Με λιγότερη ένταση και σε περισσότερη περισυλλογή βρίσκει η σημερινή ημέρα το βόρειο Κόσοβο, καθώς η κρίση που σημειώθηκε χθες μεταξύ τω
ν Σέρβων και των Αλβανόφωνων πληθυσμών κόντεψε να ανατινάξει το οικοδόμημα της οριακής συνύπαρξης των δύο εθνοτικών κοινοτήτων, που μετά βίας συντηρείται σε αυτό το περιβάλλον των πολλαπλών, γεωπολιτικών προκλήσεων.
Το τεταμένο κλίμα μεταξύ
Σέρβων και Αλβανόφωνων πυροδότησε απόφαση της Κυβέρνησης του Κοσόβου, η οποία επρόκειτο να εφαρμοστεί από σήμερα, με στόχο την αντικατάσταση των σερβικών πινακίδων ΙΧ και των δελτίων ταυτότητας με αυτά της τοπικής κυβέρνησης. Με δεδομένο, ωστόσο, ότι ο Σέρβος Πρόεδρος, Αλεξάντερ Βούτσιτς έχει επιτεθεί στο παρελθόν στη συγκεκριμένη απόφαση ως μέσο αλλοίωσης της σερβικής παρουσίας στην περιοχή, οι σερβικές ενστάσεις είχαν ως αποτέλεσμα να στηθούν χθες οδοφράγματα κοντά στα σύνορα με σερβική πρωτοβουλία, αλλά και να καταγραφούν κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας στη Μιτρόβιτσα, ενώ σειρήνες ακούστηκαν σε όλες τις πόλεις του βόρειου Κοσόβου.
Την ατμόσφαιρα βάρυνε ακόμη περισσότερο η παρέμβαση του
ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, που μέσω της Εκπροσώπου του, Μαρίας Ζαχάροβα ζήτησε από την Πρίστινα, τις ΗΠΑ και την ΕΕ να σεβαστούν τα δικαιώματα των Σέρβων, εγκαλώντας μάλιστα τη Δύση ότι δρομολογεί την
«εξόντωση» της Σερβίας.
Σε αυτό το κλίμα, αυστηρή προειδοποίηση ότι η Ρωσία θα αντιδράσει, σε περίπτωση εφαρμογής της απόφασης απηύθυνε χθες ο Πρόεδρος της χώρας, Αλεξάντερ Βούτσιτς, δηλώνοντας βέβαιος πως στο τέλος η
Σερβία θα επικρατήσει, αν και τα όσα έχουν προηγηθεί τουλάχιστον τις τελευταίες δύο δεκαετίες, δεν είναι με το μέρος του
Βελιγραδίου.
Και αυτό γιατί, η νίκη των δυτικών συμμάχων στον πόλεμο του
Κοσόβου το 1999 έκλεισε οριστικά το σοβιετικό κεφάλαιο της
πρώην Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, η οποία αποτέλεσε στενό σύμμαχο της
ΕΣΣΔ στη διάρκεια του
Ψυχρού Πολέμου. Σε σημείο που όσες γιουγκοσλαβικές δυνάμεις επιχείρησαν το
1999 στο
Κόσοβο να υποστηρίζονται συστηματικά από τη
Ρωσία, η οποία δε δίστασε να εισβάλει στο αεροδρόμιο της
Πρίστινα, προκειμένου να αποτρέψει τα αεροπλάνα του
ΝΑΤΟ να προσγειωθούν.
Η μάχη υπεράσπισης μέχρι τέλους της γιουγκοσλαβικής ταυτότητας του
Κοσόβου το 1999 από πλευράς της
Μόσχας έχει αφήσει ανοιχτό τραύμα από ό,τι φαίνεται στο Κρεμλίνο, καθώς ο
Βλαντιμίρ Πούτιν ορίστηκε πρωθυπουργός τον Αύγουστο του ίδιου έτους, με νωπές τις μνήμες από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Σύμφωνα με το Foreign Policy, «ο Πούτιν απάντησε στη δυτική κριτική για την προσάρτηση της Κριμαίας επικαλούμενος την περιφρόνηση της Δύσης για το διεθνές δίκαιο όταν βομβάρδισαν το Βελιγράδι ή παρενέβησαν στο Κοσσυφοπέδιο», αναφέροντας χαρακτηριστικά σε ομιλία του το 2016 πως
«ο βομβαρδισμός του Βελιγραδίου ήταν ξεκάθαρα μια επέμβαση έξω από τους κανόνες και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου», στον απόηχο και της απουσίας σχετικής απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Το πόσο χρησιμοποιεί η ρωσική πλευρά το «παράδειγμα του Κοσόβου» έγινε αντιληπτό και κατά τις παραμονές της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όταν ο
υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε ότι
«το να λέμε ότι το ΝΑΤΟ εισέβαλε στη Γιουγκοσλαβία με ευγενείς στόχους είναι τουλάχιστον λανθασμένο και ανήθικο», συμπληρώνοντας πως «το Κόσοβο και ορισμένα άλλα μέρη των Δυτικών Βαλκανίων γίνονται γόνιμο έδαφος για εγκλήματα. Υπάρχουν τρομοκράτες και έμποροι ναρκωτικών εκεί».
Η επίκληση στη γενοκτονία, ωστόσο, στην οποία βασίστηκε η ανθρωπιστική επιχείρηση του
ΝΑΤΟ στο
Κόσοβο το
1999 «αναβίωσε» υπό την οπτική του
Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στο διάγγελμα της 21ης Φεβρουαρίου φέτος, οπότε προανήγγειλε την επέμβασή του στην
ανατολική Ουκρανία, περιγράφοντας πως
«οι δολοφονίες αμάχων, ο αποκλεισμός, η κακοποίηση ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, γυναικών και ηλικιωμένων, συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό. Όπως λέμε, δεν υπάρχει τέλος σε αυτό».
Ασκώντας οξεία κριτική στη Δύση, «εν τω μεταξύ, ο λεγόμενος πολιτισμένος κόσμος, του οποίου οι δυτικοί συνάδελφοί μας αυτοανακηρύχθηκαν ως οι μόνοι εκπρόσωποι, προτιμά να μην το δει αυτό, σαν να μην υπάρχει αυτή η φρίκη και η γενοκτονία, την οποία αντιμετωπίζουν σχεδόν 4 εκατομμύρια άνθρωποι» υποστήριξε για την κατάσταση στην
Ουκρανία ο Ρώσος πρόεδρος, λέγοντας ακόμη πως
«αγωνίζονται για το στοιχειώδες δικαίωμά τους να ζουν στη δική τους γη, να μιλούν τη δική τους γλώσσα και να διατηρούν τον πολιτισμό και τις παραδόσεις τους».
Πέρα από την ηθικοπλαστική διάσταση, με την οποία επιχειρεί να περιβάλει το επεκτατικό του αφήγημα, ο
Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν φαίνεται πως περίμενε 23 χρόνια, για την αναβίωση του πάλαι ποτέ σοβιετικού κόσμου. Τουλάχιστον για τα Βαλκάνια, η συμπερίληψη των οποίων στη ρωσική σφαίρα επιρροής είναι σχεδόν αυτονόητη για το
Κρεμλίνο, καθώς αποτελεί τη
δεύτερη «αμυντική» ζώνη της Μόσχας, μετά τους άμεσους γείτονές της, όπως η Ουκρανία.
Σε αυτήν την προοπτική και με στόχο την αποφυγή οποιασδήποτε νέας εστίας σύγκρουσης επί ευρωπαϊκού εδάφους, το διάλογο προκρίνει τώρα η Δύση ως μέσο αποκλιμάκωσης της έντασης που συσσωρεύτηκε χθες πάνω από την
Μιτρόβιτσα. «Χαιρετίζουμε την απόφαση του Κοσσυφοπεδίου να μεταφέρει μέτρα την 1η Σεπτεμβρίου. Αναμένεται να αφαιρεθούν αμέσως όλα τα εμπόδια» σχολίασε, ο Ζοζέπ Μπορέλ, επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, επισημαίνοντας παράλληλα πως «τα ανοιχτά ζητήματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω του διαλόγου με τη διευκόλυνση της ΕΕ και να επικεντρωθούν στη συνολική εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας, ουσιαστικής σημασίας για την ολοκλήρωσή τους στην ΕΕ».