίων. Η μαζική σφαγή των αμάχων στους καταυλισμούς της Σάμπρα και Σατίλα είναι μία από τις πιο μελανές σελίδες της ανθρώπινης -και όχι μόνο της τοπικής- Ιστορίας. Οι Ισραηλινοί παρέμειναν έως το 2000, αφήνοντας τους Σύρους μόνους στον ρόλο του κατακτητή. Οταν και αυτοί αποχώρησαν, το 2005, θεωρήθηκε ότι ο Λίβανος θα είχε, επιτέλους, μια ευκαιρία να αναπνεύσει. Η μόνη ευκαιρία που υπήρξε τότε, όμως, ήταν αυτή που άρπαξε η σκληροπυρηνική σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ να περάσει στο προσκήνιο και να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αν και υπήρχε από το 1982, η Χεζμπολάχ (η ονομασία της σημαίνει «Η συντροφιά του Θεού»), σαν ένας πάνοπλος αντάρτικος στρατός, άπλωσε πλοκάμια στη στρατιωτική και πολιτική εξουσία του Λιβάνου. Το 2005 μαχητές της δολοφόνησαν τον σουνίτη πρωθυπουργό Ραφίκ Χαρίρι, ενώ από το 2012 και τη σύσφιξη των σχέσεών της με τον Μπασάρ Αλ Ασαντ της Συρίας, η Χεζμπολάχ απέκτησε τεράστια δύναμη. Σήμερα εκπροσωπείται ακόμη και στην πολυσυλλεκτική κυβέρνηση του Λιβάνου, προωθώντας τα συμφέροντα του Ιράν και της Συρίας και προκαλώντας παγίως το Ισραήλ μαζί με τους συμμάχους του.
Μολονότι γη ευλογημένη και πλούσια, προορισμένη να αποτελέσει κόσμημα στην άκρη της Νοτιοδυτικής Ασίας και κοσμοπολίτικο σταυροδρόμι της Μεσογείου, ο Λίβανος έζησε στον παράδεισο που του άξιζε μόνο για ένα ελάχιστο διάλειμμα, σαν να έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά για κάποια ύβρη, να συνθλιβεί και να ισοπεδωθεί παραδειγματικά. Οι νεκροί, οι χιλιάδες τραυματίες και οι αγνοούμενοι μέσα στα συντρίμμια της τελευταίας τραγωδίας απλώς προστίθενται στο νοερό βουνό με τα αμέτρητα πτώματα ενός μακελειού το οποίο διαρκεί επί σχεδόν μισό αιώνα. Η σημαία που θα ταίριαζε σε μια δύστυχη χώρα όπως ο Λίβανος θα έπρεπε, αντί του κέδρου στη μέση της, να έχει ένα Καλάσνικοφ - ή ένα τεράστιο δάκρυ.
Λιβανέζοι celebrities
Εντελώς ιδιόμορφα, ο Λίβανος λειτουργεί σαν χώρα διερχομένων: δέχεται πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ οι γηγενείς απλώνονται σε ένα αχανές δίκτυο διασποράς σε όλο τον κόσμο. Στις διασημότητες οικουμενικής εμβέλειας με καταγωγή από τον Λίβανο περιλαμβάνονται πολυδιαβασμένοι και πολυγραφότατοι συγγραφείς όπως ο Αμίν Μααλούφ και ο Χαλίλ Γκιμπράν, η Χολιγουντιανή ηθοποιός Σάλμα Χάγεκ, η ποπ σταρ Σακίρα, οι σχεδιαστές μόδας Ελι Σααμπ και Ζουχαΐρ Μουράντ, μεταξύ πολλών άλλων. Βεβαίως, η πλέον αναγνωρίσιμη προσωπικότητα που συνδέεται με τον Λίβανο είναι η Αμάλ Αλαμουντίν, δικηγόρος και σύζυγος του Τζορτζ Κλούνεϊ. Τα 100.000 δολάρια που προσφέρει το ζεύγος για τα θύματα των εκρήξεων είναι μια συμβολική χειρονομία. Αλλωστε, η πραγματική δύναμη των απόδημων celebrities έγκειται στην ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινότητας σχετικά με το διαρκές μαρτύριο του Λιβάνου. Μόνο μία ανάρτηση της Σάλμα Χάγεκ στο Instagram, για παράδειγμα, συγκέντρωσε αμέσως σχεδόν 300.000 likes.
Ειδήσεις σήμερα
Κορωνοϊός - Αυστραλία: Αρνητικό ρεκόρ ημέρας με 21 θανάτους και 410 κρούσματα στη Βικτόρια
Κορωνοϊός - Κολομβία: Χάος με πάνω από 13.000 νεκρούς και 400.000 επιβεβαιωμένα κρούσματα
Κορωνοϊός - Ισραήλ: Εννέα θάνατοι και 1.871 κρούσματα το τελευταίο 24ωρο
Κι όμως, μέσα σε ελάχιστο διάστημα η ανατολίτικη ονειροφαντασία της Βηρυτού και του Λιβάνου διαλύθηκε, σαν να ήταν υπερβολικά όμορφη για να είναι αληθινή. Η διαδικασία της αυτοκαταστροφής ενός τόπου που διεκδίκησε τον τίτλο του «επίγειου παραδείσου» ήταν τάχιστη - αλλά την ίδια στιγμή βασανιστικά αργή και μακρά. Ξεκίνησε το 1975, ή ίσως υπογείως αρκετά πιο πριν, το 1958, σίγουρα όμως είναι η ίδια γάγγραινα που κατατρώει σήμερα το σώμα του Λιβάνου χτυπώντας αλύπητα τη Βηρυτό.
«Θυμάμαι πόσο ωραία ήταν τότε που ήμουν παιδί και ζούσαμε κοντά στα γαλανά νερά της Μεσογείου», γράφει στο βιβλίο του «Για την αγάπη της Βηρυτού» ο Λιβανοαμερικανός Σάμιουελ Ελούντ και συνεχίζει: «Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ο Λίβανος είναι ξερός και μοιάζει με έρημο, με καμήλες κ.λπ. Εχω να πω ότι είναι το πιο όμορφο μέρος στον πλανήτη. Οι λόφοι είναι καταπράσινοι, το χρώμα της θάλασσας είναι υπέροχο και από τις ακτές της Μεσογείου, μέσα σε απόσταση μιας ώρας με το αυτοκίνητο, φτάνεις στα βουνά του Λιβάνου, σε υψόμετρο 3.000 μέτρων. Αν ζεις στη Βηρυτό, μπορείς να κάνεις σκι σε παχύ χιόνι και αμέσως μετά να πας για ηλιοθεραπεία στην παραλία. Αυτές όμως οι αναμνήσεις μου είναι πολύ λίγες, γιατί ήμουν μόλις 7 ετών όταν άνοιξαν διάπλατα οι πύλες της κόλασης. Το 1975 άρχισε η αιματοχυσία του εμφυλίου πολέμου».
Ο Ελούντ περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια πώς ήταν να μεγαλώνει ενώ γύρω του χάνονταν συγγενείς και φίλοι, ενώ έπεφταν βόμβες και όλα όσα είχε προλάβει να γνωρίσει σωριάζονταν στη γη: «Η χρυσή εποχή του “Λιβανέζικου Παρισιού” είχε τελειώσει. Τώρα γινόταν μάχη πόρτα-πόρτα ανάμεσα σε Παλαιστίνιους, στον στρατό του Λιβάνου, στους χριστιανούς, στους σιίτες, στους σουνίτες μουσουλμάνους, στους Δρούζους. Ανθρωποι που είχαν μεγαλώσει μαζί τώρα σκότωναν ο ένας τον άλλον».
Το θρυλικό «Holiday Inn»
Οπως όλοι όσοι είχαν ταξιδέψει στην παλιά Βηρυτό και είχαν αφεθεί στην οριεντάλ λαγνεία της -μεταξύ των οποίων και πολλοί Ελληνες-, ο Σάμιουελ Ελούντ δεν μπορεί να ξεχάσει το «Holiday Inn». Οταν ο Λίβανος προσήλκυε την παγκόσμια αφρόκρεμα των πλουσίων και διασήμων, περίπου όπως προσπαθούν να κάνουν σήμερα το Ντουμπάι και το Αμπού Ντάμπι, το «Holiday Inn» ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία του κόσμου. Το κτίριό του ήταν ένα από τα εμβλήματα της πόλης, καθώς ήταν από άβαφο σκυρόδεμα και ορθωνόταν σε ύψος περίπου 30 ορόφων, με γυάλινους εξωτερικούς ανελκυστήρες. Στις εγκαταστάσεις του υπήρχαν καζίνο, υπόγεια θέατρα, ένα περιστρεφόμενο εστιατόριο στο τελευταίο πάτωμα. Στη διάρκεια του εμφυλίου μετατράπηκε σε πανταχόθεν βαλλόμενο και διεκδικούμενο φρούριο. Δέχτηκε άπειρες σφαίρες, βλήματα και ρουκέτες. Το έκαψαν ξανά και ξανά. «Θέλω να το φανταστείτε», γράφει ο Ελούντ. «Ολοι οι εμπόλεμοι προσπάθησαν να καταλάβουν το “Holiday Inn” της Βηρυτού. Μέσα ήταν ταμπουρωμένοι οι χριστιανοί, κάθε εβδομάδα όμως κάποια άλλη σέχτα ισχυριζόταν ότι το είχε πάρει από αυτούς. Οι χριστιανοί μαχητές δεν το άφηναν. Ξεπηδούσαν μέσα από τα υπόγεια θέατρα και απωθούσαν κάθε εισβολέα. Κάποιοι από τους αντιπάλους τους είχαν προσπαθήσει να εκπορθήσουν το ξενοδοχείο ρίχνοντας πάνω του αυτοκίνητα γεμάτα με εκρηκτικά. Τελικά οι Μουσουλμάνοι, με τη βοήθεια της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) κατέκτησαν το “Holiday Inn”».Ο Ελούντ θυμάται επίσης το 1978, όταν η Συρία εισέβαλε στον Λίβανο με στόχο τη διευθέτηση της εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα στους Φαλαγγίτες χριστιανούς και τον συνασπισμό ντόπιων και Παλαιστινίων μουσουλμάνων. Ωστόσο, το μόνο που κατάφεραν οι Σύροι ήταν να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερο χάος, ακόμη περισσότερες ανθρωποθυσίες. «Η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο και ήταν απίθανα τρομακτική, ιδιαίτερα για τα παιδιά. Στις υπαίθριες αγορές οπωρολαχανικών έβλεπες βαζάκια γεμάτα με κομμένα ανθρώπινα μέλη. Τα έκαναν τουρσί. Αυτιά, μύτες, χέρια, ακόμη και γεννητικά όργανα. Αυτό ήταν τα πειστήρια των βασανιστηρίων που γίνονταν από όλους τους εμπόλεμους».
Μεταξύ Χεζμπολάχ και Ισραήλ
Ο Λίβανος ουδέποτε υπήρξε κράτος αυτοχθόνων, έστω και υπό την ευρεία έννοια. Ανέκαθεν ήταν μια χώρα-μωσαϊκό περιλαμβάνοντας μειονότητες κάθε τύπου (φυλετικές, εθνικές, θρησκευτικές). Παρά τη μόλις εκατονταετή ύπαρξή του ως ανεξάρτητη κρατική οντότητα, η ιστορία του Λιβάνου είναι τρομακτικά περιπλεγμένη, κατάστικτη από πολεμικές συγκρούσεις και ανθρώπινες τραγωδίες. Ενας διαδεδομένος μύθος για τον Λίβανο λέει πως, όταν ο Θεός είδε ότι έφτιαξε μια χώρα προικισμένη με όλα τα πιθανά φυσικά χαρίσματα, το ξανασκέφτηκε. Και θεωρώντας ότι ο παράδεισος πρέπει να κρατηθεί για τη μετά θάνατον ζωή, έδωσε στον Λίβανο τους γείτονές του: τη Συρία και το Ισραήλ. Ο μύθος αποδείχθηκε προφητικός και εξαιρετικά ακριβής. Το 1971 όταν οι Παλαιστίνιοι της PLO μετέφεραν στον Λίβανο το κεντρικό τους ορμητήριο, η χώρα μπήκε σταθερά στο στόχαστρο των Ισραηλινών. Το 1982 τα στρατεύματα του Ισραήλ πραγματοποίησαν καταιγιστική εισβολή με στόχο την εξολόθρευση των Παλαιστινίων. Η μαζική σφαγή των αμάχων στους καταυλισμούς της Σάμπρα και Σατίλα είναι μία από τις πιο μελανές σελίδες της ανθρώπινης -και όχι μόνο της τοπικής- Ιστορίας. Οι Ισραηλινοί παρέμειναν έως το 2000, αφήνοντας τους Σύρους μόνους στον ρόλο του κατακτητή. Οταν και αυτοί αποχώρησαν, το 2005, θεωρήθηκε ότι ο Λίβανος θα είχε, επιτέλους, μια ευκαιρία να αναπνεύσει. Η μόνη ευκαιρία που υπήρξε τότε, όμως, ήταν αυτή που άρπαξε η σκληροπυρηνική σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ να περάσει στο προσκήνιο και να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αν και υπήρχε από το 1982, η Χεζμπολάχ (η ονομασία της σημαίνει «Η συντροφιά του Θεού»), σαν ένας πάνοπλος αντάρτικος στρατός, άπλωσε πλοκάμια στη στρατιωτική και πολιτική εξουσία του Λιβάνου. Το 2005 μαχητές της δολοφόνησαν τον σουνίτη πρωθυπουργό Ραφίκ Χαρίρι, ενώ από το 2012 και τη σύσφιξη των σχέσεών της με τον Μπασάρ Αλ Ασαντ της Συρίας, η Χεζμπολάχ απέκτησε τεράστια δύναμη. Σήμερα εκπροσωπείται ακόμη και στην πολυσυλλεκτική κυβέρνηση του Λιβάνου, προωθώντας τα συμφέροντα του Ιράν και της Συρίας και προκαλώντας παγίως το Ισραήλ μαζί με τους συμμάχους του.
Μολονότι γη ευλογημένη και πλούσια, προορισμένη να αποτελέσει κόσμημα στην άκρη της Νοτιοδυτικής Ασίας και κοσμοπολίτικο σταυροδρόμι της Μεσογείου, ο Λίβανος έζησε στον παράδεισο που του άξιζε μόνο για ένα ελάχιστο διάλειμμα, σαν να έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά για κάποια ύβρη, να συνθλιβεί και να ισοπεδωθεί παραδειγματικά. Οι νεκροί, οι χιλιάδες τραυματίες και οι αγνοούμενοι μέσα στα συντρίμμια της τελευταίας τραγωδίας απλώς προστίθενται στο νοερό βουνό με τα αμέτρητα πτώματα ενός μακελειού το οποίο διαρκεί επί σχεδόν μισό αιώνα. Η σημαία που θα ταίριαζε σε μια δύστυχη χώρα όπως ο Λίβανος θα έπρεπε, αντί του κέδρου στη μέση της, να έχει ένα Καλάσνικοφ - ή ένα τεράστιο δάκρυ.
Λιβανέζοι celebrities
Εντελώς ιδιόμορφα, ο Λίβανος λειτουργεί σαν χώρα διερχομένων: δέχεται πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ οι γηγενείς απλώνονται σε ένα αχανές δίκτυο διασποράς σε όλο τον κόσμο. Στις διασημότητες οικουμενικής εμβέλειας με καταγωγή από τον Λίβανο περιλαμβάνονται πολυδιαβασμένοι και πολυγραφότατοι συγγραφείς όπως ο Αμίν Μααλούφ και ο Χαλίλ Γκιμπράν, η Χολιγουντιανή ηθοποιός Σάλμα Χάγεκ, η ποπ σταρ Σακίρα, οι σχεδιαστές μόδας Ελι Σααμπ και Ζουχαΐρ Μουράντ, μεταξύ πολλών άλλων. Βεβαίως, η πλέον αναγνωρίσιμη προσωπικότητα που συνδέεται με τον Λίβανο είναι η Αμάλ Αλαμουντίν, δικηγόρος και σύζυγος του Τζορτζ Κλούνεϊ. Τα 100.000 δολάρια που προσφέρει το ζεύγος για τα θύματα των εκρήξεων είναι μια συμβολική χειρονομία. Αλλωστε, η πραγματική δύναμη των απόδημων celebrities έγκειται στην ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινότητας σχετικά με το διαρκές μαρτύριο του Λιβάνου. Μόνο μία ανάρτηση της Σάλμα Χάγεκ στο Instagram, για παράδειγμα, συγκέντρωσε αμέσως σχεδόν 300.000 likes.
Ειδήσεις σήμερα
Κορωνοϊός - Αυστραλία: Αρνητικό ρεκόρ ημέρας με 21 θανάτους και 410 κρούσματα στη Βικτόρια
Κορωνοϊός - Κολομβία: Χάος με πάνω από 13.000 νεκρούς και 400.000 επιβεβαιωμένα κρούσματα
Κορωνοϊός - Ισραήλ: Εννέα θάνατοι και 1.871 κρούσματα το τελευταίο 24ωρο
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr