
Η νέα κούρσα εξοπλισμών, η Τουρκία και το κακό προηγούμενο της Σοβιετικής Ενωσης
Η Κομισιόν παρουσίασε τα σχέδιά της για κινητοποίηση πόρων περίπου 600 δισ. ευρώ από τους εθνικούς προϋπολογισμούς για πρόσθετες αμυντικές δαπάνες και άλλα 150 δισ. ευρώ τα οποία θα δανειστεί η ίδια με νέα ομόλογα και θα διοχετεύσει υπό τη μορφή δανείων στα κράτη-μέλη για συντονισμένες προμήθειες αμυντικού υλικού
Στόχος είναι να ενισχυθεί και να ομογενοποιηθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και σταδιακά να υποκατασταθεί η εξάρτηση από τις ΗΠΑ.
Το πρόβλημα στην Ευρώπη είναι ότι η αδύναμη οικονομική ανάπτυξη σημαίνει ότι τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά και επομένως η όποια αύξηση των αμυντικών δαπανών συνεπάγεται πρόσθετο δανεισμό και περικοπές άλλων κρατικών δαπανών, όπως κατεξοχήν εκείνες για το κράτος πρόνοιας. Η πρόεδρος της Κομισιόν, παρουσιάζοντας την πρότασή της, προειδοποίησε ότι θα πρέπει να ξεχάσουμε το «μέρισμα της ειρήνης» που προέκυψε μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου, προαναγγέλλοντας στην ουσία μια μακρά περίοδο λιτότητας στο όνομα του επανεξοπλισμού της Ευρώπης.
Θεωρητικά, οι αμυντικές δαπάνες μπορούν να βοηθήσουν την οικονομική ανάπτυξη και να χρησιμεύσουν ως καταλύτης για την προαγωγή τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας.
Η Ε.Ε. σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει την πολεμική βιομηχανία όπως ακριβώς έκαναν οι ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με το υπουργείο Αμυνας να χρηματοδοτεί συστηματικά τον ιδιωτικό τομέα για να παράγει υλικό διπλής χρήσης, πολιτικής και στρατιωτικής, έτσι ώστε η πολεμική ισχύς να μεταφράζεται και σε οικονομική δύναμη και αντιστρόφως.
Η άλλη όψη του μοντέλου αυτού είναι ότι βασίστηκε σε μια διεθνώς παρεμβατική πολιτική από την πλευρά των ΗΠΑ, οι οποίες ανέπτυξαν εκατοντάδες στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον πλανήτη, συμμετείχαν σε σειρά τοπικών συγκρούσεων και έναν συνεχή ανταγωνισμό συμβατικών και πυρηνικών εξοπλισμών, ο οποίος παρατρίχα δεν προκάλεσε τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, ο επανεξοπλισμός της Ευρώπης αιτιολογείται με την ανάγκη άμυνας απέναντι στη Ρωσία, την οποία σε επίπεδο ρητορικής η γραφειοκρατία των Βρυξελλών και πολλές ευρωπαϊκές ηγεσίες προβάλλουν ως υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη. Και τούτο αντίθετα με τις ΗΠΑ, οι οποίες βρίσκονται σε συνεννόηση με τη Ρωσία για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και μοιρασιά των πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Δεν είναι ακόμα πλήρως ξεκάθαρο γιατί οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεχίζουν την επιθετική ρητορική κατά της Μόσχας και τη στοχοποιούν, τη στιγμή που οι ΗΠΑ κάνουν το αντίστροφο, χωρίς καν να διερευνήσουν διπλωματικά τις δυνατότητες ενός άλλου modus vivendi με τη Ρωσία, ειδικά τη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται να οδηγείται στο τέλος του.
Είναι γεγονός, βέβαια, ότι μια κούρσα εξοπλισμών χρειάζεται έναν εχθρό, ρόλο για τον οποίο η Ρωσία προσφέρεται.
Δεν προσφέρεται, όμως, για την Ελλάδα, για την οποία ο κίνδυνος δεν είναι η Ρωσία, αλλά η Τουρκία, όπως επισημάνθηκε και στη διάρκεια του συνεδρίου του «Κύκλου Ιδεών» την περασμένη εβδομάδα τόσο από τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος αναρωτήθηκε «έναντι ποιου εχθρού» θα είναι η ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία, αλλά και του επιχειρηματία Ευάγγελου Μυτιληναίου, ο οποίος εκτίμησε ότι μόνο οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως δύναμη αποτροπής υπέρ της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία και όχι οι Ευρωπαίοι.
Υποτίθεται ότι από τα 150 δισ. ευρώ για την άμυνα εξαιρούνται ως προμηθευτές η Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Τουρκία, εκτός κι αν συνάψουν αμυντικές συμφωνίες με την Ε.Ε. Ωστόσο, οι χώρες αυτές -και η Τουρκία- περιλαμβάνονται και αναφέρονται ρητά στο ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο για την άμυνα που περιγράφεται στη Λευκή Βίβλο της Κομισιόν η οποία αφορά τη συνεργασία και τον συντονισμό για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης και τη διαχείριση των 600 δισ. ευρώ. Η Τουρκία αναφέρεται στο κείμενο αυτό ως ένας «μακροχρόνιος εταίρος στο πεδίο της Κοινής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας». Επομένως, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η Τουρκία πιθανότατα θα είναι μέσα στον αμυντικό σχεδιασμό. Ακόμα κι αν τελικά εξαιρεθεί από τα 150 δισ. ευρώ θα είναι μέσα στα 600 δισ. ευρώ.
Η ευρωπαϊκή στρατηγική ήδη προκαλεί διαφωνίες, όπως της Ισπανίας, η οποία επικαλείται το επιχείρημα ότι δεν κινδυνεύει από ρωσική εισβολή - κάτι που στην πραγματικότητα ισχύει και για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, κυρίως δε τον Νότο.
Η ευρωπαϊκή κούρσα εξοπλισμών μόλις αρχίζει και υπάρχουν ακόμη αρκετά αδιευκρίνιστα ζητήματα.
Το πρόβλημα στην Ευρώπη είναι ότι η αδύναμη οικονομική ανάπτυξη σημαίνει ότι τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά και επομένως η όποια αύξηση των αμυντικών δαπανών συνεπάγεται πρόσθετο δανεισμό και περικοπές άλλων κρατικών δαπανών, όπως κατεξοχήν εκείνες για το κράτος πρόνοιας. Η πρόεδρος της Κομισιόν, παρουσιάζοντας την πρότασή της, προειδοποίησε ότι θα πρέπει να ξεχάσουμε το «μέρισμα της ειρήνης» που προέκυψε μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου, προαναγγέλλοντας στην ουσία μια μακρά περίοδο λιτότητας στο όνομα του επανεξοπλισμού της Ευρώπης.
Θεωρητικά, οι αμυντικές δαπάνες μπορούν να βοηθήσουν την οικονομική ανάπτυξη και να χρησιμεύσουν ως καταλύτης για την προαγωγή τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας.
Η Ε.Ε. σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει την πολεμική βιομηχανία όπως ακριβώς έκαναν οι ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με το υπουργείο Αμυνας να χρηματοδοτεί συστηματικά τον ιδιωτικό τομέα για να παράγει υλικό διπλής χρήσης, πολιτικής και στρατιωτικής, έτσι ώστε η πολεμική ισχύς να μεταφράζεται και σε οικονομική δύναμη και αντιστρόφως.
Η άλλη όψη του μοντέλου αυτού είναι ότι βασίστηκε σε μια διεθνώς παρεμβατική πολιτική από την πλευρά των ΗΠΑ, οι οποίες ανέπτυξαν εκατοντάδες στρατιωτικές βάσεις σε όλο τον πλανήτη, συμμετείχαν σε σειρά τοπικών συγκρούσεων και έναν συνεχή ανταγωνισμό συμβατικών και πυρηνικών εξοπλισμών, ο οποίος παρατρίχα δεν προκάλεσε τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, ο επανεξοπλισμός της Ευρώπης αιτιολογείται με την ανάγκη άμυνας απέναντι στη Ρωσία, την οποία σε επίπεδο ρητορικής η γραφειοκρατία των Βρυξελλών και πολλές ευρωπαϊκές ηγεσίες προβάλλουν ως υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη. Και τούτο αντίθετα με τις ΗΠΑ, οι οποίες βρίσκονται σε συνεννόηση με τη Ρωσία για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και μοιρασιά των πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Δεν είναι ακόμα πλήρως ξεκάθαρο γιατί οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεχίζουν την επιθετική ρητορική κατά της Μόσχας και τη στοχοποιούν, τη στιγμή που οι ΗΠΑ κάνουν το αντίστροφο, χωρίς καν να διερευνήσουν διπλωματικά τις δυνατότητες ενός άλλου modus vivendi με τη Ρωσία, ειδικά τη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται να οδηγείται στο τέλος του.
Είναι γεγονός, βέβαια, ότι μια κούρσα εξοπλισμών χρειάζεται έναν εχθρό, ρόλο για τον οποίο η Ρωσία προσφέρεται.
Δεν προσφέρεται, όμως, για την Ελλάδα, για την οποία ο κίνδυνος δεν είναι η Ρωσία, αλλά η Τουρκία, όπως επισημάνθηκε και στη διάρκεια του συνεδρίου του «Κύκλου Ιδεών» την περασμένη εβδομάδα τόσο από τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος αναρωτήθηκε «έναντι ποιου εχθρού» θα είναι η ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία, αλλά και του επιχειρηματία Ευάγγελου Μυτιληναίου, ο οποίος εκτίμησε ότι μόνο οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως δύναμη αποτροπής υπέρ της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία και όχι οι Ευρωπαίοι.
Υποτίθεται ότι από τα 150 δισ. ευρώ για την άμυνα εξαιρούνται ως προμηθευτές η Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Τουρκία, εκτός κι αν συνάψουν αμυντικές συμφωνίες με την Ε.Ε. Ωστόσο, οι χώρες αυτές -και η Τουρκία- περιλαμβάνονται και αναφέρονται ρητά στο ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο για την άμυνα που περιγράφεται στη Λευκή Βίβλο της Κομισιόν η οποία αφορά τη συνεργασία και τον συντονισμό για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης και τη διαχείριση των 600 δισ. ευρώ. Η Τουρκία αναφέρεται στο κείμενο αυτό ως ένας «μακροχρόνιος εταίρος στο πεδίο της Κοινής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας». Επομένως, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η Τουρκία πιθανότατα θα είναι μέσα στον αμυντικό σχεδιασμό. Ακόμα κι αν τελικά εξαιρεθεί από τα 150 δισ. ευρώ θα είναι μέσα στα 600 δισ. ευρώ.
Η ευρωπαϊκή στρατηγική ήδη προκαλεί διαφωνίες, όπως της Ισπανίας, η οποία επικαλείται το επιχείρημα ότι δεν κινδυνεύει από ρωσική εισβολή - κάτι που στην πραγματικότητα ισχύει και για το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, κυρίως δε τον Νότο.
Η ευρωπαϊκή κούρσα εξοπλισμών μόλις αρχίζει και υπάρχουν ακόμη αρκετά αδιευκρίνιστα ζητήματα.
Θα πρέπει όμως όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες να θυμόμαστε ότι η προηγούμενη παγκόσμια κούρσα εξοπλισμών τροφοδότησε μεν σε κάποιον βαθμό την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά προκάλεσε την οικονομική και πολιτική κατάρρευση του τότε αντιπάλου των ΗΠΑ, της Σοβιετικής Ενωσης, η οποία εξαντλήθηκε οικονομικά από τις διαρκώς αυξανόμενες στρατιωτικές δαπάνες, γεγονός που επέτεινε τη λαϊκή δυσαρέσκεια και τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς του καθεστώτος και αποτέλεσε καταλύτη της παρακμής της.
Το ερώτημα, επομένως, είναι από ποια πλευρά θα βρίσκεται η Ευρώπη εάν η Ιστορία επαναληφθεί.
Το ερώτημα, επομένως, είναι από ποια πλευρά θα βρίσκεται η Ευρώπη εάν η Ιστορία επαναληφθεί.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα