Ο Σημίτης και η μάχη του ΠΑΣΟΚ στο Κέντρο
Φώφη Γιωτάκη

Φώφη Γιωτάκη

Ο Σημίτης και η μάχη του ΠΑΣΟΚ στο Κέντρο

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Κώστας Σημίτης άφησε ένα ισχυρό αποτύπωμα, το οποίο αναγνωρίζουν πολιτικοί φίλοι και αντίπαλοι. Και όσοι, ήταν από αυτούς που τον πολέμησαν και δεν θέλουν αυτές τις ώρες να επανέλθουν με την ίδια πολεμική διάθεση, αφήνουν την ιστορία να τον κρίνει. Σε κάθε περίπτωση γνωρίζουν ότι ήταν ο πολιτικός που συγκρούστηκε και εντός του κόμματός του υπερασπιζόμενος τις απόψεις του και ήταν ο πρωθυπουργός που οδήγησε τη χώρα στην ΟΝΕ και την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Το όνομά του «ταυτίστηκε» με τη λέξη και την έννοια του εκσυγχρονισμού, για τον οποίο έδωσε μάχες που κέρδισε αλλά και έχασε στις δύο κυβερνητικές θητείες. Οι «αγιογραφίες» δεν του άρεσαν, όπως υποστηρίζουν φίλοι και συνεργάτες του, επισημαίνοντας το πάθος και την επιμονή, τα δυο βασικά συστατικά των μαχών που κάθε φορά επέλεγε να δώσει- από το ΠΑΚ μέχρι το κάθε βήμα που ακολούθησε όντας στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Η διαδρομή του ήταν κεντροαριστερή, η απήχησή του στον κόσμο του Κέντρου σημαντική και διακριτή.

«Οι ευκαιρίες δεν είναι άπειρες», ήταν μία από τις κοφτές και πυκνών νοημάτων φράσεις που αξιοποίησε στον σύντομο χαιρετισμό του στην πρόσφατη εκδήλωση-γιορτή του ΠΑΣΟΚ για τα 50 χρόνια από την ίδρυσή του. Ήταν συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ στις 3 του Σεπτέμβρη του 1974 και με αυτήν την ιδιότητα απευθύνθηκε στο κόμμα του για να περιγράψει τα στοιχήματα της χώρας και το ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Χαριλάου Τρικούπη την επόμενη μέρα. Δεν φλυάρησε, τόνισε πολύ απλά, με «δυο λόγια», ότι το ΠΑΣΟΚ είναι μπροστά σε ευκαιρίες που είναι στο χέρι του να αξιοποιήσει ή να χάσει οριστικά.

Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται πράγματι σε ένα κομβικό σημείο. Οι επιδόσεις του στις προσεχείς εκλογές θα κριθούν σε σημαντικό βαθμό από την ικανότητά του να «επιστρέψει» πιο δυναμικά και «μόνιμα» στο χώρο της ευρύτερης κεντροαριστεράς και δη του Κέντρου. Οι διακυμάνσεις που κατέγραψε τα τελευταία 15 έτη δείχνουν τις δυσκολίες, τι πρέπει να αποφύγει, που να ρίξει το βάρος των προσπαθειών, ποιους να προσεγγίσει και να πείσει με τις πολιτικές του προτάσεις, με ένα ευρύτερο σχέδιο για την πρόοδο της χώρας.

Στις εκλογές του 2009, το ΠΑΣΟΚ έφτασε το 44%, αλλά στις πρώτες εκλογές του 2012 δεν έφτασε ούτε στο ποσοστό του 1974: έμεινε στο 13,1% με κάτι παραπάνω από 800.000 ψήφους. Τρία χρόνια αργότερα, στις πρώτες εκλογές του 2015, έλαβε λιγότερες από 300.000 ψήφους και ήταν το 7ο κόμμα, πίσω και από τους Ανεξάρτητους Έλληνες του Πάνου Καμμένου, που είχαν συγκροτηθεί μόλις έναν μήνα νωρίτερα, μέσω των social media. Τότε δεν ήταν οι κεντρώοι ψηφοφόροι, αλλά ολόκληρο το εκλογικό σώμα που γύρισε την πλάτη στο ΠΑΣΟΚ. Μαζικά, άνθρωποι που είχαν συνηθίσει να ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ από την δεκαετία του ‘80, είτε αναπαύτηκαν στον καναπέ τους την ημέρα της κάλπης, είτε ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, που λίγες ώρες αργότερα σχημάτιζε κυβέρνηση «αντιμνημονίου» με τον Καμμένο.

Στις εκλογές του 2019, η Νέα Δημοκρατία θριάμβευσε, με το σύνθημα «να φύγει ο Τσίπρας». Τότε, οι κεντρώοι ψηφοφόροι είχαν στηρίξει αποφασιστικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επιδιώκοντας, ακριβώς ή μάλλον αυτό, που επαγγελλόταν η ΝΔ - να τερματιστεί η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ, που είχε ανέβει απλώς από το 4,7% στο 8,1% προφανώς δεν μπορούσε να ελπίζει σε κάτι καλύτερο - οι ψηφοφόροι που είχαν οδηγήσει τον Κώστα Σημίτη δύο φορές στο Μέγαρο Μαξίμου είχαν μοιραστεί μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και οι επιστροφές στο ΠΑΣΟΚ ήταν μετρημένες.

Οι «εκσυγχρονιστές» ψηφοφόροι - οι κεντρώοι, στην καθομιλουμένη - είχαν τότε ακολουθήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν ήταν μόνοι - τους ακολούθησε μεγάλο ποσοστό εκείνων που είχαν ψηφίσει Τσίπρα τρεις φορές το 2015, δύο σε εκλογές και μία στο περιβόητο δημοψήφισμα...

Το Κέντρο, σύμφωνα με τους δημοσκόπους, είναι περίπου ένα 15% του εκλογικού σώματος στη χώρα μας. Το ποσοστό δεν είναι ηγεμονικό, αλλά είναι καταλυτικό. Αυτοί που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι, συνήθως ρίχνουν το βάρος τους υπέρ εκείνου που φαντάζει ως η καταλληλότερη επιλογή για την διακυβέρνηση της χώρας - και με την έννοια αυτή, ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις.

Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ είναι αξιωματική αντιπολίτευση και δημοσκοπικά δεύτερη δύναμη - και μάλιστα με διαφορά που άλλοτε είναι οριακά μονοψήφια, άλλοτε οριακά διψήφια από τη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, σε δύο τουλάχιστον δημοσκοπήσεις είναι πρώτη δύναμη στον χώρο του Κέντρου - δηλαδή ανάμεσα σε εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι ψηφοφόροι. Σημαίνει κάτι αυτό; Μπορεί να είναι το πρώτο βήμα για να καταστεί το ΠΑΣΟΚ σοβαρή εναλλακτική λύση απέναντι στη Νέα Δημοκρατία; Η πιο ρεαλιστική απάντηση είναι το «ίσως» - ούτε το «ναι», ούτε το «όχι».

Το ΠΑΣΟΚ έχει ένα μεγάλο κέρδος μέσα στα χρόνια που πέρασαν από τον 2015 και την κατάρρευσή του: οι ψηφοφόροι έχουν αρχίσει να ακούνε και πάλι το τι λένε τα στελέχη του - δεν είμαστε ούτε στην πρώτη τετραετία Καραμανλή, όταν κανείς δεν άκουγε τι πρότεινε το ΠΑΣΟΚ, ούτε στο πρώτο εξάμηνο του ΣΥΡΙΖΑ όταν οι πάντες είχαν αυτιά μόνον για τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη. Και βεβαίως, σήμερα δεν υπάρχει αριστερός «μπαμπούλας» ώστε να «σωφρονιστούν» οι ψηφοφόροι: ο μεν ΣΥΡΙΖΑ είναι σε μονοψήφια ποσοστά, όπως και το κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη, ενώ η προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να βαφτίσει το ΠΑΣΟΚ «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ» δεν κόβει πολλά εισιτήρια μέχρι τώρα. Και ένα είναι σίγουρο: η αναμέτρηση του ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία με φόντο το Κέντρο θα είναι «διαρκής», θα δοθεί σήμερα, αύριο και κάθε μέρα που θα ακολουθήσει μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές. Και θα κριθεί από τη δυνατότητα του σημερινού ΠΑΣΟΚ να δημιουργήσει τις δικές του παρακαταθήκες…
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης