Γιατί ο Τσίπρας μπορεί να ηττηθεί στρατηγικά
Μπάμπης Κούτρας
Γιατί ο Τσίπρας μπορεί να ηττηθεί στρατηγικά
Πολλά μπορεί να καταμαρτυρήσει κανείς στον Γιάννη Μπουτάρη, το μόνο όμως που δεν μπορεί να του αρνηθεί είναι ότι διαθέτει το καθαρό μυαλό που του επέτρεψε να διαπιστώσει πως η στήριξη την οποία έσπευσε να του προσφέρει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, συνοδεύοντάς τη μάλιστα με την... προφητεία «Γιάννη, θα σκίσεις στις εκλογές», τον απομάκρυνε από τη δημαρχία της Θεσσαλονίκης.
Στον Δήμο Θεσσαλονίκης χρειάστηκε τελικά να... καταφύγουν στην Κατερίνα Νοτοπούλου, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμη υποψήφιο στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και είναι πολύ αμφίβολο ότι θα βρεθεί εντέλει σοβαρός άνθρωπος για να αναλάβει τη δύσκολη αποστολή της ήττας.
Οσο και αν ισχυριστεί κάποιος ότι η Θεσσαλονίκη και η Κεντρική Μακεδονία έχουν, λόγω της διαβόητης Συμφωνίας των Πρεσπών, ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ, που οι δημοσκοπήσεις τον θέλουν να φλερτάρει με μονοψήφια ποσοστά, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι τα προβλήματα εξεύρεσης υποψηφίων του για τις αυτοδιοικητικές εκλογές περιορίζονται στη Βόρεια Ελλάδα.
Από την Αθήνα έως την Αλεξανδρούπολη και από το Ηράκλειο Κρήτης έως τα Ιωάννινα, σχεδόν δεν υπάρχει περιοχή που να μην παρατηρείται το εξής άνευ προηγουμένου στα πολιτικά χρονικά φαινόμενο: Αντί να σφάζονται οι υποψήφιοι για το ποιος θα εξασφαλίσει το χρίσμα του κυβερνώντος κόμματος, στην Κουμουνδούρου ψάχνουν με το φανάρι να βρουν στελέχη, είτε εντός είτε εκτός ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία θα δεχθούν να κατέβουν στις κάλπες. Υποχρεωτικά ο ΣΥΡΙΖΑ στοιχίζεται πίσω από τους υποψηφίους του ΚΙΝ.ΑΛ.! Και δεν είναι μόνο η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι και το συνδικαλιστικό κίνημα και οι επαγγελματικές ενώσεις και τα πανεπιστήμια όπου ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ελάχιστες δυνάμεις και χαμηλές εκλογικές επιδόσεις.
Η εξήγηση γι’ αυτή την πρωτοφανή κατάσταση σχετίζεται άμεσα με τη δημιουργία και την εξέλιξη του σημερινού κυβερνώντος κόμματος. Η πλειονότητα των κεντρικών στελεχών προέρχεται από το πρώην 3%, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το κόμμα που έδινε μάχη να μπει στη Βουλή. Κατάφερε όμως να κερδίσει την εξουσία γιατί, πρώτον, η προερχόμενη κατά βάση από το πάλαι ποτέ ΚΚΕ Εσωτερικού κομμουνιστογενής παρέα του Αλέξη Τσίπρα ήρθε κοντά με τη λαϊκοδεξιά ομάδα του Πάνου Καμμένου. Κοινό στοιχείο το φαντασιακό και δήθεν αντιμνημονιακό αφήγημα που κατέρρευσε παταγωδώς με βαριές συνέπειες για τις τσέπες και τις ζωές όλων μας, προτού καν συμπληρωθούν έξι μήνες από τον αλλοπρόσαλλο πολιτικό γάμο του 2015.
Και, δεύτερον, ο μοναδικός συνδετικός ιστός που ενώνει τη Γεροβασίλη με την Παπακώστα, τον Πολάκη και τον Μπαλτά με την Ξενογιαννακοπούλου, τον Κουίκ με την Τζάκρη ή τον Κοτσακά με τον Μπαλαούρα δεν είναι παρά η αμοραλιστική προσήλωση στην κυβερνητική εξουσία και τα θεμιτά και αθέμιτα προνόμια που αυτή εξασφαλίζει.
Γι’ αυτό ας μην υπάρχουν αυταπάτες. Μπορεί οι μετρήσεις της κοινής γνώμης να δείχνουν ότι, αν γίνονταν τώρα εκλογές, οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ πιθανότατα θα κυμαίνονταν σε ποσοστά της τάξης του 20% με 25%, στην πραγματικότητα, όμως, η δύναμή του είναι πολύ μικρότερη και χωρίς κοινωνικές αναφορές.
Ο Αλέξης Τσίπρας συνεχίζει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων, ελπίζοντας να εξαγοράσει την ψήφο τους με επιδόματα και να εκμαυλίσει τη συνείδησή τους με υποσχέσεις για διορισμούς και σε ένα βαθμό θα το επιτύχει. Η πραγματική εικόνα για το πολιτικό του μέλλον όμως είναι πιο ξεκάθαρη στον μαζικό χώρο -εργατικά σωματεία, επαγγελματικές ενώσεις, ακόμη και οργανώσεις δημοσίων υπαλλήλων- όπου στήνονται κάλπες. Οι Συριζαίοι υποψήφιοι καταποντίζονται παντού.
Ετσι, ακόμη και αν αποφασίσει ο κ. Τσίπρας να μη στήσει όλες μαζί τις κάλπες (βουλευτικές, ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές), δύσκολα θα αποφευχθεί η ήττα που αναμένει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν προηγηθούν οι βουλευτικές, τότε στις ευρωεκλογές και στις τοπικές εκλογές του Μαΐου, οι κυβερνητικοί υποψήφιοι δεν θα βρουν ούτε τη δική τους ψήφο. Αν, αντιθέτως, αφήσει για τον Οκτώβριο τις βουλευτικές, τότε μετά την πανωλεθρία που θα υποστεί το κυβερνών κόμμα τον Μάιο, το φθινόπωρο θα μιλάμε για στρατηγική ήττα.
Οσο και αν ισχυριστεί κάποιος ότι η Θεσσαλονίκη και η Κεντρική Μακεδονία έχουν, λόγω της διαβόητης Συμφωνίας των Πρεσπών, ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ, που οι δημοσκοπήσεις τον θέλουν να φλερτάρει με μονοψήφια ποσοστά, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι τα προβλήματα εξεύρεσης υποψηφίων του για τις αυτοδιοικητικές εκλογές περιορίζονται στη Βόρεια Ελλάδα.
Από την Αθήνα έως την Αλεξανδρούπολη και από το Ηράκλειο Κρήτης έως τα Ιωάννινα, σχεδόν δεν υπάρχει περιοχή που να μην παρατηρείται το εξής άνευ προηγουμένου στα πολιτικά χρονικά φαινόμενο: Αντί να σφάζονται οι υποψήφιοι για το ποιος θα εξασφαλίσει το χρίσμα του κυβερνώντος κόμματος, στην Κουμουνδούρου ψάχνουν με το φανάρι να βρουν στελέχη, είτε εντός είτε εκτός ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία θα δεχθούν να κατέβουν στις κάλπες. Υποχρεωτικά ο ΣΥΡΙΖΑ στοιχίζεται πίσω από τους υποψηφίους του ΚΙΝ.ΑΛ.! Και δεν είναι μόνο η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι και το συνδικαλιστικό κίνημα και οι επαγγελματικές ενώσεις και τα πανεπιστήμια όπου ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ελάχιστες δυνάμεις και χαμηλές εκλογικές επιδόσεις.
Η εξήγηση γι’ αυτή την πρωτοφανή κατάσταση σχετίζεται άμεσα με τη δημιουργία και την εξέλιξη του σημερινού κυβερνώντος κόμματος. Η πλειονότητα των κεντρικών στελεχών προέρχεται από το πρώην 3%, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το κόμμα που έδινε μάχη να μπει στη Βουλή. Κατάφερε όμως να κερδίσει την εξουσία γιατί, πρώτον, η προερχόμενη κατά βάση από το πάλαι ποτέ ΚΚΕ Εσωτερικού κομμουνιστογενής παρέα του Αλέξη Τσίπρα ήρθε κοντά με τη λαϊκοδεξιά ομάδα του Πάνου Καμμένου. Κοινό στοιχείο το φαντασιακό και δήθεν αντιμνημονιακό αφήγημα που κατέρρευσε παταγωδώς με βαριές συνέπειες για τις τσέπες και τις ζωές όλων μας, προτού καν συμπληρωθούν έξι μήνες από τον αλλοπρόσαλλο πολιτικό γάμο του 2015.
Και, δεύτερον, ο μοναδικός συνδετικός ιστός που ενώνει τη Γεροβασίλη με την Παπακώστα, τον Πολάκη και τον Μπαλτά με την Ξενογιαννακοπούλου, τον Κουίκ με την Τζάκρη ή τον Κοτσακά με τον Μπαλαούρα δεν είναι παρά η αμοραλιστική προσήλωση στην κυβερνητική εξουσία και τα θεμιτά και αθέμιτα προνόμια που αυτή εξασφαλίζει.
Γι’ αυτό ας μην υπάρχουν αυταπάτες. Μπορεί οι μετρήσεις της κοινής γνώμης να δείχνουν ότι, αν γίνονταν τώρα εκλογές, οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ πιθανότατα θα κυμαίνονταν σε ποσοστά της τάξης του 20% με 25%, στην πραγματικότητα, όμως, η δύναμή του είναι πολύ μικρότερη και χωρίς κοινωνικές αναφορές.
Ο Αλέξης Τσίπρας συνεχίζει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων, ελπίζοντας να εξαγοράσει την ψήφο τους με επιδόματα και να εκμαυλίσει τη συνείδησή τους με υποσχέσεις για διορισμούς και σε ένα βαθμό θα το επιτύχει. Η πραγματική εικόνα για το πολιτικό του μέλλον όμως είναι πιο ξεκάθαρη στον μαζικό χώρο -εργατικά σωματεία, επαγγελματικές ενώσεις, ακόμη και οργανώσεις δημοσίων υπαλλήλων- όπου στήνονται κάλπες. Οι Συριζαίοι υποψήφιοι καταποντίζονται παντού.
Ετσι, ακόμη και αν αποφασίσει ο κ. Τσίπρας να μη στήσει όλες μαζί τις κάλπες (βουλευτικές, ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές), δύσκολα θα αποφευχθεί η ήττα που αναμένει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν προηγηθούν οι βουλευτικές, τότε στις ευρωεκλογές και στις τοπικές εκλογές του Μαΐου, οι κυβερνητικοί υποψήφιοι δεν θα βρουν ούτε τη δική τους ψήφο. Αν, αντιθέτως, αφήσει για τον Οκτώβριο τις βουλευτικές, τότε μετά την πανωλεθρία που θα υποστεί το κυβερνών κόμμα τον Μάιο, το φθινόπωρο θα μιλάμε για στρατηγική ήττα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα