Στον ΣΥΡΙΖΑ διαβάζουν τα γκάλοπ και περιμένουν το... θαύμα
Νίκος Φελέκης

Νίκος Φελέκης

Στον ΣΥΡΙΖΑ διαβάζουν τα γκάλοπ και περιμένουν το... θαύμα

Ο Λάζαρος αναστήθηκε. Και το Σάββατο, έστω και νωρίς, θα αναστηθεί και ο Ιησούς. Μπορούν, άραγες, να αναστηθούν ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ; Και πότε; Όσοι παρακολουθούν επισταμένως τις δημοσκοπήσεις και αναλύουν τα ποιοτικά ευρήματα και τις τάσεις των ερευνών, δεν το αποκλείουν. Προσώρας, μοιάζει με θαύμα εν τούτοις υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις που, εφόσον συντρέξουν, θα μπορούσε η επόμενη εκλογική αναμέτρηση να εξελιχθεί σε ντέρμπι. Ας δούμε συγκεκριμένα τα συμπεράσματα τα οποία προκύπτουν από το σύνολο των δημοσκοπήσεων και τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος από τις τελευταίες εκλογές και εντεύθεν. 

  1. Για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να ελπίζει στην ...ανάστασή του, σύμφωνα με τις γνώμες των ειδημόνων περί τα εκλογικά, θα πρέπει μέχρι τα τέλη του ενεστώτος έτους να έχει αλλάξει ριζικά την εικόνα του. Ένας νέος και διαφορετικός ΣΥΡΙΖΑ -και εφόσον η τάση φθοράς της ΝΔ συνεχιστεί και το 2021 και δεν ανακοπεί από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα οικονομικά μέτρα που θα λάβει - έχει ελπίδες να μετατρέψει την εκλογική αναμέτρηση σε ντέρμπι. Οι αναλυτές και οι δημοσκόποι, διατείνονται ότι στην περίπτωση αυτή ο δικομματισμός θα κυμανθεί κάτω από το 70%. Πιθανότατα στα επίπεδα του 2015. Και με τα ποσοστά της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ να κυμαίνεται μεταξύ 30-34%. Το κρίσιμο μέγεθος για τις εξελίξεις είναι η οικονομία. Καθοριστικό ρόλο στην ψήφο των μετακινούμενων και αναποφάσιστων ψηφοφόρων, μετά την πανδημία, θα παίξουν, όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, τα οικονομικά και φορολογικά μέτρα. Η μικρομεσαία τάξη, η ψήφος της οποίας συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξη του νικητή των εκλογών, αυτή τη στιγμή "αγωνιά" και "φοβάται", ελπίζει δε "να βρέξει χρήμα και θέσεις εργασίας από τις Βρυξέλες". 
  2. Με βάση τα ποιοτικά ευρήματα οι ψηφοφόροι δεν θεωρούν, όπως τον Ιούνιο του 2020, ότι οι επιπτώσεις από την πανδημία θα είναι πρόσκαιρες. Από τον Οκτώβριο Νοέμβριο και μετά ο φόβος και η ανασφάλεια για την επόμενη ημέρα κυριαρχούν. Περισσότερο ανήσυχοι εμφανίζονται οι νέοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι μικρομεσαίοι, οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα και γενικά η μεσαία τάξη. Αν η κυβέρνηση δεν καταφέρει το επόμενο διάστημα -και οπωσδήποτε με την επιστροφή στην κανονικότητα- να βελτιώσει τον δείκτη αισιοδοξίας (τον Δεκέμβριο η απαισιοδοξία ξεπερνούσε το 60% με την αισιοδοξία να βρίσκεται κάτω από το 15%) και δεν λάβει μέτρα ανακούφισης και ανάκαμψης των κοινωνικών στρωμάτων που πλήττονται, τότε ένας "νέος" και "διαφορετικός" (σε πολιτικές, πρόσωπα και προτεραιότητες) ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ελπίζει. Αν πάντως η οικονομική πολιτική της ΝΔ -από το δεύτερο εξάμηνο του 2021 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022- πετύχει, ο ΣΥΡΙΖΑ "ότι και να κάνει δεν προλαβαίνει να γυρίσει το παιχνίδι", αποφαίνονται οι ειδήμονες. Το ερώτημα, που θέτουν ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αν η ΝΔ μπορεί να αλλάξει την ατζέντα της και να αρχίσει να λαμβάνει "φιλολαϊκά" μέτρα. Κατ' αυτούς είναι σχεδόν απίθανο, "επειδή η πολιτική της, όπως εκφράζεται στη σκέψη Μητσοτάκη και συμπυκνώνεται στα σχέδιο Πισσαρίδη και  Ταμείου Ανάκαμψης, είναι υπέρ των ολίγων και των ελίτ". Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αλέξης Τσίπρας αφενός έχει αναγορεύσει την απόκρουση του εργασιακού νόμου, που ετοιμάζει ο Κωστής Χατζιδάκης, σε "μητέρα όλων των μαχών" και αφετέρου έχει ταχθεί υπέρ της διαγραφής του "κορονοχρέους" για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, της απαγόρευσης των πλειστηριασμών και της γεναίας ενίσχυσης της μεσαίας τάξης. Θέλει στην κάλπη να συγκρουστούν δύο ευδιάκριτα διαφορετικές πολιτικές, ελπίζοντας ότι το κρίσιμο μετακινούμενο μέρος του εκλογικού σώματος    στις επόμενες εκλογές θα προιμήσει αυτόν και όχι, όπως έγινε το 2019, τον Μητσοτάκη. 
  3. Για να μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ελπίζει στην ανάκαμψη και την ανατροπή θα πρέπει, πέραν των άλλων, να διαλύσει και το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Και σε κοινωνικό και σε πολιτικό επίπεδο. Το 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε επειδή στο περίπου 15% των μετακινούμενων κυρίως ψηφοφόρων κυριάρχησε η αντι-ΣΥΡΙΖΑ τάση λόγω διάψευσης ελπίδων, υπερφορολόγησης και χαμηλής εκτίμησης για την ποιότητα της διακυβέρνησης. Επίσης, λόγω συγκυβέρνησης με Καμμένο και μνημονιακής στροφής, έχασε το ηθικό πλεονέκτημα έναντι του παλαιού συστήματος διακυβέρνησης. Επιπροσθέτως, είχαμε και φθορά του Αλέξη Τσίπρα, του "asset" της Κουμουνδούρου. Οι αριθμοί για τις προσλαμβάνουσες των ψηφοφόρων είναι συντριπτικοί. Το 2015 η θετική εκτίμηση για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνούσε το 40%, μεγαλύτερη κατά 15 μονάδες έναντι του Αντώνη Σαμαρά. Το 2019 οι θετικές γνώμες για τον Τσίπρα (περιλαμβανομένης και της καταλληλότητας για την πρωθυπουργία) ήταν μόλις 32% έναντι 41% του Κυριάκου Μητσοτάκη. Στις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεσε κάτω από το 30%, όπως προέβλεπαν οι περισσότεροι δημοσκόποι, αλλά έλαβε 31,5% επειδή το 50% από το 10-11% των αναποφάσιστων ψηφοφόρων, λόγω αντιδεξιάς παράδοσης και φόβου για απολύσεις και περικοπές επιδομάτων, προτίμησε, την τελευταία στιγμή, τον ΣΥΡΙΖΑ. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, που με εμφατικό τρόπο εκφράστηκε στις τριπλές εκλογές του 2019, συνεχίζει, έστω και με μειούμενες αντοχές, να υπάρχει. Και ο λόγος είναι επειδή η δημιουργία του είχε αρχίσει, από τον Ιούνιο του 2016, και είχε επεκταθεί και σε ψηφοφόρους πέραν της ΝΔ. Η τάση αυτή συνεχίζει να υφίσταται σε ποσοστά 60-65% και τροφοδοτείται από την αντιφατική ρητορική και συχνά εντόνως εσωστρεφή δημόσια εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση, για να μην επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να επωφεληθεί από την δική της φθορά, εκμεταλλεύεται την προβληματική εικόνα της αντιπολίτευσης. Την εμφανίζει ως συνέχεια του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, που "τίποτε δεν διδάχθηκε και τίποτε δεν άλλαξε". Σημειώνουμε πως η αντίστοιχη, ενάντια στη ΝΔ στάση των ψηφοφόρων δεν υπερβαίνει το 50%, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων στο πολιτικό παιχνίδι ακόμη και όταν χάνει και αμύνεται, όπως στις περιπτώσεις της Ικαρίας, του Λιγνάδη, της κακοκαιρίας, της Νέας Σμύρνης και λαθών στην αντιμετώπιση της πανδημίας. 
  4. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει, στους επόμενους μήνες, να ανατρέψει (και να αναστρέψει) την κυρίαρχη τάση του εκλογικού σώματος τότε κινδυνεύει σοβαρά να καθηλωθεί στην περιοχή πέριξ του 30% και στην καλύτερη των περιπτώσεων -υπό την προϋπόθεση ότι και η ΝΔ θα αποτύχει- να φτάσει, και ενδεχομένως να ξεπεράσει κατά τι το 31,5%. Επίσης, κινδυνεύει να αποδυναμωθεί τόσο από αριστερά (ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οι οποίες φαίνεται να "κόβουν" από την Κουμουνδούρου 2-3 μονάδες στους νέους και νεαρής ηλικίας ψηφοφόρους) όσο και από δεξιά εάν το ΚΙΝΑΛ βρει τρόπο να ανακάμψει ή εμφανιστεί κάποιο ριζοσπαστικό κεντροαριστερό κόμμα με ελκυστική ηγεσία και φιλολαϊκό άμα και ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον η τάση φθοράς της κυβέρνησης συνεχιστεί και ο Τσίπρας δεν καταφέρει να επαναλανσάρει τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα πρέπει -σύμφωνα πάντα με τις αναλύσεις των ποιοτικών ευρημάτων από τους ειδήμονες- να αποκλειστεί η πιθανότητα στις εκλογές που θα γίνουν με απλή αναλογική η ΝΔ να λάβει 31,5 - 34,5% και ο ΣΥΡΙΖΑ 24,5 - 27,5%. Το γεγονός ότι η διαφορά ενδέχεται να κυμανθεί, όπως λέγεται, από 4 έως 10 μονάδες και μεσοσταθμικά 7, κάποιος θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει ως μη σοβαρή και αξιόπιστη προσέγγιση, όμως επειδή δεν ξέρουμε πότε θα στηθούν οι κάλπες (απέχουμε σχεδόν δύο χρόνια από την εξάντληση της τετραετίας, που στην πολιτική ισοδυναμούν με ...αιώνα) ούτε μπορεί να εικάσουμε τα όσα μέλλει να συμβούν μέχρι τότε, το άνοιγμα της δημοσκοπικής μεταβλητής μπορεί να δικαιολογηθεί, λένε οι ασχολούμενοι, επισταμένως και επαγγελματικά, με την πολιτικο-εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Εξυπακούεται πως σ' αυτό το σενάριο, στις δεύτερες εκλογές, με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, η ΝΔ έχει διασφαλισμένη την νίκη και πιθανώς την αυτοδυναμία. 
  5. Για να μπορέσουν ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιστρέψουν την δημοσκοπική και εκλογική τάση θα πρέπει οι ψηφοφόροι να αρχίζουν πλέον να τους αντιμετωπίζουν ως ευρισκόμενους στην αντιπολίτευση και όχι, όπως κάνουν τώρα, ως αυτούς που ήταν στην κυβέρνηση, την οποίαν, το 2019, απέρριψαν. Η εικόνα συνέχειας του παλαιού - κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να είναι απωθητική στους κεντρώους ψηφοφόρους, αλλά και σε όσους από την αριστερά  τον εγκατέλειψαν στις τελευταίες εκλογές. Εάν αυτή η εικόνα παγιωθεί τότε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί μεν να επικρατήσει ως το μεγάλο κόμμα στον προοδευτικό χώρο όμως η πιθανότητα να έλθει πρώτο κόμμα περιορίζεται σημαντικά και συναρτάται άμεσα με το χρόνο και το εύρος της φθοράς της ΝΔ. Σημειώνουμε πως από τον Σεπτέμβριο του 2020 και μέχρι σήμερα, σε συνάρτηση και με την κυβερνητική φθορά, αυξάνεται συνεχώς το ποσοστό της αδιευκρίνιστης ψήφου. Η πλειοψηφία όσων αποστασιοποιούνται από τη ΝΔ δεν κατευθύνονται, τουλάχιστον προσώρας, στον ΣΥΡΙΖΑ ή τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης. Επίσης, συνεχίζουν να κρατούν αποστάσεις από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσοι δήλωσαν ότι το 2019 ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και έκτοτε διαφωνούν μαζί του. Από αυτούς που διάλεξαν, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, να παραμείνουν στο αντιδεξιό στρατόπεδο, οι περισσότεροι είναι  κεντρώοι, αλλά υπάρχουν και πολλοί απογοητευμένοι αριστεροί. Οι μισοί μετακινούνται προς ΝΔ, ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25 και οι άλλοι μισοί μετακινούνται στο χώρο της αδιευκρίνιστης ψήφου. Για να ελπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι θα τους ξανακερδίσει ώστε να φτάσει ή και να ξεπεράσει το 31,5% θα πρέπει πρώτον, να ανεβάσει τη συσπείρωση (των ψηφοφόρων του το 2019) πάνω από το 75% με ταυτόχρονη θετική μετατόπιση του ισοζυγίου μετακινήσεων, ιδίως έναντι της ΝΔ και δεύτερον, μέχρι τα τέλη του 2021 να έχει ανεβάσει το ποσοστό του, χωρίς αναγωγή, στο 26-27%. 
  6. Το μεγάλο πρόβλημα για την Κουμουνδούρου είναι ότι ακόμη δεν έχει καταλήξει στη στρατηγική που θα την καταστήσει "οιωνεί κυβέρνηση", όπως εκ παραδόσεως είναι και ο θεσμο-πολιτικός ρόλος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως. Στροφή στο Κέντρο λένε οι μεν, να επιμείνουμε αριστερά αντιτείνουν οι δε. Περισσότερο ρεαλισμό θέλει η προεδρική πλειοψηφία, περισσότερο ριζοσπαστισμό η αριστερή μειοψηφία. Πάντως, η αλήθεια των (δημοσκοπικών) αριθμών, είναι ξεκάθαρη: Η ΝΔ υπερέχει στις ηλικιακές ομάδες άνω των 35 ετών, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υπερτερεί μόνο στους 17-34, αυξάνοντας μάλιστα τη διαφορά από τη ΝΔ, σε σχέση με τις εκλογές του 2019. Η μεγαλύτερη και κρισιμότερη εκλογικά ομάδα είναι η 35-54. Εάν η διαφορά δεν μειωθεί σημαντικά και παραμείνει, όπως το 2019, σε διψήφιο ποσοστό είναι απίθανο να γυρίσει το παιχνίδι υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ καθώς η μεγάλης ηλικίας ψηφοφόροι, οι άνω των 65 ετών, όπως δείχνουν τα μέχρι τούδε ποιοτικά ευρήματα, δύσκολα θα αλλάξουν την προτίμησή τους στη ΝΔ. Κατά συνέπεια η ποιότητα της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα η (θεσμική, προγραμματική και ρεαλιστικά εναλλακτική) πρόταση για να αντιμετωπιστεί η αγωνία, που είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στην ηλικιακή ομάδα των 35-54, είναι αυτή που θα καθορίσει τους τελικούς εκλογικούς συσχετισμούς. Το "όχι σε όλα" και η τακτική του "σάπιου φρούτου", στις σημερινές συνθήκες, δεν φαίνεται να ευδοκιμούν. Ποσοστό άνω του 70% στο γενικό σύνολο (και άνω του 60% του ΣΥΡΙΖΑ) επιθυμεί σκληρή, αλλά τεκμηριωμένη και σε θέματα ουσίας, κριτική με καινοτόμες και τεκμηριωμένες προτάσεις και όχι γενικές καταγγελίες που παραπέμπουν στο παρελθόν και διχάζουν. Και φυσικά να λάβει υπόψιν ότι από τους 15 πλέον αναγνωρίσιμους διατελέσαντες υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ μόνο τέσσερεις (Αχτσιόγλου, Δραγασάκης, Ξανθός, Τσακαλώτος) απολάμβάνουν τη συμπάθεια και την εκτίμηση των πολιτών για την ικανότητα και την καταλληλότητά τους, σε ποσοστό 30-35%
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης