Τομ Γουλφ: Η λάμψη μιας πένας που ήταν «οπλοπολυβόλο»

Η ζωή του συγγραφέα που «γέννησε» την νέα δημοσιογραφία δεν θα μπορούσε να είναι παρά ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα που τέλειωσε μετά από ογδόντα οχτώ χρόνια

Ο κύριος με το λευκό παλτό που πέρασε την είσοδο του εστιατορίου «Isle of Capri» στο νούμερο 1028 της 3ης λεωφόρου στο Upper East side της Νέας Υόρκης, ένοιωθε αδιόρατα βλέμματα να τον κοιτάνε, καθώς βάδιζε προς το αγαπημένο του τραπέζι.

Καθώς έφτασε άρχισε να ξεκουμπώνει το λευκό-sur measure φυσικά και στο χρώμα της βανίλιας-παλτό του άκουσε κάποια επιφωνήματα και πνιχτούς ψιθύρους.



Οι πελάτες του εστιατορίου δεν μπορούσαν να πιστέψουν εκείνο το μεσημέρι ότι ο πολύς Τομ Γουλφ δεν φορούσε το μόνιμο λευκό κουστούμι του.

Αυτό που ήταν σήμα κατατεθέν ενός αμετανόητου δανδή και του συγγραφέα με την πένα «οπλοπολυβόλο», που μπορούσε να σκοτώσει γλυκά ή βίαια τον οποιονδήποτε.

Εκείνη την ημέρα ο Γουλφ επέλεξε να φορέσει ένα κουστούμι σε απαλό καφέ της μόκας το οποίο συνδύασε με μια λιλά γραβάτα.

Χαμογέλασε απαλά και όταν ο συνδαιτυμόνας του στο γεύμα τον ρώτησε γιατί απαρνήθηκε το αγαπημένο του λευκό χρώμα απάντησε: «Αγαπητέ μου, δείχνει ότι είμαι πολύπλευρος».

Μια λέξη που αν μη τι άλλο, ταυτίζεται απόλυτα με τον συγγραφέα και ρεπόρτερ που είναι εν πολλοίς ο κύριος υπεύθυνος για τον όρο «νέα δημοσιογραφία».

Τα κείμενά του-ποιος να τα περίμενε από έναν Νότιο που μεγάλωσε και ανδρώθηκε στην Βιρτζίνια-έσκασαν σαν βραδυφλεγείς βόμβες από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 στις εφημερίδες και τα περιοδικά που υποκλίθηκαν στην πένα του.

Αυτή την πένα που σε ένα ρεπορτάζ για το Λας Βέγκας χρησιμοποίησε ως εισαγωγή την λέξη «κήλη» 57 συνεχόμενες φορές σε ένα κείμενο που «βουτάει» αβίαστα, με την ίδια ευκολία στην απατηλή λάμψη του τζόγου, τις ιδρωμένες φάτσες των παιχτών αλλά και τα «σκατά» της Μέκκας του τζόγου.

Ο Γουλφ δεν χαριζόταν σε κανέναν, ούτε ακόμη και σε «συναδέλφους» του που τον αποθέωσαν για το «A man in full» όπως ο Νόρμαν Μέϊλερ που έγραψε χαρακτηριστικά στο The New York Review of Books μεταξύ άλλων: «Τώρα πλέον ο Τομ δεν ανήκει σε εμάς (αν ανήκε ποτέ). Ζει στο βασίλειο του Κινγκ Κονγκ των mega best sellers, είναι ήδη ένας αθάνατος των media».

Το ίδιο διθυραμβικοί ήταν ο Τζον Άπνταϊκ και ο Τζον Ίρβινγκ στις κριτικές τους για το βιβλίο, κάτι που ο Τομ Γουλφ δεν ξέχασε.

Εκλεπτυσμένο δηλητήριο

Για την ακρίβεια τους απάντησε σε ένα πόνημα με τον ευφυή τίτλο «My three Stooges», το οποίο εκτός των άλλων είχε και είκοσι λέξεις δηλητήριο για τους τρεις θαυμαστές του και πολύ μεγάλους συγγραφείς: «Θα πρέπει να τους πείραξε λίγο που όλοι-ακόμη και αυτοί-μιλάνε για μένα και κανείς δεν μιλάει γι΄αυτούς».

Ο Σινάτρα του γραπτού λόγου είχε απασφαλίσει για πολλοστή φορά στην καριέρα του που ξεκίνησε λόγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 από την εφημερίδα Springfield Union στην Μασαχουσέτη.

Ακολούθησε η Washington Post όπου κάλυπτε θέματα Λατινικής Αμερικής και το 1961 βραβεύτηκε για μια σειρά ρεπορτάζ που αφορούσαν την Κούβα.

Όμως από το 1962, όταν και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, δεν άφησε ποτέ την πόλη που δεν κοιμάται, γράφοντας στην Herald Tribune και την The New York.

Κινούμενος με άνεση στο Μανχάταν ο Γουλφ γράφει για τις υπερβολές, την θολή ενίοτε λάμψη που αποπνέουν οι πλούσιοι και η υψηλή κοινωνία της Νέας Υόρκης, χωρίς να υπολογίζει τίποτε.

Λίγα χρόνια αργότερα τόλμησε ένα road trip στην Καλιφόρνια, την εποχή που μεσουρανούσε το κίνημα των χίπις και το LSD κυκλοφορούσε όπως οι τσίχλες.

Χρόνια αργότερα σε μια συνέντευξή του θα πει για το συγκεκριμένο ναρκωτικό: «Δεν το δοκίμασα ποτέ. Το θεώρησα ιδιαίτερα επικίνδυνο».

Όχι τόσο πάντως, όσο η γραφή του σε έργα όπως το «Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας» που δημοσιεύθηκε αρχικά σε συνέχειες στο περιοδικό Rolling Stone.

Ως βιβλίο κυκλοφόρησε το 1987 μετά από εκτεταμένες αλλαγές του Γουλφ και ήταν μια σαρκαστική όσο και ωμή σφαλιάρα στον κόσμο των γιάπις και της Γουόλ Στριτ, που πήρε διθυραμβικές κριτικές και μεταφέρθηκε στην μεγάλη οθόνη.
Στο δημοσιογραφικό του portfolio περίοπτη θέση κατέχει ένα story για την τρέλα με τα αυτοκίνητα που δέχονταν μετατροπές από τους ιδιοκτήτες τους στο Λος Αντζελες, η οποία είχε κυριεύσει κόσμο και κοσμάκη.

Πριν το γράψει για το Esquire, έστειλε ένα memo 49 σελίδων στον διευθυντή του περιοδικού Μπάϊρον Ντόμπελ για το θέμα, ο οποίος αφού το διάβασε, δεν τον πήρε καν τηλέφωνο.

Απλά αφαίρεσε τις δύο πρώτες λέξεις- τις «Αγαπητέ Μπάϊρον»-και το έστειλε κατευθείαν για εκτύπωση, έχοντας μείνει άφωνος από την καταλυτική γραφή του Γουλφ.

Αυτήν που μας άφησε παντοτινά δημοσιογραφικά και συγγραφικά «διαμάντια» η λάμψη των οποίων δεν θα ξεθωριάσει ποτέ.

Όπως δεν θα ξεθωριάσει και ο δανδής δημιουργός τους με τα λευκά bespoke κουστούμια του, το ιδανικό dress code για τον δικό του παράδεισο…



Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr