Ο Χρήστος Μελάς φέρνει στη δημοσιότητα προικοσύμφωνο του 1765
25.12.2018
14:23
Προέρχεται από χωριό των Σφακιωτών και φωτοαντίγραφό του παραδόθηκε στον Αντιδήμαρχο Σφακιωτών Σπύρο Γεωργάκη το 2008
Το εν λόγω Προικοσύμφωνο του 1765, με την τεράστια ιστορική, λαογραφική αλλά και κοινωνική σημασία, προέρχεται από χωριό των Σφακιωτών και φωτοαντίγραφό του παραδόθηκε στον Αντιδήμαρχο Σφακιωτών και αδερφό μου Σπύρο Γεωργάκη το 2008! Πρόκειται για ένα διαφορετικό προικοσύμφωνο μέσα απ’ το οποίο παρουσιάζεται ανάγλυφα η Λευκάδα του 18ου αιώνα, πριν διακόσια πενήντα χρόνια, τα έθιμά της, η μικρή της κοινωνία της αλληλεγγύης, τα ελάχιστα αγαθά της για βιοπορισμό, μα και η αφοσίωση, μέχρι αυτοθυσίας, των γονέων στα παιδιά τους, που προκειμένου να προκόψουν, τους δίνουν ότι φτωχικό αγαθό είχαν στο σπίτι, από χρήματα μέχρι σκόρδα και κρεμμύδια, για το ξεκίνημα της νέας τους ζωής. Αξίζει να εκλαϊκεύσομε και να παρουσιάσομε αναλυτικά, κατά ενότητα, τούτο το πρωτόφαντο προικοσύμφωνο, μέσα απ’ το οποίο παρουσιάζεται ανάγλυφη η άλλη Λευκάδα, της αγνότης, του μόχθου, της αυτοθυσίας και της προκοπής…
«Εν έτει 1765 ημέραν Τρίτη Μάη εγώ και η μακαρίτισσα η γυναίκα μου δίδομεν την συγκατάθεσή μας να πάρει η κόρη μας η Αγγελική άνδρα της τον Κωστάκη του κυρ Αντώνη και να τον νοιάζεται μέρα και νύχτα…».
Δίνει τη συγκατάθεσή της ακόμη και η μάνα, η οποία έχει πεθάνει! Συγκινητικό και λυτρωτικό συνάμα για την κόρη, αφού θα την συνοδεύει και η ευχή της μανούλας, ακόμη και αν δεν βρίσκεται στην ζωή, απ’ τα επέκεινα δια βίου θα την συντροφεύει για χαρά και προκοπή! Να τον νοιάζεται μέρα και νύχτα. Η παραίνεση των γονέων στη θυγατέρα να νοιάζεται τον άντρα της μέρα και νύχτα, να τον φροντίζει σαν κύρη του σπιτιού! Φαντάζει λίγο αναχρονιστικό στις μέρες μας, εκφράζει, όμως, μια άλλη εποχή, που η Λευκαδίτικη κοινωνία, τύποις μεν ήταν πατριαρχική, όμως ήταν διάχυτο και εντονότατο το μητριαρχικό στοιχείο, το οποίο μπορεί εδώ απλοϊκά να μεταφράζεται σαν έγνοια για τον άντρα, μα εκφράζει αυτήν ακριβώς την αντίληψη της γυναίκας σαν κολώνας και καραβοκύρισσας και γνοιάστρας του σπιτιού!
«… Πρώτα δίνομεν την ευχή μας να ευτυχήσουν. Τέσσερα κονίσματα το πρώτο από ξύλο δυνατόν και χονδρό 2 δάχτυλα…»
Πρώτα η ευχή των γονέων, σαν μια αποθεωτική παραγγελία της βιβλικής ρήσης, με την ευχετική εκφώνηση και παραίνεση, κατά την διάρκεια του μυστηρίου του γάμου, «…ότι ευχαί γονέων στηρίζουσι θεμέλια οίκων». Συγχρόνως δε και το πρώτο απ’ τα λιγάτα των γονένων, τα κονίσματα, σε άριστη σύνδεση με την ευχή. Κάτι σαν το αρχαιοελληνικό <<από Διός άρξασθε>>, ακριβώς, σε μια σύγκριση του Λευκαδίτικου Γάμου με τον Αρχαιοελληνικό Γάμο, όπου κυριαρχεί το θρησκευτικό συναίσθημα, όπου πρώτο λόγο καταλαμβάνει η άνωθεν πρόνοια και βοήθεια για το νιόφωτο ζευγάρι!
«… Τρία πουκάμισα ολόγερα και μπουγαδισμένα. Ενάμιση ζευγάρι κάλτσες (έως όταν γίνει ο γάμος έχει καιρό να πλέξει και το άλλο)…»
Από αυτό το εδάφιο κινάει, πλέον, η φτωχική προσφορά του γονιού προς την κόρη. Από αυτό το εδάφιο κινάει το ολόψυχο δόσιμο του γονιού, με όλα εκείνα τα προικιά που θα στεριώσουν το νέο σπιτικό! Τρία πουκάμισα γερά και μπουγαδιασμένα! Πουκάμισα υφασμένα στον αργαλειό της προκοπής, στον αργαλειό που κάθε παλιό σπίτι Λευκαδίτικο είχε στο κατώγι του, αυτή τη μικρή βιοτεχνική παραγωγική μονάδα, που παρήγαγε όλα τα σκουτιά του νοικοκυριού, τα κλινοσκεπάσματα, μα και ύφασμα για τα ρούχα που φορούσαν, ύφασμα που έρραβαν στο χέρι. Φτωχός βιοπαλαιστής και περήφανος ξωμάχος ο καημένος ο πατέρας… Δεν έχει δυο ζευγάρια κάλτσες για την προίκα, αλλά ενάμιση… Την κάλτσα, που απομένει για να γίνουν δύο τα ζευγάρια, θα την φτιάξει η νύφη μέχρι να γίνει ο γάμος… Φανταστείτε φτώχεια και ανέχεια… Όμως τα πουκάμισα είναι μπουγαδιασμένα, τα έχουν πλύνει καλά με την αλυσίβα, που έφτιαχναν οι μανάδες νοικοκυρές, με καυτό νερό και στάχτη, έβαζαν δε μέσα και κλαδιά μυρτιάς, προκειμένου να μοσχοβολάνε τα ρούχα!
«… Ένα φουστάνι τσίτι ριγωτό και ένα φουστάνι άραβο μεταξωτό, καθώς και ένα σακονέτο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου…»
Ένα απλό από ύφασμα τσίτι, αλλά και ένα άραβο μεταξένιο, το οποίο θα ράψει η κόρη σαν νύφη και κυρά. Η υπέρβαση, η θυσία του γονιού… Ένα μεταξωτό φουστάνι. Δεν μπορεί να λείπει ο συμβολισμός της μεγάλης θυσίας για τον γάμο, όμοιος με αυτή την πανελλήνια δοξασία και αντίληψη, πως τα μεγάλα έργα χρειάζονται μεγάλες θυσίες και αυτός ο συμβολισμός έρχεται με την παρουσία του μεταξωτού φουστανιού.
Είναι η υπέρτατη οικονομική θυσία του γονιού… Μέσα στην ιερή του φτώχεια θα βρει τρόπο για την υπέρβαση αυτή, θα βρει τρόπο να εξοικονομήσει το γλίσχρο βαλάντιο, για να αγοράσει ένα πράγμα αξίας για την νύφη κόρη του! Θα βρει τρόπο να εντυπωσιάσει την μικρή κοινωνία του χωριού, όταν στα Καρφώματα θα ακουσθεί στη γειτονιά και θα δουν οι… «ξετιμώστρες γειτόνισσες» πως της δίνει και ένα μεταξωτό φουστάνι! Αλλά και ένα σακονέτο της μακαρίτισσας της γιαγιάς του. Πρόκειται για εκείνα τα περίφημα υφαντά Λευκαδίτικα σακκούλια, που περιέρχονταν από γενιά σε γενιά σαν προίκα, αφού ήταν «ατσάλινα», όπως έλεγαν, σε αντοχή, αλλά είχαν και τον ιδιαίτερο συμβολισμό της συνέχειας των γενεών, μέσα από ένα τέτοιο συμβολικό δώρο.
«Εν έτει 1765 ημέραν Τρίτη Μάη εγώ και η μακαρίτισσα η γυναίκα μου δίδομεν την συγκατάθεσή μας να πάρει η κόρη μας η Αγγελική άνδρα της τον Κωστάκη του κυρ Αντώνη και να τον νοιάζεται μέρα και νύχτα…».
Δίνει τη συγκατάθεσή της ακόμη και η μάνα, η οποία έχει πεθάνει! Συγκινητικό και λυτρωτικό συνάμα για την κόρη, αφού θα την συνοδεύει και η ευχή της μανούλας, ακόμη και αν δεν βρίσκεται στην ζωή, απ’ τα επέκεινα δια βίου θα την συντροφεύει για χαρά και προκοπή! Να τον νοιάζεται μέρα και νύχτα. Η παραίνεση των γονέων στη θυγατέρα να νοιάζεται τον άντρα της μέρα και νύχτα, να τον φροντίζει σαν κύρη του σπιτιού! Φαντάζει λίγο αναχρονιστικό στις μέρες μας, εκφράζει, όμως, μια άλλη εποχή, που η Λευκαδίτικη κοινωνία, τύποις μεν ήταν πατριαρχική, όμως ήταν διάχυτο και εντονότατο το μητριαρχικό στοιχείο, το οποίο μπορεί εδώ απλοϊκά να μεταφράζεται σαν έγνοια για τον άντρα, μα εκφράζει αυτήν ακριβώς την αντίληψη της γυναίκας σαν κολώνας και καραβοκύρισσας και γνοιάστρας του σπιτιού!
«… Πρώτα δίνομεν την ευχή μας να ευτυχήσουν. Τέσσερα κονίσματα το πρώτο από ξύλο δυνατόν και χονδρό 2 δάχτυλα…»
Πρώτα η ευχή των γονέων, σαν μια αποθεωτική παραγγελία της βιβλικής ρήσης, με την ευχετική εκφώνηση και παραίνεση, κατά την διάρκεια του μυστηρίου του γάμου, «…ότι ευχαί γονέων στηρίζουσι θεμέλια οίκων». Συγχρόνως δε και το πρώτο απ’ τα λιγάτα των γονένων, τα κονίσματα, σε άριστη σύνδεση με την ευχή. Κάτι σαν το αρχαιοελληνικό <<από Διός άρξασθε>>, ακριβώς, σε μια σύγκριση του Λευκαδίτικου Γάμου με τον Αρχαιοελληνικό Γάμο, όπου κυριαρχεί το θρησκευτικό συναίσθημα, όπου πρώτο λόγο καταλαμβάνει η άνωθεν πρόνοια και βοήθεια για το νιόφωτο ζευγάρι!
«… Τρία πουκάμισα ολόγερα και μπουγαδισμένα. Ενάμιση ζευγάρι κάλτσες (έως όταν γίνει ο γάμος έχει καιρό να πλέξει και το άλλο)…»
Από αυτό το εδάφιο κινάει, πλέον, η φτωχική προσφορά του γονιού προς την κόρη. Από αυτό το εδάφιο κινάει το ολόψυχο δόσιμο του γονιού, με όλα εκείνα τα προικιά που θα στεριώσουν το νέο σπιτικό! Τρία πουκάμισα γερά και μπουγαδιασμένα! Πουκάμισα υφασμένα στον αργαλειό της προκοπής, στον αργαλειό που κάθε παλιό σπίτι Λευκαδίτικο είχε στο κατώγι του, αυτή τη μικρή βιοτεχνική παραγωγική μονάδα, που παρήγαγε όλα τα σκουτιά του νοικοκυριού, τα κλινοσκεπάσματα, μα και ύφασμα για τα ρούχα που φορούσαν, ύφασμα που έρραβαν στο χέρι. Φτωχός βιοπαλαιστής και περήφανος ξωμάχος ο καημένος ο πατέρας… Δεν έχει δυο ζευγάρια κάλτσες για την προίκα, αλλά ενάμιση… Την κάλτσα, που απομένει για να γίνουν δύο τα ζευγάρια, θα την φτιάξει η νύφη μέχρι να γίνει ο γάμος… Φανταστείτε φτώχεια και ανέχεια… Όμως τα πουκάμισα είναι μπουγαδιασμένα, τα έχουν πλύνει καλά με την αλυσίβα, που έφτιαχναν οι μανάδες νοικοκυρές, με καυτό νερό και στάχτη, έβαζαν δε μέσα και κλαδιά μυρτιάς, προκειμένου να μοσχοβολάνε τα ρούχα!
«… Ένα φουστάνι τσίτι ριγωτό και ένα φουστάνι άραβο μεταξωτό, καθώς και ένα σακονέτο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου…»
Ένα απλό από ύφασμα τσίτι, αλλά και ένα άραβο μεταξένιο, το οποίο θα ράψει η κόρη σαν νύφη και κυρά. Η υπέρβαση, η θυσία του γονιού… Ένα μεταξωτό φουστάνι. Δεν μπορεί να λείπει ο συμβολισμός της μεγάλης θυσίας για τον γάμο, όμοιος με αυτή την πανελλήνια δοξασία και αντίληψη, πως τα μεγάλα έργα χρειάζονται μεγάλες θυσίες και αυτός ο συμβολισμός έρχεται με την παρουσία του μεταξωτού φουστανιού.
Είναι η υπέρτατη οικονομική θυσία του γονιού… Μέσα στην ιερή του φτώχεια θα βρει τρόπο για την υπέρβαση αυτή, θα βρει τρόπο να εξοικονομήσει το γλίσχρο βαλάντιο, για να αγοράσει ένα πράγμα αξίας για την νύφη κόρη του! Θα βρει τρόπο να εντυπωσιάσει την μικρή κοινωνία του χωριού, όταν στα Καρφώματα θα ακουσθεί στη γειτονιά και θα δουν οι… «ξετιμώστρες γειτόνισσες» πως της δίνει και ένα μεταξωτό φουστάνι! Αλλά και ένα σακονέτο της μακαρίτισσας της γιαγιάς του. Πρόκειται για εκείνα τα περίφημα υφαντά Λευκαδίτικα σακκούλια, που περιέρχονταν από γενιά σε γενιά σαν προίκα, αφού ήταν «ατσάλινα», όπως έλεγαν, σε αντοχή, αλλά είχαν και τον ιδιαίτερο συμβολισμό της συνέχειας των γενεών, μέσα από ένα τέτοιο συμβολικό δώρο.
«… Ένα ζευγάρι μπόκολες και δύο μαντήλια του κεφαλιού. Μια φασκιά για το καλορίζικο. Δυο ζευγάρια παπούτσια το ένα μπαλωμένο. Σαράντα πήχες βρακοζώνα και μετά το θάνατο του παππού μας άλλη τόση. Του γαμπρού μια σκούφια να την φοράει βραδυά παρά βραδυά για να μην του τρυπήσει. Δυο τσουκάλια το ένα χωματένιο και το άλλο από τενεκέ. Ένα κλειδί. Ένα χωράφι, μια κυλίστρα του γαϊδάρου, πέντε παράδες και τρία άσπρα…»
Η αποθέωση της γονικής δωρεάς και προσφοράς, με πράγματα και αντικείμενα που μπορεί να προκαλούν, με τα σημερινά δεδομένα, μειδίαμα, μα που εκφράζουν αυτή την παλιά Λευκαδίτικη κοινωνία, όπως προσημειώσαμε, που ναι μεν δεν είχε πλούτη, είχε όμως την καρδιά της αυτοθυσίας και της προσφοράς. Και τούτο το εδάφιο του προικοσύμφωνου αξίζει αναλυτική αναφορά. Οι μπόκολες! Τα σημερινά σκουλαρίκια για στόλισμα της νύφης τη μέρα του γάμου, μα να τα φορέσει και στα πιστρόφια στο σπίτι των γονιών της, αλλά και σε κάθε γιορτή και πανηγύρι που θα στολίζεται. Αυτές οι μπόκολες θα στολίσουν, όμως αργότερα, και τα κορίτσια, που θα αποχτήσει το νιόφωτο! Μια φασκιά για το καλορίζικο! Μια αναφορά – ευχή με τεράστια σημασία και αξία! Το καλορίζικο! Το πρώτο παιδί που θα περιμένει το νιόφωτο και το οποίο θα πρέπει να είναι αγόρι! Το καλορίζικο! Μα και η σκούφια για τον γαμπρό, να τη φοράει, μάλιστα, μέρα παρά μέρα για να μην τρυπήσει, να την σπαρανιάρει, όπως έλεγαν οι βαβάδες μας παλιά, όταν μας προέτρεπαν… «Να μην κλωτσάτε το τόπι για να σπαρανιάρετε, να διατηρούμε, τα παπούτσια σας!» Και μια κυλίστρα για τον γάϊδαρο! Φαντάζει ευτράπελο σήμερα, μα έχει τεράστια αξία τούτο το κομμάτι γης για το νιόφωτο. Είναι ο μικρός κήπος δίπλα στο σπίτι, ο οβορός στον «ΦΩΤΕΙΝΟ» του Βαλαωρίτη, στον οποίο θα φυτεύουν και θα σπέρνουν τα απαραίτητα για το νοικοκυριό, και ο οποίος κηπάκος ήταν ο χώρος που κυλιόνταν ο γάϊδαρος το καλοκαίρι, όταν ήταν χέρσος, προκειμένου να φύγουν πάνωθέ του τα παράσιτα και οι αλογόμυγες!!! «Μια κυλίστρα τόπος» έλεγαν στα χωριά μας, όταν ήθελαν να παρουσιάσουν κάποιον μικρό χώρο! Και το χρηματικό ποσόν! Πέντε παράδες και τρία άσπρα. Η μεγαλύτερη θυσία του γονιού. Αυτά μπορούσε να συγκεντρώσει, πουλώντας μια «στάλα λάδι και κρασί>> αυτά δίνει στο νιόφωτο να κινήσει τη νέα του ζωή.
«… Μαζί με όλα αυτά που τους κάνουμε τους πρώτους νοικοκυρέους της Λευκάδας και μια κάμαρα του σπιτιού μας και άμα πεθάνω όλο το σπίτι. Ακόμα δύο κότες, ένα πετεινό, είκοσι αυγά, ένα κόσκινο κουκιά, δέκα οκάδες ελιές, δυο βάζα και σαράντα καπόνια κρεμμύδια…»
Τους κάνουμε τους πρώτους νοικοκυραίους της Λευκάδας! Ας φαντασθούμε σήμερα πόσο αυτό το προικοσύμφωνο φάνταζε στα μάτια, εκείνης της Λευκαδίτικης κοινωνίας, σαν ότι πιο πλουσιοπάροχο υπήρχε, τόσο μεγάλο, που καθιστούσε το νιόφωτο πρώτους νοικοκυραίους σε όλο το νησί! Άνθρωποι απλοί, χωρίς φτιασιδώματα, άνθρωποι του μόχθου και της ξωμαχιάς, που απλοϊκά γνώριζαν να εκτιμούν το βιός με σαράντα πήχες βρακοζώνα! Αυτό ήταν το βιος τους, αυτή ήταν η απαντοχή τους, αυτή ήταν η χρυσογραμμένη μοίρα τους, να έχουν απλά τα απαραίτητα να ζήσουν, χωρίς κομπορημοσύνες και κυνήγια πλουτισμού, απλά, λιτά και απέριττα, ωσάν προσευχή! Σε τούτο το προικοσύμφωνο φαίνεται πως υπάρχει ο θεσμός του «Σώγαμπρου», γιατί τους προικοδοτεί και με ένα δωμάτιο και με όλο το σπίτι, όταν πεθάνει ο πατέρας, δηλαδή το νιόφωτο δεν θα μείνει στο σπίτι του πατέρα του γαμπρού, μαζί με τα πεθερικά, όπως συνηθίζονταν στην Παλιά Λευκάδα, αλλά θα μείνει στο σπίτι της νύφης! «Σώγαμπρος»!
Τούτος ο οικογενειακός θεσμός ήταν συνηθισμένος τους προηγούμενους αιώνες στο νησί, αφού κάθε οικογένεια είχε πολλά παιδιά και πολλοί νέοι αναζητούσαν νέα στέγη, ακόμη και σε άλλα χωριά, για να ξεκινήσουν την ζωή τους. Συνέβαινε όταν η νύφη ήταν «Κληρονόμα», ήταν μοναχοπαίδι, άρα θα κληρονομούσε όλη την περιουσία των γονιών της! Οπότε ήταν και περιζήτητη σαν νύφη! «Σώθηκε! Πήρε κλερονόμα», ήταν το επιφώνημα θαυμασμού, όταν κάποιος του χωριού πήγαινε σώγαμπρος, αν και πολλές φορές η συμβίωση ήταν και προβληματική, με αποτέλεσμα να είναι, συγχρόνως και αντικείμενο σχολίων ο σώγαμπρος και να μεταφράζεται στη Λευκαδίτικη θυμοσοφία ό όρος σώγαμπρος με το… «Σώπα γαμπρέ…», ενώ εντυπωσιακό είναι και το Λευκαδίτικο ευφυολόγημα, σύμφωνα με το οποίο, κάποτε έπιασαν μια αλεπού και την κρέμασαν ανάποδα και όταν την ρωτούσα περιπαικτικά πως περνάει στην κρεμάλα και μάλιστα ανάποδα, τους έλεγε: «Καλύτερα από σώγαμπρος»…
Σε ότι αφορά τις υπόλοιπες προικοπαροχές αυτής της ενότητας του προικοσύμφωνου, εντυπωσιάζουν, οι δύο κότες και ο πετεινός, τα είκοσι αυγά, το ένα κόσκινο κουκιά και τα σαράντα καπόνια, (πλέχτρες) κρεμμύδια! Αυτά είχε ο Λευκαδίτης πατέρας, αυτά προσφέρει στην κόρη του, και είναι όλη του η καρδιά ξεδιπλωμένη σ’ αυτά τα μικροπράγματα, μα με τόσο περιεχόμενο αγάπης! Είναι η πλούσια καρδιά του, που τα αυγαταίνει τόσο, ώστε, μαζί με όλα τα παραπάνω λιγάτα, να τον ενθουσιάζουν και να τον οδηγούν στο να χαρακτηρίσει το νιόφωτο, με τα τόσα καλούδια, σαν τους πρώτους νοικοκυραίους της Λευκάδας!!!
«… Όλα αυτά να τα κάνουν θάλασσα και να τρώνε και να πίνουν μόλο το συμπεθεριό»
Να τα κάνουν θάλασσα! Η μυριόφωνη ευχή του πατέρα! Να αυγατίσουν αυτά τα καλούδια, που τους παραχωρεί με το προικοσύμφωνο! Να αυγατίσουν και να πλατιάσουν σα θάλασσα! Ότι πιο συγκινητικό και ανθρώπινο! Ότι πιο αγαπησιάρικο και ελεγειακό αντάμα! Στα νεώτερα χρόνια, αυτή η ευχή των γονιών στο νιόφωτο, αντικαταστάθηκε με το… «Να σας χαρίσει ο Θεός όλα τα καλούδια της Λαμπρής»! Αυτή η κοινωνία του πρώτου ανθρώπου, του πρωτόπλαστου Λευκαδίτη ξωμάχου, της άμετρής του καρδιάς και αγάπης προς τα παιδιά του! Μια όμορφη αντηλιά στο διάβα των αιώνων, ένα καλόροτο ταξίδι της μνήμης σ’ εκείνους τους αιώνες, που περίσσευε το συναίσθημα και αγκομαχούσε η διχόνοια, που πλάτιαζε με θάλασσα ο αγώνας και στένευε με τριμαλιά ραφίδας ο φθόνος, που γιγάντευαν τα θέλω της προκοπής και νανοποιούνταν τα μονοπάτια του διχασμού…
*Το κείμενο και τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο Λευκαδίτη Θοδωρή Γεωργάκη. Δημοσιεύθηκε στις 19-6-2018 στο «Άρωμα Λευκάδας».
Η αποθέωση της γονικής δωρεάς και προσφοράς, με πράγματα και αντικείμενα που μπορεί να προκαλούν, με τα σημερινά δεδομένα, μειδίαμα, μα που εκφράζουν αυτή την παλιά Λευκαδίτικη κοινωνία, όπως προσημειώσαμε, που ναι μεν δεν είχε πλούτη, είχε όμως την καρδιά της αυτοθυσίας και της προσφοράς. Και τούτο το εδάφιο του προικοσύμφωνου αξίζει αναλυτική αναφορά. Οι μπόκολες! Τα σημερινά σκουλαρίκια για στόλισμα της νύφης τη μέρα του γάμου, μα να τα φορέσει και στα πιστρόφια στο σπίτι των γονιών της, αλλά και σε κάθε γιορτή και πανηγύρι που θα στολίζεται. Αυτές οι μπόκολες θα στολίσουν, όμως αργότερα, και τα κορίτσια, που θα αποχτήσει το νιόφωτο! Μια φασκιά για το καλορίζικο! Μια αναφορά – ευχή με τεράστια σημασία και αξία! Το καλορίζικο! Το πρώτο παιδί που θα περιμένει το νιόφωτο και το οποίο θα πρέπει να είναι αγόρι! Το καλορίζικο! Μα και η σκούφια για τον γαμπρό, να τη φοράει, μάλιστα, μέρα παρά μέρα για να μην τρυπήσει, να την σπαρανιάρει, όπως έλεγαν οι βαβάδες μας παλιά, όταν μας προέτρεπαν… «Να μην κλωτσάτε το τόπι για να σπαρανιάρετε, να διατηρούμε, τα παπούτσια σας!» Και μια κυλίστρα για τον γάϊδαρο! Φαντάζει ευτράπελο σήμερα, μα έχει τεράστια αξία τούτο το κομμάτι γης για το νιόφωτο. Είναι ο μικρός κήπος δίπλα στο σπίτι, ο οβορός στον «ΦΩΤΕΙΝΟ» του Βαλαωρίτη, στον οποίο θα φυτεύουν και θα σπέρνουν τα απαραίτητα για το νοικοκυριό, και ο οποίος κηπάκος ήταν ο χώρος που κυλιόνταν ο γάϊδαρος το καλοκαίρι, όταν ήταν χέρσος, προκειμένου να φύγουν πάνωθέ του τα παράσιτα και οι αλογόμυγες!!! «Μια κυλίστρα τόπος» έλεγαν στα χωριά μας, όταν ήθελαν να παρουσιάσουν κάποιον μικρό χώρο! Και το χρηματικό ποσόν! Πέντε παράδες και τρία άσπρα. Η μεγαλύτερη θυσία του γονιού. Αυτά μπορούσε να συγκεντρώσει, πουλώντας μια «στάλα λάδι και κρασί>> αυτά δίνει στο νιόφωτο να κινήσει τη νέα του ζωή.
«… Μαζί με όλα αυτά που τους κάνουμε τους πρώτους νοικοκυρέους της Λευκάδας και μια κάμαρα του σπιτιού μας και άμα πεθάνω όλο το σπίτι. Ακόμα δύο κότες, ένα πετεινό, είκοσι αυγά, ένα κόσκινο κουκιά, δέκα οκάδες ελιές, δυο βάζα και σαράντα καπόνια κρεμμύδια…»
Τους κάνουμε τους πρώτους νοικοκυραίους της Λευκάδας! Ας φαντασθούμε σήμερα πόσο αυτό το προικοσύμφωνο φάνταζε στα μάτια, εκείνης της Λευκαδίτικης κοινωνίας, σαν ότι πιο πλουσιοπάροχο υπήρχε, τόσο μεγάλο, που καθιστούσε το νιόφωτο πρώτους νοικοκυραίους σε όλο το νησί! Άνθρωποι απλοί, χωρίς φτιασιδώματα, άνθρωποι του μόχθου και της ξωμαχιάς, που απλοϊκά γνώριζαν να εκτιμούν το βιός με σαράντα πήχες βρακοζώνα! Αυτό ήταν το βιος τους, αυτή ήταν η απαντοχή τους, αυτή ήταν η χρυσογραμμένη μοίρα τους, να έχουν απλά τα απαραίτητα να ζήσουν, χωρίς κομπορημοσύνες και κυνήγια πλουτισμού, απλά, λιτά και απέριττα, ωσάν προσευχή! Σε τούτο το προικοσύμφωνο φαίνεται πως υπάρχει ο θεσμός του «Σώγαμπρου», γιατί τους προικοδοτεί και με ένα δωμάτιο και με όλο το σπίτι, όταν πεθάνει ο πατέρας, δηλαδή το νιόφωτο δεν θα μείνει στο σπίτι του πατέρα του γαμπρού, μαζί με τα πεθερικά, όπως συνηθίζονταν στην Παλιά Λευκάδα, αλλά θα μείνει στο σπίτι της νύφης! «Σώγαμπρος»!
Τούτος ο οικογενειακός θεσμός ήταν συνηθισμένος τους προηγούμενους αιώνες στο νησί, αφού κάθε οικογένεια είχε πολλά παιδιά και πολλοί νέοι αναζητούσαν νέα στέγη, ακόμη και σε άλλα χωριά, για να ξεκινήσουν την ζωή τους. Συνέβαινε όταν η νύφη ήταν «Κληρονόμα», ήταν μοναχοπαίδι, άρα θα κληρονομούσε όλη την περιουσία των γονιών της! Οπότε ήταν και περιζήτητη σαν νύφη! «Σώθηκε! Πήρε κλερονόμα», ήταν το επιφώνημα θαυμασμού, όταν κάποιος του χωριού πήγαινε σώγαμπρος, αν και πολλές φορές η συμβίωση ήταν και προβληματική, με αποτέλεσμα να είναι, συγχρόνως και αντικείμενο σχολίων ο σώγαμπρος και να μεταφράζεται στη Λευκαδίτικη θυμοσοφία ό όρος σώγαμπρος με το… «Σώπα γαμπρέ…», ενώ εντυπωσιακό είναι και το Λευκαδίτικο ευφυολόγημα, σύμφωνα με το οποίο, κάποτε έπιασαν μια αλεπού και την κρέμασαν ανάποδα και όταν την ρωτούσα περιπαικτικά πως περνάει στην κρεμάλα και μάλιστα ανάποδα, τους έλεγε: «Καλύτερα από σώγαμπρος»…
Σε ότι αφορά τις υπόλοιπες προικοπαροχές αυτής της ενότητας του προικοσύμφωνου, εντυπωσιάζουν, οι δύο κότες και ο πετεινός, τα είκοσι αυγά, το ένα κόσκινο κουκιά και τα σαράντα καπόνια, (πλέχτρες) κρεμμύδια! Αυτά είχε ο Λευκαδίτης πατέρας, αυτά προσφέρει στην κόρη του, και είναι όλη του η καρδιά ξεδιπλωμένη σ’ αυτά τα μικροπράγματα, μα με τόσο περιεχόμενο αγάπης! Είναι η πλούσια καρδιά του, που τα αυγαταίνει τόσο, ώστε, μαζί με όλα τα παραπάνω λιγάτα, να τον ενθουσιάζουν και να τον οδηγούν στο να χαρακτηρίσει το νιόφωτο, με τα τόσα καλούδια, σαν τους πρώτους νοικοκυραίους της Λευκάδας!!!
«… Όλα αυτά να τα κάνουν θάλασσα και να τρώνε και να πίνουν μόλο το συμπεθεριό»
Να τα κάνουν θάλασσα! Η μυριόφωνη ευχή του πατέρα! Να αυγατίσουν αυτά τα καλούδια, που τους παραχωρεί με το προικοσύμφωνο! Να αυγατίσουν και να πλατιάσουν σα θάλασσα! Ότι πιο συγκινητικό και ανθρώπινο! Ότι πιο αγαπησιάρικο και ελεγειακό αντάμα! Στα νεώτερα χρόνια, αυτή η ευχή των γονιών στο νιόφωτο, αντικαταστάθηκε με το… «Να σας χαρίσει ο Θεός όλα τα καλούδια της Λαμπρής»! Αυτή η κοινωνία του πρώτου ανθρώπου, του πρωτόπλαστου Λευκαδίτη ξωμάχου, της άμετρής του καρδιάς και αγάπης προς τα παιδιά του! Μια όμορφη αντηλιά στο διάβα των αιώνων, ένα καλόροτο ταξίδι της μνήμης σ’ εκείνους τους αιώνες, που περίσσευε το συναίσθημα και αγκομαχούσε η διχόνοια, που πλάτιαζε με θάλασσα ο αγώνας και στένευε με τριμαλιά ραφίδας ο φθόνος, που γιγάντευαν τα θέλω της προκοπής και νανοποιούνταν τα μονοπάτια του διχασμού…
*Το κείμενο και τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο Λευκαδίτη Θοδωρή Γεωργάκη. Δημοσιεύθηκε στις 19-6-2018 στο «Άρωμα Λευκάδας».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr