Τζέι Ντι Βανς: Η ιστορία του «Χιλμπίλη» αντιπροέδρου του Τραμπ
25.07.2024
20:23
Η εξαθλιωμένη παιδική ηλικία, η εξαρτημένη μητέρα και το μπιμπερό με την Pepsi - Μεγαλωμένος σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και βίας, ο υποψήφιος αντιπρόεδρος του Τραμπ ενσαρκώνει την πιο αδιανόητη εκδοχή του αμερικανικού ονείρου σε μια ζωή σαν μυθιστόρημα, όπως την περιγράφει ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό «Τραγούδι του Χιλμπίλη»
Μεγάλωσε με μια παρανοϊκή μάνα, εξαρτημένη από τα οπιούχα και ουσιαστικά χωρίς πατέρα, με μια γιαγιά που τον προστάτευε με καραμπίνες και παίζοντας ξύλο με τους γείτονες, σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και εξαθλίωσης στην περίφημη «Ζώνη της Σκουριάς» (Rust Belt), όπως αποκαλούν τις φτωχές περιοχές γύρω από τα Απαλάχια Ορη.
Κατάφερε, όμως, στην πορεία να σπουδάσει στην περίοπτη Νομική Σχολή του Γέιλ, να δουλέψει σε διάφορες ευκαιριακές εργασίες -από το να βάζει πλακάκια σε οικοδομές μέχρι εργάτης γης-, υπηρέτησε στο Ιράκ ως μισθοφόρος, για να καταλήξει σήμερα ένας από τους πιο πετυχημένους τεχνοκράτες των ΗΠΑ και υποψήφιος αντιπρόεδρος του Τραμπ: ο λόγος για τον 40χρονο, υπερσυντηρητικό, αλλά και ακραία επικοινωνιακό Τζέι Ντι Βανς, που έχει κάθε λόγο να ονειρεύεται ότι μπορεί να καταλάβει τη σημαίνουσα αυτή θέση στην επόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ. Και, κυρίως, δεν φοβάται να αφηγηθεί με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία του, που έγινε αρχικά βιβλίο και στη συνέχεια ταινία στο Netflix.
Ποιοι είναι οι Χιλμπίληδες
Δύσκολα μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι το παιδί που μεγάλωσε με μια μητέρα που του έβαζε Pepsi στο μπιμπερό αντί για γάλα και που είχε αποπειραθεί να τον πνίξει όταν ήταν 11 χρόνων, θα κατέληγε σήμερα να θεωρείται όχι μόνο υποψήφιος αντιπρόεδρος, αλλά και διάδοχος του Τραμπ. Η ανάγκη του να ανακαλέσει τις παλαιότερες δηλώσεις του για τον «Χίτλερ-Τραμπ», με τον οποίον ορκιζόταν ότι δεν επρόκειτο ποτέ να συνεργαστεί, ήρθε, όμως, τόσο φυσικά όσο και όλα όσα ακραία περιγράφει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη» (εκδόσεις Δώμα) για το εξαθλιωμένο περιβάλλον όπου μεγάλωσε μικρός και τον έκανε όχι ριζοσπαστικό ή δημοκρατικό όπως τον παππού του, αλλά έναν υπερσυντηρητικό προασπιστή των παλιών αξιών της λευκής αμερικανικής τάξης, αυτών που οι ίδιοι οι Αμερικανοί αποκαλούν «λευκά σκουπίδια».
Οι περίφημοι Χιλμπίληδες, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν τους Σκωτοϊρλανδικής καταγωγής εργάτες που στήριξαν τα εργοστάσια του αμερικανικού Νότου και των Μεσοδυτικών Πολιτειών, προέρχονταν από φτωχές περιοχές όπως το Κεντάκι, το Οχάιο και η Αλαμπάμα και ήξεραν ότι δεν έχουν καμία ελπίδα στο αμερικάνικο όνειρο. Εξαθλιωμένοι, βουτηγμένοι στην παράνοια και τα ναρκωτικά, με τη βία να συνιστά τρόπο καθημερινής επικοινωνίας, είναι οι άνθρωποι που συνήθως συναντάμε σε ακραία ρεαλιστικές ταινίες και σχεδόν ποτέ σε κυβερνητικούς σχηματισμούς ή θέσεις εξουσίας.
Αλλά ο Τζέι Ντι Βανς, υψώνοντας ψηλά αυτή την παντιέρα των συντηρητικών εξαθλιωμένων κατοίκων των Μεσοδυτικών Πολιτειών, στους οποίους έδωσε φωνή ο Τραμπ, δηλώνει σάρκα από τη σάρκα τους αποκαλώντας τους όχι μόνο «γείτονες» αλλά και «φίλους» και «συγγενείς», γράφοντας χαρακτηριστικά πως «Οι Σκωτοϊρλανδοί είναι μια από τις πιο ευδιάκριτες εθνοφυλετικές υποομάδες της Αμερικής. [...]
Η οικογενειακή τους δομή, η θρησκευτική και πολιτική τους στράτευση και η κοινωνική τους ζωή παραμένουν αμετάβλητες σε σύγκριση με την πλήρη εγκατάλειψη της παράδοσης που παρατηρείται σχεδόν οπουδήποτε αλλού». Οπως γράφει χαρακτηριστικά και με πλήρη ειλικρίνεια σε αυτή την τρομακτικά καλογραμμένη μπεστ σέλερ αυτοβιογραφία του «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δώμα: «Βλέπετε, μεγάλωσα φτωχός στη Ζώνη της Σκουριάς, σε μια πόλη του Οχάιο, όπου είχε την έδρα της μια μεγάλη χαλυβουργία. Εδώ και πάρα πολύ καιρό η πόλη αυτή χάνει θέσεις απασχόλησης, αλλά πάνω απ’ όλα χάνει την ελπίδα ότι τα πράγματα μπορεί να φτιάξουν.
Κατάφερε, όμως, στην πορεία να σπουδάσει στην περίοπτη Νομική Σχολή του Γέιλ, να δουλέψει σε διάφορες ευκαιριακές εργασίες -από το να βάζει πλακάκια σε οικοδομές μέχρι εργάτης γης-, υπηρέτησε στο Ιράκ ως μισθοφόρος, για να καταλήξει σήμερα ένας από τους πιο πετυχημένους τεχνοκράτες των ΗΠΑ και υποψήφιος αντιπρόεδρος του Τραμπ: ο λόγος για τον 40χρονο, υπερσυντηρητικό, αλλά και ακραία επικοινωνιακό Τζέι Ντι Βανς, που έχει κάθε λόγο να ονειρεύεται ότι μπορεί να καταλάβει τη σημαίνουσα αυτή θέση στην επόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ. Και, κυρίως, δεν φοβάται να αφηγηθεί με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία του, που έγινε αρχικά βιβλίο και στη συνέχεια ταινία στο Netflix.
Ποιοι είναι οι Χιλμπίληδες
Δύσκολα μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι το παιδί που μεγάλωσε με μια μητέρα που του έβαζε Pepsi στο μπιμπερό αντί για γάλα και που είχε αποπειραθεί να τον πνίξει όταν ήταν 11 χρόνων, θα κατέληγε σήμερα να θεωρείται όχι μόνο υποψήφιος αντιπρόεδρος, αλλά και διάδοχος του Τραμπ. Η ανάγκη του να ανακαλέσει τις παλαιότερες δηλώσεις του για τον «Χίτλερ-Τραμπ», με τον οποίον ορκιζόταν ότι δεν επρόκειτο ποτέ να συνεργαστεί, ήρθε, όμως, τόσο φυσικά όσο και όλα όσα ακραία περιγράφει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη» (εκδόσεις Δώμα) για το εξαθλιωμένο περιβάλλον όπου μεγάλωσε μικρός και τον έκανε όχι ριζοσπαστικό ή δημοκρατικό όπως τον παππού του, αλλά έναν υπερσυντηρητικό προασπιστή των παλιών αξιών της λευκής αμερικανικής τάξης, αυτών που οι ίδιοι οι Αμερικανοί αποκαλούν «λευκά σκουπίδια».
Οι περίφημοι Χιλμπίληδες, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν τους Σκωτοϊρλανδικής καταγωγής εργάτες που στήριξαν τα εργοστάσια του αμερικανικού Νότου και των Μεσοδυτικών Πολιτειών, προέρχονταν από φτωχές περιοχές όπως το Κεντάκι, το Οχάιο και η Αλαμπάμα και ήξεραν ότι δεν έχουν καμία ελπίδα στο αμερικάνικο όνειρο. Εξαθλιωμένοι, βουτηγμένοι στην παράνοια και τα ναρκωτικά, με τη βία να συνιστά τρόπο καθημερινής επικοινωνίας, είναι οι άνθρωποι που συνήθως συναντάμε σε ακραία ρεαλιστικές ταινίες και σχεδόν ποτέ σε κυβερνητικούς σχηματισμούς ή θέσεις εξουσίας.
Αλλά ο Τζέι Ντι Βανς, υψώνοντας ψηλά αυτή την παντιέρα των συντηρητικών εξαθλιωμένων κατοίκων των Μεσοδυτικών Πολιτειών, στους οποίους έδωσε φωνή ο Τραμπ, δηλώνει σάρκα από τη σάρκα τους αποκαλώντας τους όχι μόνο «γείτονες» αλλά και «φίλους» και «συγγενείς», γράφοντας χαρακτηριστικά πως «Οι Σκωτοϊρλανδοί είναι μια από τις πιο ευδιάκριτες εθνοφυλετικές υποομάδες της Αμερικής. [...]
Η οικογενειακή τους δομή, η θρησκευτική και πολιτική τους στράτευση και η κοινωνική τους ζωή παραμένουν αμετάβλητες σε σύγκριση με την πλήρη εγκατάλειψη της παράδοσης που παρατηρείται σχεδόν οπουδήποτε αλλού». Οπως γράφει χαρακτηριστικά και με πλήρη ειλικρίνεια σε αυτή την τρομακτικά καλογραμμένη μπεστ σέλερ αυτοβιογραφία του «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δώμα: «Βλέπετε, μεγάλωσα φτωχός στη Ζώνη της Σκουριάς, σε μια πόλη του Οχάιο, όπου είχε την έδρα της μια μεγάλη χαλυβουργία. Εδώ και πάρα πολύ καιρό η πόλη αυτή χάνει θέσεις απασχόλησης, αλλά πάνω απ’ όλα χάνει την ελπίδα ότι τα πράγματα μπορεί να φτιάξουν.
Εχω, για να το θέσω ήπια, μια περίπλοκη σχέση με τους γονείς μου, ένας εκ των οποίων παλεύει με τις εξαρτήσεις σχεδόν από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Με μεγάλωσαν ο παππούς και η γιαγιά μου, απ’ τους οποίους κανένας δεν τέλειωσε το λύκειο. Ελάχιστοι από την ευρύτερη οικογένειά μου πήγαν πανεπιστήμιο. Οι στατιστικές λένε πως τα παιδιά σαν εμένα τα περιμένει ένα πολύ δυσοίωνο μέλλον - αν είναι τυχερά, ίσως να καταφέρουν να μην εγκλωβιστούν για πάντα στα επιδόματα της κοινωνικής πρόνοιας· αν είναι άτυχα, θα πεθάνουν από υπερβολική δόση ηρωίνης, όπως συνέβη πέρυσι σε δεκάδες παιδιά απ’ τη μικρή μου πόλη.
Ημουν ένα απ’ αυτά τα παιδιά με το δυσοίωνο μέλλον. Παραλίγο να παρατήσω το λύκειο. Παραλίγο να παραδοθώ κι εγώ σ’ εκείνη τη βαθιά οργή και πίκρα που έχει καταλάβει τους πάντες γύρω μου. Σήμερα οι άνθρωποι με βλέπουν, με την ωραία μου δουλειά και τα λαμπερά μου πτυχία, και φαντάζονται πως είμαι κάποιου είδους ιδιοφυΐα - ότι μονάχα ένας εξαιρετικά προικισμένος άνθρωπος θα μπορούσε να φτάσει εδώ που έφτασα εγώ. Με κάθε σεβασμό προς τους ανθρώπους αυτούς, πιστεύω ότι η θεωρία αυτή είναι μια βλακεία και μισή. Οποια ταλέντα και να έχω, βρέθηκα ένα μόλις βήμα πριν απ’ τον γκρεμό, έως ότου μερικοί άνθρωποι μ’ έσωσαν με την αγάπη τους».
Τα ακραία παιδικά χρόνια
Οπως ισχυρίζεται, αυτά τα μέλη της οικογένειάς του ως εκφραστικοί εκπρόσωποι των Χιλμπίληδων δεν ήταν πάντοτε υπερσυντηρητικοί, ρατσιστές, ή ακραίοι: «Η αμερικανική πολιτική ζωή άλλαξε κατεύθυνση μετά την πολιτική μετατόπιση των κατοίκων των Ευρύτερων Απαλαχίων από το Δημοκρατικό στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, η οποία σημειώθηκε μετά τον Νίξον. Και πουθενά δεν είναι τόσο ζοφερή η μοίρα των λευκών της εργατικής τάξης όσο στα Ευρύτερα Απαλάχια.
Από τη χαμηλή κοινωνική κινητικότητα μέχρι τη φτώχεια, τα διαζύγια και τα ναρκωτικά, ο τόπος μου είναι ένας τόπος δυστυχίας». Για να καταλήξει πως: «Είναι περισσότερο απαισιόδοξοι από τους ισπανόφωνους μετανάστες, πολλοί απ’ τους οποίους ζουν σε συνθήκες ασύλληπτης υλικής ένδειας. Είναι περισσότερο απαισιόδοξοι από τους μαύρους Αμερικανούς, των οποίων οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να είναι χειρότερες απ’ των λευκών. Μολονότι η πραγματικότητα δικαιολογεί κάποιον βαθμό κυνισμού, το γεγονός ότι οι Χιλμπίληδες είναι περισσότερο απαισιόδοξοι για το μέλλον τους απ’ ό,τι πολλές άλλες ομάδες -μερικές απ’ τις οποίες είναι σε σαφώς χειρότερη κατάσταση από υλική άποψη από εμάς- δείχνει ότι κάτι άλλο συμβαίνει».
Αυτό που κατά κύριο λόγο συμβαίνει, κατά την άποψή του, είναι η περηφάνια που δεν επέτρεπε στον ίδιο ή την οικογένειά του να αποκαλύπτουν το μέγεθος της δυστυχίας ή της εξαθλίωσής τους, με τη βία να παραμένει το οικογενειακό μυστικό που μοιράζονταν συνωμοτικά, όπως και τις σκληρές οικονομικές συνθήκες. Η μόνη γραμμή διαφυγής φαινόταν να είναι οι ουσίες όπως συνέβη με τη μητέρα του, η οποία εγκαταλειμμένη από τον φυσικό του πατέρα προσπάθησε μάταια να βρει τη συντροφικότητα σε σχέσεις που τελείωναν με αντίστοιχα βίαιο τρόπο, ενώ τα εξωφρενικά της νυχτοπερπατήματα, που συνοδεύονταν από αντίστοιχες καταχρήσεις, οδήγησαν στη σταδιακή εγκατάλειψη του μητρικού ρόλου.
Ο 11χρονος Βανς έμαθε να τα βγάζει πέρα σχεδόν μόνος του, βρίσκοντας καταφύγιο στη γιαγιά και τον παππού του. Ο παππούς του μαζί με τις τρεις γυναίκες -τη γιαγιά, τη θεία και την ετεροθαλή αδελφή του- είναι που έφτιαξαν έναν τοίχο προστασίας γύρω του και του επέτρεψαν, να υλοποιήσει τα όνειρά του. Το σύνθημα της γιαγιάς ήταν άλλωστε ένα: «Μπορείς να καταφέρεις ό,τι θελήσεις», η πιο ακραία εκδοχή του αμερικάνικου ονείρου σε έναν τόπο που δεν έδινε καμία αφορμή για να ονειρευτείς.
Η γιαγιά με τα όπλα
Ανάμεσα στις αντιφάσεις που δείχνουν να περιγράφουν την προσωπικότητα ενός ανθρώπου που στέκεται μεν δίπλα στους φτωχούς αλλά σε πολλές περιπτώσεις δείχνει να τους θεωρεί υπαίτιους για τη μοίρα τους, ενσαρκώνοντας την πιο άγρια ερμηνεία του αμερικάνικου ονείρου και ενός υπόγεια ρατσιστή, ο οποίος ωστόσο έχει μια ευτυχισμένη οικογένεια με την ινδικής καταγωγής σύζυγό του, είναι η σχέση που ανέπτυξε με τη γιαγιά του.
Είναι η γυναίκα που του δίδαξε τι σημαίνει να είσαι ταυτόχρονα σκληρός και ευαίσθητος, με ακραία μεν ξεσπάσματα βίας, αλλά και με ένα σθένος που τον έκανε να αντέξει, παρά τα οικογενειακά προβλήματα. Αθυρόστομη και δυναμική, δεν δίσταζε να πάρει την καραμπίνα για να προστατέψει την οικογένεια από διάφορες βίαιες επιθέσεις, σε έναν κόσμο όπου οι κλοπές και η βία ήταν καθημερινή υπόθεση, διατηρώντας διαφορετικά όπλα σε κάθε σημείο του σπιτιού ώστε να έχει εύκολη πρόσβαση.
Ο χαρακτήρας της γιαγιάς του, όπως καταγράφεται στις σελίδες από το αυτοβιογραφικό «Τραγούδι του Χιλμπίλη», ενέπνευσε και την ομώνυμη ταινία του Netflix με την Γκλεν Κλόουζ να κλέβει την παράσταση και να αποσπά και υποψηφιότητα για Οσκαρ για την ερμηνεία της στον ομώνυμο ρόλο. Η γιαγιά του είναι που του μετέφερε το αίσθημα της υπευθυνότητας στη ζωή του και την αποφασιστικότητα απέναντι στην ίδια του τη μοίρα.
«Μη γίνεις ποτέ σαν εκείνους τους κακομοίρηδες που νομίζουν πως η τράπουλα είναι σημαδεμένη σε βάρος τους», του έλεγε όταν ήταν μικρός και τον έκανε να πιστέψει ότι αυτή η δυσλειτουργική οικογένεια μπορεί να μην είναι εμπόδιο, αλλά ένα κίνητρο για να πάει παραπέρα.
Παρότι ο ίδιος δεν κρύβει τις ακρότητες της γιαγιάς του, που έφτασε μέχρι την απόπειρα δολοφονίας του παππού του, τον οποίο περιέλουσε κάποια στιγμή με βενζίνη και του έβαλε φωτιά (!) όταν εκείνος αρνιόταν να κόψει το ποτό, ουσιαστικά θέλει να καταδείξει ότι ακόμα και οι πιο ακραίες εκδοχές της ανθρώπινης φύσης έχουν πλευρές που, αν τις εξημερώσεις, μπορούν να οδηγήσουν στο θαύμα.
Κάτι που διαπίστωσε και ο ίδιος, όχι μόνο επειδή κατάφερε να σπουδάσει, εκμεταλλευόμενος την οικονομική διευκόλυνση που δίνουν οι ΗΠΑ στους πρώην μισθοφόρους, αλλά και όταν η μητέρα του κατάφερε να απεξαρτηθεί από τις ναρκωτικές ουσίες και τα οπιοειδή. Στην πρόσφατη ομιλία του, μάλιστα, φρόντισε να την ανεβάσει στη σκηνή μαζί με τη σύζυγό του.
Στο Οχάιο
Στο βιβλίο του οι περιγραφές του αγώνα που έκανε η μητέρα του -φθάνοντας σε σημείο υπό την επήρεια ουσιών να κάνει πατίνια στους διαδρόμους των νοσοκομείων σε σκοτεινά δωμάτια- για να απεξαρτηθεί είναι συγκλονιστικές. Ειδικά εκείνες με τους δυο τους σε ένα άθλιο μοτέλ να προσπαθούν να αλλάξουν την ίδια τους τη μοίρα... Σήμερα ο Τζέι Ντι Βανς εξακολουθεί να αναφέρεται στο Οχάιο, όπου έλαβε το χρίσμα, αλλά δεν έχει κανέναν λόγο να ανησυχεί για το μέλλον: η στενή φιλία του με τον γιο του Τραμπ, τον Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, τον έφερε κοντά στον πατέρα Τραμπ ως μετανοούντα και τον βοήθησε να βγει στο προσκήνιο ως ένα από τα πιο ικανά του στελέχη.
Με τη μεσολάβηση του υιού Τραμπ αλλά και με πολλές εμφανίσεις στην τηλεόραση, όπου φρόντιζε να ασκεί δριμεία επίθεση σε όλους όσοι επιτίθεντο στον πρώην πρόεδρο, κέρδισε την πιο περίοπτη αυτή τη στιγμή θέση στο πλευρό του αρχηγού των Ρεμπουπλικανών, υιοθετώντας τις πλέον ακραίες θέσεις του, ακόμα και κατά των αμβλώσεων. Οι δημοσιογράφοι, μάλιστα, του CNN προβλέποντας, λίγες ώρες πριν από την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του, το όνομα του Βανς για τη θέση, μιλούσαν για έναν «ακραία επικίνδυνο γερουσιαστή, ακριβώς επειδή είναι εύγλωττος, νέος και με ακραίες φιλοδοξίες και θέσεις», υποστηρίζοντας πως ακόμα και αν δεν υπήρχε, ο Τραμπ θα έπρεπε να τον εφεύρει.
Καθώς, πλέον, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο Τζέι Ντι Βανς ετοιμάζεται για τον Λευκό Οίκο σβήνοντας μόλις σαράντα κεράκια από την τούρτα του στις 2 Αυγούστου, μπορεί δικαίως να ελπίζει ότι θα σπάσει το ρεκόρ του νεότερου αντιπροέδρου από τότε που ο Ρίτσαρντ Νίξον κατέλαβε αντίστοιχο πόστο με πρόεδρο τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Και να φαντάζεται ότι θα μπορούσε, όπως εκείνος, να γίνει κάποια στιγμή πρόεδρος των ΗΠΑ, απευχόμενος να μην είναι ο πρώτος που θα χρειαστεί να τον εγκαταλείψει παραιτούμενος.
Ειδήσεις σήμερα:
Politico: Ποιοι θα είναι οι επόμενοι επίτροποι στο πλευρό της Φον ντερ Λάιεν – Δείτε χάρτη με τα ονόματα ανά χώρα
«Η διπλωματία απέτρεψε την κρίση στο Αιγαίο», λένε τα τουρκικά ΜΜΕ για την Κάσο, επιμένει ο Φιντάν για το τουρκολυβικό μνημόνιο
Έφτασαν τα 18 τα κρούσματα πανώλης στα αιγοπρόβατα - 8.000 ζώα θανατώθηκαν ή θα θανατωθούν τις επόμενες μέρες
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr