
Πάμε σε τοίχο;
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ από την πρώτη μέρα της θητείας του έδειξε ότι έχει στόχο να ανατρέψει τη διεθνή τάξη πραγμάτων όπως έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες
Και μόνο η απόσυρση από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τη διεθνή Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, τη στιγμή που το σύνολο της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας περιμένει την επόμενη πανδημία, και λίγες μόλις ημέρες μετά τις καταστροφικές φωτιές στην Καλιφόρνια, δείχνει ότι οι ΗΠΑ αντί να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των διεθνών απειλών, μπορεί να τις παροξύνουν.
Το δόγμα «Πρώτα η Αμερική» σημαίνει ξεκάθαρα ότι όλοι οι άλλοι, ακόμα και ιστορικοί σύμμαχοι, όπως οι ευρωπαϊκές χώρες, όχι απλώς περνούν σε δεύτερη μοίρα, αλλά μπορεί να γίνουν αντίπαλοι των ΗΠΑ από τη μια μέρα στην άλλη.
Δεν ήταν βέβαια μυστικό ότι ο Τραμπ θεωρούσε «απάτη» την κλιματική αλλαγή, σε πείσμα της αρμόδιας επιτροπής του ΟΗΕ και της επιστημονικής αλήθειας, ούτε ότι σκόπευε να επαναφέρει τα ορυκτά καύσιμα στο προσκήνιο. Ωστόσο, η σπουδή και η εμφατικότητα των ενεργειών δείχνουν ότι το υπάρχον σκηνικό ανατρέπεται.
Είναι επίσης φανερό ότι πληθώρα πολιτικών ηγετών ανά τον κόσμο σπεύδουν είτε να υιοθετήσουν τη νέα λογική, είτε να πανηγυρίσουν θεωρώντας ότι η διαφαινόμενη επέλαση του τραμπισμού διεθνώς θα τους ευνοήσει στο κυνήγι της εξουσίας.
Με αυτόν τον τρόπο, η εξάπλωση του τραμπισμού διευκολύνεται.
Την ίδια ώρα, οι υποστηρικτές της διεθνούς φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, πολλοί από τους οποίους θεωρούν προνομιακό βήμα την ετήσια συγκέντρωση στο Νταβός της Ελβετίας, εκπέμπουν μηνύματα που κινούνται ανάμεσα σε μια αμήχανα ρεαλιστική θέση, ότι πρέπει να προσαρμοστούν στο νέο αμερικανικό δόγμα και να διαπραγματευτούν αναλόγως, μέχρι τον... πανικό για τις συνέπειες των πολιτικών Τραμπ διεθνώς και ειδικά στην Ευρώπη.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ μίλησε για «υπαρξιακή κρίση» στην Ευρώπη στο νέο περιβάλλον. H πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, από την πλευρά της, έδειξε πιο προσαρμοστική, υιοθετώντας εμμέσως τη γραμμή Τραμπ για το εμπόριο με κατηγορίες κατά της Κίνας για την εμπορική της πολιτική, έστω και αν επέμεινε στη ρητορική για τη σημασία της συμφωνίας για το κλίμα.
Το πρόβλημα όμως με τις αντιδράσεις των λεγόμενων «φιλελεύθερων ελίτ» στην καταιγίδα Τραμπ είναι ότι αντιδρούν σε ένα φαινόμενο για το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνες. Ξορκίζουν τον Τραμπ, ενώ είναι εκείνες που τον δημιούργησαν.
Η παγκοσμιοποίηση, με τους όρους που εξελίχθηκε, δημιούργησε στρατιές «ξεχασμένων» και οικονομικά ευάλωτων σε όλες τις κοινωνίες. Ο απλός άνθρωπος πλήρωσε τον λογαριασμό της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξέσπασε μετά το κραχ του 2008 -που ήταν ένα σημείο καμπής- με όλο και δυσκολότερους όρους επιβίωσης, αλλά και διαρκώς λιγότερη αίσθηση συμμετοχής στα κοινά και στις πολιτικές αποφάσεις.
Η παγκοσμιοποίηση μπορεί να έφερε γενική οικονομική άνοδο βγάζοντας χώρες του άλλοτε Τρίτου Κόσμου από τη φτώχεια, αλλά ενίσχυσε τις ανισότητες και την αίσθηση του απλού ανθρώπου ότι όλα γίνονται ερήμην του.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι εύκολο να ακουστούν φωνές που κηρύσσουν την επιστροφή σε ένα εθνικό μεγαλείο και μια εθνική υπεροχή, κάτω από μια «ασπίδα» την οποία θα κρατάει ένας ισχυρός εθνικός ηγέτης, ο οποίος θα προστατεύσει τους ανθρώπους από τη δίνη των ανεξέλεγκτων δυνάμεων. Είναι η παραδοσιακή ρητορική των ακροδεξιών πολιτικών, και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους της ανόδου του Ντόναλντ Τραμπ, παρά το γεγονός ότι στην πρώτη προεδρική θητεία του δεν έκανε και τίποτα σπουδαίο για τον απλό άνθρωπο. Περισσότερα έκανε ο Μπάιντεν, όπως δείχνουν τα οικονομικά δεδομένα.
Η πολιτική όμως δεν λειτουργεί με στατιστικές, αλλά κυρίως με το συναίσθημα και ο Τραμπ έγινε το πολιτικό πρόσωπο στο οποίο συνέκλιναν οι ελπίδες των ξεχασμένων της παγκοσμιοποίησης. Με άλλα λόγια, ο Τραμπ ίσως είναι η λάθος απάντηση σε υπαρκτά προβλήματα.
Το δόγμα «Πρώτα η Αμερική» σημαίνει ξεκάθαρα ότι όλοι οι άλλοι, ακόμα και ιστορικοί σύμμαχοι, όπως οι ευρωπαϊκές χώρες, όχι απλώς περνούν σε δεύτερη μοίρα, αλλά μπορεί να γίνουν αντίπαλοι των ΗΠΑ από τη μια μέρα στην άλλη.
Δεν ήταν βέβαια μυστικό ότι ο Τραμπ θεωρούσε «απάτη» την κλιματική αλλαγή, σε πείσμα της αρμόδιας επιτροπής του ΟΗΕ και της επιστημονικής αλήθειας, ούτε ότι σκόπευε να επαναφέρει τα ορυκτά καύσιμα στο προσκήνιο. Ωστόσο, η σπουδή και η εμφατικότητα των ενεργειών δείχνουν ότι το υπάρχον σκηνικό ανατρέπεται.
Είναι επίσης φανερό ότι πληθώρα πολιτικών ηγετών ανά τον κόσμο σπεύδουν είτε να υιοθετήσουν τη νέα λογική, είτε να πανηγυρίσουν θεωρώντας ότι η διαφαινόμενη επέλαση του τραμπισμού διεθνώς θα τους ευνοήσει στο κυνήγι της εξουσίας.
Με αυτόν τον τρόπο, η εξάπλωση του τραμπισμού διευκολύνεται.
Την ίδια ώρα, οι υποστηρικτές της διεθνούς φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, πολλοί από τους οποίους θεωρούν προνομιακό βήμα την ετήσια συγκέντρωση στο Νταβός της Ελβετίας, εκπέμπουν μηνύματα που κινούνται ανάμεσα σε μια αμήχανα ρεαλιστική θέση, ότι πρέπει να προσαρμοστούν στο νέο αμερικανικό δόγμα και να διαπραγματευτούν αναλόγως, μέχρι τον... πανικό για τις συνέπειες των πολιτικών Τραμπ διεθνώς και ειδικά στην Ευρώπη.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ μίλησε για «υπαρξιακή κρίση» στην Ευρώπη στο νέο περιβάλλον. H πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, από την πλευρά της, έδειξε πιο προσαρμοστική, υιοθετώντας εμμέσως τη γραμμή Τραμπ για το εμπόριο με κατηγορίες κατά της Κίνας για την εμπορική της πολιτική, έστω και αν επέμεινε στη ρητορική για τη σημασία της συμφωνίας για το κλίμα.
Το πρόβλημα όμως με τις αντιδράσεις των λεγόμενων «φιλελεύθερων ελίτ» στην καταιγίδα Τραμπ είναι ότι αντιδρούν σε ένα φαινόμενο για το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνες. Ξορκίζουν τον Τραμπ, ενώ είναι εκείνες που τον δημιούργησαν.
Η παγκοσμιοποίηση, με τους όρους που εξελίχθηκε, δημιούργησε στρατιές «ξεχασμένων» και οικονομικά ευάλωτων σε όλες τις κοινωνίες. Ο απλός άνθρωπος πλήρωσε τον λογαριασμό της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξέσπασε μετά το κραχ του 2008 -που ήταν ένα σημείο καμπής- με όλο και δυσκολότερους όρους επιβίωσης, αλλά και διαρκώς λιγότερη αίσθηση συμμετοχής στα κοινά και στις πολιτικές αποφάσεις.
Η παγκοσμιοποίηση μπορεί να έφερε γενική οικονομική άνοδο βγάζοντας χώρες του άλλοτε Τρίτου Κόσμου από τη φτώχεια, αλλά ενίσχυσε τις ανισότητες και την αίσθηση του απλού ανθρώπου ότι όλα γίνονται ερήμην του.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι εύκολο να ακουστούν φωνές που κηρύσσουν την επιστροφή σε ένα εθνικό μεγαλείο και μια εθνική υπεροχή, κάτω από μια «ασπίδα» την οποία θα κρατάει ένας ισχυρός εθνικός ηγέτης, ο οποίος θα προστατεύσει τους ανθρώπους από τη δίνη των ανεξέλεγκτων δυνάμεων. Είναι η παραδοσιακή ρητορική των ακροδεξιών πολιτικών, και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους της ανόδου του Ντόναλντ Τραμπ, παρά το γεγονός ότι στην πρώτη προεδρική θητεία του δεν έκανε και τίποτα σπουδαίο για τον απλό άνθρωπο. Περισσότερα έκανε ο Μπάιντεν, όπως δείχνουν τα οικονομικά δεδομένα.
Η πολιτική όμως δεν λειτουργεί με στατιστικές, αλλά κυρίως με το συναίσθημα και ο Τραμπ έγινε το πολιτικό πρόσωπο στο οποίο συνέκλιναν οι ελπίδες των ξεχασμένων της παγκοσμιοποίησης. Με άλλα λόγια, ο Τραμπ ίσως είναι η λάθος απάντηση σε υπαρκτά προβλήματα.
Γύρω από τον Τραμπ συσπειρώθηκαν όμως και τα συμφέροντα κάποιων «υπερ-πλούσιων» και μεγιστάνων της ψηφιακής οικονομίας, οι οποίοι βλέπουν τις αυτοκρατορίες τους να απειλούνται από την Κίνα, η οποία άνθισε στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον και είναι η νέα ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη.
Αρκετοί στις ΗΠΑ πιστεύουν ότι θα πρέπει να μπει φρένο στην κινεζική άνοδο όσο ακόμα οι ΗΠΑ διατηρούν την οικονομική και στρατιωτική υπεροχή, γιατί σε λίγο καιρό θα είναι αργά.
Στην πραγματικότητα, ουδείς πιστεύει σοβαρά ότι είναι δυνατόν να σταματήσει η παγκοσμιοποίηση. Είναι μια φυσική συνέπεια της τεχνολογικής προόδου. Ο πλανήτης ενοποιείται οικονομικά, επικοινωνιακά και πολιτιστικά.
Επί της ουσίας, το διακύβευμα αφορά το ποιος θα έχει την ηγεμονία.
Το ερώτημα είναι εάν η νέα ισορροπία θα διαμορφωθεί μέσα από διαπραγματεύσεις, αμοιβαίες υποχωρήσεις και ήπια προσαρμογή σε μια νέα διεθνή πραγματικότητα. Ή, αντιθέτως, οι νέες ισορροπίες θα διαμορφωθούν μέσα από συγκρούσεις;
Μέχρι στιγμής ο Τραμπ υιοθετεί συγκρουσιακή ρητορική.
Μένει να φανεί εάν η τελευταία είναι απλώς στοιχείο επικοινωνίας ή εκφράζει ένα νέο αμερικανικό δόγμα.
Αρκετοί στις ΗΠΑ πιστεύουν ότι θα πρέπει να μπει φρένο στην κινεζική άνοδο όσο ακόμα οι ΗΠΑ διατηρούν την οικονομική και στρατιωτική υπεροχή, γιατί σε λίγο καιρό θα είναι αργά.
Στην πραγματικότητα, ουδείς πιστεύει σοβαρά ότι είναι δυνατόν να σταματήσει η παγκοσμιοποίηση. Είναι μια φυσική συνέπεια της τεχνολογικής προόδου. Ο πλανήτης ενοποιείται οικονομικά, επικοινωνιακά και πολιτιστικά.
Επί της ουσίας, το διακύβευμα αφορά το ποιος θα έχει την ηγεμονία.
Το ερώτημα είναι εάν η νέα ισορροπία θα διαμορφωθεί μέσα από διαπραγματεύσεις, αμοιβαίες υποχωρήσεις και ήπια προσαρμογή σε μια νέα διεθνή πραγματικότητα. Ή, αντιθέτως, οι νέες ισορροπίες θα διαμορφωθούν μέσα από συγκρούσεις;
Μέχρι στιγμής ο Τραμπ υιοθετεί συγκρουσιακή ρητορική.
Μένει να φανεί εάν η τελευταία είναι απλώς στοιχείο επικοινωνίας ή εκφράζει ένα νέο αμερικανικό δόγμα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα