H επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ
Marco Vicenzino

Marco Vicenzino

H επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ

Τι σημαίνει η έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας για τις Προεδρικές Εκλογές του 2024 από τον Ντόναλντ Τραμπ

Η όψιμη ανακοίνωση από τον Ντόναλντ Τραμπ της τρίτης του προσπάθειας για την προεδρία σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη του προεκλογικού αγώνα των Προεδρικών Εκλογών του 2024 στις ΗΠΑ. Η απόφασή του να ανακοινώσει πρώτος την υποψηφιότητά του έχοντας το πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης, σχεδιάστηκε εν πολλοίς ώστε πρώτον, να εξουδετερώσει τυχόν άλλες υποψηφιότητες στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα και δεύτερον και αν το κατορθώσει, να είναι στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Όμως μια τέτοια απόφαση μπορεί μακροπρόθεσμα να γυρίσει εναντίον του αν υπάρξουν σημεία κορεσμού από την συνεχή του παρουσία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για άλλες υποψηφιότητες.

Επιπροσθέτως, με τόσες νομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο, μια νίκη του στις εκλογές θα του έδινε επαρκή νομική ασυλία.

Επίσης, με την κίνησή του αυτή αποσυνδέει τον εαυτό του από κάθε ευθύνη για τα πενιχρά αποτελέσματα των Ρεπουμπλικάνων στις πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές. Ακόμα και τα πιό αρνητικά για αυτόν ΜΜΕ δεν θα τον κανουν να παρεκκλίνει της πορείας του γιατί για τον Τραμπ μια δεύτερη θητεία είναι κάτι σαν το άγιο δισκοπότηρό. Τίποτα δεν θα τον αποτρέψει απο το να την πετύχει. Παραμένει ο μοναδικός του στόχος και η εμμονή του.

Όμως μία επανάληψη όσων συνέβησαν στις προκριματικές εκλογές του 2016 όταν με μία κίνηση ο Τραμπ “εξαφανισε” πάνω από μια δωδεκάδα συνυποψηφίους του δεν πρόκειται να ξανασυμβεί - γιατι απλώς δεν θα αρκεί. Στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα υπάρχουν πλέον νέες πραγματικότητες και ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο ανταγωνισμού. Η πλευρά του Τραμπ θα υπογραμμίζει συνεχώς τα επιτεύγματά του όπως την διευρυμένη πλειοψηφία του στο Ανώτατο Δικαστήριο, την ακμάζουσα οικονομία στην περίοδο πριν την πανδημία και την παράδοση των εμβολίων σε χρόνο ρεκόρ. Για όσους όμως είναι εναντίον του, η κληρονομία του Τραμπ ειναι η έφοδός του στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2020, η τοξική ρητορική, η πολιτική πόλωση και πολλά άλλα.

Η είσοδος του Ρον Ντεσάντις

Ξεκάθαρος νικητής των ενδιαμεσων εκλογών ήταν ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον Ντεσάντις. Κατατροπώνοντας τον αντίπαλό του κατα σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες και βοηθώντας άλλους Ρεπουμπλικάνους σε όλη την χώρα, ο Ρον Ντεσάντις επικύρωσε επισήμως τον ρόλο του σαν ένας πολύ κατάλληλος υποψήφιος με ευρεία εθνική υπόσταση και απήχηση πέρα από την συντηρητική βαση των Ρεπουμπλικάνων, ιδιαίτερα μεταξύ των ανεξάρτητων που θα μπορουσαν να καθορίσουν το αποτέλεσμα των εκλογών του 2024.

Η άνοδος του Ντεσάντις περιπλέκει την πολιτική επιστροφή του Τραμπ και ταυτόχρονα αποτελεί την κύρια απειλή για τους Δημοκρατικούς για τις εκλογές. Αν ο Ντεσάντις, αποφασίσει να διεκδικήσει την προεδρία του 2024, θα έχει να αντιμετωπίσει επίθεση από δύο πλευρές: του Τραμπ και ολόκληρου του Δημοκρατικού κόμματος.

Ο Ντεσάντις δεχτηκε ένα μπαραζ απο προσωπικές επιθέσεις εκ μέρους του Τραμπ τόσο πριν όσο και μετά τις ενδιαμεσες εκλογές. Ευφυώς δεν απάντησε σε καμία από αυτές τις επιθέσεις. Απλώς παρακάλεσε τα ΜΜΕ “να ελέγξουν τον πίνακα των αποτελεσμάτων” την ημέρα των εκλογών. Όσον αφορά στο μελλον, το μόνο που μπορεί να συμβεί είναι με την παροδο του χρόνου να ενταθούν οι εναντίον του επιθεσεις από τον Τραμπ. Η στρατηγική του Τραμπ να πιέζει τα πάντα στα όρια έχει σχεδιαστεί ώστε να αποτρέψει και άλλους υποψηφιους του Ρεπουμπλικανικού κόμματος απο το να τον ανταγωνιστούν για την θεση του υποψηφίου του Ρεπουμπλικανικού κόμματος συμπεριλαμβανομένων του πρώην αντιπροέδρου του Μάικ Πενς και του πρώην υπουργού του των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.

Το 2022, για τις ανάγκες της εκστρατείας του ο 44χρονος Ντεσάντις απέδειξε την ικανότητά του στην χρηματοδότηση, συγκεντρώνοντας περίπου 200 εκατ. δολάρια - περισσότερα από τον Τραμπ την ίδια περίοδο αλλά και από κάθε άλλον υποψήφιο στα χρονικά των ΗΠΑ. Από αυτά, τα 90 εκατ. παραμένουν διαθέσιμα για την προεδρική εκστρατεία του. Επιπρόσθετα ήδη τον υποστηρίζουν μερικοί από τους πλουσιότερους Ρεπουμπλικάνους.

Κλείσιμο
Για τους επόμενους μήνες και μέχρι να αρχίσει πραγματικά η προκριματική εκστρατεία του 2024 για το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, ο Ντεσάντις πρέπει να παραμείνει συγκεντρωμένος στην τρέχουσα πορεία του, να αποφύγει την άμεση αντιπαράθεση με τον Τραμπ και να είναι ένας αποτελεσματικός Κυβερνήτης που παραγει έργο και αποτελέσματα. Δηλαδή να επενδύσει σε μια πιο πραγματιστική πολιτική της οποίας τα επιτεύγματα να εστιάζονται στην ευημερία των απλών πολιτών. Στις αντίστοιχες εκστρατείες τους ως κυβερνήτες το 2021 και 2022 οι Γκλεν Γιάνγκιν απο την Βιρτζίνια και ο Μπράιαν Κεμπ της Τζώρτζια εκαναν το ίδιο και το αποτέλεσμα ήταν αντίστοιχες νίκες τους.

Επιπλέον τα μηνύματα του Ντεσάντις, πρέπει να περιστρέφονται συνεχώς γύρω από ένα αισιόδοξο μελλοντικό όραμα. Εν μέσω της τωρινής ζοφερής πραγματικότητας, οι ψηφοφόροι λαχταρούν μια ελπιδοφόρα, θετική προοπτική και όχι έναν “θυμό” που έχει τις ρίζες του σε παράπονα του παρελθόντος, είτε αυτά είναι πραγματικά είτε όχι.

Μόλις ξεκινήσουν οι προκριματικές εκλογές για τους Ρεπουμπλικάνους, η σύγκρουση με τον Τραμπ θα είναι αναπόφευκτη, αλλά τώρα είναι η ώρα για τον Ντεσάντις, αλλά και κάθε άλλο υποψήφιο, να βάλουν τις βάσεις και να στεριώσουν τις θέσεις τους εν όψει της “αιματηρής” μάχης που αναμένεται.

Εάν αυτές οι εκλογές γίνονταν σήμερα, ο Τραμπ θα ειχε κάποιο προβαδισμα έχοντας ανακοινώσει πρώτος την υποψηφιότητά του, παρά την πρόσφατη μετά τις ενδιάμεσες εκλογές δημοσκόπηση, που έδειξε ότι οι Ρεπουμπλικάνοι προτιμούν τον Ντεσάντις.

Ενα μαθημα απο τις προκριματικές των Ρεπουμπλικάνων του 2016, είναι ότι μια παρατεταμένη προεκλογική εκστρατεία με πολλούς υποψηφίους λειτουργεί υπέρ του Τραμπ, ιδιαίτερα καθώς προς το παρόν ελέγχει το ένα τρίτο ή και περισσότερο της εκλογικής βάσης του κόμματος, αλλά αυτό είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου.

Υπάρχουν πολλες άγνωστες παράμετροι εάν ακολουθήσει μια “ένας προς έναν” μονομαχία μεταξύ Τραμπ και Ντεσάντις. Ωστόσο, με τις προκριματικές να ξεκινουν στις αρχές του 2024, το πολιτικό τοπίο θα αλλάζει γρήγορα στις τάξεις των ρεπουμπλικάνων. Μετά τις συνεχόμενες κρίσιμες εκλογικές ήττες, ακούγονται εκκλήσεις για αλλαγή γενιάς στην ηγεσία και η ανάγκη να “προχωρήσει” το κόμμα στην μετά-Τραμπ εποχη και την εμμονή του με το παρελθόν των εκλογων του 2020. Αυτή η επιμονή για αλλαγή, επικεντρώνεται περισσότερο στο πρόσωπο του Τραμπ και λιγότερο στις πολιτικές του.

Στις πρόσφατες προκριματικές εκλογές, οι υποστηριζόμενοι απο τον Τραμπ υποψήφιοι κερδισαν ευκολα σε πολιτείες που οι Ρεπουμπλικάνοι κυριαρχούσαν συντριπτικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό έχασαν σε πιο ανταγωνιστικές πολιτείες όπως η Πενσυλβάνια και η Αριζόνα, οι οποίες πιθανόν να αναδείξουν τον νικητή των εκλογών του 2024.

Οι προεδρίες του Τζον Κεννεντυ το 1960 και του Μπιλ Κλίντον το 1992 σηματοδότησαν αλλαγη γενεών στην ηγεσία των ΗΠΑ. Το 2024 νεότερες προσωπικότητες όπως του Ρον Ντεσάντις και του Γκλεν Γιούνγκιν θα προσπαθήσουν να εμφανιστουν ως οι εκπρόσωποι μιας νέας γενιάς ηγεσίας τόσο στις ταξεις των ρεπουμπλικάνων όσο και πέρα από αυτες.

Ο παράγοντας Μπάιντεν

Ενθαρρυμενος απο τα καλύτερα του αναμενομένου αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών, ο 80χρονος Τζο Μπάιντεν έχει ανακοινώσει επίσημα ότι θα είναι υποψήφιος για μια 2η θητεία. Ωστόσο η ηλικία, η υγεία αλλά και οι δυνητικοί Δημοκρατικοί αντίπαλοί του φαίνονται σαν απειλητικοί παράγοντες.

Επιπλέον οι λάθος δημοσκοπήσεις στις ενδιάμεσες εκλογές δημιούργησαν ψευδείς προσδοκίες με αποτέλεσμα τα καλύτερα τελικά αποτελέσματα να δημιουργήσουν την παραπλανητική αντίληψη ότι ο Μπάιντεν ήταν εκείνος που πετυχε την νίκη. Αναμφισβήτητα όμως στην καλύτερη περίπτωση είναι να εχει πετύχει μια ισοπαλία.

Η πραγματικότητα είναι πως οι ενδιάμεσες εκλογές επιβεβαίωσαν οτι οι ΗΠΑ είναι βαθιά διχασμένες και πολωμένες. Η συντριπτική πλειοψηφία των εν ενεργεια γερουσιαστών και κυβερνητών κέρδισε στις εκλογές. Οι Ανεξάρτητοι μετακινήθηκαν λίγο περισσότερο προς τους Δημοκρατικούς κυρίως λόγω Τραμπ.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι Αμερικανοί δεν θέλουν ούτε τον Τραμπ ούτε τον Μπάιντεν ως επιλογές για το 2024. Ωστόσο οι Δημοκρατικοί θα προτιμούσαν σαφώς τον Τραμπ ως υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. Τον θεωρούν ως τον πιό ευάλωτο και τον πιό αδύναμο κρίκο μεταξύ των Ρεπουμπλικανών σε γενικές εκλογές. Από την άλλη μεριά ο Μπάιντεν είναι σαφώς εξίσου ευάλωτος απέναντι σε έναν νέο Ρεπουμπλικάνων υποψήφιο όπως ο Ντεσάντις.

Για χάρη του κόμματός του, του έθνους και του εαυτού του, ο Τζο Μπάιντεν δεν θα έπρεπε να είναι υποψήφιος το 2024. Η πρόσφατη προεκλογική εκστρατεία του 2022 ήταν γεμάτη από γκάφες του, ειδικά σε σύγκριση με έναν πιο δυναμικό Μπαράκ Ομπάμα που συμμετείχε στην εκστρατεία. Το 2024 οι Ρεπουμπλικάνοι θα ειναι ανελέητοι και αμείλικτοι για την σωματική και ψυχική του υγεία.

Για τους Δημοκρατικούς, το 2020 ο Μπάιντεν ήταν μια μεταβατική προσωπικότητα ή ο χαμηλότερος κοινός παρονομαστής που θα μπορούσε να κρατήσει το κόμμα ενωμένο και να αποτρέψει μια δεύτερη θητεία του Τραμπ. Τα κατάφεραν.

Ωστόσο, στην πολιτική όλοι έχουν ημερομηνία λήξης, την οποία ο Μπάιντεν πλησιάζει σύντομα. Το καλύτερο ειναι να φυγει με μια ελεγχόμενη έξοδο στο τέλος της θητείας του και να επιτρέψει σε μια νέα γενιά ηγετών να αναλάβει τα ηνία της Αμερικής το 2024.

*Ο Marco Vicenzino είναι σύμβουλος διεθνούς στρατηγικής στο Λονδίνο για τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης