Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: Ο Καγκελάριος που δεν γνώρισε ποτέ η Γερμανία
Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: Ο Καγκελάριος που δεν γνώρισε ποτέ η Γερμανία
Η περίπλοκη προσωπικότητα του άνδρα που θεωρήθηκε ως ο κακός δαίμονας της άτεγκτης δημοσιονομικής συμμόρφωσης και υπαίτιος για το μαρτυρικό δράμα του Grexit/No Grexit
Για την ευρύτερη κοινή γνώμη, η μορφή του ταυτίστηκε, σχεδόν σαν δίδυμη σκιά, με εκείνη της Καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ. Για τους Έλληνες -τα γνωστά: Ο Σόιμπλε συμβολοποιήθηκε σαν ο κακός δαίμονας της άτεγκτης, αιματηρής δημοσιονομικής συμμόρφωσης, ο υπαίτιος για το μαρτυρικό δράμα του Grexit/No Grexit, υπό την τότε ιδιότητά του ως υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας. Αντικειμενικά όμως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για ένα διάστημα που πλησιάζει το ήμισυ του αιώνα, επηρέασε καθοριστικά τη χάραξη του κοινωνικού και πολιτικού προσανατολισμού της Γερμανίας ως ομόσπονδου κράτους. Συμπεριλαμβανομένου του τμήματος που ως το 1989 κρυβόταν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα.
Το «Σχέδιο Σόιμπλε» για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, δηλαδή η αποβολή της χώρας με αντίδωρο την αποζημίωση κάποιων δισ. ευρώ για την πρόχειρη αντιμετώπιση της αναπόφευκτης ανθρωπιστικής κρίσης, είναι ό,τι περισσότερο έχει να θυμάται η πλειονότητα των Ελλήνων από τον Σόιμπλε, ιδιαίτερα σε σχέση με το ρόλο του στην οικονομική κρίση, από το 2009 έως την εκρηκτική κλιμάκωσή της το 2015. Παρόλ' αυτά -και ίσως ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της νοοτροπίας του- ήταν ότι ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πιστό και αφοσιωμένο φιλέλληνα. Εξάλλου, όσο χρόνο, ενέργεια και πόρους των Γερμανών φορολογούμενων είχε αφιερώσει στην εξονυχιστική παρακολούθηση της κατάστασης στην Ελλάδα, δεν είχε αφιερώσει σε καμία άλλη χώρα.
Επίσης, για όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν λίγο καλύτερα, να συνομιλήσουν μαζί του στο πλαίσιο κάποιας λιγότερο τυπικής συνάντησης ή στο περιθώριο κάποιας συνέντευξης, διαπίστωναν -όχι χωρίς έκπληξη- ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο με βαθιά και πολύπλευρη παιδεία, συνεσταλμένο και με μια παιγνιώδη τάση επίμονου αυτοσαρκασμού. Δεν δίσταζε να περιπαίζει ακόμη και την καθήλωσή του στο αναπηρικό αμαξίδιο, λέγοντας ότι «ναι μεν εκεί που κάθομαι με ραντίζουν με ψίχουλα όσοι όρθιοι τρώνε γύρω μου από το μπουφέ, όταν όμως θέλουν να μου μιλήσουν, αναγκάζονται να σκύψουν μπροστά μου». Και χαμογελούσε κοκκινίζοντας ελαφρώς, σαν παιδί που χαίρεται για μια αταξία του.
Κατά κάποιο τρόπο, όπως σημειώνει σε επικήδειο αφιέρωμά της η Deutsche Welle, ο Σόιμπλε υπήρξε η προσωποποίηση της γερμανικής πολιτικής, αρχικά με τη διαιρεμένη και κατόπιν με την ενοποιημένη Γερμανία. Εξάλλου, απεβίωσε κατέχοντας ένα ρεκόρ που πολύ δύσκολα θα καταρριφθεί: Διετέλεσε μέλος της γερμανικής Βουλής (Bundestag) σταθερά και αδιάλλειπτα από το 1972 έως το θάνατό του, στις 26 Δεκεμβρίου του 2023, δηλαδή επί 51 συναπτά έτη. Συνεπώς, η ζωή του ήταν γερμανική πολιτική -και αντιστρόφως.
Από τη σκοπιά της σύγχρονης γερμανικής ιστορίας, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συνέδεσε το όνομά του με τις διαπραγματεύσεις του 1990 για τη Συνθήκη Συνένωσης των δύο Γερμανιών, της πρώην Δυτικής και της πρώην Ανατολικής. Την επόμενη χρονιά έγινε ο βασικός υποστηρικτής της απόφασης να μεταφερθεί η έδρα της κυβέρνησης, για το ενιαίο πλέον γερμανικό κράτος, στο Βερολίνο. Και, επίσης, στα σημαντικότερα επιτεύγματά του, ήταν η καθοριστική συμβολή του στην αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της μεγάλης κρίσης χρέους του 2008.
Πρωταγωνιστής στις εξελίξεις που απειλούσαν να αλλάξουν ακόμη και τις παγκόσμιες, όχι μόνο τις ενδογερμανικές ή τις ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες, ο Σόιμπλε περιεβλήθη γρήγορα με το κύρος του μεγάλου Ευρωπαίου πολιτικού, δεύτερου σε ισχύ μόνο πίσω από την Άνγκελα Μέρκελ. Στην πραγματικότητα όμως, ο Σόιμπλε ήταν, πιθανότατα, ο καταλληλότερος άνθρωπος για την Καγκελαρία και όντως προαλειφόταν για τον ανώτατο θώκο της εξουσίας στη χώρα του. Η κοινή βεβαιότητα όμως ότι θα ήταν αυτός που, αργά ή γρήγορα, θα διαδεχόταν τον Χέλμουτ Κολ, ως ο επόμενος Χριστιανοδημοκράτης ηγέτης της Γερμανίας, διαψεύστηκε βίαια: Σε πρώτη φάση στις 12 Οκτωβρίου του 1990, όταν κάποιο πνευματικά διαταραγμένο άτομο αποπειράθηκε να τον δολοφονήσει. Και σε δεύτερη φάση το 1999, όταν ξέσπασε ένα σκάνδαλο δωροδοκίας, στο οποίο εμπλεκόταν και ο Σόιμπλε, γεγονός που έδωσε τη χαριστική βολή στις φιλοδοξίες του για την Καγκελαρία. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, από αμιγώς πολιτική άποψη, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέζησε όχι από μία, αλλά από δύο δολοφονικές απόπειρες. Μία κατά κυριολεξίαν και μία με την αλληγορική σημασία του όρου.
Το «Σχέδιο Σόιμπλε» για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, δηλαδή η αποβολή της χώρας με αντίδωρο την αποζημίωση κάποιων δισ. ευρώ για την πρόχειρη αντιμετώπιση της αναπόφευκτης ανθρωπιστικής κρίσης, είναι ό,τι περισσότερο έχει να θυμάται η πλειονότητα των Ελλήνων από τον Σόιμπλε, ιδιαίτερα σε σχέση με το ρόλο του στην οικονομική κρίση, από το 2009 έως την εκρηκτική κλιμάκωσή της το 2015. Παρόλ' αυτά -και ίσως ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της νοοτροπίας του- ήταν ότι ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πιστό και αφοσιωμένο φιλέλληνα. Εξάλλου, όσο χρόνο, ενέργεια και πόρους των Γερμανών φορολογούμενων είχε αφιερώσει στην εξονυχιστική παρακολούθηση της κατάστασης στην Ελλάδα, δεν είχε αφιερώσει σε καμία άλλη χώρα.
Επίσης, για όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν λίγο καλύτερα, να συνομιλήσουν μαζί του στο πλαίσιο κάποιας λιγότερο τυπικής συνάντησης ή στο περιθώριο κάποιας συνέντευξης, διαπίστωναν -όχι χωρίς έκπληξη- ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο με βαθιά και πολύπλευρη παιδεία, συνεσταλμένο και με μια παιγνιώδη τάση επίμονου αυτοσαρκασμού. Δεν δίσταζε να περιπαίζει ακόμη και την καθήλωσή του στο αναπηρικό αμαξίδιο, λέγοντας ότι «ναι μεν εκεί που κάθομαι με ραντίζουν με ψίχουλα όσοι όρθιοι τρώνε γύρω μου από το μπουφέ, όταν όμως θέλουν να μου μιλήσουν, αναγκάζονται να σκύψουν μπροστά μου». Και χαμογελούσε κοκκινίζοντας ελαφρώς, σαν παιδί που χαίρεται για μια αταξία του.
Κατά κάποιο τρόπο, όπως σημειώνει σε επικήδειο αφιέρωμά της η Deutsche Welle, ο Σόιμπλε υπήρξε η προσωποποίηση της γερμανικής πολιτικής, αρχικά με τη διαιρεμένη και κατόπιν με την ενοποιημένη Γερμανία. Εξάλλου, απεβίωσε κατέχοντας ένα ρεκόρ που πολύ δύσκολα θα καταρριφθεί: Διετέλεσε μέλος της γερμανικής Βουλής (Bundestag) σταθερά και αδιάλλειπτα από το 1972 έως το θάνατό του, στις 26 Δεκεμβρίου του 2023, δηλαδή επί 51 συναπτά έτη. Συνεπώς, η ζωή του ήταν γερμανική πολιτική -και αντιστρόφως.
Από τη σκοπιά της σύγχρονης γερμανικής ιστορίας, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συνέδεσε το όνομά του με τις διαπραγματεύσεις του 1990 για τη Συνθήκη Συνένωσης των δύο Γερμανιών, της πρώην Δυτικής και της πρώην Ανατολικής. Την επόμενη χρονιά έγινε ο βασικός υποστηρικτής της απόφασης να μεταφερθεί η έδρα της κυβέρνησης, για το ενιαίο πλέον γερμανικό κράτος, στο Βερολίνο. Και, επίσης, στα σημαντικότερα επιτεύγματά του, ήταν η καθοριστική συμβολή του στην αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της μεγάλης κρίσης χρέους του 2008.
Πρωταγωνιστής στις εξελίξεις που απειλούσαν να αλλάξουν ακόμη και τις παγκόσμιες, όχι μόνο τις ενδογερμανικές ή τις ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες, ο Σόιμπλε περιεβλήθη γρήγορα με το κύρος του μεγάλου Ευρωπαίου πολιτικού, δεύτερου σε ισχύ μόνο πίσω από την Άνγκελα Μέρκελ. Στην πραγματικότητα όμως, ο Σόιμπλε ήταν, πιθανότατα, ο καταλληλότερος άνθρωπος για την Καγκελαρία και όντως προαλειφόταν για τον ανώτατο θώκο της εξουσίας στη χώρα του. Η κοινή βεβαιότητα όμως ότι θα ήταν αυτός που, αργά ή γρήγορα, θα διαδεχόταν τον Χέλμουτ Κολ, ως ο επόμενος Χριστιανοδημοκράτης ηγέτης της Γερμανίας, διαψεύστηκε βίαια: Σε πρώτη φάση στις 12 Οκτωβρίου του 1990, όταν κάποιο πνευματικά διαταραγμένο άτομο αποπειράθηκε να τον δολοφονήσει. Και σε δεύτερη φάση το 1999, όταν ξέσπασε ένα σκάνδαλο δωροδοκίας, στο οποίο εμπλεκόταν και ο Σόιμπλε, γεγονός που έδωσε τη χαριστική βολή στις φιλοδοξίες του για την Καγκελαρία. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, από αμιγώς πολιτική άποψη, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέζησε όχι από μία, αλλά από δύο δολοφονικές απόπειρες. Μία κατά κυριολεξίαν και μία με την αλληγορική σημασία του όρου.
Πάντως, μόλις ενάμιση μήνα μετά από την παρολίγο δολοφονία του, ο Σόιμπλε απλώς έδινε την πρώτη του συνέντευξη Τύπου, καθισμένος στο καροτσάκι του, ως παράλυτος πια από τη μέση του και κάτω. Ασφαλώς, μόνο οι οικείοι του και ο ίδιος γνώριζαν πόσο κοντά έφτασε τότε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο θάνατο, πόσο υπέφερε έως ότου διαφύγει του κινδύνου, αλλά και πόση ψυχική και πνευματική δύναμη χρειάστηκε να επιστρατεύσει για να πείσει τον εαυτό του ότι η ζωή συνεχίζεται. Αν και σε ό,τι τον αφορούσε, μια απόπειρα δολοφονίας δεν άξιζε περισσότερη προσοχή από ένα οποιοδήποτε άλλο δυστύχημα. Μάλιστα, έλεγε σχετικά ότι «δεν κάθισα να κλαίγομαι για πολύ. Είπα μέσα μου 'ό,τι έγινε έγινε και δεν μπορείς να το αλλάξεις. Οπότε, όσο ζεις, θα ζεις κανονικά και στο έπακρο».
Όχι εντελώς όμως, καθώς έπρεπε να παραιτηθεί από το όνειρο -και ίσως τον εξ αρχής προορισμό του στην πολιτική, δηλαδή την Καγκελαρία. Αυτό ήταν ένα πολύ σκληρό χτύπημα για τον φιλόδοξο και μεθοδικό Σόιμπλε, μιας και ήδη από το 1984, όταν εξελέγη για πρώτη φορά ο Χέλμουτ Κολ, ο Σόιμπλε ήταν ο κατ' ουσίαν σκιώδης κυβερνήτης της Γερμανίας. Ο Κολ τον εμπιστευόταν σαν το «δεξί του χέρι» και από το στρατηγείο της κυβέρνησης στη Βόννη, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τυπικά ασκούσε τα καθήκοντα του επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας. Πρακτικά ήταν ο γενικός διαχειριστής της εξουσίας που κατείχε η κυβέρνηση Κολ, ελέγχοντας τα πάντα.
Το 1989 ο Σόιμπλε διορίστηκε από τον Χέλμουτ Κολ ως Υπουργός Εσωτερικών. Και, λόγω των εξελίξεων με την Πτώση του Τείχους στο Βερολίνο και την κατάρρευση του λεγόμενου Υπαρκτού Σοσιαλισμού, λόγω των αρμοδιοτήτων του, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε βρέθηκε στο επίκεντρο -αυτή τη φορά και του διεθνούς- ενδιαφέροντος. Το τιτάνιο έργο του συντονισμού των δύο Γερμανιών, η επανασύνδεσή τους και η δημιουργία ενός νέου, κατ' ουσίαν, κράτους, φέρει σε μεγάλο βαθμό τη σφραγίδα Σόιμπλε.
Ακόμη και μετά από την απόπειρα δολοφονίας, ο Κολ επέμενε ότι ο δικός του εκλεκτός για τη διαδοχή στην κορυφή του CDU παρέμενε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ωστόσο, περί τα τέλη του 1999 και ενώ στο μεταξύ ο Σόιμπλε είχε εκλεγεί πρόεδρος του κόμματος, αποκαλύφθηκε ότι οι Χριστιανοδημοκράτες του Χέλμουτ Κολ είχαν αποδεχτεί παράνομες χορηγίες, ότι υπήρχαν μυστικοί τραπεζικοί λογαριασμοί κ.λπ. Το σκάνδαλο προκάλεσε τεκτονικό σεισμό στην πολιτική ζωή της Γερμανίας. Η υπόληψη του Σόιμπλε, τόσο ως προέδρου και ιστορικού, εμβληματικού στελέχους του CDU, όσο και ατομικά, καταρρακώθηκε εντελώς. Αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι είχε δεχθεί οικονομική δωρεά ύψους 100.000 ευρώ από έναν έμπορο όπλων. Και, εξυπακούεται, πως παραιτήθηκε από την προεδρία του CDU.
Παραδόξως, η πολιτική σταδιοδρομία του Σόιμπλε δεν τελείωσε εκεί. Παρέμεινε στις τάξει των Χριστιανοδημοκρατών όταν πλέον είχαν περάσει στην αντιπολίτευση και επί κυβερνήσεως των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, την περίοδο 1998-2005, ανέλαβε χρέη σκιώδους «υπουργού» για λογαριασμό του υπό ανασυγκρότηση CDU, με ειδικούς τομείς ευθύνης την εξωτερική πολιτική και την εθνική άμυνα. Στους οποίους, φυσικά, διέπρεψε, χάρη στη σχεδόν εξωπραγματική επιμονή, την εργατικότητα, τη μεθοδικότητα, την εκ φύσεως ευστροφία και, οπωσδήποτε, το οξύτατο πολιτικό του ένστικτο.
Όταν άνοιξε η «εποχή της Μούτι», αλλιώς η περίοδος της απόλυτης κυριαρχίας, εντός και εκτός Γερμανίας, της Άνγκελας Μέρκελ, ο Σόιμπλε αποκαταστάθηκε. Μετά από τις εκλογές του 2005, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διορίστηκε υπουργός Εσωτερικών και ακολούθως υπουργός Οικονομικών. Εισηγούμενος συχνά μέτρα -ανεξαρτήτως τομέα- τα οποία διακρίνονταν από μια κυνική, πραγματιστική λογική, συνδεδεμένη πρωτίστως με τα συμφέροντα της Γερμανίας και δευτερευόντως της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και, εννοείται, ότι για τον Σόιμπλε οι εντυπώσεις που προκαλούσαν οι ιδέες του, ουδέποτε και ουδόλως τον απασχόλησαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έμπνευσή του να εισηγηθεί διάταξη που επέτρεπε την άμεση κατάρριψη από την πολεμική αεροπορία της Γερμανίας πολιτικού αεροσκάφους, σε περίπτωση αεροπειρατείας. Για κάποιον λόγο που ο ίδιος δεν κατάφερε ποτέ να κατανοήσει, το μέτρο αυτό δεν εγκρίθηκε από τα νομοθετικά όργανα της Ομοσπονδιακής Γερμανίας.
Για την ιστορία και για την τυπική συμπλήρωση του in memoriam πορτραίτου του, o Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (Wolfgang Schäuble) γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1942 στo Φράιμπουργκ, του κρατιδίου Βάδη-Βυρτεμβέργη, στο νοτιοδυτικό άκρο της Γερμανίας. Ήταν ο δεύτερος από τους τρεις γιους της οικογένειας Σόιμπλε, και μεγάλωσε στην πόλη Χόενμπεργκ, τη γενέτειρα του πατέρα του, του Καρλ Σόιμπλε, ενός φοροτεχνικού, ο οποίος είχε αναπτύξει επίσης ενδιαφέροντα για την ενεργό πολιτική, πάντα με τους Χριστιανοδημοκράτες.
Ο νεαρός Βόλφγκανγκ σπούδασε νομικά και οικονομικά στο Φράιμπουργκ και το Αμβούργο, ενώ η πρώτη του επαγγελματική δραστηριότητα ήταν στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες. Το 1969 παντρεύτηκε την οικονομολόγο Ίνγκεμποργκ Χένσλε, με την οποίαν απέκτησε έναν γιο και τρεις κόρες.
Όμως, ήδη από το 1965 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε γίνει ενεργό και δραστήριο μέλος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, αρχικά στην τοπική οργάνωση της Βάδης, όπου και αναδείχθηκε πρόεδρος της κομματικής νεολαίας. Από την αρχή της δεκαετίας του '70, ο Σόιμπλε διέκρινε ότι ο Χέλμουτ Κολ είχε όλα τα προσόντα να ανελιχθεί στην ηγεσία του CDU και τον στήριξε με όλες του τις δυνάμεις, μια επένδυση πολιτικού κεφαλαίου η οποία, όχι μόνο απέδωσε τα μέγιστα, αλλά και επιβεβαίωσε το ευθύβολο πολιτικό αισθητήριο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Το ότι απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών, όχι ακριβώς «πλήρης ημερών» όπως θα ήθελε η συνηθισμένη επικήδεια κενολογία, αλλά σαφέστατα πλήρης εμπειριών και όντας Πρόεδρος της Bundestag, αποτελεί ίσως τον καλύτερο αποχαιρετισμό για έναν πραγματικά σημαντικό Ευρωπαίο πολιτικό άνδρα.
Ειδήσεις σήμερα:
Τραγωδία στη Νέα Σμύρνη: Ο 18χρονος ομολόγησε ότι σκότωσε με ψαλίδι τον 16χρονο αδελφό του μετά από καβγά για ρούχα
«Ο Καρράς με πήρε τηλέφωνο και μου είπε να ετοιμάσω το νεκροταφείο» αποκάλυψε ο πρόεδρος στο Κοκκινοχώρι Καβάλας
Πήρε θέση για την απομάκρυνση του Γιοβάνοβιτς ο Μπισμπίκης - Φωτογραφία
Όχι εντελώς όμως, καθώς έπρεπε να παραιτηθεί από το όνειρο -και ίσως τον εξ αρχής προορισμό του στην πολιτική, δηλαδή την Καγκελαρία. Αυτό ήταν ένα πολύ σκληρό χτύπημα για τον φιλόδοξο και μεθοδικό Σόιμπλε, μιας και ήδη από το 1984, όταν εξελέγη για πρώτη φορά ο Χέλμουτ Κολ, ο Σόιμπλε ήταν ο κατ' ουσίαν σκιώδης κυβερνήτης της Γερμανίας. Ο Κολ τον εμπιστευόταν σαν το «δεξί του χέρι» και από το στρατηγείο της κυβέρνησης στη Βόννη, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τυπικά ασκούσε τα καθήκοντα του επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας. Πρακτικά ήταν ο γενικός διαχειριστής της εξουσίας που κατείχε η κυβέρνηση Κολ, ελέγχοντας τα πάντα.
Το 1989 ο Σόιμπλε διορίστηκε από τον Χέλμουτ Κολ ως Υπουργός Εσωτερικών. Και, λόγω των εξελίξεων με την Πτώση του Τείχους στο Βερολίνο και την κατάρρευση του λεγόμενου Υπαρκτού Σοσιαλισμού, λόγω των αρμοδιοτήτων του, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε βρέθηκε στο επίκεντρο -αυτή τη φορά και του διεθνούς- ενδιαφέροντος. Το τιτάνιο έργο του συντονισμού των δύο Γερμανιών, η επανασύνδεσή τους και η δημιουργία ενός νέου, κατ' ουσίαν, κράτους, φέρει σε μεγάλο βαθμό τη σφραγίδα Σόιμπλε.
Ακόμη και μετά από την απόπειρα δολοφονίας, ο Κολ επέμενε ότι ο δικός του εκλεκτός για τη διαδοχή στην κορυφή του CDU παρέμενε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ωστόσο, περί τα τέλη του 1999 και ενώ στο μεταξύ ο Σόιμπλε είχε εκλεγεί πρόεδρος του κόμματος, αποκαλύφθηκε ότι οι Χριστιανοδημοκράτες του Χέλμουτ Κολ είχαν αποδεχτεί παράνομες χορηγίες, ότι υπήρχαν μυστικοί τραπεζικοί λογαριασμοί κ.λπ. Το σκάνδαλο προκάλεσε τεκτονικό σεισμό στην πολιτική ζωή της Γερμανίας. Η υπόληψη του Σόιμπλε, τόσο ως προέδρου και ιστορικού, εμβληματικού στελέχους του CDU, όσο και ατομικά, καταρρακώθηκε εντελώς. Αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι είχε δεχθεί οικονομική δωρεά ύψους 100.000 ευρώ από έναν έμπορο όπλων. Και, εξυπακούεται, πως παραιτήθηκε από την προεδρία του CDU.
Παραδόξως, η πολιτική σταδιοδρομία του Σόιμπλε δεν τελείωσε εκεί. Παρέμεινε στις τάξει των Χριστιανοδημοκρατών όταν πλέον είχαν περάσει στην αντιπολίτευση και επί κυβερνήσεως των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, την περίοδο 1998-2005, ανέλαβε χρέη σκιώδους «υπουργού» για λογαριασμό του υπό ανασυγκρότηση CDU, με ειδικούς τομείς ευθύνης την εξωτερική πολιτική και την εθνική άμυνα. Στους οποίους, φυσικά, διέπρεψε, χάρη στη σχεδόν εξωπραγματική επιμονή, την εργατικότητα, τη μεθοδικότητα, την εκ φύσεως ευστροφία και, οπωσδήποτε, το οξύτατο πολιτικό του ένστικτο.
Όταν άνοιξε η «εποχή της Μούτι», αλλιώς η περίοδος της απόλυτης κυριαρχίας, εντός και εκτός Γερμανίας, της Άνγκελας Μέρκελ, ο Σόιμπλε αποκαταστάθηκε. Μετά από τις εκλογές του 2005, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διορίστηκε υπουργός Εσωτερικών και ακολούθως υπουργός Οικονομικών. Εισηγούμενος συχνά μέτρα -ανεξαρτήτως τομέα- τα οποία διακρίνονταν από μια κυνική, πραγματιστική λογική, συνδεδεμένη πρωτίστως με τα συμφέροντα της Γερμανίας και δευτερευόντως της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και, εννοείται, ότι για τον Σόιμπλε οι εντυπώσεις που προκαλούσαν οι ιδέες του, ουδέποτε και ουδόλως τον απασχόλησαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έμπνευσή του να εισηγηθεί διάταξη που επέτρεπε την άμεση κατάρριψη από την πολεμική αεροπορία της Γερμανίας πολιτικού αεροσκάφους, σε περίπτωση αεροπειρατείας. Για κάποιον λόγο που ο ίδιος δεν κατάφερε ποτέ να κατανοήσει, το μέτρο αυτό δεν εγκρίθηκε από τα νομοθετικά όργανα της Ομοσπονδιακής Γερμανίας.
Για την ιστορία και για την τυπική συμπλήρωση του in memoriam πορτραίτου του, o Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (Wolfgang Schäuble) γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1942 στo Φράιμπουργκ, του κρατιδίου Βάδη-Βυρτεμβέργη, στο νοτιοδυτικό άκρο της Γερμανίας. Ήταν ο δεύτερος από τους τρεις γιους της οικογένειας Σόιμπλε, και μεγάλωσε στην πόλη Χόενμπεργκ, τη γενέτειρα του πατέρα του, του Καρλ Σόιμπλε, ενός φοροτεχνικού, ο οποίος είχε αναπτύξει επίσης ενδιαφέροντα για την ενεργό πολιτική, πάντα με τους Χριστιανοδημοκράτες.
Ο νεαρός Βόλφγκανγκ σπούδασε νομικά και οικονομικά στο Φράιμπουργκ και το Αμβούργο, ενώ η πρώτη του επαγγελματική δραστηριότητα ήταν στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες. Το 1969 παντρεύτηκε την οικονομολόγο Ίνγκεμποργκ Χένσλε, με την οποίαν απέκτησε έναν γιο και τρεις κόρες.
Όμως, ήδη από το 1965 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε γίνει ενεργό και δραστήριο μέλος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, αρχικά στην τοπική οργάνωση της Βάδης, όπου και αναδείχθηκε πρόεδρος της κομματικής νεολαίας. Από την αρχή της δεκαετίας του '70, ο Σόιμπλε διέκρινε ότι ο Χέλμουτ Κολ είχε όλα τα προσόντα να ανελιχθεί στην ηγεσία του CDU και τον στήριξε με όλες του τις δυνάμεις, μια επένδυση πολιτικού κεφαλαίου η οποία, όχι μόνο απέδωσε τα μέγιστα, αλλά και επιβεβαίωσε το ευθύβολο πολιτικό αισθητήριο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Το ότι απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών, όχι ακριβώς «πλήρης ημερών» όπως θα ήθελε η συνηθισμένη επικήδεια κενολογία, αλλά σαφέστατα πλήρης εμπειριών και όντας Πρόεδρος της Bundestag, αποτελεί ίσως τον καλύτερο αποχαιρετισμό για έναν πραγματικά σημαντικό Ευρωπαίο πολιτικό άνδρα.
Ειδήσεις σήμερα:
Τραγωδία στη Νέα Σμύρνη: Ο 18χρονος ομολόγησε ότι σκότωσε με ψαλίδι τον 16χρονο αδελφό του μετά από καβγά για ρούχα
«Ο Καρράς με πήρε τηλέφωνο και μου είπε να ετοιμάσω το νεκροταφείο» αποκάλυψε ο πρόεδρος στο Κοκκινοχώρι Καβάλας
Πήρε θέση για την απομάκρυνση του Γιοβάνοβιτς ο Μπισμπίκης - Φωτογραφία
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα