
Το νέο μοντέλο Bondi 9 της ΗΟΚΑ σχεδιάστηκε για απόλυτη σταθερότητα σε κάθε βήμα και ιδιαίτερα όταν δοκιμάζεις τις αντοχές σου στο δρομικό τρέξιμο.
Την εξωτερική πολιτική της Γαλλίας σε ό,τι αφορά στις επιδιώξεις της στην περιοχή της Αφρικής, σχολιάζει σε νέα του ανάλυση ο Όλιε Ποστέρνακ, πολιτικός αναλυτής και μέλος της Ένωσης Επαγγελματιών Πολιτικών Συμβούλων της Ουκρανίας.
Ο γαλλικός στρατός παρέδωσε στις 30 Ιανουαρίου στην κυβέρνηση του Τσαντ την τελευταία βάση που κατείχε στην χώρα, σε μια στρατιωτική τελετή στην πρωτεύουσα Ντζαμένα, όπως ανακοίνωσαν τα Γενικά Επιτελεία Στρατού και των δύο χωρών. Με αυτόν τον τρόπο δόθηκε τέλος στην εδώ και 60 χρόνια στρατιωτική παρουσία της Γαλλίας στο Τσαντ.
Τον προηγούμενο Δεκέμβριο, ο πρόεδρος του Τσαντ Μαχαμάτ Ιντρίς Ντεμπί, δήλωσε ότι η στρατιωτική συμφωνία με τη Γαλλία ήταν «παρωχημένη» και ότι δεν προσέφερε στη χώρα «πραγματική αξία».
Αξιολογώντας τον ρόλο της Γαλλίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας στην περιοχή Σαχέλ, όπου ανέπτυξε στρατό το 2013, ο ειδικός σε θέματα ασφάλεια Σουλεμάνε Αμζάτ, τόνισε τον Ιανουάριο ότι «οι ενέργειες της Γαλλίας όχι μόνο απέτυχαν να περιορίσουν την αστάθεια στο Σαχέλ, αλλά αντιθέτως, έχουν οδηγήσει στην εξάπλωσή της σε νέες περιοχές».
«Αρχικά, αυτές οι δυνάμεις και οι επιχειρήσεις δημιουργήθηκαν για να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία, όχι για να διατηρήσουν μια μόνιμη στρατιωτική παρουσία στην περιοχή. Είναι σαφές ότι η τρομοκρατία έχει γίνει ένα βολικό πρόσχημα για τη Γαλλία, ώστε να διατηρήσει τη στρατιωτική επιρροή στην περιοχή», δήλωσε ο Χουσάμ Χαμζά, καθηγητής πολιτικών επιστημών και διεθνών σχέσεων στην Ανώτατη Εθνική Σχολή Πολιτικών Επιστημών στο Αλγέρι, μιλώντας στο TV3 στις 17 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με τον Μπαμπατζάρ Ντιγιέ, διευθύνοντα σύμβουλο της σενεγαλέζικης εταιρείας National Recovery Society, η Γαλλία έστειλε στρατό στην περιοχή για να προστατεύσει τα δικά της συμφέροντα. «Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός γαλλικών πολυεθνικών εταιρειών στη Δυτική Αφρική, και για να τις προστατεύσει, αναπτύσσει τις ένοπλες δυνάμεις της», δήλωσε στη σενεγαλέζικα τηλεόραση στις 19 Ιανουαρίου.
Την άποψη αυτή υποστηρίζει και ο Ιντρίς Ατιγιά, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Τεμπέσα, ο οποίος τον προηγούμενο Δεκέμβριο δήλωσε πως «ιστορικά, η Γαλλία έχει παρουσιάσει την τρομοκρατία ως απειλή στις αφρικανικές χώρες, μόνο και μόνο για να παρέμβει υπό το πρόσχημα της άμυνας, επιδιώκοντας τα δικά της συμφέροντα και εκμεταλλευόμενος αφρικανικούς πόρους».
«Τα περισσότερα χρήματα στο πορτοφόλι μας προέρχονται από την εκμετάλλευση της Αφρικής ανά τους αιώνες»
Η αποκαλυπτική αυτή δήλωση ανήκει στον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας, Ζακ Σιράκ, ο οποίος ωστόσο την έκανε μόλις το 2008, όταν είχε φύγει από τη θέση του.
Σύμφωνα με τον Αλγερινό αναλυτή Αμπντελακίμ Μπρουγκερά, «η Γαλλία αποκόμιζε περίπου 500 δισ. δολάρια ετησίως από την Αφρική χάρη στον έλεγχο των πόρων ουρανίου και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα».
«Μπορεί να θεωρήσετε ότι η απόσυρση των στρατιωτικών βάσεων από τρεις χώρες, είναι κατά κάποιον τρόπο, το τέλος του ιμπεριαλισμού. Αλλά στην πραγματικότητα, είναι μόνο ένα μέρος του συστήματος που έχει επηρεαστεί. Η ουσία του συστήματος βρίσκεται στον ιδιωτικό τομέα, στην οικονομία, όπου οι μεγάλες επιχειρήσεις και το αφρικανικό φράγκο παραμένουν σημαντικές. Είναι αλήθεια ότι η Γαλλία ήταν στην Αφρική για να προστατεύσει αυτό το σύστημα λεηλασίας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πολιτικός αναλυτής από την Μπουρκίνα Φάσο, Σιάκα Κουλιμπαλί, μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο RTB στις 7 Ιανουαρίου.
«Σήμερα, η Γαλλία ελέγχει όλους τους φυσικούς πόρους της Αφρικής και διατηρεί την οικονομική της κυριαρχία μέσω του CFA (Communauté Financière Africaine) φράγκου, το οποίο τυπώνεται και ελέγχεται από τη γαλλική κεντρική τράπεζα. Οι αφρικανικές χώρες δεν μπορούν να διαχειριστούν τα δικά τους νομίσματα διότι η Γαλλία τους υπαγορεύει τις οικονομικές τους δραστηριότητες», δήλωσε στο ραδιόφωνο της Τυνησίας στις 2 Δεκεμβρίου ο Χατέμ Φαταλάχ, εμπειρογνώμονας σε διεθνή εταιρεία ελέγχου και συμβούλων.
Το φράγκο CFA είναι ένα κοινό νόμισμα που δημιουργήθηκε το 1945 από τη Γαλλία για τις αποικίες της. Χρησιμοποιείται ακόμη σε 14 χώρες στη Δυτική και Κεντρική Αφρική. Το συγκεκριμένο φράγκο ήταν αρχικά συνδεδεμένο με το γαλλικό φράγκο και στη συνέχεια με το ευρώ. Οι χώρες που χρησιμοποιούν αυτό το νόμισμα είναι υποχρεωμένες να τοποθετούν το 50% τουλάχιστον των συναλλαγματικών τους αποθεμάτων σε ειδικούς λογαριασμούς που ελέγχονται από το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών. Χάρη σε αυτό το νομισματικό σύστημα, η Γαλλία απέκτησε τον έλεγχο των οικονομικών πολιτικών των πρώην αποικιών της.
Παρά την «έξοδο» από την Αφρική στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και την ανεξαρτησία των αφρικανικών χωρών, ως αποτέλεσμα διμερών συμφωνιών, οι γαλλικές επιχειρήσεις απέκτησαν πρόσβαση στους στρατηγικούς τους πόρους, όπως διαμάντια, μεταλλεύματα, ουράνιο, αέριο και πετρέλαιο. Η Γαλλία επίσης διατήρησε το δικαίωμα της επιλογής πρώτης προτεραιότητας σε όλους τους φυσικούς πόρους και προνομιακή πρόσβαση σε κρατικές συμβάσεις. Δημιουργήθηκε ένα δίκτυο προσωπικών επαφών μεταξύ της γαλλικής ηγεσίας και της ελίτ των πρώην γαλλικών αποικιών. Το Παρίσι υποστήριξε φίλο-γάλλους ηγέτες αφρικανικών κρατών.
«Μετά τα κινήματα ανεξαρτησίας από τη δεκαετία του ’50 μέχρι τη δεκαετία του ’70, η Γαλλία υποτίθεται ότι αποσύρθηκε αλλά εξασφάλισε ότι οι πιστές σε αυτήν κυβερνήσεις, παρέμειναν στην εξουσία. Όταν δεν υπήρχε ασφάλεια στη χώρα, εξεγέρσεις, τρομοκρατικά κινήματα και εσωτερικές επαναστάσεις συχνά επανέφεραν τη Γαλλία με τη στρατιωτική της ισχύ», υπογράμμισε ο Φαταλάχ.
Όπως εξηγεί ο Ουκρανός αναλυτής Παστέρνακ, οι Αφρικανοί ηγέτες δεν συμφωνούσαν πάντα με τη διατήρηση του πιο σημαντικού οργάνου της γαλλικής νεοαποικιακής επιρροής, του φράγκου CFA, στις χώρες τους, και προσπάθησαν να επιτύχουν τη δημιουργία ενός κρατικού νομίσματος. Ωστόσο, αυτό δεν είχε πάντα καλό τέλος για αυτούς.
Αξιοσημείωτη είναι η ιστορία του πρώτου προέδρου του Τόγκο, Σιλβάνους Ολίμπιο. Ένας από τους βασικούς του στόχους ήταν να μειώσει την οικονομική εξάρτηση της χώρας από τη Γαλλία και να αντικαταστήσει το φράγκο CFA με δικό της νόμισμα. Το 1963 δολοφονήθηκε σε στρατιωτικό πραξικόπημα, λίγες ημέρες πριν από την προτεινόμενη μεταρρύθμιση. Σκοτώθηκε από έναν Γάλλο, πρώην λεγεωνάριο, τον λόγια Ετιέν Εϊαντέμα Γκνασίνγκμπε. Το φράγκο CFA διατηρήθηκε.
Το 1962, ο πρόεδρος του Μάλι Μοντίμπο Κεϊτά, αποφάσισε επίσης να αντικαταστήσει στο CFA φράγκο με το μαλιανό φράγκο. Το 1968 έπεσε θύμα πραξικοπήματς από έναν επίσης πρώην λεγεωνάριο Γάλλο, τον υπολοχαγό Μούσα Τραορέ.
Είναι σημαντικό ότι από το 1950 μέχρι το 2023, σημειώθηκαν 103 πραξικοπήματα σε 20 αφρικανικές χώρες -πρώην γαλλικές αποικίες. 53 από αυτά ήταν επιτυχημένα.
«Το γαλλικό σύστημα κρατά με πονηριά ορισμένους Αφρικανούς δικτάτορες στην εξουσία για δεκαετίες, υποστηρίζοντάς τους για 20 ή 30 χρόνια, ενώ εκμεταλλεύεται τους πόρους της ηπείρου στο πλαίσιο άδικων συμφωνιών», ανέφερε ο Αλγερινός νομικός Σουλεϊμάνε Λαλαλί στο Echorouk News στις 15 Δεκεμβρίου.
Υποστηρίζει ότι το υψηλό επίπεδο διαβίωσης της Γαλλίας οφείλεται στην εκμετάλλευση των αφρικανικών πόρων: «Η Γαλλία δεν έχει σημαντικά αποθέματα χρυσού, αλλά κατατάσσεται μεταξύ των χωρών με τα κορυφαία αποθέματα παγκοσμίως. Δεν έχει πετρέλαιο αλλά χαίρει οικονομικής ευημερίας. Δεν έχει φυσικό αέριο αλλά διατηρεί σύγχρονες ανέσεις. Όλα αυτά, είναι το αποτέλεσμα του πλούτου που εξορύσσεται από την Αφρική».
Για δεκαετίες, γαλλικές επιχειρήσεις διατήρησαν τον έλεγχο στις πρώην γαλλικές αποικίες. Το 2017, υπήρξαν 700 γαλλικές εταιρείες μόνο στην Ακτή Ελεφαντοστού, συμπεριλαμβανομένων και 200 παρακλαδιών. Τα συνδυασμένα τους έσοδα αντιστοιχούσαν στο 30% του ΑΕΠ της Ακτής Ελεφαντοστού. Σύμφωνα με τη DW, υπήρχαν 1.100 γαλλικές επιχειρήσεις και περίπου 2.100 θυγαρικές που δραστηριοποιούνταν στην Αφρική το 2020.
Σύμφωνα με την ανάλυση του πολιτικού αναλυτή Όλιε Παστέρνακ, για χρόνια, το Παρίσι παίρνει χρυσό από το Μάλι, ουράνιο από τον Νίγηρα, πετρέλαιο από το Τσαντ, φωσφορικά άλατα από τη Μαυριτανία και άλλα σπάνια ορυκτά που βρίσκονται στην περιοχή του Σαχέλ. Ιδιαίτερη σημασία για τη Γαλλία έχουν οι προμήθειες ουρανίου, το οποίο χρησιμοποιείται από τα γαλλικά πυρηνικά εργοστάσια για την παραγωγή του 70% περίπου της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Επιπλέον, οι πολυάριθμοι πυρηνικοί σταθμοί αποτελούν προϋπόθεση για την επιβίωση του βιομηχανικού κλάδου της γαλλικής οικονομίας.
Ο Νίγηρας κατατάσσεται έβδομος στον κόσμο σε αποθέματα και παραγωγή ουρανίου (αντιστοιχεί στο 4% της παγκόσμιας παραγωγής). Για πολλά χρόνια η γαλλική εταιρεία Orano (μέχρι το 2018 -Areva), εξόρυζε ουράνιο στη χώρα αυτή, και οι τιμές αγοράς που έθεσαν οι Γάλλοι για αυτό, ήταν πολλές φορές χαμηλότερες από τις τιμές στην παγκόσμια αγορά. Έτσι, σύμφωνα με τον Μαχαμάν Λαουάν Γκάγια, πρώην γενικό γραμματέα του υπουργείου Ενέργειας και πετρελαίου του Νίγηρα, μόνο το 2010 η χώρα εξήγαγε ουράνιο αξίας 3,5 δισ. ευρώ στη Γαλλία, αλλά έλαβε μόλις 459 εκατ. ευρώ για αυτό.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι την περίοδο 2012-2022, το 20% του ουρανίου που χρειαζόταν η Γαλλία για να λειτουργήσει το εργοστάσιο της πυρηνικής ενέργειας, εισήχθη από τον Νίγηρα. Ενώ το 80% του πληθυσμού του Νίγηρα, δεν έχει πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του 2022 τα οποία επικαλείται ο Ουκρανός αναλυτής Παστερνάκ.
«Το ένα τρίτο των λαμπτήρων στη Γαλλία τροφοδοτείται από ουράνιο που εξορύσσεται στον Νίγηρα. Παρά τη σημαντική αυτή συνεισφορά, ο Νίγηρας εξακολουθεί να βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, γεγονός που υπογραμμίζει την έντονη ανισορροπία μεταξύ της εκμετάλλευσης των πόρων και της τοπικής ανάπτυξης», σχολιάζει ο Φατίχ Κενενού, καθηγητής στην Εθνική Σχολή Πολιτικών Επιστημών, μιλώντας σε τηλεοπτικό κανάλι της Αλγερίας στις 6 Δεκεμβρίου.
Δεδομένων όλων αυτών, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πρώην αποικίες εξακολουθούν να μην μπορούν να ξεπεράσουν το πρόβλημα της φτώχειας. Σύμφωνα με τον Μουλάι Μπου Μζοτ, καθηγητή πολιτικών επιστημών και διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Αλγερίου, η τελευταία έκθεση ανθρώπινης ανάπτυξης που δημοσιεύθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη, διαπιστώνει ότι «το 95% των χωρών που αποικίστηκαν από τη Γαλλία (οι περισσότερες στην Αφρική), εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας».
Ο Σενεγαλέζος πρωθυπουργός Οσμάν Σόνκο, μιλώντας για την δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας, σημείωσε τον περασμένο Δεκέμβριο: «Η Σενεγάλη σήμερα, με διαλυμένη οικονομική κατάσταση, σε μια αυτοθυσιαζόμενη Αφρική, 64 χρόνια μετά από την ανεξαρτησία, παραμένει στο αποικιακό οικονομικό μοντέλο, εξάγοντας πρώτες ύλες με μικρή προστιθέμενη αξία και εισάγοντας ολοκληρωμένα προϊόντα».
Τα έσοδα που λαμβάνει η Γαλλία από τις πρώην αποικίες της, γίνονται όλο και πιο σημαντικά δεδομένων των ειδήσεων ότι το δημόσιο χρέος της χώρας έχει αγγίξει το ιστορικό υψηλό των 3,228 τρισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του προηγουμένου έτους. «Ποτέ στην ιστορία της η Γαλλία δεν είχε περισσότερο χρέος. Το χρέος κρέμεται πάνω από τη Γαλλία σαν Δαμόκλειος Σπάθη», δήλωσε σε ομιλία του στη Βουλή τον Ιανουάριο ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού.
Τα αλγεινά ΜΜΕ συνδέουν την ανικανότητα των γαλλικών αρχών να διαχειριστούν την οικονομία «με την απώλεια της γαλλικής επιρροής στην Αφρική, η οποία αποτελούσε κύρια πηγή εισοδήματος από ορυκτούς πόρους».