Η Χαμάς καλεί σε Ιντιφάντα μετά την ανακοίνωση του Τραμπ για την Ιερουσαλήμ
07.12.2017
13:50
«Πρέπει να δουλέψουμε για αυτό, για να αντιμετωπίσουμε τον σιωνιστή εχθρό», είπε σε ομιλία του ο Ισμαήλ Χανίγιε, επικεφαλής της Χαμάς - Εκπρόσωπός του δηλώνει: «Ο Τραμπ άνοιξε τις πύλες της κολάσεως, έκανε το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του»
Η απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να μεταφερθεί η αμερικανική πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ σπάει ένα ταμπού δεκαετιών, με τον ηγέτη της Χαμάς να καλεί σε μια τρίτη Ιντιφάντα μετά την ανακοίνωση αυτή.
Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ άκουσαν σήμερα την πρώτη σοβαρή απειλή από το στόμα του ηγέτη της Χαμάς στη Γάζα.
«Πρέπει να δουλέψουμε για αυτό, για να αντιμετωπίσουμε τον σιωνιστή εχθρό. Αυτή η απόφαση σκότωσε την πρόθεση ειρήνης», είπε σε ομιλία του ο Ισμαήλ Χανίγιε, επικεφαλής της Χαμάς, σημειώνοντας ότι η εξέγερση θα ξεκινήσει την Παρασκευή, ιερή ημέρα για τους Μουσουλμάνους.
Εκπρόσωπός του δήλωνε χαρακτηριστικά χθες: «Ο Τραμπ άνοιξε τις πύλες της κολάσεως, έκανε το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του».
Ο Ισμαήλ Χανίγιε κάλεσε ανοικτά σε νέα ιντιφάντα κατά του Ισραήλ και πλέον η «φωτιά» στην πυριτιδαποθήκη της Μέσης Ανατολής «άναψε».
Ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε, έπειτα από τις εξελίξεις, ότι θα αναπτύξει επιπρόσθετες δυνάμεις στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, μετά την απόφαση.
Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ άκουσαν σήμερα την πρώτη σοβαρή απειλή από το στόμα του ηγέτη της Χαμάς στη Γάζα.
«Πρέπει να δουλέψουμε για αυτό, για να αντιμετωπίσουμε τον σιωνιστή εχθρό. Αυτή η απόφαση σκότωσε την πρόθεση ειρήνης», είπε σε ομιλία του ο Ισμαήλ Χανίγιε, επικεφαλής της Χαμάς, σημειώνοντας ότι η εξέγερση θα ξεκινήσει την Παρασκευή, ιερή ημέρα για τους Μουσουλμάνους.
Εκπρόσωπός του δήλωνε χαρακτηριστικά χθες: «Ο Τραμπ άνοιξε τις πύλες της κολάσεως, έκανε το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του».
Ο Ισμαήλ Χανίγιε κάλεσε ανοικτά σε νέα ιντιφάντα κατά του Ισραήλ και πλέον η «φωτιά» στην πυριτιδαποθήκη της Μέσης Ανατολής «άναψε».
Ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε, έπειτα από τις εξελίξεις, ότι θα αναπτύξει επιπρόσθετες δυνάμεις στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, μετά την απόφαση.
Εκπρόσωπος του στρατού δήλωσε ότι επιπλέον τάγματα θα αποσταλούν στην Δυτική Όχθη και ότι κι άλλες δυνάμεις θα είναι σε ετοιμότητα να επέμβουν αν χρειαστεί, καθώς υπάρχουν φόβοι για την πρόκληση βίαιων επεισοδίων μετά την ανακοίνωση του Τραμπ.
Ο στρατός δεν διευκρίνισε σχετικά με τον αριθμό των επιπρόσθετων στρατιωτών που θα αναπτυχθούν.
Κατόπιν αιτήματος οκτώ χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Αιγύπτου, της Γαλλίας και της Βρετανίας, προγραμματίστηκε έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αύριο το πρωί. Το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, υπενθύμισε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, δεν μπορεί να διευθετηθεί παρά μόνο μέσω μιας «απευθείας διαπραγμάτευσης» των Ισραηλινών και των Παλαιστίνιων.
Η Ιορδανία, κράτος-θεματοφύλακας των μουσουλμανικών ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ, κατήγγειλε μια «παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. Η Τουρκία, όπως και η Σαουδική Αραβία,καταδίκασαν μια «ανεύθυνη» απόφαση. Το Ιράν, χώρα που ανήκει στον "άξονα του κακού" για τον Τραμπ, προέβλεψε ότι η απόφαση του Αμερικανού προέδρου θα προκαλέσει μια «νέα Ιντιφάντα».
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε «λυπηρή» την απόφαση του Τραμπ και απηύθυνε έκκληση να αποφευχθεί πάση θυσία η βία.«Δεν συμφωνούμε με την αμερικανική απόφαση»,είπε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, ταυτόσημη άποψη εξέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγελα Μέρκελ,ενώ η Ε.Ε εξέφρασε την «σοβαρή ανησυχία της».
Πριν από την ομιλία του, πολλοί ηγέτες είχαν απευθύνει έκκληση στον Τραμπ να ζυγίσει τα λόγια του και να μετρήσει τις συνέπειες που θα έχουν οι πράξεις του, καθώς η Ιερουσαλήμ είναι ένα διπλωματικό καζάνι που βράζει.
«Δεν μπορώ να κρύψω τη βαθιά ανησυχία μου», είπε ο Πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος δεν μπορεί παρά να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πόλη όπου βρίσκονται οι ιερότεροι χώροι λατρείας των τριών μεγαλύτερων μονοθεϊστικών θρησκειών, ανάμεσά τους κι ο Ναός της Αναστάσεως.
Την ίδια ώρα, η εφημερίδα του Λιβάνου al-Akhbar που πρόσκειται στην οργάνωση Χεζμπολάχ κήρυξε στο σημερινό της πρωτοσέλιδο «Θάνατο στην Αμερική». Πρόκειται για την σφοδρότερη αντίδραση από τα λιβανέζικα μέσα ενημέρωσης κατά την απόφασης του Τραμπ σχετικά με το καθεστώς της Ιερουσαλήμ.
Ο ηγέτης της υποστηριζόμενης από το Ιράν Χεζμπολάχ, ο Σαγιέντ Χασάν Νασράλα, αναμένεται να ανακοινώσει την πρώτη αντίδραση της οργάνωσης σε τηλεοπτικό του διάγγελμα σήμερα στις 18:00 ώρα Ελλάδος.
Η Akhbar χαρακτήρισε την απόφαση του Τραμπ «το νέο Μπάλφουρ της Αμερικής», αναφερόμενη στην Διακήρυξη Μπάλφουρ πριν από έναν αιώνα, η οποία άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και έσπειρε τον σπόρο της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης.
«Σήμερα στην Παλαιστίνη υπάρχει μια ικανή, ισχυρή αντίσταση η οποία έχει στην κατοχή της χιλιάδες ρουκέτες που μπορούν να πλήξουν το Τελ Αβίβ», γράφει η εφημερίδα.
Η Χεζμπολάχ είναι μια στρατιωτική και πολιτική οργάνωση που διαθέτει μεγάλο στρατιωτικό εξοπλισμό και έχει εμπλακεί σε πολλές συγκρούσεις με το Ισράηλ, μετά τον σχηματισμό της το 1982.
Από την πλευρά της μια ισχυρή ιρακινή πολιτοφυλακή, η οποία υποστηρίζεται από το Ιράν, η Χαρακάτ Χεζμπολάχ αλ-Νουτζάμπα, ανακοίνωσε σήμερα ότι η απόφαση του Τραμπ μπορεί να "νομιμοποιήσει" μια επίθεση εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ.
«Η ανόητη απόφαση του Τραμπ...θα γίνει η μεγάλη σπίθα που θα απομακρύνει αυτή την οντότητα (το Ισραήλ) από τον κορμό του ισλαμικού έθνους και ένας λόγος που θα νομιμοποιεί τη στοχοποίηση των αμερικανικών δυνάμεων», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο αρχηγός της οργάνωσης Ακράμ αλ-Κάαμπι.
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής,Μαχμούτ Αμπάς, κατήγγειλε την «οικτρή» επιλογή που έκανε ο Αμερικανός πρόεδρος και συμπλήρωσε ότι «η Ουάσινγκτον δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να διαδραματίζει τον ιστορικό ρόλο της, αυτόν του διαπραγματευτή στις ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Ισραηλινούς».
Στη Λωρίδα της Γάζας, εκατοντάδες Παλαιστίνιοι διαδήλωσαν κι έκαψαν αμερικανικές σημαίες και φωτογραφίες του Τραμπ. Παλαιστινιακές πολιτικές οργανώσεις κάλεσαν σε γενική απεργία και κινητοποιήσεις στη Ραμάλα, στη Γάζα και στην Ιερουσαλήμ.
Αναγνωρίζοντας ότι η ανακοίνωση του θα προκαλούσε αντιδράσεις, ο Τραμπ απηύθυνε στην ομιλία του έκκληση για «ηρεμία και μετριοπάθεια» και εξέφρασε την ελπίδα ότι «οι φωνές της λογικής θα επικρατήσουν έναντι εκείνων που κηρύσσουν το μίσος».
Οι Παλαιστίνιοι θέλουν η Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία κατέλαβε το Ισραήλ στον πόλεμο του 1967 και κατόπιν προσάρτησε, να γίνει πρωτεύουσα του ανεξάρτητου κράτους που οραματίζονται. Ενώ το Ισραήλ χαρακτηρίζει όλη την Ιερουσαλήμ «αιώνια και αδιαίρετη» πρωτεύουσά του.
«Οι ΗΠΑ παραμένουν αποφασισμένες να συμβάλλουν για την επίτευξη μιας συμφωνίας ειρήνης που θα είναι αποδεκτή κι από τα δύο μέρη», συνέχισε ο Τραμπ, σε μία προσπάθεια να δώσει έναν συμφιλιωτικό τόνο στην απόφασή του.
«Έχω την πρόθεση να κάνω το παν εντός των δυνάμεών μου για να συμβάλω στην επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας»,τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος. Αλλά το καθήκον που έχει αναθέσει στον γαμπρό και σύμβουλό του Τζάρεντ Κούσνερ, το να αναζητηθεί δηλαδή ένας τρόπος να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες, φαντάζει πλέον πιο δύσκολο από ποτέ.
Ο Τραμπ διέταξε να αρχίσουν προετοιμασίες για τη μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να ορίσει το χρονοδιάγραμμα, αφού αυτή η μετακόμιση αναμένεται να πάρει χρόνια.
«Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ξεκινά «αμέσως» προετοιμασίες, ενώ εντείνει τα μέτρα ασφαλείας για την προστασία των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή», ανακοίνωσε λίγο αργότερα ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Ρεξ Τίλερσον.
Ο πρώην πρέσβης της Γερμανίας στο Ισραήλ Ρούντολφ Ντέσλερ εκτιμά σε συνέντευξη στην Deutsche Welle ότι ο «Αμερικανός πρόεδρος αγνόησε τις διεθνές φωνές που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν και είπε ούτε λίγο ούτε πολύ πως κάνει ότι νομίζει εκείνος, όπως ακριβώς και ένας επιχειρηματίας στην επιχείρησή του».Ο 77χρονος Σοσιαλδημοκράτης πολιτικός παραδέχεται ότι εξεπλάγην από την απόφαση του Αμερικανού προέδρου:«Όποιος ασχολείται με τη θεματική αυτή γνωρίζει ότι η μεταφορά της πρεσβείας δεν θέτει σε καμία περίπτωση ένα στιβαρό θεμέλιο για ένα νέο γύρο διαπραγματεύσεων. Παράλληλα εντείνει τις διενέξεις, έτσι ώστε γίνεται ακόμα πιο πιθανή μια τρίτη Ιντιφάντα. Αν αναλογιστούμε με ποια αφορμή ξεκίνησε η δεύτερη Ιντιφάντα, δηλαδή με την επίσκεψη του ισραηλινού πρωθυπουργού Αριέλ Σαρόν στο Όρος του Ναού, βλέπουμε ότι υπάρχουν αρκετές ομοιότητες. Είναι τρομερά επικίνδυνο όταν σε αυτή τη διένεξη παίρνεις θέση υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς».Όπως και όλες οι άλλες πρεσβείες έτσι και η γερμανική βρίσκεται στο Τελ Αβίβ. Για τη γερμανική στάση ο Ρούντολφ Ντρέσλερ δηλώνει στην DW: «Θα δίναμε πράσινο φως σε μια μεταφορά της πρεσβείας υπό την προϋπόθεση ότι θα υπογραφόταν ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, με την οποία θα ξεκαθαριζόταν το καθεστώς της Ιερουσαλήμ και για τις δύο πλευρές σε κλίμα συναίνεσης. Δυστυχώς απέχουμε σήμερα ακόμα περισσότερο από αυτό το σημείο από ότι μέχρι πρόσφατα». Οι πιθανότητες για επιστροφή Ισραηλινών και Παλαιστινίων στο τραπέζι του διαλόγους είναι μηδενικές. Θα πρέπει συνεπώς να εξετάσουμε πως μπορούμε να πείσουμε το Ισραήλ να ξεκινήσει και πάλι τον διάλογο», καταλήγει ο Ρούντολφ Ντρέσλερ.
-Από το 1948 οπότε και ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ καμία χώρα δεν έχει αναγνωρίσει μέχρι σήμερα την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και όλες διατηρούν τις πρεσβείες τους στο Τελ Αβίβ.Το Ισραήλ κατέλαβε από τους Παλαιστινίους το ανατολικό τμήμα της Ιερουσαλήμ στον "Πόλεμο των Έξι Ημερών" (1967).Με βάση την ειρηνευτική συμφωνία του Όσλο (1993) μεταξύ Γιτζάκ Ραμπίν και Γιασέρ Αραφάτ, ο τελικός συμβιβασμός γύρω από το καθεστώς της Ιερουσαλήμ θα αποφασιστεί στην τελευταία φάση των ειρηνευτικών συνομιλιών των δυο πλευρών.Αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και συνεπώς αποδεχόμενος την ισραηλινή κατοχή στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία επιθυμούν ως μελλοντική πρωτεύουσά τους οι Παλαιστίνιοι, ο Πρόεδρος Τραμπ θέτει σε κίνδυνο τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων προτού καν ξεκινήσουν.
Όπως προβλέπει το κέντρο γεωστρατηγικών αναλύσεων «Stratfor», πέραν των διπλωματικών αντιδράσεων, οι μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις δεν θα διακινδυνεύσουν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, αποδυναμώνοντας ή σπάζοντας τους δεσμούς με οποιονδήποτε τρόπο. Ωστόσο,ο Τραμπ θα αποξενώσει βασικούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, με δεδομένο ότι η πλειονότητα των μουσουλμανικών χωρών όχι μόνο καταδίκασε την απόφαση της αμερικανικής προεδρίας αλλά προειδοποιεί για ευρύτερη ανάφλεξη στην ευρύτερη περιοχή. Μάλιστα, η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ από την κυβέρνηση Τραμπ ενδέχεται να διαταράξει τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σαουδικής Αραβίας. Τον περασμένο μήνα το Ριάντ δήλωσε ότι για την αποκατάσταση των προβληματικών του σχέσεων του με το Ισραήλ θα πρέπει να αναγνωριστούν τα παλαιστινιακά δικαιώματα. Δεν είναι σαφές λοιπόν, πώς η κίνηση του Αμερικανού προέδρου θα συμβιβαστεί με το Ριάντ.
Η διεθνής κοινότητα καταδικάζει, το Ισραήλ χαιρετίζει την απόφαση Τραμπ
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ «πέρασε για πάντα στην ιστορία» της Ιερουσαλήμ μετά την αναγνώριση της πόλης αυτής ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, δήλωσε σήμερα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου.
«Ο πρόεδρος Τραμπ πέρασε για πάντα στην ιστορία της πρωτεύουσάς μας. Το όνομά του θα βρίσκεται δίπλα σε άλλα ονόματα στην δοξασμένη ιστορία της πόλης μας», σημείωσε ο Νετανιάχου, μιλώντας σε εκδήλωση που είχε διοργανωθεί στο υπουργείο Εξωτερικών.
Πολλές χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα των ΗΠΑ, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι υπάρχουν ήδη επαφές προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δεν κατονόμασε καμία από τις χώρες αυτές, αλλά πρόσθεσε ότι κάποιες μπορεί να μεταφέρουν τις πρεσβείες τους από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ προτού ακόμη μεταφέρουν την δική τους οι ΗΠΑ, κάτι το οποίο η κυβέρνηση Τραμπ αναμένει ότι θα χρειαστεί μερικά χρόνια.
Οι σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ από το 1948
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναγνώρισε χθες την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, σηματοδοτώντας μια εντυπωσιακή στροφή στην πολιτική που ακολουθούσαν μέχρι τώρα οι προκάτοχοί του.
Ακολουθούν οι βασικές ημερομηνίες που σημάδεψαν τις σχέσεις ΗΠΑ- Ισραήλ.
Αναγνώριση αλλά διαφωνίες
Στις 14 Μαΐου 1948 ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν κηρύσσει τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν αναγνωρίζει το νέο κράτος έντεκα λεπτά μετά τη δημιουργία του.
Ωστόσο οι διμερείς σχέσεις είναι ταραγμένες τα πρώτα χρόνια. Η Ουάσινγκτον συνειδητοποιεί ότι μια υπερβολική προσέγγιση με το Ισραήλ θα θέσει σε κίνδυνο τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον αραβικό κόσμο.
Οι ΗΠΑ αποδοκιμάζουν την εκστρατεία του Σινά κατά της Αιγύπτου το 1956, που ξεκίνησε το Ισραήλ σε συνεργασία με τη Γαλλία και τη Βρετανία. Μια διαταγή του Ντουάιτ Αϊζενχάουερ προς τον Γκουριόν αναγκάζει το Ισραήλ να υποχωρήσει από το Σινά.
Στη διάρκεια του πολέμου του 1967, το Ισραήλ καταλαμβάνει το Σινά, τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα υψίπεδα του Γκολάν. Ο πόλεμος αυτός αποτέλεσε σημείο καμπής για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ, με την Ουάσινγκτον να ανάγονται σε βασικό υποστηρικτή του εβραϊκού κράτους.
Τον Οκτώβριο του 1967 ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον αποφάσισε να ξεκινήσει να παρέχει μαζικά όπλα στο Ισραήλ.
Επανειλημμένα η Ουάσινγκτον θα προσπαθήσει να συνδέσει τον ρόλο του βασικού υποστηρικτή του Ισραήλ με αυτόν του μεσολαβητή στην ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση.
Μοναδικός μεσολαβητής
Τον Σεπτέμβριο του 1978 ο Τζίμι Κάρτερ κάλεσε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπεγκίν και τον Αιγύπτιο πρόεδρο Ανουάρ αλ Σαντάτ στο Καμπ Ντέιβιντ, κοντά στην Ουάσινγκτον. Οι συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ άνοιξαν τον δρόμο σε μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ της Αιγύπτου και του Ισραήλ, που υπογράφηκε την επόμενη χρονιά.
Τον Σεπτέμβριου του 1993 ο Μπιλ Κλίντον οργάνωσε στον Λευκό Οίκο μια ιστορικής σημασίας χειραψία μεταξύ του Ισραηλινού Γιτζάκ Ραμπίν και του Παλαιστίνιου Γιάσερ Αραφάτ που υπογράφουν μια Διακήρυξη αρχών για μια πενταετή μεταβατική παλαιστινιακή αυτονομία.
Το 2000 ο Κλίντον επιρρίπτει στον Αραφάτ το μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης για την αποτυχία των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων του Καμπ Ντέιβιντ, που διήρκησαν από τις 11 ως τις 25 Ιουλίου.
Μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Μπαράκ Ομπάμα το 2009 οι σχέσεις του με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι τεταμένες.
Τον Ιούνιο ο Ομπάμα πιέζει το Ισραήλ να σταματήσει τον εποικισμό και εκφράζει τη στήριξή του υπέρ της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους, δίπλα στο Ισραήλ.
Τον Μάρτιο του 2010 η άδεια για την κατασκευή εβραϊκών κατοικιών σε μια συνοικία της κατεχόμενης Ανατολικής Ιερουσαλήμ στη διάρκεια της επίσκεψης του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ προκαλεί σοβαρό πάγωμα στις διμερείς σχέσεις.
Τον Μάρτιο του 2015 ο Νετανιάχου αψηφά τον Ομπάμα και εκφωνεί ομιλία ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου κατά της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, την οποία στήριζε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Από την πλευρά του ο Ομπάμα αρνείται να συναντήσει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό στη διάρκεια της επίσκεψής του στις ΗΠΑ.
Όμως τον Σεπτέμβριο του 2016 οι δύο αξιωματούχοι υπογράφουν στην Ουάσινγκτον ένα πρωτόκολλο συμφωνίας που αφορά την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ αξίας 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την περίοδο 2019-2028. Πρόκειται για την πιο γενναιόδωρη βοήθεια που έχουν παράσχει οι ΗΠΑ στην Ιστορία τους.
Τον Δεκέμβριο του 2016 οι διμερείς σχέσεις οδηγούνται σε ανοικτή κρίση μετά την άρνηση των ΗΠΑ, για πρώτη φορά από το 1979, να ασκήσουν βέτο σε μια απόφαση του Συμβουλίου ασφαλείας του ΟΗΕ η οποία καταδίκαζε τον εβραϊκό εποικισμό.
Τον Ιανουάριο του 2017 ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι αναμένει η συμμαχία Ισραήλ- ΗΠΑ να γίνει «πιο ισχυρή από ποτέ» μετά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ.
Στις 15 Φεβρουαρίου στη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου μαζί με τον Νετανιάχου από τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ εκτίμησε ότι η «λύση των δύο κρατών» δεν είναι η μοναδική για την επίλυση της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης.
Στις 15 Μαΐου ο Ντέιβιντ Φρίντμαν, στενός συνεργάτης του Αμερικανού προέδρου και γνωστός για τις αμφιλεγόμενες απόψεις του υπέρ του εβραϊκού εποικισμού, έφτασε στο Ισραήλ για να αναλάβει καθήκοντα ως πρεσβευτής των ΗΠΑ.
Στις 22 Μαΐου ο Τραμπ προσευχήθηκε μπροστά στο Τείχος των Δακρύων, κάτι που δεν έχει ξανακάνει Αμερικανός πρόεδρος. Την επομένη ο Νετανιάχου ανακοίνωσε ότι η χώρα του θα λάβει επιπλέον στρατιωτική βοήθεια αξίας 75 εκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ.
Στις 6 Δεκεμβρίου ο Τραμπ αναγνώρισε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και ζήτησε να «προετοιμαστεί η μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ».
Ωστόσο τόνισε ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να στηρίζουν τη «λύση των δύο κρατών».
Ο στρατός δεν διευκρίνισε σχετικά με τον αριθμό των επιπρόσθετων στρατιωτών που θα αναπτυχθούν.
Κύμα αγανάκτησης και οργής στον Αραβικό Κόσμο - Συνεδριάζει αύριο εκτάκτως το Συμβούλιο Ασφαλείας
Κατόπιν αιτήματος οκτώ χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Αιγύπτου, της Γαλλίας και της Βρετανίας, προγραμματίστηκε έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αύριο το πρωί. Το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, υπενθύμισε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, δεν μπορεί να διευθετηθεί παρά μόνο μέσω μιας «απευθείας διαπραγμάτευσης» των Ισραηλινών και των Παλαιστίνιων.
Η Ιορδανία, κράτος-θεματοφύλακας των μουσουλμανικών ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ, κατήγγειλε μια «παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. Η Τουρκία, όπως και η Σαουδική Αραβία,καταδίκασαν μια «ανεύθυνη» απόφαση. Το Ιράν, χώρα που ανήκει στον "άξονα του κακού" για τον Τραμπ, προέβλεψε ότι η απόφαση του Αμερικανού προέδρου θα προκαλέσει μια «νέα Ιντιφάντα».
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε «λυπηρή» την απόφαση του Τραμπ και απηύθυνε έκκληση να αποφευχθεί πάση θυσία η βία.«Δεν συμφωνούμε με την αμερικανική απόφαση»,είπε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, ταυτόσημη άποψη εξέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγελα Μέρκελ,ενώ η Ε.Ε εξέφρασε την «σοβαρή ανησυχία της».
Πριν από την ομιλία του, πολλοί ηγέτες είχαν απευθύνει έκκληση στον Τραμπ να ζυγίσει τα λόγια του και να μετρήσει τις συνέπειες που θα έχουν οι πράξεις του, καθώς η Ιερουσαλήμ είναι ένα διπλωματικό καζάνι που βράζει.
«Δεν μπορώ να κρύψω τη βαθιά ανησυχία μου», είπε ο Πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος δεν μπορεί παρά να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πόλη όπου βρίσκονται οι ιερότεροι χώροι λατρείας των τριών μεγαλύτερων μονοθεϊστικών θρησκειών, ανάμεσά τους κι ο Ναός της Αναστάσεως.
Την ίδια ώρα, η εφημερίδα του Λιβάνου al-Akhbar που πρόσκειται στην οργάνωση Χεζμπολάχ κήρυξε στο σημερινό της πρωτοσέλιδο «Θάνατο στην Αμερική». Πρόκειται για την σφοδρότερη αντίδραση από τα λιβανέζικα μέσα ενημέρωσης κατά την απόφασης του Τραμπ σχετικά με το καθεστώς της Ιερουσαλήμ.
Ο ηγέτης της υποστηριζόμενης από το Ιράν Χεζμπολάχ, ο Σαγιέντ Χασάν Νασράλα, αναμένεται να ανακοινώσει την πρώτη αντίδραση της οργάνωσης σε τηλεοπτικό του διάγγελμα σήμερα στις 18:00 ώρα Ελλάδος.
Η Akhbar χαρακτήρισε την απόφαση του Τραμπ «το νέο Μπάλφουρ της Αμερικής», αναφερόμενη στην Διακήρυξη Μπάλφουρ πριν από έναν αιώνα, η οποία άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και έσπειρε τον σπόρο της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης.
«Σήμερα στην Παλαιστίνη υπάρχει μια ικανή, ισχυρή αντίσταση η οποία έχει στην κατοχή της χιλιάδες ρουκέτες που μπορούν να πλήξουν το Τελ Αβίβ», γράφει η εφημερίδα.
Η Χεζμπολάχ είναι μια στρατιωτική και πολιτική οργάνωση που διαθέτει μεγάλο στρατιωτικό εξοπλισμό και έχει εμπλακεί σε πολλές συγκρούσεις με το Ισράηλ, μετά τον σχηματισμό της το 1982.
Από την πλευρά της μια ισχυρή ιρακινή πολιτοφυλακή, η οποία υποστηρίζεται από το Ιράν, η Χαρακάτ Χεζμπολάχ αλ-Νουτζάμπα, ανακοίνωσε σήμερα ότι η απόφαση του Τραμπ μπορεί να "νομιμοποιήσει" μια επίθεση εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ.
«Η ανόητη απόφαση του Τραμπ...θα γίνει η μεγάλη σπίθα που θα απομακρύνει αυτή την οντότητα (το Ισραήλ) από τον κορμό του ισλαμικού έθνους και ένας λόγος που θα νομιμοποιεί τη στοχοποίηση των αμερικανικών δυνάμεων», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο αρχηγός της οργάνωσης Ακράμ αλ-Κάαμπι.
«Οικτρή» η επιλογή του Τραμπ σύμφωνα με τους Παλαιστινίους
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής,Μαχμούτ Αμπάς, κατήγγειλε την «οικτρή» επιλογή που έκανε ο Αμερικανός πρόεδρος και συμπλήρωσε ότι «η Ουάσινγκτον δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να διαδραματίζει τον ιστορικό ρόλο της, αυτόν του διαπραγματευτή στις ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Ισραηλινούς».
Στη Λωρίδα της Γάζας, εκατοντάδες Παλαιστίνιοι διαδήλωσαν κι έκαψαν αμερικανικές σημαίες και φωτογραφίες του Τραμπ. Παλαιστινιακές πολιτικές οργανώσεις κάλεσαν σε γενική απεργία και κινητοποιήσεις στη Ραμάλα, στη Γάζα και στην Ιερουσαλήμ.
Αναγνωρίζοντας ότι η ανακοίνωση του θα προκαλούσε αντιδράσεις, ο Τραμπ απηύθυνε στην ομιλία του έκκληση για «ηρεμία και μετριοπάθεια» και εξέφρασε την ελπίδα ότι «οι φωνές της λογικής θα επικρατήσουν έναντι εκείνων που κηρύσσουν το μίσος».
Οι Παλαιστίνιοι θέλουν η Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία κατέλαβε το Ισραήλ στον πόλεμο του 1967 και κατόπιν προσάρτησε, να γίνει πρωτεύουσα του ανεξάρτητου κράτους που οραματίζονται. Ενώ το Ισραήλ χαρακτηρίζει όλη την Ιερουσαλήμ «αιώνια και αδιαίρετη» πρωτεύουσά του.
«Οι ΗΠΑ παραμένουν αποφασισμένες να συμβάλλουν για την επίτευξη μιας συμφωνίας ειρήνης που θα είναι αποδεκτή κι από τα δύο μέρη», συνέχισε ο Τραμπ, σε μία προσπάθεια να δώσει έναν συμφιλιωτικό τόνο στην απόφασή του.
«Έχω την πρόθεση να κάνω το παν εντός των δυνάμεών μου για να συμβάλω στην επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας»,τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος. Αλλά το καθήκον που έχει αναθέσει στον γαμπρό και σύμβουλό του Τζάρεντ Κούσνερ, το να αναζητηθεί δηλαδή ένας τρόπος να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες, φαντάζει πλέον πιο δύσκολο από ποτέ.
Ο Τραμπ διέταξε να αρχίσουν προετοιμασίες για τη μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να ορίσει το χρονοδιάγραμμα, αφού αυτή η μετακόμιση αναμένεται να πάρει χρόνια.
«Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ξεκινά «αμέσως» προετοιμασίες, ενώ εντείνει τα μέτρα ασφαλείας για την προστασία των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή», ανακοίνωσε λίγο αργότερα ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Ρεξ Τίλερσον.
Ο πρώην πρέσβης της Γερμανίας στο Ισραήλ Ρούντολφ Ντέσλερ εκτιμά σε συνέντευξη στην Deutsche Welle ότι ο «Αμερικανός πρόεδρος αγνόησε τις διεθνές φωνές που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν και είπε ούτε λίγο ούτε πολύ πως κάνει ότι νομίζει εκείνος, όπως ακριβώς και ένας επιχειρηματίας στην επιχείρησή του».Ο 77χρονος Σοσιαλδημοκράτης πολιτικός παραδέχεται ότι εξεπλάγην από την απόφαση του Αμερικανού προέδρου:«Όποιος ασχολείται με τη θεματική αυτή γνωρίζει ότι η μεταφορά της πρεσβείας δεν θέτει σε καμία περίπτωση ένα στιβαρό θεμέλιο για ένα νέο γύρο διαπραγματεύσεων. Παράλληλα εντείνει τις διενέξεις, έτσι ώστε γίνεται ακόμα πιο πιθανή μια τρίτη Ιντιφάντα. Αν αναλογιστούμε με ποια αφορμή ξεκίνησε η δεύτερη Ιντιφάντα, δηλαδή με την επίσκεψη του ισραηλινού πρωθυπουργού Αριέλ Σαρόν στο Όρος του Ναού, βλέπουμε ότι υπάρχουν αρκετές ομοιότητες. Είναι τρομερά επικίνδυνο όταν σε αυτή τη διένεξη παίρνεις θέση υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς».Όπως και όλες οι άλλες πρεσβείες έτσι και η γερμανική βρίσκεται στο Τελ Αβίβ. Για τη γερμανική στάση ο Ρούντολφ Ντρέσλερ δηλώνει στην DW: «Θα δίναμε πράσινο φως σε μια μεταφορά της πρεσβείας υπό την προϋπόθεση ότι θα υπογραφόταν ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, με την οποία θα ξεκαθαριζόταν το καθεστώς της Ιερουσαλήμ και για τις δύο πλευρές σε κλίμα συναίνεσης. Δυστυχώς απέχουμε σήμερα ακόμα περισσότερο από αυτό το σημείο από ότι μέχρι πρόσφατα». Οι πιθανότητες για επιστροφή Ισραηλινών και Παλαιστινίων στο τραπέζι του διαλόγους είναι μηδενικές. Θα πρέπει συνεπώς να εξετάσουμε πως μπορούμε να πείσουμε το Ισραήλ να ξεκινήσει και πάλι τον διάλογο», καταλήγει ο Ρούντολφ Ντρέσλερ.
-Από το 1948 οπότε και ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ καμία χώρα δεν έχει αναγνωρίσει μέχρι σήμερα την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και όλες διατηρούν τις πρεσβείες τους στο Τελ Αβίβ.Το Ισραήλ κατέλαβε από τους Παλαιστινίους το ανατολικό τμήμα της Ιερουσαλήμ στον "Πόλεμο των Έξι Ημερών" (1967).Με βάση την ειρηνευτική συμφωνία του Όσλο (1993) μεταξύ Γιτζάκ Ραμπίν και Γιασέρ Αραφάτ, ο τελικός συμβιβασμός γύρω από το καθεστώς της Ιερουσαλήμ θα αποφασιστεί στην τελευταία φάση των ειρηνευτικών συνομιλιών των δυο πλευρών.Αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και συνεπώς αποδεχόμενος την ισραηλινή κατοχή στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, την οποία επιθυμούν ως μελλοντική πρωτεύουσά τους οι Παλαιστίνιοι, ο Πρόεδρος Τραμπ θέτει σε κίνδυνο τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων προτού καν ξεκινήσουν.
Ινστιτούτο Stratfor - Ο Τραμπ θα αποξενώσει βασικούς συμμάχους των ΗΠΑ
Όπως προβλέπει το κέντρο γεωστρατηγικών αναλύσεων «Stratfor», πέραν των διπλωματικών αντιδράσεων, οι μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις δεν θα διακινδυνεύσουν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, αποδυναμώνοντας ή σπάζοντας τους δεσμούς με οποιονδήποτε τρόπο. Ωστόσο,ο Τραμπ θα αποξενώσει βασικούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, με δεδομένο ότι η πλειονότητα των μουσουλμανικών χωρών όχι μόνο καταδίκασε την απόφαση της αμερικανικής προεδρίας αλλά προειδοποιεί για ευρύτερη ανάφλεξη στην ευρύτερη περιοχή. Μάλιστα, η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ από την κυβέρνηση Τραμπ ενδέχεται να διαταράξει τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σαουδικής Αραβίας. Τον περασμένο μήνα το Ριάντ δήλωσε ότι για την αποκατάσταση των προβληματικών του σχέσεων του με το Ισραήλ θα πρέπει να αναγνωριστούν τα παλαιστινιακά δικαιώματα. Δεν είναι σαφές λοιπόν, πώς η κίνηση του Αμερικανού προέδρου θα συμβιβαστεί με το Ριάντ.
Η διεθνής κοινότητα καταδικάζει, το Ισραήλ χαιρετίζει την απόφαση Τραμπ
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ «πέρασε για πάντα στην ιστορία» της Ιερουσαλήμ μετά την αναγνώριση της πόλης αυτής ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, δήλωσε σήμερα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου.«Ο πρόεδρος Τραμπ πέρασε για πάντα στην ιστορία της πρωτεύουσάς μας. Το όνομά του θα βρίσκεται δίπλα σε άλλα ονόματα στην δοξασμένη ιστορία της πόλης μας», σημείωσε ο Νετανιάχου, μιλώντας σε εκδήλωση που είχε διοργανωθεί στο υπουργείο Εξωτερικών.
Πολλές χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα των ΗΠΑ, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι υπάρχουν ήδη επαφές προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δεν κατονόμασε καμία από τις χώρες αυτές, αλλά πρόσθεσε ότι κάποιες μπορεί να μεταφέρουν τις πρεσβείες τους από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ προτού ακόμη μεταφέρουν την δική τους οι ΗΠΑ, κάτι το οποίο η κυβέρνηση Τραμπ αναμένει ότι θα χρειαστεί μερικά χρόνια.
Οι σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ από το 1948
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναγνώρισε χθες την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, σηματοδοτώντας μια εντυπωσιακή στροφή στην πολιτική που ακολουθούσαν μέχρι τώρα οι προκάτοχοί του.Ακολουθούν οι βασικές ημερομηνίες που σημάδεψαν τις σχέσεις ΗΠΑ- Ισραήλ.
Αναγνώριση αλλά διαφωνίες
Στις 14 Μαΐου 1948 ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν κηρύσσει τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν αναγνωρίζει το νέο κράτος έντεκα λεπτά μετά τη δημιουργία του.Ωστόσο οι διμερείς σχέσεις είναι ταραγμένες τα πρώτα χρόνια. Η Ουάσινγκτον συνειδητοποιεί ότι μια υπερβολική προσέγγιση με το Ισραήλ θα θέσει σε κίνδυνο τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον αραβικό κόσμο.
Οι ΗΠΑ αποδοκιμάζουν την εκστρατεία του Σινά κατά της Αιγύπτου το 1956, που ξεκίνησε το Ισραήλ σε συνεργασία με τη Γαλλία και τη Βρετανία. Μια διαταγή του Ντουάιτ Αϊζενχάουερ προς τον Γκουριόν αναγκάζει το Ισραήλ να υποχωρήσει από το Σινά.
Διαρκής στήριξη στο Ισραήλ
Στη διάρκεια του πολέμου του 1967, το Ισραήλ καταλαμβάνει το Σινά, τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα υψίπεδα του Γκολάν. Ο πόλεμος αυτός αποτέλεσε σημείο καμπής για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ, με την Ουάσινγκτον να ανάγονται σε βασικό υποστηρικτή του εβραϊκού κράτους.
Τον Οκτώβριο του 1967 ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον αποφάσισε να ξεκινήσει να παρέχει μαζικά όπλα στο Ισραήλ.
Επανειλημμένα η Ουάσινγκτον θα προσπαθήσει να συνδέσει τον ρόλο του βασικού υποστηρικτή του Ισραήλ με αυτόν του μεσολαβητή στην ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση.
Μοναδικός μεσολαβητής
Τον Σεπτέμβριο του 1978 ο Τζίμι Κάρτερ κάλεσε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπεγκίν και τον Αιγύπτιο πρόεδρο Ανουάρ αλ Σαντάτ στο Καμπ Ντέιβιντ, κοντά στην Ουάσινγκτον. Οι συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ άνοιξαν τον δρόμο σε μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ της Αιγύπτου και του Ισραήλ, που υπογράφηκε την επόμενη χρονιά.
Τον Σεπτέμβριου του 1993 ο Μπιλ Κλίντον οργάνωσε στον Λευκό Οίκο μια ιστορικής σημασίας χειραψία μεταξύ του Ισραηλινού Γιτζάκ Ραμπίν και του Παλαιστίνιου Γιάσερ Αραφάτ που υπογράφουν μια Διακήρυξη αρχών για μια πενταετή μεταβατική παλαιστινιακή αυτονομία.
Το 2000 ο Κλίντον επιρρίπτει στον Αραφάτ το μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης για την αποτυχία των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων του Καμπ Ντέιβιντ, που διήρκησαν από τις 11 ως τις 25 Ιουλίου.
Ομπάμα: ένταση, αλλά βοήθεια
Μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Μπαράκ Ομπάμα το 2009 οι σχέσεις του με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι τεταμένες.
Τον Ιούνιο ο Ομπάμα πιέζει το Ισραήλ να σταματήσει τον εποικισμό και εκφράζει τη στήριξή του υπέρ της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους, δίπλα στο Ισραήλ.
Τον Μάρτιο του 2010 η άδεια για την κατασκευή εβραϊκών κατοικιών σε μια συνοικία της κατεχόμενης Ανατολικής Ιερουσαλήμ στη διάρκεια της επίσκεψης του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ προκαλεί σοβαρό πάγωμα στις διμερείς σχέσεις.
Τον Μάρτιο του 2015 ο Νετανιάχου αψηφά τον Ομπάμα και εκφωνεί ομιλία ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου κατά της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, την οποία στήριζε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Από την πλευρά του ο Ομπάμα αρνείται να συναντήσει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό στη διάρκεια της επίσκεψής του στις ΗΠΑ.
Όμως τον Σεπτέμβριο του 2016 οι δύο αξιωματούχοι υπογράφουν στην Ουάσινγκτον ένα πρωτόκολλο συμφωνίας που αφορά την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ αξίας 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την περίοδο 2019-2028. Πρόκειται για την πιο γενναιόδωρη βοήθεια που έχουν παράσχει οι ΗΠΑ στην Ιστορία τους.
Τον Δεκέμβριο του 2016 οι διμερείς σχέσεις οδηγούνται σε ανοικτή κρίση μετά την άρνηση των ΗΠΑ, για πρώτη φορά από το 1979, να ασκήσουν βέτο σε μια απόφαση του Συμβουλίου ασφαλείας του ΟΗΕ η οποία καταδίκαζε τον εβραϊκό εποικισμό.
Τραμπ: νέα δεδομένα
Τον Ιανουάριο του 2017 ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι αναμένει η συμμαχία Ισραήλ- ΗΠΑ να γίνει «πιο ισχυρή από ποτέ» μετά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ.
Στις 15 Φεβρουαρίου στη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου μαζί με τον Νετανιάχου από τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ εκτίμησε ότι η «λύση των δύο κρατών» δεν είναι η μοναδική για την επίλυση της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης.
Στις 15 Μαΐου ο Ντέιβιντ Φρίντμαν, στενός συνεργάτης του Αμερικανού προέδρου και γνωστός για τις αμφιλεγόμενες απόψεις του υπέρ του εβραϊκού εποικισμού, έφτασε στο Ισραήλ για να αναλάβει καθήκοντα ως πρεσβευτής των ΗΠΑ.
Στις 22 Μαΐου ο Τραμπ προσευχήθηκε μπροστά στο Τείχος των Δακρύων, κάτι που δεν έχει ξανακάνει Αμερικανός πρόεδρος. Την επομένη ο Νετανιάχου ανακοίνωσε ότι η χώρα του θα λάβει επιπλέον στρατιωτική βοήθεια αξίας 75 εκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ.
Στις 6 Δεκεμβρίου ο Τραμπ αναγνώρισε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και ζήτησε να «προετοιμαστεί η μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ».
Ωστόσο τόνισε ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να στηρίζουν τη «λύση των δύο κρατών».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr