Η δεύτερη ευκαιρία της Ελλάδας
16.06.2020
08:06
Στη δεκαετία του 1980, η πατρίδα μας δέχθηκε μια αδιανόητη ως τότε εισροή κεφαλαίων από την ΕΟΚ: αγροτικές επιδοτήσεις, Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, Πακέτο Ντελόρ κ.ο.κ. Ευφορία επικράτησε στη χώρα, όμως είναι κοινός τόπος η διαπίστωση ότι τα κονδύλια εκείνα δεν είχαν το αποτέλεσμα που θα έπρεπε.
Μεγάλο ποσοστό των αγροτικών επιδοτήσεων δαπανήθηκαν σε αγροτικά αυτοκίνητα, εκσυγχρονισμό νοικοκυριών και... διασκέδαση, χωρίς να οδηγήσουν σε αναδιαρθρώσεις των καλλιεργειών και βελτίωση της παραγωγικότητας. Στον δευτερογενή και τον τριτογενή τομέα, οι κοινοτικές ενισχύσεις ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων κατευθύνθηκαν συχνά σε έργα που επιλέγονταν με το κριτήριο της εύκολης απορρόφησης των πόρων και όχι της βιωσιμότητας ή της αναγκαιότητάς τους. Κάποια έργα υπερτιμολογήθηκαν, δημιουργώντας εστίες διαφθοράς και σπαταλώντας τις ενισχύσεις, χωρίς να δημιουργήσουν ανάλογο με το ύψος της δαπάνης ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια επερχόμενη νέα μαζική εισροή κεφαλαίων από την Ε.Ε. Το μέγεθός της είναι και πάλι αδιανόητο για τα μέχρι σήμερα δεδομένα. Αν η πρόσφατη πρόταση της Κομισιόν για το πρόγραμμα «Next Generation EU» εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουλίου, η πατρίδα μας εκτιμάται ότι θα πάρει περίπου 32 δισ. ευρώ (22,5 δισ. σε επιχορηγήσεις συν 9,5 δισ. σε εγγυημένα δάνεια). Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το επόμενο ΕΣΠΑ (2021-2027), ύψους περίπου 21 δισ. Τα κονδύλια αθροίζονται για το σύνολο της περιόδου στο αστρονομικό ποσό των 53 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια σπάνια δεύτερη ευκαιρία να αλλάξουμε το παραγωγικό προφίλ της χώρας και να διασφαλίσουμε ευημερία για το μέλλον.
Τα παθήματα του παρελθόντος πρέπει να γίνουν μαθήματα για την αξιοποίηση των χρημάτων αυτών. Παρότι δεν έχουν ακόμη συμφωνηθεί εντός Ε.Ε. οι ακριβείς όροι της κατανομής και εκταμίευσης των πόρων, οι βασικές αρχές μπορούν να προβλεφθούν.
Στις συνθήκες της πανδημίας οδηγηθήκαμε εκ των πραγμάτων -και ορθώς- σε μια ανεπανάληπτη κρατική παρεμβατικότητα στην οικονομία. Είναι γεγονός ότι μια πανδημία οδηγεί σε συνθήκες στις οποίες η αγορά αποτυγχάνει να δώσει λύση. Και αυτό γιατί ο άτεγκτος μηχανισμός της προσφοράς και της ζήτησης, σε συνθήκες πανδημίας θα οδηγούσε βραχυπρόθεσμα μεγάλα τμήματα της κοινωνίας σε πραγματική λιμοκτονία! Μακροπρόθεσμα, όμως, τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την αγορά ως μηχανισμό βέλτιστης κατανομής των πόρω.
Το κράτος δεν πρέπει να υποκύψει στον πειρασμό παρεμβατικής διαχείρισης των 53 δισ. ευρώ. Ναι μεν είναι προφανές ότι σήμερα το κράτος δεν πρόκειται να γίνει επιχειρηματίας, πρέπει όμως να ελεγχθεί με αυστηρό τρόπο και το έμμεσο αποτύπωμά του στην οικονομία. Δεν πρέπει, για παράδειγμα, οι επερχόμενες μαζικές κρατικές ενισχύσεις να αποτελέσουν μηχανισμό παγίωσης του status quo σε οποιονδήποτε τομέα της αγοράς. Αν η ελεύθερη αγορά επιτυγχάνει ως μηχανισμός μακροπρόθεσμα, είναι γιατί επιτρέπει την είσοδο και την έξοδο των επιχειρήσεων - έξοδο όσων αποτυγχάνουν, είσοδο όσων επιθυμούν να προσπαθήσουν.
Η υπέρβαση των συνεπειών της πανδημίας στην οικονομία επιβάλλει μια οιονεί σοσιαλιστική διαχείριση του βραχυπρόθεσμου ορίζοντα (μηνιαία επιδόματα κ.λπ.), ταυτόχρονα όμως καθιστά περισσότερο αναγκαία τη διαχείριση των επενδύσεων στη βάση των αρχών της ελεύθερης αγοράς. Μια φιλελεύθερη αλλά όχι δογματική κυβέρνηση, όπως η σημερινή, έχει τις προϋποθέσεις να επιτύχει αυτή τη σύνθεση των προσεγγίσεων.
Σε ό,τι αφορά τις δημόσιες επενδύσεις, εν όψει του νέου πακέτου πρέπει επειγόντως να απαλλαγούμε από χρονίζοντα προβλήματα του θεσμικού πλαισίου. Οι τιμές εργασιών και υλικών βάσει των οποίων συντάσσονται οι προϋπολογισμοί των δημόσιων έργων είναι εκτός σημερινής πραγματικότητας. Αυτό οδηγεί σε υπερβολικά υψηλούς προϋπολογισμούς, δίνοντας κίνητρο και περιθώριο για συνεννοήσεις μεταξύ υποψηφίων εργοληπτών, οι οποίες καταργούν στην πράξη τον ανταγωνισμό, οδηγώντας σε κατασπατάληση πόρων. Απαιτείται όχι απλώς αναθεώρηση των τιμών προϋπολογισμού, αλλά και θεσμοθέτηση ενός νέου μηχανισμού διαρκούς επικαιροποίησής τους και σύνδεσής τους με τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά.
Οι προϋποθέσεις για επιτυχή διαχείριση των νέων δυνατοτήτων δεν εξαντλούνται στον πολιτικό και θεσμικό σχεδιασμό: σε μιας τέτοιας κλίμακας προσπάθεια απαιτείται συναίνεση και συνειδητή προσπάθεια της κοινωνίας. Πόσο μάλλον αφού δεν θα είναι χωρίς δυσκολίες ο δρόμος. Τα χρήματα του Next Generation EU δημιουργούν προϋποθέσεις ουσιαστικής ανάπτυξης, δεν μπορούν όμως να αντικαταστήσουν τα χρήματα που θα λείψουν από την κατανάλωση το 2020 (και ίσως το 2021) λόγω της κάμψεως του τουρισμού και της γενικότερης ύφεσης.
Το 2020 είδαμε να γεννιέται μια νέα εθνική αυτοπεποίθηση στον τόπο μας. Διαπιστώθηκε σε ασύνδετα μεταξύ τους περιστατικά: στη σθεναρή μας στάση στην κρίση των συνόρων, στη συνετή μας στάση στην υγειονομική κρίση. Αυτή η νέα εθνική αυτοπεποίθηση μαζί με την υπευθυνότητα που τη συνοδεύει μπορεί να αποτελέσει κλειδί και για την υπέρβαση των δυσκολιών στην πορεία ανάταξης της οικονομίας μας.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια επερχόμενη νέα μαζική εισροή κεφαλαίων από την Ε.Ε. Το μέγεθός της είναι και πάλι αδιανόητο για τα μέχρι σήμερα δεδομένα. Αν η πρόσφατη πρόταση της Κομισιόν για το πρόγραμμα «Next Generation EU» εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουλίου, η πατρίδα μας εκτιμάται ότι θα πάρει περίπου 32 δισ. ευρώ (22,5 δισ. σε επιχορηγήσεις συν 9,5 δισ. σε εγγυημένα δάνεια). Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το επόμενο ΕΣΠΑ (2021-2027), ύψους περίπου 21 δισ. Τα κονδύλια αθροίζονται για το σύνολο της περιόδου στο αστρονομικό ποσό των 53 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια σπάνια δεύτερη ευκαιρία να αλλάξουμε το παραγωγικό προφίλ της χώρας και να διασφαλίσουμε ευημερία για το μέλλον.
Τα παθήματα του παρελθόντος πρέπει να γίνουν μαθήματα για την αξιοποίηση των χρημάτων αυτών. Παρότι δεν έχουν ακόμη συμφωνηθεί εντός Ε.Ε. οι ακριβείς όροι της κατανομής και εκταμίευσης των πόρων, οι βασικές αρχές μπορούν να προβλεφθούν.
Στις συνθήκες της πανδημίας οδηγηθήκαμε εκ των πραγμάτων -και ορθώς- σε μια ανεπανάληπτη κρατική παρεμβατικότητα στην οικονομία. Είναι γεγονός ότι μια πανδημία οδηγεί σε συνθήκες στις οποίες η αγορά αποτυγχάνει να δώσει λύση. Και αυτό γιατί ο άτεγκτος μηχανισμός της προσφοράς και της ζήτησης, σε συνθήκες πανδημίας θα οδηγούσε βραχυπρόθεσμα μεγάλα τμήματα της κοινωνίας σε πραγματική λιμοκτονία! Μακροπρόθεσμα, όμως, τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την αγορά ως μηχανισμό βέλτιστης κατανομής των πόρω.
Το κράτος δεν πρέπει να υποκύψει στον πειρασμό παρεμβατικής διαχείρισης των 53 δισ. ευρώ. Ναι μεν είναι προφανές ότι σήμερα το κράτος δεν πρόκειται να γίνει επιχειρηματίας, πρέπει όμως να ελεγχθεί με αυστηρό τρόπο και το έμμεσο αποτύπωμά του στην οικονομία. Δεν πρέπει, για παράδειγμα, οι επερχόμενες μαζικές κρατικές ενισχύσεις να αποτελέσουν μηχανισμό παγίωσης του status quo σε οποιονδήποτε τομέα της αγοράς. Αν η ελεύθερη αγορά επιτυγχάνει ως μηχανισμός μακροπρόθεσμα, είναι γιατί επιτρέπει την είσοδο και την έξοδο των επιχειρήσεων - έξοδο όσων αποτυγχάνουν, είσοδο όσων επιθυμούν να προσπαθήσουν.
Η υπέρβαση των συνεπειών της πανδημίας στην οικονομία επιβάλλει μια οιονεί σοσιαλιστική διαχείριση του βραχυπρόθεσμου ορίζοντα (μηνιαία επιδόματα κ.λπ.), ταυτόχρονα όμως καθιστά περισσότερο αναγκαία τη διαχείριση των επενδύσεων στη βάση των αρχών της ελεύθερης αγοράς. Μια φιλελεύθερη αλλά όχι δογματική κυβέρνηση, όπως η σημερινή, έχει τις προϋποθέσεις να επιτύχει αυτή τη σύνθεση των προσεγγίσεων.
Σε ό,τι αφορά τις δημόσιες επενδύσεις, εν όψει του νέου πακέτου πρέπει επειγόντως να απαλλαγούμε από χρονίζοντα προβλήματα του θεσμικού πλαισίου. Οι τιμές εργασιών και υλικών βάσει των οποίων συντάσσονται οι προϋπολογισμοί των δημόσιων έργων είναι εκτός σημερινής πραγματικότητας. Αυτό οδηγεί σε υπερβολικά υψηλούς προϋπολογισμούς, δίνοντας κίνητρο και περιθώριο για συνεννοήσεις μεταξύ υποψηφίων εργοληπτών, οι οποίες καταργούν στην πράξη τον ανταγωνισμό, οδηγώντας σε κατασπατάληση πόρων. Απαιτείται όχι απλώς αναθεώρηση των τιμών προϋπολογισμού, αλλά και θεσμοθέτηση ενός νέου μηχανισμού διαρκούς επικαιροποίησής τους και σύνδεσής τους με τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά.
Οι προϋποθέσεις για επιτυχή διαχείριση των νέων δυνατοτήτων δεν εξαντλούνται στον πολιτικό και θεσμικό σχεδιασμό: σε μιας τέτοιας κλίμακας προσπάθεια απαιτείται συναίνεση και συνειδητή προσπάθεια της κοινωνίας. Πόσο μάλλον αφού δεν θα είναι χωρίς δυσκολίες ο δρόμος. Τα χρήματα του Next Generation EU δημιουργούν προϋποθέσεις ουσιαστικής ανάπτυξης, δεν μπορούν όμως να αντικαταστήσουν τα χρήματα που θα λείψουν από την κατανάλωση το 2020 (και ίσως το 2021) λόγω της κάμψεως του τουρισμού και της γενικότερης ύφεσης.
Το 2020 είδαμε να γεννιέται μια νέα εθνική αυτοπεποίθηση στον τόπο μας. Διαπιστώθηκε σε ασύνδετα μεταξύ τους περιστατικά: στη σθεναρή μας στάση στην κρίση των συνόρων, στη συνετή μας στάση στην υγειονομική κρίση. Αυτή η νέα εθνική αυτοπεποίθηση μαζί με την υπευθυνότητα που τη συνοδεύει μπορεί να αποτελέσει κλειδί και για την υπέρβαση των δυσκολιών στην πορεία ανάταξης της οικονομίας μας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr