Τζορτζ Γκόρντον Λίντι: Από το σκάνδαλο Watergate μέχρι... το Miami Vice - Οι 10 ζωές ενός υπερπράκτορα
01.04.2021
06:45
Ηταν η κεντρική μορφή του σκανδάλου Watergate - Είχε δηλωσει ότι ένιωθε να τον διαπερνά «ηλεκτρικό ρεύμα» όταν άκουγε τον Χίτλερ
Το γεγονός ότι η αυτοβιογραφία του πούλησε περισσότερα από 1 εκατομμύριο αντίτυπα και έγινε τηλεταινία, υποδηλώνει πόσο ασυνήθιστη και συναρπαστική ήταν η ζωή του Τζορτζ Γκόρντον Λίντι. Αλλά μόνο εν μέρει, καθώς ο πραγματικός βίος του δύσκολα θα μπορούσε να έχει επινοηθεί από κάποιον σεναριογράφο. Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπατλ Λίντι, ο οποίος απεβίωσε στα 90 του χρόνια και υποφέροντας από τη νόσο του Πάρκινσον, είχε ζήσει πολλές ζωές παραπάνω από αυτήν που εγκατέλειψε στις 30 Μαρτίου 2021.
Ο Λίντι είχε διατελέσει πράκτορας του FBI, εισαγγελέας, εξ απορρήτων στέλεχος μιας μικρής ομάδας επιλέκτων «σαμποτέρ» επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον, πρωτεργάτης του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ, κατάδικος, οπαδός του Χίτλερ, παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών λόγου, συγγραφέας, ηθοποιός, ακόμη και υποψήφιος Γερουσιαστής -μεταξύ πολλών άλλων ρόλων και περιστασιακών ιδιοτήτων.
Η περσόνα του Λίντι ξεφεύγει από κάθε στερεότυπο, εφόσον μόνο σε μυθιστόρημα θα μπορούσε κάποιος να βρεθεί από τα μυστικά δωμάτια του Λευκού Οίκου στο πλατό των γυρισμάτων για το «Miami Vice» τη θρυλική αστυνομική σειρά των 80s. Και είναι χαρακτηριστικό για τις ιδέες του, ότι η αυτοβιογραφία του, η οποία εκδόθηκε το 1980, έφερε τον τίτλο «Will» («Θέληση»), παραπέμποντας στο έργο «Θέληση για δύναμη» του Γερμανού φιλοσόφου Φρίντριχ Νίτσε. Ο Λίντι, όπως και πολλοί ναζιστές, πίστευε -εντελώς εσφαλμένα- ότι ο νιτσεϊκός στοχασμός αποτελούσε τη θεωρητική μήτρα του χιτλερικού κηρύγματος.
Κατά δήλωσιν του, ο Λίντι ένιωθε να τον διαπερνά «ηλεκτρικό ρεύμα» όταν άκουγε τις εμπρηστικές ομιλίες του Αδόλφου Χίτλερ. Κατά δηλώσεις άλλων, συνεργατών και γνωστών του -συμπεριλαμβανομένου του Ρίτσαρντ Νίξον- «ο Λίντι δεν έστεκε πολύ καλά στα μυαλά του». Οι παρανοϊκές, σχεδόν παιδιάστικες επιδείξεις ανδρισμού συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης. Ελάχιστοι εχέφρονες θα έκαναν ό,τι και ο Λίντι για να αποδείξουν την αντοχή τους στο σωματικό πόνο και το πέραν παντός ορίου θάρρος τους. Εκείνος όμως το έκανε, κρατώντας ακίνητη την παλάμη του πάνω από αναμένο κερί, έως του σημείου που άρχισε να μυρίζει καμένη σάρκα.
Το μεγαλύτερο «κατόρθωμα» στην πολυτάραχη σταδιοδρομία του Τζορτζ Γκόρντον Λίντι ήταν, αναμφίβολα, η συμμετοχή του στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Για την οποίαν επέμεινε στο δικαστήριο ότι ήταν αθώος, παρά την απόδειξη της ενοχής του. Εξού και του επιβλήθηκε ποινή 20ετους κάθειρξης και πρόστιμο 40.000 δολαρίων, για τα αδικήματα της συνωμοσίας, της διάρρηξης και της παράνομης υποκλοπής τηλεπικοινωνιών. Το 1977, με παρέμβαση του Προέδρου των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, παραχωρήθηκε στον Λίντι το δικαίωμα άσκησης έφεσης. Αποφυλακίστηκε την ίδια χρονιά, αφού παρέμεινε στη φυλακή για περίπου 4μιση χρόνια.
Αφ' ότου αποφυλακίστηκε, περιέγραψε στην αυτοβιογραφία του την εμπλοκή του στα γεγονότα του Γουότεργκεϊτ με πάσα λεπτομέρεια. Ακόμη και οι δημοσιογράφοι της Washington Post, ο Μπομπ Γούντγορντ και Καρλ Μπερνστάιν οι οποίοι αποκάλυψαν το σκάνδαλο, αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι ο Λίντι έγραψε την αλήθεια. Ασχέτως εάν ο ίδιος παρέμενε πεπεισμένος πως δεν έκανε τίποτε άλλο από το να εκτελέσει την αποστολή που είχε αναλάβει, δηλαδή να φροντίσει ώστε να επανεκλεγεί ο Ρίτσαρντ Νίξον.
Ο Λίντι είχε διατελέσει πράκτορας του FBI, εισαγγελέας, εξ απορρήτων στέλεχος μιας μικρής ομάδας επιλέκτων «σαμποτέρ» επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον, πρωτεργάτης του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ, κατάδικος, οπαδός του Χίτλερ, παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών λόγου, συγγραφέας, ηθοποιός, ακόμη και υποψήφιος Γερουσιαστής -μεταξύ πολλών άλλων ρόλων και περιστασιακών ιδιοτήτων.
Η περσόνα του Λίντι ξεφεύγει από κάθε στερεότυπο, εφόσον μόνο σε μυθιστόρημα θα μπορούσε κάποιος να βρεθεί από τα μυστικά δωμάτια του Λευκού Οίκου στο πλατό των γυρισμάτων για το «Miami Vice» τη θρυλική αστυνομική σειρά των 80s. Και είναι χαρακτηριστικό για τις ιδέες του, ότι η αυτοβιογραφία του, η οποία εκδόθηκε το 1980, έφερε τον τίτλο «Will» («Θέληση»), παραπέμποντας στο έργο «Θέληση για δύναμη» του Γερμανού φιλοσόφου Φρίντριχ Νίτσε. Ο Λίντι, όπως και πολλοί ναζιστές, πίστευε -εντελώς εσφαλμένα- ότι ο νιτσεϊκός στοχασμός αποτελούσε τη θεωρητική μήτρα του χιτλερικού κηρύγματος.
Κατά δήλωσιν του, ο Λίντι ένιωθε να τον διαπερνά «ηλεκτρικό ρεύμα» όταν άκουγε τις εμπρηστικές ομιλίες του Αδόλφου Χίτλερ. Κατά δηλώσεις άλλων, συνεργατών και γνωστών του -συμπεριλαμβανομένου του Ρίτσαρντ Νίξον- «ο Λίντι δεν έστεκε πολύ καλά στα μυαλά του». Οι παρανοϊκές, σχεδόν παιδιάστικες επιδείξεις ανδρισμού συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης. Ελάχιστοι εχέφρονες θα έκαναν ό,τι και ο Λίντι για να αποδείξουν την αντοχή τους στο σωματικό πόνο και το πέραν παντός ορίου θάρρος τους. Εκείνος όμως το έκανε, κρατώντας ακίνητη την παλάμη του πάνω από αναμένο κερί, έως του σημείου που άρχισε να μυρίζει καμένη σάρκα.
Το μεγαλύτερο «κατόρθωμα» στην πολυτάραχη σταδιοδρομία του Τζορτζ Γκόρντον Λίντι ήταν, αναμφίβολα, η συμμετοχή του στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Για την οποίαν επέμεινε στο δικαστήριο ότι ήταν αθώος, παρά την απόδειξη της ενοχής του. Εξού και του επιβλήθηκε ποινή 20ετους κάθειρξης και πρόστιμο 40.000 δολαρίων, για τα αδικήματα της συνωμοσίας, της διάρρηξης και της παράνομης υποκλοπής τηλεπικοινωνιών. Το 1977, με παρέμβαση του Προέδρου των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, παραχωρήθηκε στον Λίντι το δικαίωμα άσκησης έφεσης. Αποφυλακίστηκε την ίδια χρονιά, αφού παρέμεινε στη φυλακή για περίπου 4μιση χρόνια.
Αφ' ότου αποφυλακίστηκε, περιέγραψε στην αυτοβιογραφία του την εμπλοκή του στα γεγονότα του Γουότεργκεϊτ με πάσα λεπτομέρεια. Ακόμη και οι δημοσιογράφοι της Washington Post, ο Μπομπ Γούντγορντ και Καρλ Μπερνστάιν οι οποίοι αποκάλυψαν το σκάνδαλο, αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι ο Λίντι έγραψε την αλήθεια. Ασχέτως εάν ο ίδιος παρέμενε πεπεισμένος πως δεν έκανε τίποτε άλλο από το να εκτελέσει την αποστολή που είχε αναλάβει, δηλαδή να φροντίσει ώστε να επανεκλεγεί ο Ρίτσαρντ Νίξον.
Τελικά, ο Λίντι θα θεωρούνταν καθοριστικός παράγοντας στην κατάρρευση του Νίξον, λόγω των παρορμητικών χειρισμών του στην διάρρηξη των γραφείων του Δημοκρατικού κόμματος στο σύμπλεγμα κτηρίων Γουότεργκεϊτ. Η έρευνα έδειξε ότι ο Τζορτζ Λίντι διέπραξε μια σειρά από βασικά σφάλματα, τα οποία επέτρεψαν στο FBI να συνδέσει την εισβολή στο Γουότεργκεϊτ με το Λευκό Οίκο. Πάντως, ακόμη και το εάν θα είχε υπάρξει καν το σκάνδαλο χωρίς την ανάμιξη του Λίντι, είναι ζήτημα που προβληματίζει τους ιστορικούς.
Επομένως, ο Τζορτζ Λίντι ήταν μια παραδοξότητα, ένας ιδιόρρυθμος και θερμοκέφαλος μυστικός πράκτορας, ταγμένος στην υπηρεσία του Νίξον τον οποίον και θαύμαζε. Επ' ουδενί όμως ο ρόλος του Λίντι δεν ήταν δευτερεύων σε ένα από μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα στην αμερικανική ή ακόμη και την παγκόσμια ιστορία.
Στο βιβλίο του ο Λίντι χαρακτήριζε το Γουότεργκεϊτ σαν «κομμάτι της κουλτούρας των 60s. Τότε η Αμερική ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, όχι μόνον στο Βιετνάμ αλλά και στο εσωτερικό της. Εγώ είχα εμπεδώσει προ πολλού τα διδάγματα του Κικέρωνα, ο οποίος μας δίδαξε ότι οι νόμοι παύουν να ισχύουν σε περίοδο πολέμου. Και ότι ο υπέρτατος νόμος είναι το καλό του έθνους».
Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπατλ Λίντι είχε γεννηθεί στις 30 Νοεμβρίου του 1930 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Η οικογένειά του ήταν Ιρλανδο-ιταλικής καταγωγής, ευσεβείς Καθολικοί. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και ένας από τους παιδικούς ήρωες του μικρού Τζορτζ ήταν ο θείος του, ο οποίος ήταν πράκτορας και στενός συνεργάτες του διαβόητου Τζον Έντγκαρ Χούβερ, του πρώτου επικεφαλής του FBI. Ο Λίντι είχε μαγευτεί από τη φήμη ότι ο θείος του είχε αναμιχθεί στη δολοφονία του αρχι-γκάγκστερ Τζον Ντίλιντζερ.
Αφού τελείωσε το σχολείο, ο Λίντι έκανε διετή θητεία στον αμερικανικό στρατό, αν και, για λόγους υγείας, κρίθηκε ακατάλληλος για το μέτωπο, στον πόλεμο της Κορέας. Αφ' ότου απολύθηκε, ο Λίντι σπούδασε νομικά, αλλά αντί για τις δικαστικές αίθουσες, βρέθηκε στο FBI. Από το 1957 έως το 1962 προσέφερε τις υπηρεσίες του ως Ομοσπονδιακός πράκτορας, ιδιότητα την οποίαν εγκατέλειψε, αναζητώντας καλύτερες απολαβές. Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, ο Λίντι δεν παραιτήθηκε οικειοθελώς. Μάλλον αποπέμφθηκε, λόγω του απρόβλεπτου και παρορμητικού χαρακτήρα του.
Μετά από το FBI εργάστηκε στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα του και ακολούθως έγινε βοηθός εισαγγελέα στην περιφέρεια του Πουκίπσι της Νέας Υόρκης. Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, πρωτοστάτησε στη σύλληψη του Τίμοθι Λίρι, του πασίγνωστου ψυχολόγου και πρώην καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ο οποίος προωθούσε και διέδιδε τη χρήση του παραισθησιογόνου LSD. Η σύλληψη του Λίρι έκανε διάσημο τον Τζορτζ Λίντι και τον ταύτισε με την απέχθεια προς το κίνημα των χίπις.
Ως απηνής διώκτης των εμπόρων (και των χρηστών) ναρκωτικών, ο Λίντι εντυπωσίασε τους συνεργάτες του Προέδρου των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον. Πολύ γρήγορα εντάχθηκε σε μια μυστική ομάδα ειδικών αποστολών, τους λεγόμενους «Υδραυλικούς» -προφανώς επειδή αναλάμβαναν τις πιο βρώμικές δουλειές. Αφ' ότου η ομάδα αυτή διαλύθηκε, ο Λίντι τοποθετήθηκε σε μια άλλη άτυπη επιτροπή, ειδικά για την υπόγεια προετοιμασία της επανεκλογής Νίξον.
Μία από τις επιχειρήσεις που πρότεινε ο Λίντι ήταν να στηθεί ένα περίπλοκο και δαπανηρό σαμποτάζ, μια μυστική επιχείρηση κόστους 1 εκατ. δολαρίων. Μέρος της θα ήταν και οι υποκλοπές από τα κεντρικά του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο Λίντι προσφέρθηκε ακόμη και να δολοφονήσει έναν δημοσιογράφο, ο οποίος αποκάλυπτε απόρρητες πληροφορίες για την κυβέρνηση Νίξον, έχοντας ως πηγή κάποιον συνεργάτη του Λευκού Οίκου.
Ακολούθησε η υπόθεση Γουότεργκεϊτ και η άρνηση του Λίντι να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές, αδιαφορώντας εάν με αυτή του τη στάση δεν θα τύγχανε επιείκειας από το δικαστήριο. Ο Λίντι επαναλάμβανε ότι δεν ήταν «προδότης και ρουφιάνος».
Όλως παραδόξως, όχι όμως για κάποιον σαν τον Λίντι, αφού αποφυλακίστηκε έκανε ενός είδους συνεταιρισμό με τον Τίμοθι Λίρι. Οι δυο τους έκαναν περιοδεία ανά τα αμερικανιά πανεπιστήμια, δίνοντας διαλέξεις υπό μορφήν ζωντανών διαξιφισμών.
Παράλληλα, ο Τζορτζ Λίντι άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορους ρόλους guest star σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Σε αυτή τη φάση της καριέρας του υποδύθηκε έναν έμπορο ναρκωτικών στο Miami Vice, ακολουθώντας τις οδηγίες του πρωταγωνιστή Ντον Τζόνσον.
Σπουδαία καριέρα έκανε επίσης και σαν ραδιοφωνικός παραγωγός, με το δικό του talk show, το οποίο αναμεταδιδόταν σε περισσότερους από 270 σταθμούς ανά τις ΗΠΑ, προσελκύοντας άνω των 10 εκατ. ακροατών. Μέσω ραδιοφώνου ευαγγελιζόταν τα οφέλη της οπλοκατοχής για τη διατήρηση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ. Ο Λίντι διακήρυττε ότι «χρειαζόμαστε καλό έλεγχο των όπλων. Δηλαδή, πρέπει να κρατάμε σταθερά τα όπλα στα χέρια μας. Και να βρίσκουμε το στόχο μας».
Υποτίθεται ότι στον ίδιον απαγορευόταν να φέρει όπλα, εκείνος όμως κόμπαζε πως διέθετε 27 πυροβόλα. Κάποια εκ των οποίων στο προσκέφαλό του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Τζορτζ Λίντι ήταν δύσκολα, καθώς είχε προσβληθεί από τη νόσο του Πάρκινσον. Παρόλ' αυτά, σε μία από τις τελευταίες του δημόσιες εμφανίσεις, είχε δηλώσει ότι «είμαι ευγνώμων για όσα έζησα. Χωρίς το Γουότεργκεϊτ, θα είχα χαθεί, σαν άλλος ένας αφανής ήρωας των γεγονότων. Αλλά τελικά έμαθαν όλοι ποιος είμαι πραγματικά. Είμαι ένα ατύχημα της ιστορίας».
Ειδήσεις σήμερα
Στα 3.616 τα νέα κρούσματα - 739 οι διασωληνωμένοι, 76 θάνατοι
Κορωνοϊός - Άγιο Όρος: Ανησυχητική διασπορά του ιού - Στα 31 τα κρούσματα
Τραυματιοφορέας «Αγία Σοφία»: Οδηγήθηκε στη φυλακή - Κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση δυο ανηλίκων
Επομένως, ο Τζορτζ Λίντι ήταν μια παραδοξότητα, ένας ιδιόρρυθμος και θερμοκέφαλος μυστικός πράκτορας, ταγμένος στην υπηρεσία του Νίξον τον οποίον και θαύμαζε. Επ' ουδενί όμως ο ρόλος του Λίντι δεν ήταν δευτερεύων σε ένα από μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα στην αμερικανική ή ακόμη και την παγκόσμια ιστορία.
Στο βιβλίο του ο Λίντι χαρακτήριζε το Γουότεργκεϊτ σαν «κομμάτι της κουλτούρας των 60s. Τότε η Αμερική ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, όχι μόνον στο Βιετνάμ αλλά και στο εσωτερικό της. Εγώ είχα εμπεδώσει προ πολλού τα διδάγματα του Κικέρωνα, ο οποίος μας δίδαξε ότι οι νόμοι παύουν να ισχύουν σε περίοδο πολέμου. Και ότι ο υπέρτατος νόμος είναι το καλό του έθνους».
Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπατλ Λίντι είχε γεννηθεί στις 30 Νοεμβρίου του 1930 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Η οικογένειά του ήταν Ιρλανδο-ιταλικής καταγωγής, ευσεβείς Καθολικοί. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και ένας από τους παιδικούς ήρωες του μικρού Τζορτζ ήταν ο θείος του, ο οποίος ήταν πράκτορας και στενός συνεργάτες του διαβόητου Τζον Έντγκαρ Χούβερ, του πρώτου επικεφαλής του FBI. Ο Λίντι είχε μαγευτεί από τη φήμη ότι ο θείος του είχε αναμιχθεί στη δολοφονία του αρχι-γκάγκστερ Τζον Ντίλιντζερ.
Αφού τελείωσε το σχολείο, ο Λίντι έκανε διετή θητεία στον αμερικανικό στρατό, αν και, για λόγους υγείας, κρίθηκε ακατάλληλος για το μέτωπο, στον πόλεμο της Κορέας. Αφ' ότου απολύθηκε, ο Λίντι σπούδασε νομικά, αλλά αντί για τις δικαστικές αίθουσες, βρέθηκε στο FBI. Από το 1957 έως το 1962 προσέφερε τις υπηρεσίες του ως Ομοσπονδιακός πράκτορας, ιδιότητα την οποίαν εγκατέλειψε, αναζητώντας καλύτερες απολαβές. Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, ο Λίντι δεν παραιτήθηκε οικειοθελώς. Μάλλον αποπέμφθηκε, λόγω του απρόβλεπτου και παρορμητικού χαρακτήρα του.
Μετά από το FBI εργάστηκε στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα του και ακολούθως έγινε βοηθός εισαγγελέα στην περιφέρεια του Πουκίπσι της Νέας Υόρκης. Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, πρωτοστάτησε στη σύλληψη του Τίμοθι Λίρι, του πασίγνωστου ψυχολόγου και πρώην καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ο οποίος προωθούσε και διέδιδε τη χρήση του παραισθησιογόνου LSD. Η σύλληψη του Λίρι έκανε διάσημο τον Τζορτζ Λίντι και τον ταύτισε με την απέχθεια προς το κίνημα των χίπις.
Ως απηνής διώκτης των εμπόρων (και των χρηστών) ναρκωτικών, ο Λίντι εντυπωσίασε τους συνεργάτες του Προέδρου των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον. Πολύ γρήγορα εντάχθηκε σε μια μυστική ομάδα ειδικών αποστολών, τους λεγόμενους «Υδραυλικούς» -προφανώς επειδή αναλάμβαναν τις πιο βρώμικές δουλειές. Αφ' ότου η ομάδα αυτή διαλύθηκε, ο Λίντι τοποθετήθηκε σε μια άλλη άτυπη επιτροπή, ειδικά για την υπόγεια προετοιμασία της επανεκλογής Νίξον.
Μία από τις επιχειρήσεις που πρότεινε ο Λίντι ήταν να στηθεί ένα περίπλοκο και δαπανηρό σαμποτάζ, μια μυστική επιχείρηση κόστους 1 εκατ. δολαρίων. Μέρος της θα ήταν και οι υποκλοπές από τα κεντρικά του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο Λίντι προσφέρθηκε ακόμη και να δολοφονήσει έναν δημοσιογράφο, ο οποίος αποκάλυπτε απόρρητες πληροφορίες για την κυβέρνηση Νίξον, έχοντας ως πηγή κάποιον συνεργάτη του Λευκού Οίκου.
Ακολούθησε η υπόθεση Γουότεργκεϊτ και η άρνηση του Λίντι να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές, αδιαφορώντας εάν με αυτή του τη στάση δεν θα τύγχανε επιείκειας από το δικαστήριο. Ο Λίντι επαναλάμβανε ότι δεν ήταν «προδότης και ρουφιάνος».
Όλως παραδόξως, όχι όμως για κάποιον σαν τον Λίντι, αφού αποφυλακίστηκε έκανε ενός είδους συνεταιρισμό με τον Τίμοθι Λίρι. Οι δυο τους έκαναν περιοδεία ανά τα αμερικανιά πανεπιστήμια, δίνοντας διαλέξεις υπό μορφήν ζωντανών διαξιφισμών.
Παράλληλα, ο Τζορτζ Λίντι άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορους ρόλους guest star σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Σε αυτή τη φάση της καριέρας του υποδύθηκε έναν έμπορο ναρκωτικών στο Miami Vice, ακολουθώντας τις οδηγίες του πρωταγωνιστή Ντον Τζόνσον.
Σπουδαία καριέρα έκανε επίσης και σαν ραδιοφωνικός παραγωγός, με το δικό του talk show, το οποίο αναμεταδιδόταν σε περισσότερους από 270 σταθμούς ανά τις ΗΠΑ, προσελκύοντας άνω των 10 εκατ. ακροατών. Μέσω ραδιοφώνου ευαγγελιζόταν τα οφέλη της οπλοκατοχής για τη διατήρηση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ. Ο Λίντι διακήρυττε ότι «χρειαζόμαστε καλό έλεγχο των όπλων. Δηλαδή, πρέπει να κρατάμε σταθερά τα όπλα στα χέρια μας. Και να βρίσκουμε το στόχο μας».
Υποτίθεται ότι στον ίδιον απαγορευόταν να φέρει όπλα, εκείνος όμως κόμπαζε πως διέθετε 27 πυροβόλα. Κάποια εκ των οποίων στο προσκέφαλό του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Τζορτζ Λίντι ήταν δύσκολα, καθώς είχε προσβληθεί από τη νόσο του Πάρκινσον. Παρόλ' αυτά, σε μία από τις τελευταίες του δημόσιες εμφανίσεις, είχε δηλώσει ότι «είμαι ευγνώμων για όσα έζησα. Χωρίς το Γουότεργκεϊτ, θα είχα χαθεί, σαν άλλος ένας αφανής ήρωας των γεγονότων. Αλλά τελικά έμαθαν όλοι ποιος είμαι πραγματικά. Είμαι ένα ατύχημα της ιστορίας».
Ειδήσεις σήμερα
Στα 3.616 τα νέα κρούσματα - 739 οι διασωληνωμένοι, 76 θάνατοι
Κορωνοϊός - Άγιο Όρος: Ανησυχητική διασπορά του ιού - Στα 31 τα κρούσματα
Τραυματιοφορέας «Αγία Σοφία»: Οδηγήθηκε στη φυλακή - Κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση δυο ανηλίκων
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr