Ο άπληστος τραπεζίτης
Γiώργος Χ. Παπαγεωργίου
Ο άπληστος τραπεζίτης
Οι τράπεζες δέχονται βολές τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση για τις υψηλές προμήθειες που χρεώνουν στις συναλλαγές, αλλά και για τα υψηλά επιτόκια δανείων και τα πολύ χαμηλά επιτόκια καταθέσεων
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, μάλιστα, σε μήνυμά του την περασμένη εβδομάδα προανήγγειλε παρεμβάσεις αναφέροντας: «Τώρα που έχει ολοκληρωθεί η εξυγίανση (σ.σ.: των τραπεζών) με τη σημαντική βοήθεια κράτους και φορολογουμένων, οι τράπεζες πρέπει με τη σειρά τους να επιστρέψουν με μεγαλύτερη υπευθυνότητα προς την κοινωνία το μέρισμα της ανάπτυξης που τους αναλογεί».
Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης είναι αναγκαία και μένει να αξιολογηθεί όταν τα μέτρα εξειδικευτούν, διότι είναι ένα μεγάλο ζήτημα το κατά πόσο μπορούν να γίνουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις, δεδομένου ότι μέχρι τώρα, παρά τα πρόστιμα που έχει επιβάλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού για «εναρμονισμένες πρακτικές», δεν υπήρξε ορατό αποτέλεσμα στην αγορά.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα όταν αξιολογείται η λειτουργία των τραπεζών ή οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης με κοινωνικά ή ακόμα και ηθικά κριτήρια.
Συχνά μάλιστα ακούγεται κριτική για τις τράπεζες ή άλλες επιχειρήσεις με όρους όπως «απληστία», «κοινωνική ανευθυνότητα» και διάφορα άλλα παρόμοια.
Η κριτική αυτή δεν έχει νόημα διότι είναι ακριβώς η δουλειά των τραπεζιτών να είναι «άπληστοι» και όχι «κοινωνικά υπεύθυνοι». Το χρέος των διοικήσεων των τραπεζών αλλά και κάθε επιχείρησης περιορίζεται -δυστυχώς, με βάση το σύστημα που έχει επικρατήσει παγκοσμίως- απέναντι στους μετόχους τους και απέναντι στον νόμο. Αν δεν παραβιάζουν τους κανόνες, ουδείς ψόγος μπορεί να τους καταλογιστεί στη βάση ηθικών ή κοινωνικών προτύπων.
Στην πραγματικότητα αν ένας τραπεζίτης δεν είναι… αρκετά άπληστος, θα κινδυνεύσει να χάσει τη δουλειά του διότι η εταιρεία για την οποία εργάζεται θα χάσει κέρδη και τη θέση της στον ανταγωνισμό!
Είναι όμως η δουλειά της Πολιτείας ακριβώς να θέσει κανόνες, όρους και περιορισμούς στη λειτουργία των τραπεζών ώστε να προστατεύσει την οικονομία, την αγορά και βέβαια την κοινωνία.
Στο πεδίο αυτό όμως η Πολιτεία έχει αποτύχει, ειδικά στον τραπεζικό κλάδο. Οχι μόνο διότι αποδεδειγμένα η αγορά είναι ολιγοπωλιακή, ενώ έχουν επιβληθεί και πρόστιμα, αλλά και επειδή οι τράπεζες αποδεικνύονται ανεπαρκείς ως προς τη βασική αποστολή τους, που είναι να χρηματοδοτήσουν την αγορά και την οικονομία.
Τα δάνεια δίνονται με το σταγονόμετρο και με επιτόκια που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη, ενώ τα επιτόκια των καταθέσεων είναι, αντιθέτως, από τα χαμηλότερα.
Οι αποταμιευτές τα τελευταία χρόνια, λόγω πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων, έχουν χάσει γύρω στο 10% της αξίας των καταθέσεών τους. Οι εκπρόσωποι των επιχειρηματικών φορέων διαμαρτύρονται για την έλλειψη χρηματοδότησης, ενώ πλέον οι τράπεζες έχουν γίνει κανονικό ανέκδοτο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις δυσκολίες πρόσβασης που έχουν επιβάλει στο κοινό με περιορισμένα ωράρια λειτουργίας του γκισέ και της ανθρώπινης εξυπηρέτησης. Εφόσον, λοιπόν, διαπιστωμένα η αγορά δεν λύνει το πρόβλημα, η Πολιτεία θα έπρεπε να είχε παρέμβει εδώ και καιρό.
Κάλλιο αργά παρά ποτέ, βέβαια, πάντα με την επιφύλαξη της αξιολόγησης των όποιων μέτρων ανακοινωθούν.
Το πρόσθετο πρόβλημα με τις τράπεζες είναι ότι έχουν ειδικό καθεστώς προστασίας επειδή η λειτουργία τους είναι κρίσιμη για την οικονομία και την κοινωνία. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, όμως, θα έπρεπε και το πλαίσιο λειτουργίας τους και οι υποχρεώσεις τους απέναντι στους πολίτες να είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, αυστηρά θεσμοθετημένες και με αυξημένο έλεγχο.
Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης είναι αναγκαία και μένει να αξιολογηθεί όταν τα μέτρα εξειδικευτούν, διότι είναι ένα μεγάλο ζήτημα το κατά πόσο μπορούν να γίνουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις, δεδομένου ότι μέχρι τώρα, παρά τα πρόστιμα που έχει επιβάλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού για «εναρμονισμένες πρακτικές», δεν υπήρξε ορατό αποτέλεσμα στην αγορά.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα όταν αξιολογείται η λειτουργία των τραπεζών ή οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης με κοινωνικά ή ακόμα και ηθικά κριτήρια.
Συχνά μάλιστα ακούγεται κριτική για τις τράπεζες ή άλλες επιχειρήσεις με όρους όπως «απληστία», «κοινωνική ανευθυνότητα» και διάφορα άλλα παρόμοια.
Η κριτική αυτή δεν έχει νόημα διότι είναι ακριβώς η δουλειά των τραπεζιτών να είναι «άπληστοι» και όχι «κοινωνικά υπεύθυνοι». Το χρέος των διοικήσεων των τραπεζών αλλά και κάθε επιχείρησης περιορίζεται -δυστυχώς, με βάση το σύστημα που έχει επικρατήσει παγκοσμίως- απέναντι στους μετόχους τους και απέναντι στον νόμο. Αν δεν παραβιάζουν τους κανόνες, ουδείς ψόγος μπορεί να τους καταλογιστεί στη βάση ηθικών ή κοινωνικών προτύπων.
Στην πραγματικότητα αν ένας τραπεζίτης δεν είναι… αρκετά άπληστος, θα κινδυνεύσει να χάσει τη δουλειά του διότι η εταιρεία για την οποία εργάζεται θα χάσει κέρδη και τη θέση της στον ανταγωνισμό!
Είναι όμως η δουλειά της Πολιτείας ακριβώς να θέσει κανόνες, όρους και περιορισμούς στη λειτουργία των τραπεζών ώστε να προστατεύσει την οικονομία, την αγορά και βέβαια την κοινωνία.
Στο πεδίο αυτό όμως η Πολιτεία έχει αποτύχει, ειδικά στον τραπεζικό κλάδο. Οχι μόνο διότι αποδεδειγμένα η αγορά είναι ολιγοπωλιακή, ενώ έχουν επιβληθεί και πρόστιμα, αλλά και επειδή οι τράπεζες αποδεικνύονται ανεπαρκείς ως προς τη βασική αποστολή τους, που είναι να χρηματοδοτήσουν την αγορά και την οικονομία.
Τα δάνεια δίνονται με το σταγονόμετρο και με επιτόκια που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη, ενώ τα επιτόκια των καταθέσεων είναι, αντιθέτως, από τα χαμηλότερα.
Οι αποταμιευτές τα τελευταία χρόνια, λόγω πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων, έχουν χάσει γύρω στο 10% της αξίας των καταθέσεών τους. Οι εκπρόσωποι των επιχειρηματικών φορέων διαμαρτύρονται για την έλλειψη χρηματοδότησης, ενώ πλέον οι τράπεζες έχουν γίνει κανονικό ανέκδοτο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις δυσκολίες πρόσβασης που έχουν επιβάλει στο κοινό με περιορισμένα ωράρια λειτουργίας του γκισέ και της ανθρώπινης εξυπηρέτησης. Εφόσον, λοιπόν, διαπιστωμένα η αγορά δεν λύνει το πρόβλημα, η Πολιτεία θα έπρεπε να είχε παρέμβει εδώ και καιρό.
Κάλλιο αργά παρά ποτέ, βέβαια, πάντα με την επιφύλαξη της αξιολόγησης των όποιων μέτρων ανακοινωθούν.
Το πρόσθετο πρόβλημα με τις τράπεζες είναι ότι έχουν ειδικό καθεστώς προστασίας επειδή η λειτουργία τους είναι κρίσιμη για την οικονομία και την κοινωνία. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, όμως, θα έπρεπε και το πλαίσιο λειτουργίας τους και οι υποχρεώσεις τους απέναντι στους πολίτες να είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, αυστηρά θεσμοθετημένες και με αυξημένο έλεγχο.
Δυστυχώς, όμως, συμβαίνει το αντίθετο. Οι μεγάλες συστημικές τράπεζες, στην ουσία, είναι εκτός κάθε εθνικού ελέγχου, πέρα από κάποιες πολύ περιορισμένες αρμοδιότητες που έχει η Τράπεζα της Ελλάδος, διότι η εποπτεία τους υπάγεται απευθείας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αλλά και η εποπτεία αυτή περιορίζεται σε ό,τι μπορεί να επηρεάσει την ευστάθειά τους, δηλαδή να έχουν τα απαραίτητα κεφάλαια και να μην παίρνουν υπερβολικά ρίσκα για να μην ξανακαταρρεύσουν και χρειαστεί πάλι να πληρώσουν δεκάδες δισεκατομμύρια οι φορολογούμενοι.
Μόνο για τα θέματα που σχετίζονται με την προστασία του καταναλωτή είναι αρμόδιες οι υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης, αλλά κι αυτό περιορίζεται σε καραμπινάτες παραβιάσεις της νομιμότητας - να μην κλέβουν δηλαδή οι εταιρείες τον πελάτη.
Το μεγαλύτερο φάσμα της δραστηριότητας των συστημικών τραπεζών είναι εκτός εθνικού πολιτικού ελέγχου, κι αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται συνολική μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία του κλάδου, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρωζώνη.
Στην Ελλάδα τα προβλήματα είναι πιο έντονα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, επομένως είναι αναγκαίο να ξεκινήσει το εγχώριο πολιτικό σύστημα εκτεταμένη διαβούλευση για το τι πρέπει και μπορεί να βελτιωθεί.
Αλλά και η εποπτεία αυτή περιορίζεται σε ό,τι μπορεί να επηρεάσει την ευστάθειά τους, δηλαδή να έχουν τα απαραίτητα κεφάλαια και να μην παίρνουν υπερβολικά ρίσκα για να μην ξανακαταρρεύσουν και χρειαστεί πάλι να πληρώσουν δεκάδες δισεκατομμύρια οι φορολογούμενοι.
Μόνο για τα θέματα που σχετίζονται με την προστασία του καταναλωτή είναι αρμόδιες οι υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης, αλλά κι αυτό περιορίζεται σε καραμπινάτες παραβιάσεις της νομιμότητας - να μην κλέβουν δηλαδή οι εταιρείες τον πελάτη.
Το μεγαλύτερο φάσμα της δραστηριότητας των συστημικών τραπεζών είναι εκτός εθνικού πολιτικού ελέγχου, κι αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται συνολική μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν τη λειτουργία του κλάδου, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρωζώνη.
Στην Ελλάδα τα προβλήματα είναι πιο έντονα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, επομένως είναι αναγκαίο να ξεκινήσει το εγχώριο πολιτικό σύστημα εκτεταμένη διαβούλευση για το τι πρέπει και μπορεί να βελτιωθεί.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα