Η ασύδοτη Προεδρολογία
Ανδρέας Ζούλας
Η ασύδοτη Προεδρολογία
Αυτό που συνέβη με την τωρινή εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας δεν έχει το προηγούμενό του
Ουδέποτε άλλοτε, από το 1975 μέχρι τώρα, είχαμε όχι μόνο δημόσιο λόγο, αλλά τόσο παρατεταμένο και τόσο έντονο, πολιτικά φορτισμένο, δημόσιο λόγο και διάλογο για το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και αυτό, φυσικά, κάθε άλλο παρά προάγει τα πολιτικά μας ήθη και τον δημόσιο βίο γενικότερα.
Έχω και άλλοτε, προσφάτως, αναφερθεί στις συγκεκριμένες διατάξεις του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής που προσδιορίζουν αυστηρότατο πλαίσιο συμπεριφοράς και ενεργειών προσώπων και κομμάτων κατά την διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό δικαίωμα υποδείξεως υποψηφίου Προέδρου έχουν μόνον τα κατά τον Κανονισμό της Βουλής Κόμματα. Και κατά συνέπεια δεν μπορεί και δεν νοείται ο «κάθε ένας» να βγαίνει και να λέει ότι του αρέσει ο άλφα η ο βήτα για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα και να προσβάλλει έτσι το πρόσωπο που ήδη κατέχει το ύπατο πολιτειακό αξίωμα. Γιατί είναι αυτονόητο για όποιον έχει «κοινόν νουν» ότι όταν θίγεται το πρόσωπο βλάπτεται και ο θεσμός.
Πολύ περισσότερο βλάπτεται ο θεσμός όταν καταλογίζονται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πράξεις και παραλήψεις, για τις οποίες τα όποια κόμματα ή οι όποιοι βουλευτές με πολιτικές δημόσιες τοποθετήσεις «διακηρύσσουν» ότι δεν θα ψήφιζαν υπέρ της κυρίας Σακελλαροπούλου, αν την υπεδείκνυε ο Πρωθυπουργός για δεύτερη θητεία. Δεν είναι δυνατόν να κατηγορείται δημόσια κατά τρόπο απολύτως ανεύθυνο ο εν ενεργεία Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Υπάρχει συνταγματική διαδικασία προς έλεγχό του, αν διαπιστωθεί ανάγκη προς τούτο. Αλλά την διαδικασία αυτή κανένα κόμμα και κανείς βουλευτής δεν διανοήθηκε να υπαινιχθεί. Γιατί, απλούστατα, δεν έχουν την κοινοβουλευτική δύναμη (100 βουλευτές) ώστε, έστω, να την κινήσουν. Έτσι, μη έχοντας την δυνατότητα συνταγματικού ελέγχου, με συγκεκριμένη κατηγορία και στοιχεία που θα την αποδείκνυε, επιδίδονται σε «δημόσιες», «πολιτικές» «καταγγελίες» με την ίδια ελαφρότητα με την οποία θα διετύπωναν τις «καταγγελίες» τους στα «15μελή» ή ο όποιος ανεύθυνος «ανεβάζει» στο διαδίκτυο ό,τι θέλει για όποιον θέλει.
Η ασύδοτη αυτή Προεδρολογία είναι τελικά το μέτρο της υποβιβάσεως της πολιτικής μας ζωής στο επίπεδο που θέλουν να την κατεβάσουν κόμματα και πολιτικοί παράγοντες που γνωρίζουν ή αντιλαμβάνονται ότι η εποχή τους πέρασε και ότι η ίδια η ζωή τους προσπερνά. Είναι όμως, ταυτόχρονα, αυτή η προεδρολογία και η απόδειξη του πόσο πολύ έχει «φτωχύνει» ο πολιτικός λόγος των κομμάτων και των προσώπων που επέλεξαν την Προεδρική εκλογή ως πεδίο αντιπαράθεσης με την Κυβέρνηση και με στόχο προσωπικά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Δείχνει ακόμη «σύγχυση θέσεων» και βλέψεων. Γιατί αυτή η κριτική χαρακτηρίζεται, συνολικά, από το αλλοπρόσαλλο και ανερμάτιστο. Ας την δούμε, σε γενικές γραμμές, έτσι όπως διατυπώθηκαν κατά καιρούς οι διάφορες «πολιτικές θέσεις».
-Πρώτη νύξη «προεδρολογίας» έγινε προ αρκετών μηνών, με την δημόσια τοποθέτηση, βουλευτού της ΝΔ στενού φίλου του κ. Κώστα Καραμανλή. Εδήλωσε ότι η θέση του κατά την προεδρική εκλογή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη και πρόσθεσε ότι ο νέος Πρόεδρος θα έπρεπε να είναι από τον χώρο της ΝΔ. Ο ίδιος βουλευτής, φυσικά δεν είχε αντιδράσει όταν ο κ. Κ. Καραμανλής, νεοεκλεγείς πρωθυπουργός πρότεινε το 2044 τον Κάρολο Παπούλια. Αντίθετα και αυτός και όλοι οι βουλευτές της ΝΔ τον υπερψήφισαν.
Ανεξάρτητα από την προφανή αυτή ανακολουθία, το αίτημα βρήκε απήχηση στις τάξεις της ΝΔ. Για να αντιταχθεί από την άλλη πλευρά το επιχείρημα ότι έχει επικρατήσει «παράδοση» Πρόεδρος να προτείνεται από την «άλλη», αντίθετη της Κυβερνώσης παράταξη. Και βέβαια η «παράδοση» αυτή υπάρχει, μάλλον όμως έχει ξεχασθεί το ότι η αρχή της ανάγεται σε «πρωτοβουλία» του κ. Αντώνη Σαμαρά, το 1995, όταν, πρώτος εκείνος, πρότεινε τον Κωστή Στεφανόπουλο. Πρόταση στην οποία αμέσως και με… ανακούφιση «απεδέχθη» ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν διέθετε την απαιτούμενη πλειοψηφία για να εκλέξει Πρόεδρο, οπότε κατά το τότε ισχύον Σύνταγμα θα ακολουθούσαν εκλογές. Την δε εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας «ήλεγχε» πλήρως ο κ. Σαμαράς με τους δέκα βουλευτές του. Έτσι η «παράδοση» του «αντίθετου Προέδρου» αρχίζει με τον ελιγμό αυτόν του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος όμως, ήταν εκείνος που διεκήρυξε το «δικαίωμα της προοδευτικής παράταξης» να εκλέξει πρόεδρο από τις τάξεις της, προτείνοντας τον Χρήστο Σαρτζετάκη τον Μάρτιο του 1985, αντί του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τον οποίο είχε διαβεβαιώσει ότι θα πρότεινε…
Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν. Του παρόντος είναι άλλα, όπως ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξαναγίνεται άξονας κομματικής συσπείρωσης όχι για να προβληθεί ο υποψήφιος που θα υποδείξει η Αντιπολίτευση ή ένα κόμμα ή ορισμένα κομματίδια, προϊόντα του ΣΥΡΙΖΑ, από τον «χώρο» του, αλλά να επιβληθεί στην πλειοψηφία να υποδείξει υποψήφιο από τον αντίθετό της πολιτικό χώρο. Λησμονώντας βεβαίως ότι δεν είναι η προέλευση, αλλά η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα με την οποία θα ασκήσει τα καθήκοντά του ο Πρόεδρος, ανεξαρτήτως πολιτικού χώρου προελεύσεως.
-Η παρούσα «προεδρολογία» ανέδειξε δύο «επιχειρήματα» κατά της επανεκλογής της κυρίας Σακελλαροπούλου, τα οποία όμως εμμέσως αφορούσαν εκείνη και αμέσως τον Πρωθυπουργό.
Το πρώτο αναφέρεται στον νόμο για τους ομοφυλοφίλους. Το «επιχείρημα» βρίσκει απήχηση σε όλους τους χώρους, αρχίζοντας από αυτόν της ΝΔ, με κυριότερο εκφραστή τον μετέπειτα διαγραφέντα κ. Σαμαρά, καθώς και άλλους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που θεωρούν ότι η θέση τους κινδυνεύει από την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν περί το θέμα αυτό τα δεξιότερα της ΝΔ κόμματα (Ελληνική Λύση, Νίκη και, τελευταία, Φωνή Λογικής, η οποία μάλιστα, …υπερηφάνως, «κλείνει» τις πύλες της σε τυχόν δυσαρεστημένους ή διαγεγραμμένους βουλευτές της ΝΔ, κυρίως δε στους κ.κ. …Σαμαρά και Σαλμά…
Το άλλο «μείζον» επιχείρημα κατά της κυρίας Σακελλαροπούλου επινοήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατηγόρησε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας – αορίστως – για την στάση της στο θέμα του δυστυχήματος των Τεμπών και στο θέμα των παρακολουθήσεων. Θέσεις, επικρίσεις και «καταγγελίες» που βεβαίως κάθε άλλο παρά εξειδικεύονται και που, φυσικά, δεν αποδεικνύονται. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία είναι ότι το ΠΑΣΟΚ ακριβώς από αυτές τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε ουσιαστικά να αποστασιοποιηθεί, δηλώνοντας - αρχικά - ότι θα εψήφιζε επανεκλογή της κυρίας Σακελλαροπούλου, αν προτεινόταν από τον Πρωθυπουργό.
. Η άρνηση του ΠΑΣΟΚ να συμπλεύσει με την θέση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρηθεί ως εξαιρετικής σημασίας πρόκριμα για τις περαιτέρω σχέσεις των δύο κομμάτων και ενόψει των προσεχών εκλογών, αλλά και γενικότερα. Τα δύο αυτά κόμματα είναι, εξ αντικειμένου, ο κύριος κορμός του κεντροαριστερού χώρου, που κατά τις απόψεις ορισμένων μπορεί να έχει και πάλι μια «κυβερνητική ευκαιρία». Οι υποκλοπές και τα Τέμπη, ιδίως οι υποκλοπές, ήταν ο κύριος άξονας πολιτικής του ΠΑΣΟΚ από την ανάδειξη και επανεκλογή του κ. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος. Το ΠΑΣΟΚ, τώρα, με την προεδρική εκλογή, όχι μόνο αποστασιοποιούμενος από την θέση ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι αποστασιοποιείται από την και εδώ «εργαλειοποίηση» των δύο αυτών θεμάτων.
Ενώ όμως υπάρχει αυτή η έμπρακτη αποστασιοποίηση, έρχεται η προ ημερών δήλωση του κ. Ανδρουλάκη για τις πιθανές συνεργασίες του ΠΑΣΟΚ μετά τις προσεχείς εκλογές που δεν θολώνει τα νερά, αλλά αποδεικνύει μια μονιμότερη «θολούρα» θέσεων, προθέσεων και βλέψεων.
Έχω και άλλοτε, προσφάτως, αναφερθεί στις συγκεκριμένες διατάξεις του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής που προσδιορίζουν αυστηρότατο πλαίσιο συμπεριφοράς και ενεργειών προσώπων και κομμάτων κατά την διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό δικαίωμα υποδείξεως υποψηφίου Προέδρου έχουν μόνον τα κατά τον Κανονισμό της Βουλής Κόμματα. Και κατά συνέπεια δεν μπορεί και δεν νοείται ο «κάθε ένας» να βγαίνει και να λέει ότι του αρέσει ο άλφα η ο βήτα για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα και να προσβάλλει έτσι το πρόσωπο που ήδη κατέχει το ύπατο πολιτειακό αξίωμα. Γιατί είναι αυτονόητο για όποιον έχει «κοινόν νουν» ότι όταν θίγεται το πρόσωπο βλάπτεται και ο θεσμός.
Πολύ περισσότερο βλάπτεται ο θεσμός όταν καταλογίζονται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πράξεις και παραλήψεις, για τις οποίες τα όποια κόμματα ή οι όποιοι βουλευτές με πολιτικές δημόσιες τοποθετήσεις «διακηρύσσουν» ότι δεν θα ψήφιζαν υπέρ της κυρίας Σακελλαροπούλου, αν την υπεδείκνυε ο Πρωθυπουργός για δεύτερη θητεία. Δεν είναι δυνατόν να κατηγορείται δημόσια κατά τρόπο απολύτως ανεύθυνο ο εν ενεργεία Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Υπάρχει συνταγματική διαδικασία προς έλεγχό του, αν διαπιστωθεί ανάγκη προς τούτο. Αλλά την διαδικασία αυτή κανένα κόμμα και κανείς βουλευτής δεν διανοήθηκε να υπαινιχθεί. Γιατί, απλούστατα, δεν έχουν την κοινοβουλευτική δύναμη (100 βουλευτές) ώστε, έστω, να την κινήσουν. Έτσι, μη έχοντας την δυνατότητα συνταγματικού ελέγχου, με συγκεκριμένη κατηγορία και στοιχεία που θα την αποδείκνυε, επιδίδονται σε «δημόσιες», «πολιτικές» «καταγγελίες» με την ίδια ελαφρότητα με την οποία θα διετύπωναν τις «καταγγελίες» τους στα «15μελή» ή ο όποιος ανεύθυνος «ανεβάζει» στο διαδίκτυο ό,τι θέλει για όποιον θέλει.
Η ασύδοτη αυτή Προεδρολογία είναι τελικά το μέτρο της υποβιβάσεως της πολιτικής μας ζωής στο επίπεδο που θέλουν να την κατεβάσουν κόμματα και πολιτικοί παράγοντες που γνωρίζουν ή αντιλαμβάνονται ότι η εποχή τους πέρασε και ότι η ίδια η ζωή τους προσπερνά. Είναι όμως, ταυτόχρονα, αυτή η προεδρολογία και η απόδειξη του πόσο πολύ έχει «φτωχύνει» ο πολιτικός λόγος των κομμάτων και των προσώπων που επέλεξαν την Προεδρική εκλογή ως πεδίο αντιπαράθεσης με την Κυβέρνηση και με στόχο προσωπικά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Δείχνει ακόμη «σύγχυση θέσεων» και βλέψεων. Γιατί αυτή η κριτική χαρακτηρίζεται, συνολικά, από το αλλοπρόσαλλο και ανερμάτιστο. Ας την δούμε, σε γενικές γραμμές, έτσι όπως διατυπώθηκαν κατά καιρούς οι διάφορες «πολιτικές θέσεις».
-Πρώτη νύξη «προεδρολογίας» έγινε προ αρκετών μηνών, με την δημόσια τοποθέτηση, βουλευτού της ΝΔ στενού φίλου του κ. Κώστα Καραμανλή. Εδήλωσε ότι η θέση του κατά την προεδρική εκλογή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη και πρόσθεσε ότι ο νέος Πρόεδρος θα έπρεπε να είναι από τον χώρο της ΝΔ. Ο ίδιος βουλευτής, φυσικά δεν είχε αντιδράσει όταν ο κ. Κ. Καραμανλής, νεοεκλεγείς πρωθυπουργός πρότεινε το 2044 τον Κάρολο Παπούλια. Αντίθετα και αυτός και όλοι οι βουλευτές της ΝΔ τον υπερψήφισαν.
Ανεξάρτητα από την προφανή αυτή ανακολουθία, το αίτημα βρήκε απήχηση στις τάξεις της ΝΔ. Για να αντιταχθεί από την άλλη πλευρά το επιχείρημα ότι έχει επικρατήσει «παράδοση» Πρόεδρος να προτείνεται από την «άλλη», αντίθετη της Κυβερνώσης παράταξη. Και βέβαια η «παράδοση» αυτή υπάρχει, μάλλον όμως έχει ξεχασθεί το ότι η αρχή της ανάγεται σε «πρωτοβουλία» του κ. Αντώνη Σαμαρά, το 1995, όταν, πρώτος εκείνος, πρότεινε τον Κωστή Στεφανόπουλο. Πρόταση στην οποία αμέσως και με… ανακούφιση «απεδέχθη» ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν διέθετε την απαιτούμενη πλειοψηφία για να εκλέξει Πρόεδρο, οπότε κατά το τότε ισχύον Σύνταγμα θα ακολουθούσαν εκλογές. Την δε εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας «ήλεγχε» πλήρως ο κ. Σαμαράς με τους δέκα βουλευτές του. Έτσι η «παράδοση» του «αντίθετου Προέδρου» αρχίζει με τον ελιγμό αυτόν του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος όμως, ήταν εκείνος που διεκήρυξε το «δικαίωμα της προοδευτικής παράταξης» να εκλέξει πρόεδρο από τις τάξεις της, προτείνοντας τον Χρήστο Σαρτζετάκη τον Μάρτιο του 1985, αντί του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τον οποίο είχε διαβεβαιώσει ότι θα πρότεινε…
Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν. Του παρόντος είναι άλλα, όπως ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξαναγίνεται άξονας κομματικής συσπείρωσης όχι για να προβληθεί ο υποψήφιος που θα υποδείξει η Αντιπολίτευση ή ένα κόμμα ή ορισμένα κομματίδια, προϊόντα του ΣΥΡΙΖΑ, από τον «χώρο» του, αλλά να επιβληθεί στην πλειοψηφία να υποδείξει υποψήφιο από τον αντίθετό της πολιτικό χώρο. Λησμονώντας βεβαίως ότι δεν είναι η προέλευση, αλλά η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα με την οποία θα ασκήσει τα καθήκοντά του ο Πρόεδρος, ανεξαρτήτως πολιτικού χώρου προελεύσεως.
-Η παρούσα «προεδρολογία» ανέδειξε δύο «επιχειρήματα» κατά της επανεκλογής της κυρίας Σακελλαροπούλου, τα οποία όμως εμμέσως αφορούσαν εκείνη και αμέσως τον Πρωθυπουργό.
Το πρώτο αναφέρεται στον νόμο για τους ομοφυλοφίλους. Το «επιχείρημα» βρίσκει απήχηση σε όλους τους χώρους, αρχίζοντας από αυτόν της ΝΔ, με κυριότερο εκφραστή τον μετέπειτα διαγραφέντα κ. Σαμαρά, καθώς και άλλους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που θεωρούν ότι η θέση τους κινδυνεύει από την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν περί το θέμα αυτό τα δεξιότερα της ΝΔ κόμματα (Ελληνική Λύση, Νίκη και, τελευταία, Φωνή Λογικής, η οποία μάλιστα, …υπερηφάνως, «κλείνει» τις πύλες της σε τυχόν δυσαρεστημένους ή διαγεγραμμένους βουλευτές της ΝΔ, κυρίως δε στους κ.κ. …Σαμαρά και Σαλμά…
Το άλλο «μείζον» επιχείρημα κατά της κυρίας Σακελλαροπούλου επινοήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατηγόρησε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας – αορίστως – για την στάση της στο θέμα του δυστυχήματος των Τεμπών και στο θέμα των παρακολουθήσεων. Θέσεις, επικρίσεις και «καταγγελίες» που βεβαίως κάθε άλλο παρά εξειδικεύονται και που, φυσικά, δεν αποδεικνύονται. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία είναι ότι το ΠΑΣΟΚ ακριβώς από αυτές τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε ουσιαστικά να αποστασιοποιηθεί, δηλώνοντας - αρχικά - ότι θα εψήφιζε επανεκλογή της κυρίας Σακελλαροπούλου, αν προτεινόταν από τον Πρωθυπουργό.
. Η άρνηση του ΠΑΣΟΚ να συμπλεύσει με την θέση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρηθεί ως εξαιρετικής σημασίας πρόκριμα για τις περαιτέρω σχέσεις των δύο κομμάτων και ενόψει των προσεχών εκλογών, αλλά και γενικότερα. Τα δύο αυτά κόμματα είναι, εξ αντικειμένου, ο κύριος κορμός του κεντροαριστερού χώρου, που κατά τις απόψεις ορισμένων μπορεί να έχει και πάλι μια «κυβερνητική ευκαιρία». Οι υποκλοπές και τα Τέμπη, ιδίως οι υποκλοπές, ήταν ο κύριος άξονας πολιτικής του ΠΑΣΟΚ από την ανάδειξη και επανεκλογή του κ. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος. Το ΠΑΣΟΚ, τώρα, με την προεδρική εκλογή, όχι μόνο αποστασιοποιούμενος από την θέση ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι αποστασιοποιείται από την και εδώ «εργαλειοποίηση» των δύο αυτών θεμάτων.
Ενώ όμως υπάρχει αυτή η έμπρακτη αποστασιοποίηση, έρχεται η προ ημερών δήλωση του κ. Ανδρουλάκη για τις πιθανές συνεργασίες του ΠΑΣΟΚ μετά τις προσεχείς εκλογές που δεν θολώνει τα νερά, αλλά αποδεικνύει μια μονιμότερη «θολούρα» θέσεων, προθέσεων και βλέψεων.
Αυτό είναι το γενικό περίγραμμα των πολιτικών θέσεων και αντιθέσεων, έτσι όπως τις ανέδειξε η ασύδοτη και ασύστολη Προεδρολογία και ενώ … επαπειλείται και η επανεμφάνιση Κασσελάκη, προφανέστατα όχι για να … αποσαφηνίσει το πολιτικό τοπίο…
Αυτή η εικόνα αναδεικνύεται από την περίοδο της Προεδρολογίας που εγκαινιάσθηκε και κλιμακώθηκε προδήλως με τελικό στόχο τον κ. Μητσοτάκη. Και αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο, κατά την οποία αντικειμενικώς διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει άλλη πολιτική δύναμη ικανή να κυβερνήσει και ενώ, υπό την σημερινή διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του, κ. Μητσοτάκη, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από πολιτική σταθερότητα και οικονομική ανέλιξη, σε ένα άκρως ασταθές, επικίνδυνα ασταθές διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.
Ο Πρωθυπουργός «σήμερα ή αύριο», σε συντομότατο πάντως χρονικό διάστημα, ημερών, θα ανακοινώσει την απόφασή του για τον υποψήφιο Πρόεδρο που θα υποδείξει για την Προεδρία της Δημοκρατίας κατά την περίοδο 2025 – 2030, Κατά τις υπάρχουσες πληροφορίες το πρόσωπο αυτό δεν θα είναι η κυρία Σακελλαροπούλου. Ονόματα ακούγονται, αλλά δεν είναι η ώρα «ονοματολογίας». Ο Πρωθυπουργός, σε κάθε περίπτωση, θα εξηγήσει τους λόγους γενικής στρατηγικής και πολιτικής που τον οδήγησαν στην απόφασή του, την οποία και θα εντάξει στο πλαίσιο της γενικής του πολιτικής για την κρίσιμη που αναμένει την χώρα και την ελληνική κοινωνία. Διατηρώντας το θέμα στο προσήκον θεσμικό επίπεδο.
Αυτή η εικόνα αναδεικνύεται από την περίοδο της Προεδρολογίας που εγκαινιάσθηκε και κλιμακώθηκε προδήλως με τελικό στόχο τον κ. Μητσοτάκη. Και αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο, κατά την οποία αντικειμενικώς διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει άλλη πολιτική δύναμη ικανή να κυβερνήσει και ενώ, υπό την σημερινή διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του, κ. Μητσοτάκη, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από πολιτική σταθερότητα και οικονομική ανέλιξη, σε ένα άκρως ασταθές, επικίνδυνα ασταθές διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.
Ο Πρωθυπουργός «σήμερα ή αύριο», σε συντομότατο πάντως χρονικό διάστημα, ημερών, θα ανακοινώσει την απόφασή του για τον υποψήφιο Πρόεδρο που θα υποδείξει για την Προεδρία της Δημοκρατίας κατά την περίοδο 2025 – 2030, Κατά τις υπάρχουσες πληροφορίες το πρόσωπο αυτό δεν θα είναι η κυρία Σακελλαροπούλου. Ονόματα ακούγονται, αλλά δεν είναι η ώρα «ονοματολογίας». Ο Πρωθυπουργός, σε κάθε περίπτωση, θα εξηγήσει τους λόγους γενικής στρατηγικής και πολιτικής που τον οδήγησαν στην απόφασή του, την οποία και θα εντάξει στο πλαίσιο της γενικής του πολιτικής για την κρίσιμη που αναμένει την χώρα και την ελληνική κοινωνία. Διατηρώντας το θέμα στο προσήκον θεσμικό επίπεδο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα