Ο Σόιμπλε περιγράφει την ελληνική κρίση - Σε ένα κορδόνι κρεμόταν η ζωή μου, το ευρώ και το μέλλον της Ευρώπης
19.04.2024
16:34
Το κεφάλαιο «Ελλάδα της κρίσης» κατέχει εξέχουσα θέση στα απομνημονεύματά του - Πώς περιγράφει τον εαυτό του ο άνθρωπος που συνδέθηκε όσο κανείς άλλος με τα δεινά των Ελλήνων στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, έχοντας μάλιστα εμπνευστεί και μεθοδεύσει ανεπιτυχώς το Grexit
Εάν εξαιρεθεί η δολοφονική επίθεση εις βάρος του τον Οκτώβριο του 1990, εξαιτίας της οποίας καθηλώθηκε για το υπόλοιπο του βίου του σε αναπηρικό αμαξίδιο ως τετραπληγικός και αν εξαιρεθεί επίσης το πολύκροτο σκάνδαλο δωροδοκίας του καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ στο οποίο, κατ’ ανάγκην εμπλεκόταν και ο ίδιος, το κεφάλαιο «Ελλάδα» είναι, ομολογουμένως, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα -αν όχι συναρπαστικά- στο βιβλίο των απομνημονευμάτων του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Η αναδιήγηση γεγονότων που συγκλόνισαν τη χώρα μας και προκάλεσαν σειρά εξαιρετικά σοβαρών ανατροπών σε όλο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας, ως ανάγνωσμα πλέον πολλές φορές θυμίζει ένα πολιτικοοικονομικό θρίλερ.
Η εντύπωση αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την έκταση των αναφορών στην Ελλάδα, αλλά και με τη σημασία που αποδίδει ο Σόιμπλε σε όσα έγιναν τότε. Πάντα, όπως τονίζει επανειλημμένα, προτάσσοντας την αγωνία του για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης. Επ’ αυτού, απολύτως χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τα απομνημονεύματά του, τα οποία κυκλοφόρησαν την προηγούμενη εβδομάδα, αποκλειστικά στη γερμανική γλώσσα: «Τη Δευτέρα 10 Μαΐου 2010 πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο των Βρυξελλών, όπου είχα νοσηλευτεί εκτάκτως, λόγω ραγδαίας επιδείνωσης της υγείας μου.
Με συνόδευε η σύζυγός μου, κρατώντας ψηλά τη φιάλη με τις ουσίες που μου χορηγούσαν ενδοφλεβίως. Οταν επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο, η γυναίκα μου πήρε ένα κορδόνι παπουτσιών και έδεσε τον ορό κάπου στην οροφή. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την εικόνα: την ίδια στιγμή που η δική μου ζωή κρεμόταν από ένα κορδόνι παπουτσιών, από μια κλωστή κρεμόταν επίσης η σταθερότητα του ευρώ. Και μαζί με αυτήν, το μέλλον της Ευρώπης».
Η συγκεκριμένη περιγραφή, αφενός ως προς το ύφος απηχεί με ενάργεια την προσέγγιση του Σόιμπλε στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του: ξερή και ουδέτερη παράθεση των γεγονότων. Ψυχρή αποτύπωση σκέψεων. Πραγματισμός ακόμη και σε σχέση με τη σωματική ταλαιπωρία που υφίστατο, σχεδόν διαρκώς, λόγω της παράλυσής του. Το απολύτως ελάχιστο συναίσθημα. Παρ’ όλα αυτά, ο Σόιμπλε προσδίδει μια υποδόρια τραγικότητα στο κείμενό του, καθώς παραλληλίζει -ή και ταυτίζει ενδεχομένως- την επώδυνη κατάρρευση της υγείας του με τις δυσοίωνες προοπτικές για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Υπό την τότε ιδιότητά του ως υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας και αντικειμενικά μιας από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής, κατείχε επίσης έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην ελληνική τραγωδία της οικονομικής κρίσης. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι ασχολείται εκτενώς με την ελληνική υπόθεση στην πολιτική αυτοβιογραφία του είναι έως και αναμενόμενο. Ωστόσο, το όχι και τόσο αναμενόμενο στοιχείο των απομνημονευμάτων του έγκειται στο γεγονός ότι έχει αφιερώσει περίπου 100 από τις 656 σελίδες του βιβλίου στην περιπέτεια της Ελλάδας κατά το διάστημα 2010-2015. Ισως, μάλιστα, η ολοκληρωμένη έως και σχολαστική παρουσίαση των γεγονότων εκείνης της ταραγμένης περιόδου, στο προσκήνιο και το παρασκήνιο των κρίσιμων αποφάσεων, των ατελείωτων διεργασιών και διαπραγματεύσεων για την τύχη της Ελλάδας, να αποτέλεσε έναν από τους κύριους λόγους για τους οποίους ο Σόιμπλε αποφάσισε να γράψει το «Η ζωή μου στην πολιτική».
Σε μια πιο αφηρημένη προοπτική, ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η ζωή μου στην πολιτική», το οποίο κυκλοφορεί μετά θάνατον του αυτοβιογραφούμενου προσώπου, εξ ορισμού αποτελεί, αν μη τι άλλο, μια άσκηση στην ειρωνεία - και ο συγγραφέας φημιζόταν για το σαρδόνιο, βραδυφλεγές, συγκαλυμμένο πλην τρομακτικά εύστοχο χιούμορ του. Επίσης, όταν ο συγγραφέας των απομνημονευμάτων του, των πολιτικών εν προκειμένω, έχει πεθάνει προ της εκδόσεως του έργου του, εξ ορισμού ως τεθνεώς έχει απαλλάξει τον εαυτό του από τις συνέπειες όσων αποκαλύπτει.
Ο πρώτος γύρος
Η «ελληνική απάτη» και οι έπαινοι
Η Ελλάδα αναδύεται στο κεφάλαιο 9 του βιβλίου, με τίτλο «Ραντεβού με την παγκοσμιοποίηση: Ως υπουργός Οικονομικών στο επίκεντρο καινούριων κρίσεων». Με αυτό ο Σόιμπλε ανοίγει τον φάκελο της ελληνικής κρίσης. Ξεκινά από το Σαββατοκύριακο 8-9 Μαΐου 2010, όταν η Ανγκελα Μέρκελ είχε μεταβεί στη Μόσχα, προσκεκλημένη του προέδρου της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, επ’ ευκαιρία των εορταστικών εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 65 χρόνων από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Σόιμπλε παρατηρεί ότι αυτή ήταν η τελευταία φορά που Γερμανός καγκελάριος θα επισκεπτόταν τη Ρωσία. Οπως και να ’χει, όμως, ακόμη και σε εκείνη την πανηγυρική περίσταση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ήταν βαθύτατα προβληματισμένοι για την οικονομία. «Στο κέντρο της οξύτατης κρίσης, αυτή τη φορά, ήταν η Ελλάδα», γράφει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Μόλις την Παρασκευή η Γερμανική Εθνοσυνέλευση (σ.σ.: Deutsche Bundestag), με μια ασυνήθιστα παρατεταμένη διαδικασία, ενέκρινε πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας που θα εφαρμοζόταν από τη Γερμανία μαζί με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε., προκειμένου η Ελλάδα να διασωθεί και να μη χρεοκοπήσει.
Το ύψος του προγράμματος ήταν 110 δισ. ευρώ. Τα 22 εξ αυτών συνεισφέρονταν από τη Γερμανία και χρειάστηκε να καταβάλλουμε τεράστια προσπάθεια, η Καγκελάριος Μέρκελ κι εγώ προκειμένου να πείσουμε τα μέλη της δικής μας παράταξης, του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), να επικυρώσουν το πρόγραμμα με την ψήφο τους».
Η εντύπωση αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την έκταση των αναφορών στην Ελλάδα, αλλά και με τη σημασία που αποδίδει ο Σόιμπλε σε όσα έγιναν τότε. Πάντα, όπως τονίζει επανειλημμένα, προτάσσοντας την αγωνία του για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης. Επ’ αυτού, απολύτως χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τα απομνημονεύματά του, τα οποία κυκλοφόρησαν την προηγούμενη εβδομάδα, αποκλειστικά στη γερμανική γλώσσα: «Τη Δευτέρα 10 Μαΐου 2010 πήρα εξιτήριο από το νοσοκομείο των Βρυξελλών, όπου είχα νοσηλευτεί εκτάκτως, λόγω ραγδαίας επιδείνωσης της υγείας μου.
Με συνόδευε η σύζυγός μου, κρατώντας ψηλά τη φιάλη με τις ουσίες που μου χορηγούσαν ενδοφλεβίως. Οταν επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο, η γυναίκα μου πήρε ένα κορδόνι παπουτσιών και έδεσε τον ορό κάπου στην οροφή. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την εικόνα: την ίδια στιγμή που η δική μου ζωή κρεμόταν από ένα κορδόνι παπουτσιών, από μια κλωστή κρεμόταν επίσης η σταθερότητα του ευρώ. Και μαζί με αυτήν, το μέλλον της Ευρώπης».
Η συγκεκριμένη περιγραφή, αφενός ως προς το ύφος απηχεί με ενάργεια την προσέγγιση του Σόιμπλε στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του: ξερή και ουδέτερη παράθεση των γεγονότων. Ψυχρή αποτύπωση σκέψεων. Πραγματισμός ακόμη και σε σχέση με τη σωματική ταλαιπωρία που υφίστατο, σχεδόν διαρκώς, λόγω της παράλυσής του. Το απολύτως ελάχιστο συναίσθημα. Παρ’ όλα αυτά, ο Σόιμπλε προσδίδει μια υποδόρια τραγικότητα στο κείμενό του, καθώς παραλληλίζει -ή και ταυτίζει ενδεχομένως- την επώδυνη κατάρρευση της υγείας του με τις δυσοίωνες προοπτικές για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Υπό την τότε ιδιότητά του ως υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας και αντικειμενικά μιας από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής, κατείχε επίσης έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην ελληνική τραγωδία της οικονομικής κρίσης. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι ασχολείται εκτενώς με την ελληνική υπόθεση στην πολιτική αυτοβιογραφία του είναι έως και αναμενόμενο. Ωστόσο, το όχι και τόσο αναμενόμενο στοιχείο των απομνημονευμάτων του έγκειται στο γεγονός ότι έχει αφιερώσει περίπου 100 από τις 656 σελίδες του βιβλίου στην περιπέτεια της Ελλάδας κατά το διάστημα 2010-2015. Ισως, μάλιστα, η ολοκληρωμένη έως και σχολαστική παρουσίαση των γεγονότων εκείνης της ταραγμένης περιόδου, στο προσκήνιο και το παρασκήνιο των κρίσιμων αποφάσεων, των ατελείωτων διεργασιών και διαπραγματεύσεων για την τύχη της Ελλάδας, να αποτέλεσε έναν από τους κύριους λόγους για τους οποίους ο Σόιμπλε αποφάσισε να γράψει το «Η ζωή μου στην πολιτική».
Σε μια πιο αφηρημένη προοπτική, ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η ζωή μου στην πολιτική», το οποίο κυκλοφορεί μετά θάνατον του αυτοβιογραφούμενου προσώπου, εξ ορισμού αποτελεί, αν μη τι άλλο, μια άσκηση στην ειρωνεία - και ο συγγραφέας φημιζόταν για το σαρδόνιο, βραδυφλεγές, συγκαλυμμένο πλην τρομακτικά εύστοχο χιούμορ του. Επίσης, όταν ο συγγραφέας των απομνημονευμάτων του, των πολιτικών εν προκειμένω, έχει πεθάνει προ της εκδόσεως του έργου του, εξ ορισμού ως τεθνεώς έχει απαλλάξει τον εαυτό του από τις συνέπειες όσων αποκαλύπτει.
Ο πρώτος γύρος
Η «ελληνική απάτη» και οι έπαινοι
Η Ελλάδα αναδύεται στο κεφάλαιο 9 του βιβλίου, με τίτλο «Ραντεβού με την παγκοσμιοποίηση: Ως υπουργός Οικονομικών στο επίκεντρο καινούριων κρίσεων». Με αυτό ο Σόιμπλε ανοίγει τον φάκελο της ελληνικής κρίσης. Ξεκινά από το Σαββατοκύριακο 8-9 Μαΐου 2010, όταν η Ανγκελα Μέρκελ είχε μεταβεί στη Μόσχα, προσκεκλημένη του προέδρου της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, επ’ ευκαιρία των εορταστικών εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 65 χρόνων από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Σόιμπλε παρατηρεί ότι αυτή ήταν η τελευταία φορά που Γερμανός καγκελάριος θα επισκεπτόταν τη Ρωσία. Οπως και να ’χει, όμως, ακόμη και σε εκείνη την πανηγυρική περίσταση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ήταν βαθύτατα προβληματισμένοι για την οικονομία. «Στο κέντρο της οξύτατης κρίσης, αυτή τη φορά, ήταν η Ελλάδα», γράφει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Μόλις την Παρασκευή η Γερμανική Εθνοσυνέλευση (σ.σ.: Deutsche Bundestag), με μια ασυνήθιστα παρατεταμένη διαδικασία, ενέκρινε πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας που θα εφαρμοζόταν από τη Γερμανία μαζί με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε., προκειμένου η Ελλάδα να διασωθεί και να μη χρεοκοπήσει.
Το ύψος του προγράμματος ήταν 110 δισ. ευρώ. Τα 22 εξ αυτών συνεισφέρονταν από τη Γερμανία και χρειάστηκε να καταβάλλουμε τεράστια προσπάθεια, η Καγκελάριος Μέρκελ κι εγώ προκειμένου να πείσουμε τα μέλη της δικής μας παράταξης, του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), να επικυρώσουν το πρόγραμμα με την ψήφο τους».
Κατόπιν, ο Σόιμπλε επιχειρεί να διεισδύσει στην καρδιά του ελληνικού προβλήματος: «Λίγο πριν αναλάβω εγώ καθήκοντα, τον Οκτώβριο του 2009, στο ελληνικό υπουργείο Οικονομικών είχε τοποθετηθεί ο ομόλογός μου Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο οποίος ήταν υποχρεωμένος να παραδεχτεί ότι η προηγούμενη κυβέρνηση της Ελλάδας είχε εισαγάγει με απάτη τη χώρα στην Ευρωζώνη, παρουσιάζοντας παραποιημένα στοιχεία για τον εθνικό προϋπολογισμό. Η τρομακτική αλήθεια ήταν ότι υπήρχαν ελλείμματα της τάξης του 15% στην ελληνική οικονομία. Οταν το έμαθαν αυτό οι υπουργοί Οικονομικών έγιναν έξαλλοι. Αποκαλύφθηκε ότι η Ελλάδα ζούσε πάνω από τις δυνατότητές της και υπήρχε πολύ σοβαρή ανάγκη για μεταρρυθμίσεις. Ηδη από την άνοιξη του 2010 η συγκεκριμένη χώρα δεν ήταν πλέον σε θέση να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές.
Υπήρχε ο κίνδυνος της χρεοκοπίας. Οι επιπτώσεις ενός τέτοιου γεγονότος για την ευστάθεια του κοινού νομίσματος στην Ευρωζώνη, καθώς και για την παγκόσμια οικονομία ήταν αδύνατον να προβλεφθούν». Συμπληρωματικά, ο Σόιμπλε ακόμη και στα απομνημονεύματά του εντυπωσιάζει με τη σχεδόν εμμονική φροντίδα του να είναι πάντα άριστα ενημερωμένος. Γι’ αυτό, άλλωστε, γνώριζε το περιεχόμενο του «Game Over», ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε το 2016 στην Ελλάδα. Συγγραφέας του είναι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου και το αντικείμενο του συγγράμματος είναι η διαχείριση της κρίσης όπως τη βίωσε ο ίδιος, ως υπουργός Οικονομικών. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επαινεί στο δικό του βιβλίο την εντιμότητα του Παπακωνσταντίνου, χαρακτηρίζοντας το «Game Over» ως «μια φωτεινή εξαίρεση στην τάση των Ελλήνων να φορτώνουν σε άλλους τις δικές τους ευθύνες, παίζοντας άριστα το blame-game. Τουλάχιστον ο Παπακωνσταντίνου παραδέχεται με αμείλικτη αυτοκριτική ότι η Ελλάδα ξεγέλασε την Ε.Ε. προκειμένου να ενταχθεί στην Ευρωζώνη».
Ο δισταγμός της Μέρκελ, η τρόικα, το ταμείο των 500 δισ. και η πληγή που δεν έκλεινε
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε γράφει ότι, σε πρώτη φάση, η Ανγκελα Μέρκελ ήταν διστακτική για το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, φοβούμενη εσωτερικές αντιδράσεις και, κυρίως, την ενδεχόμενη εκδήλωση της δυσαρέσκειας των Γερμανών κατά της κυβέρνησής της στις εκλογές που θα ακολουθούσαν στο ομόσπονδο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Το τηλεφώνημα της Μέρκελ από τη Μόσχα βρήκε τον Σόιμπλε κλινήρη, με πολύ υψηλό πυρετό. Παρ’ όλα αυτά, η καγκελάριος μετέφερε στον υπουργό Οικονομικών και στενότερο συνεργάτη της ότι από τις συζητήσεις της με άλλους ηγέτες αντιλήφθηκε έναν κοινό φόβο: «Ολοι οι εταίροι της Γερμανίας, ακόμη και οι Κινέζοι, είπαν στη Μέρκελ ότι ακόμη και τα 110 δισ. ευρώ δεν αρκούν για να σώσουν την Ελλάδα», γράφει ο Σόιμπλε. «Η ελληνική κρίση μπορεί να εξαπλωθεί σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Πλέον το πρόβλημα δεν έχει να κάνει με την Ελλάδα, αλλά με τις διεθνείς χρηματαγορές και την παγκόσμια οικονομία».
Το θρίλερ κλιμακώθηκε και αποκλιμακώθηκε στην αρχή του Μαΐου του 2010, με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και με ένα αποθεματικό σχεδόν 500 δισ. ευρώ για τη στήριξη κρατών στο χείλος της χρεοκοπίας, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος. Οπως γράφει σχετικά ο Σόιμπλε, «η Ελλάδα σώθηκε τουλάχιστον προσωρινά, οι αγορές ηρέμησαν. Αλλά έμενε να φανεί στην πράξη εάν τα μέτρα που πάρθηκαν τότε θα λειτουργούσαν. Επίσης, η Ελλάδα κινδύνευε λόγω της απάτης που είχε διαπράξει. Οι άλλες χώρες όμως που βρίσκονταν σε παρόμοια κατάσταση, μαζί με την Ιταλία, η οικονομία της οποίας πήγαινε όλο και χειρότερα, συνθλίβονταν το χρέος τους που είχε γίνει πλέον βουνό».
Προφανώς, μαζί με το EFSF γεννήθηκε και η τρόικα, ένα από τα πιο μισητά όργανα στα μάτια των Ελλήνων, σύμβολο μιας κηδεμονίας που ξεκίνησε ως εποπτεία για την εφαρμογή των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων με τα μνημόνια και έναντι του δανεισμού που απεγνωσμένα χρειαζόταν η χώρα. Η τρόικα όμως, συν τω χρόνω, δεν απέφυγε τους εκτροχιασμούς και τις παρεκτροπές σε επιτροπεία και δεσποτεία.
Ως προς την προσωπική κατάστασή του εκείνη την περίοδο, ο Σόιμπλε σημειώνει ότι το 2010 ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για την υγεία του «και, ως εκ τούτου, μία από τις πιο δύσκολες σε ολόκληρη τη σταδιοδρομία μου. Απουσίαζα συχνά, καθώς έπρεπε να παραμένω στο νοσοκομείο. Στην αρχή της χρονιάς υποβλήθηκα σε μια επέμβαση ρουτίνας, για την αντικατάσταση ενός εμφυτεύματος που ήταν απαραίτητο για την κατάστασή μου ως παραπληγικού. Αλλά η ουλή που έγινε στο χειρουργείο δεν έκλεινε, ενώ κι εγώ δεν βοηθούσα την ταχύτερη επούλωση, λόγω των μετακινήσεών μου.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα με καλούσαν πίσω στο γραφείο. Δουλεύοντας επί 16 ώρες κάθε μέρα, μεταξύ του υπουργείου, των αιθουσών συσκέψεων, των αεροπλάνων κ.λπ. ήμουν αναγκασμένος να βρίσκομαι μόνιμα καθιστός, κάτι που από μόνο του είναι εξουθενωτικό για οποιονδήποτε. Είναι όμως σκέτο δηλητήριο για έναν παράλυτο. Κανονικά, το δικό μου σώμα πρέπει να οριζοντιώνεται ανά τακτά διαστήματα, ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία πληγών, αγκυλώσεων κ.ο.κ. λόγω της συνεχούς πίεσης σε συγκεκριμένα σημεία».
Η ιδέα του Grexit
Το σχέδιο που απέρριψε ο Βενιζέλος, η συμπόνια για τον ΓΑΠ, το «κούρεμα» και τα μνημόνια
Κατά την άποψη του Σόιμπλε, στην Ελλάδα τα θεμελιώδη προβλήματα ήταν τεράστια, αλλά σχεδόν εξίσου σθεναρή ήταν επίσης η άρνηση των ντόπιων πολιτικών να ομονοήσουν. «Στην Ελλάδα, αντίθετα από ό,τι ίσχυε στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία και την Ισπανία», τονίζει, «υπήρχε μια αξιοσημείωτη έλλειψη θέλησης να ξεπεραστεί το χάος. Κι αυτές οι αμφιβολίες μου για το πολιτικό προσωπικό με οδήγησαν στο να εξετάσω εναλλακτικά σενάρια από πολύ νωρίς. Ηδη από το 2010 δεν απέκλεια την πιθανότητα για κάποιο κράτος-μέλος να αποχωρήσει από τη νομισματική ένωση. Με αυτή τη σκέψη συμφωνούσε, τότε, και η καγκελάριος.
Είχα συζητήσει με τον υφυπουργό Οικονομικών μας, τον Γιοργκ Ασμουσεν, εάν είχε νόημα να παραμένει στην Ευρωζώνη μια χώρα με τόσο χαμηλή ανταγωνιστικότητα όπως η Ελλάδα. Μήπως ένα διάλειμμα από το ευρώ, προκειμένου να καταστεί εφικτή η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος και να επιτευχθεί η ανταγωνιστικότητα, θα ήταν μια βιώσιμη επιλογή; Μήπως ένα τέλος με τη φρίκη αυτού του είδους θα ήταν προτιμότερο από μια φρίκη δίχως τέλος, εφόσον ένα και μόνο σοκ θα ήταν πιο εύκολα διαχειρίσιμο από τα πολυετή προγράμματα λιτότητας;».
Και, ολοκληρώνοντας την αφήγησή του για το πώς συνέλαβε την ιδέα του (προσωρινού καταρχήν) Grexit, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τονίζει ότι «φυσικά, οι Ελληνες θα έπρεπε να αποφασίσουν εάν επιθυμούσαν την έξοδο. Διότι εγώ ήμουν πεπεισμένος ότι μια χώρα μπορεί να βοηθηθεί μόνο εάν θέλει να βοηθήσει τον εαυτό της».
Στη συνέχεια, ο Σόιμπλε περιγράφει το γνωστό επεισόδιο το 2011, σε ένα υπόγειο εστιατόριο στο Βερολίνο, όταν παρουσίασε για πρώτη φορά την ιδέα του στον τότε υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Ο οποίος, ως γνωστόν, την απέρριψε αμέσως.
Παρ’ όλα αυτά, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δικαιώθηκε ως προς τις απαισιόδοξες προβλέψεις του, ότι καμία κυβέρνηση δεν θα άντεχε στον «κεφαλικό φόρο» της εφαρμογής των μνημονίων, των ανηλεών περικοπών και μιας λιτότητας δίχως ορατό τέλος. Ο Γιώργος Παπανδρέου συμφώνησε με το κούρεμα του χρέους στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις 27 Οκτωβρίου του 2011, επιχείρησε να παίξει το χαρτί του δημοψηφίσματος, απέτυχε και σε λίγες ημέρες παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία.
Χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες, ο συγγραφέας αφήνει στο κείμενό του, ως υπονοούμενη, μια κάποια αμυδρή συμπόνια για τον ΓΑΠ. Γράφοντας ότι «την παραμονή της Συνόδου G20 στις Κάννες, ο Παπανδρέου βρέθηκε απέναντι σε μια ενορχηστρωμένη εναντίωση από μια ομάδα ηγετών, οι οποίοι -όλως παραδόξως- τον είχαν καλέσει ενώπιόν τους, σαν άτακτο παιδί στο γραφείο του σχολικού διευθυντή, για μια ξεχωριστή συζήτηση, στο περιθώριο της Συνόδου.
Ημουν μάρτυρας στο πώς ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Νικολά Σαρκοζί και η Ανγκελα Μέρκελ, καθώς και η Κριστίν Λαγκάρντ, αλλά και ο Μάριο Ντράγκι μιλούσαν στον Παπανδρέου. Υπαγορεύοντάς, τελικά, λέξη προς λέξη, την ανακοίνωσή του για ένα δημοψήφισμα που δεν έγινε ποτέ».
Μόνοι Ή με ΔΝΤ
Οι λάθος πολιτικές που τροφοδότησαν τον λαϊκισμό
Παρά τις δριμύτατες επικρίσεις που δέχτηκε κατά και μετά τη θητεία του ως υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας -και, πλέον, ακόμη και μετά τον θάνατό του- ο Σόιμπλε δεν αναγνώρισε ποτέ ότι έσφαλε στην περίπτωση της Ελλάδας. Οτι η ασφυκτική λιτότητα και η απαρέγκλιτη, πάση θυσία, εφαρμογή της ήταν μονόδρομος για τη λύση της κρίσης. Επ’ αυτού γράφει ότι «από την έναρξη της κρίσης υπήρξα ένας από εκείνους που ήθελαν να βοηθήσουν τους Ελληνες να ξεπεράσουν μια δοκιμασία στην οποία οι ίδιοι έσυραν τον εαυτό τους. Αυτή η θέση μου όμως ξεχάστηκε, χάθηκε μέσα στον ορυμαγδό των γεγονότων που επακολούθησαν. Οπως η Γαλλίδα τότε ομόλογός μου Κριστίν Λαγκάρντ, μαζί με τον επικεφαλής του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, είχα την άποψη ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να λύνουν μόνοι τους προβλήματα τύπου Ελλάδας. Η Ανγκελα Μέρκελ, όμως, ήταν αυτή που από την αρχή επέμενε να εμπλέξουμε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής κρίσης.
Δεν αμφισβητώ ότι η Μέρκελ είχε άριστη γνώση σε ζητήματα στήριξης νομισμάτων που πιέζονται να εναρμονιστούν με τις διεθνείς αγορές. Επιπροσθέτως, δεδομένου του μεγέθους των ποσών που χρειάστηκαν για να σώσουμε την Ελλάδα από τη χρεοκοπία βραχυπρόθεσμα και να σταθεροποιήσουμε το κοινό νόμισμα μακροπρόθεσμα, χρειαζόμασταν τα χρήματα του ΔΝΤ. Εγώ όμως δεν σταμάτησα να αναρωτιέμαι εάν τα εργαλεία του ΔΝΤ ήταν κατάλληλα για την Ελλάδα. Στο κάτω-κάτω, δεν σχεδιάστηκαν ποτέ για να υποστηρίξουν ευρωπαϊκά νομίσματα, αλλά οικονομίες υπό ανάπτυξη».
Ο Σόιμπλε διετέλεσε υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας επί 8 συναπτά έτη, από τον Οκτώβριο του 2009 έως τον Οκτώβριο του 2017. Ο ίδιος, κάπως σαν τις απόψεις του για την ανάταξη των σοβαρών νοσημάτων της Ελλάδας, παρέμενε σταθερός στο αναπηρικό αμαξίδιό του. Υποδεχόμενος κάθε φορά τον επόμενο Ελληνα ομόλογό του. Στην 8ετή θητεία του Σόιμπλε αντιστοιχούν 8 υπουργοί Οικονομικών της Ελληνικής Δημοκρατίας (Γ. Παπακωνσταντίνου, Ευ. Βενιζέλος, Φ. Σαχινίδης, Γ. Ζανιάς, Γ. Στουρνάρας, Γκ. Χαρδούβελης, Γ. Βαρουφάκης και Ευ. Τσακαλώτος).
Το 2013 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέτρεψε στον εαυτό του μια μικρή δόση αισιοδοξίας, διαπιστώνοντας ότι οι μεταρρυθμίσεις, έστω και μετά την αιμορραγία που προξενούσαν στους Ελληνες, είχαν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς. Οπως γράφει στο βιβλίο του, επί κυβερνήσεως Αντώνη Σαμαρά, ο Σόιμπλε είχε αναλάβει πρωτοβουλία αυτοπροσώπως για την προσέλκυση γερμανικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Ομως «το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ οι πηγές χρηματοδότησης, αλλά η απουσία ορθολογικών επιχειρηματικών σχεδίων, τα οποία θα είχαν προοπτικές κερδοφορίας για τις επενδύσεις».
Εντούτοις, ακόμη και ο Σόιμπλε δεν είχε προβλέψει τη δύναμη της πόλωσης, της καλλιέργειας του διχασμού με τη διάκριση σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς», την καλπάζουσα άνοδο του λαϊκισμού στην εγχώρια πολιτική σκηνή, η οποία εκδηλώθηκε, προς την Ακροδεξιά με την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής και προς τα αριστερά με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Ετσι, το επόμενο κεφάλαιο στη σχέση του Σόιμπλε με την ελληνική κρίση, από τον Φεβρουάριο του 2015, θα σφραγιζόταν από τις μορφές του Αλέξη Τσίπρα και, κυρίως, του Γιάνη Βαρουφάκη.
Το σόου του Γιάνη
Η αποστροφή στον ναρκισσισμό, η αμοιβαία απέχθεια και το ψυχογράφημά του για τον Τσίπρα
Ο Σόιμπλε ουδέποτε απέκρυψε την απέχθειά του για τον Γιάνη Βαρουφάκη, θα έλεγε κανείς, συλλήβδην. Ο αυστηρός, συντηρητικός και σφιχτοχέρης Σουαβός αδυνατούσε έστω και να συνεννοηθεί στοιχειωδώς με τον «pop star» Βαρουφάκη. Οι δυο τους συναντήθηκαν αρκετές φορές, ήταν όμως σαν να μη συναντήθηκαν ποτέ, διότι δεν συντονίστηκαν ποτέ.
Πάντως, για έναν αρχετυπικό νάρκισσο όπως ο Βαρουφάκης, θα πρέπει να αποτελεί ό,τι πιο κοντινό σε παράσημο το ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αφιερώνει, ειδικά σε αυτόν, ένα από τα κεφάλαια των απομνημονευμάτων του. Βεβαίως, δεν γράφει ούτε μία λέξη με, έστω και έμμεση, θετική χροιά γι’ αυτόν, ενώ μεταξύ των άλλων που καταλογίζει ο Σόιμπλε στον Βαρουφάκη, διάφορες «σαχλαμάρες» στο περιεχόμενο των θέσεών του ή στον επιδεικτικά αντισυμβατικό τρόπο με τον οποίο επέλεγε να τις κοινοποιεί, το πιο υποτιμητικό είναι η ανικανότητα να διακρίνει ποιοι ήταν οι σύμμαχοί του, ακόμη και μέσα στο Eurogroup. «Ο Μισέλ Σαπέν, ως Γάλλος (σ.σ.: υπουργός Οικονομικών), ήταν παραδοσιακά πιο κοντά στους Ελληνες», γράφει ο Σόιμπλε, «οπότε θα μπορούσε να υποστηρίξει τη θέση του Βαρουφάκη που προσπαθούσε, με ατέρμονες διαλέξεις, να μας πείσει ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να συμφωνήσουμε με ένα νέο κούρεμα για το ελληνικό χρέος. Αλλά ο Βαρουφάκης ουδέποτε κατάλαβε την πρόθεση του Σαπέν και στο τέλος περιθωριοποιήθηκε ακόμη και από αυτόν».
Τα απαξιωτικά σχόλια του Σόιμπλε για τον Βαρουφάκη έχουν αναπαραχθεί κατά κόρον ήδη με τη δημοσίευση των πρώτων αποσπασμάτων του βιβλίου. Εντύπωση, όμως, για το πόσο αιχμηρή θα μπορούσε να γίνει η γραφή του προκαλεί μια παρατήρησή του για τον Αλέξη Τσίπρα αμέσως μετά την πρώτη τους γνωριμία: «Είπα στον Τσίπρα ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να παραμείνει στην Ευρωζώνη εάν δεν τηρούσε τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει για τις μεταρρυθμίσεις. Αυτό που εντυπώθηκε στο μυαλό μου από εκείνη τη συζήτηση ήταν το πόσο θεαματική ήταν η έλλειψη οποιουδήποτε δισταγμού εκ μέρους του Τσίπρα. Ηταν αποφασισμένος να επιβάλει την άποψή του, αδιαφορώντας πλήρως για το πόσο ανίσχυρη ήταν. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα συνειδητοποίησα ότι μόνο όποιος ήταν ίδιος με εκείνον θα μπορούσε να τον αντιμετωπίσει».
Για τον Ερντογάν
«Kατρακυλούσε στον αυταρχισμό αλλά ήταν προβλέψιμος»
Στα απομνημονεύματά του, ο Σόιμπλε δεν παραλείπει εκτενείς αναφορές στη διαχείριση μιας διαφορετικής κρίσης και μιας διαφορετικής απειλής για τη συνοχή της Ε.Ε., το Μεταναστευτικό. Στο πλαίσιο της ανάλυσής του για το πώς η Γερμανία όφειλε να αναλάβει αμέσως πρωτοβουλίες -κάτι που δεν έγινε, κυρίως με ευθύνη της καγκελαρίου- αναπόφευκτα εκθέτει τις απόψεις του για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Και, ευκαιρίας δοθείσης, συνοψίζει τον ιδιαίτερο, αμφίσημο ενίοτε, δεσμό που διατήρησε, σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολιτικού βίου του, με την Ανγκελα Μέρκελ.
Για τον μεν Τούρκο πρόεδρο, ο Σόιμπλε παραδέχεται ότι «εκ των υστέρων, η θετική άποψη που είχα από την αρχή για τον Ερντογάν ως έναν δυναμικό μεταρρυθμιστή για τη χώρα του και χωρίς τη μουσουλμανική ιδεοληψία που άλλοι του καταλόγιζαν, με οδήγησε στο να υποτιμήσω τον αυταρχισμό στον οποίο κατρακυλούσε ο τρόπος που ασκούσε την εξουσία στην Τουρκία. Ως πρόεδρός της, μπορεί ο Ερντογάν να μη μετέτρεψε την πατρίδα του σε ισλαμιστικό κράτος, σήμερα όμως η Τουρκία έχει απομακρυνθεί περισσότερο από τις βασικές αρχές της δημοκρατίας σε σχέση με το παρελθόν. Προηγουμένως, δηλαδή πριν από την απόπειρα ανατροπής του Ταγίπ Ερντογάν με το αποτυχημένο πραξικόπημα, η Τουρκία ακολουθούσε την κατεύθυνση της σύγκλισης με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτή η πορεία έχει ανακοπεί πλέον.
Και σε ό,τι αφορά τους πρόσφυγες, η Τουρκία φιλοξένησε πολύ περισσότερους και σε πολύ καλύτερες συνθήκες σε σύγκριση ακόμη και με ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη. Οπότε ήταν κατανοητό το γεγονός ότι ο Ερντογάν ζητούσε βοήθεια από εμάς. Κι όταν απειλούσε να ανοίξει διάπλατα τις πύλες και να πλημμυρίσει η Ευρώπη με πρόσφυγες, και πάλι ήταν δική μας ευθύνη να τον αντιμετωπίσουμε. Δυστυχώς, εγώ δεν μπορώ να επιλέξω ποιον έχω απέναντί μου στην εκάστοτε διαπραγμάτευση. Τουλάχιστον όμως μπορώ, στην περίπτωση του Ταγίπ Ερντογάν, να αποκωδικοποιήσω, με σχετικά προβλέψιμο τρόπο, το τι ακριβώς μου ζητούσε».
«Η Μέρκελ είναι κελεπούρι»
«Δεν έχουμε πάντα την ίδια γνώμη, αλλά είμαστε πάντα στον ίδιο δρόμο»
Η ολιγωρία της καγκελαρίου για το Προσφυγικό, όπως και η (σχετικά) πιο ενδοτική προδιάθεσή της απέναντι στην Ελλάδα, υπήρξαν δύο από τα κυριότερα σημεία τριβής ανάμεσα στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και την Ανγκελα Μέρκελ. Ιδιαίτερα, δε, εξ αφορμής της Ελλάδας, ο Σόιμπλε έθεσε τουλάχιστον δύο φορές την παραίτησή του στη διάθεση της προϊσταμένης του. Ωστόσο, ουδέποτε και κανείς από τους δύο δεν επέτρεψε η όποια μεταξύ τους διαφωνία να καταλήξει σε σύγκρουση. «Οπως έκανα με τον Χέλμουτ Κολ, έτσι και με την καγκελάριο Μέρκελ, τρέφω απεριόριστο σεβασμό για τους επικεφαλής μιας κυβέρνησης, καθώς είναι αναγκασμένος να συνθέτει όλα τα κομμάτια του παζλ σε μια ενιαία, μεγάλη εικόνα. Με την Ανγκελα Μέρκελ τηρήσαμε ανέκαθεν μια θεμελιώδη αρχή: “Δεν έχουμε πάντα την ίδια γνώμη, αλλά είμαστε πάντα στον ίδιο δρόμο”.
Αυτό ίσχυε από τότε που εγώ ήμουν πρόεδρος του CDU και εκείνη γραμματέας μου, ενώ ίσχυε ακριβώς το ίδιο όταν οι ρόλοι στην εργασιακή σχέση μας αντιστράφηκαν».
Σαν ένα αναπάντεχο δώρο, ο Σόιμπλε επιφυλάσσει για τη Μέρκελ ίσως τη μοναδική έξαρση φραστικής υπέρβασης της μετριοπάθειας σε ολόκληρο το βιβλίο του: Την αποκαλεί «κελεπούρι» (Glücksfall), αναφερόμενος στην αύρα δυναμισμού που την έκανε να ξεχωρίσει, καταρχάς ως γυναίκα σε μια μεραρχία ανδρών, στους κόλπους του CDU.
Εν κατακλείδι, ο Σόιμπλε αυτοπροσδιορίζεται, οριστικά και αμετάκλητα, ως «αιώνια αφοσιωμένος στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης.
Απλώς τώρα (σ.σ.: δηλαδή έως ότου απεβίωσε, στις 26 Δεκεμβρίου του 2023 σε ηλικία 81 ετών) είμαι πολύ πιο ρεαλιστής στις κρίσεις μου για το πώς η Ευρώπη θα μπορέσει να αναπτυχθεί περαιτέρω». Και, σε συνάρτηση με τη συμβολή του στην ελληνική περιπέτεια της κρίσης, ο Σόιμπλε υπογραμμμίζει πως «το γεγονός ότι με χρησιμοποίησαν σαν αποδιοπομπαίο τράγο, κατά βάθος δεν με πείραξε. Στην πολιτική πρέπει να τα αντέχεις αυτά, όπως και την κακογουστιά, π.χ. όταν με διέσυραν, συγκρίνοντάς με με τους ναζί. Ούτε με ενόχλησε ιδιαίτερα η απεικόνισή μου σαν μαντρόσκυλο της λιτότητας στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για το ελληνικό χρέος - αρκεί να ήταν ξεκάθαρο ότι εγώ πάλευα να διασφαλίσω το μέλλον της Ευρώπης.
Κι αν με πείραξε στ’ αλήθεια κάτι, αυτό ήταν όταν με κατηγόρησαν ως “δήμιο της ευρωπαϊκής ιδέας”, ακριβώς διότι εγώ υπήρξα ανέκαθεν το αντίθετο. Πολλές φορές αιφνιδίασα τους συνεργάτες μου στο υπουργείο Οικονομικών, ζητώντας τους να μου πουν τι ήταν καλύτερο για την Ευρώπη - όχι για τη Γερμανία. Διότι, εντέλει, πίσω από όλα αυτά υπάρχει η θεμελιώδης πεποίθησή μου ότι μέσα στην παγκοσμιοποίηση κανένα μεμονωμένο κράτος δεν μπορεί να υπάρξει αυτόνομο. Αρα, η καλύτερη λύση για την Ευρώπη δεν μπορεί παρά να είναι και η καλύτερη λύση για την πατρίδα μου».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr