Απίθανη θα πρέπει να θεωρείται μια «κανονική» περίοδος διακοπών για το
φετινό καλοκαίρι, σύμφωνα με τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Χάικο Μάας.
«
Μια κανονική περίοδος διακοπών, με γεμάτα παραλιακά μπαρ και καλύβες στα βουνά δεν μπορεί να υπάρξει. Κάτι τέτοιο θα ήταν ανεύθυνο», τόνισε ο κ. Μάας έπειτα από τηλεδιάσκεψη που είχε με τους ομολόγους του από την Αυστρία, το Λουξεμβούργο, την Ελβετία και το Λιχτενστάιν για το θέμα.
Ο γερμανός υπουργός δεν απέκλεισε ωστόσο το ενδεχόμενο τα σύνορα να ανοίξουν πριν από το καλοκαίρι και να καταστούν εφικτά κάποια τουριστικά ταξίδια, με νέους περιορισμούς και μέτρα ασφαλείας. «
Είναι ωστόσο δύσκολο να κάνει κανείς πρόβλεψη», διευκρίνισε ο υπουργός και πρόσθεσε ότι αυτή τη στιγμή ισχύουν σε πολλές χώρες αρκετοί περιορισμοί, οι οποίοι «δεν αποτελούν ασφαλώς καλή προϋπόθεση για ξεκούραστες διακοπές».
Στη Γερμανία βρίσκεται σε ισχύ
έως τις 3 Μαΐου ταξιδιωτική οδηγία για όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Η κατάσταση αναμένεται να επανεκτιμηθεί στο τέλος Απριλίου.
Ο υπουργός Αναπτυξιακής Βοήθειας Γκερντ Μύλερ θεωρεί πάντως ότι θα είναι εφικτό να κάνει κανείς --υπό προϋποθέσεις-- διακοπές και εκτός Γερμανίας. «
Πιστεύω ότι θα υπάρχει πιθανότητα για διακοπές στην Μεσόγειο -- συμπεριλαμβανομένης και της βόρειας Αφρικής», δήλωσε ο κ. Μύλερ και σημείωσε ότι για χώρες όπως η Τυνησία, το Μαρόκο και η Αίγυπτος ο τουρισμός αποτελεί σημαντικό έσοδο. Προκειμένου όμως να επιτραπούν τα ταξίδια στην περιοχή θα πρέπει, διευκρίνισε, να
ισχύουν ευρωπαϊκοί όροι υγιεινής.
Ο πρόεδρος των Τουριστικών Πρακτόρων της Γερμανίας Νόρμπερτ Φίμπιγκ επέκρινε από την πλευρά του αξιωματούχους οι οποίοι «ξεγράφουν» με δηλώσεις τους τις φετινές διακοπές ή τουλάχιστον τις διακοπές στο εξωτερικό και ζήτησε να δοθούν θετικά μηνύματα για τον τουρισμό -- λαμβάνοντας βέβαια υπ' όψιν τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης. «Χρειάζεται μια διαφορετική συζήτηση και όχι ένα ρέκβιεμ», είπε χαρακτηριστικά.
Ο
τουριστικός κλάδος δέχεται παγκοσμίως, όπως είναι αναμενόμενο, ισχυρές πιέσεις από την εξελισσόμενη πανδημία του κορωνοϊού.
Στη Γερμανία εκτιμάται ότι περίπου 70.000 ξενοδοχεία και εστιατόρια απειλούνται ήδη με χρεοκοπία.