Απρόβλεπτος και αναξιόπιστος εταίρος
Παντελής Καψής
Απρόβλεπτος και αναξιόπιστος εταίρος
Πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύτηκε ένα άρθρο στους Financial Times στο οποίο ευρωπαίος διπλωμάτης χαρακτήριζε την Γερμανία ως «απρόβλεπτο» και «αναξιόπιστο» εταίρο
Οι διαφωνίες στον κυβερνητικό συνασπισμό, συνέχιζε, «έχουν γίνει ευρωπαϊκό πρόβλημα».
Αυτό κι αν είναι παράδοξο. Η χώρα η οποία έχει γίνει περίπου συνώνυμο της σταθερότητας, να αντιμετωπίζεται ως παράγοντας αβεβαιότητας. Ο λόγος βέβαια είναι τα μπρος -πίσω σε σοβαρά ζητήματα, με τελευταίο την καταψήφιση ήδη συμφωνημένων κοινοτικών πολιτικών για το περιβάλλον και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Σε άλλα θέματα που συζητιούνται στις Βρυξέλες, η Γερμανία εμφανίζεται χωρίς καθαρές θέσεις επειδή στον κυβερνητικό συνασπισμό συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις. «Χάνουμε την επιρροή μας στην Ευρώπη επειδή οι άλλες χώρες αναρωτιούνται τι στα κομμάτια κάνουν αυτοί οι Γερμανοί», δήλωνε χαρακτηριστικά βουλευτής του SPD.
Δεν είναι μόνο η προϊστορία ωστόσο, που κάνει την περίπτωση της Γερμανίας να ξεχωρίζει. Είναι πολύ περισσότερο οι διαδικασίες που προηγούνται κάθε κυβέρνησης συνασπισμού. Οι μακρές διαπραγματεύσεις δηλαδή που καταλήγουν σε ένα λεπτομερές κυβερνητικό πρόγραμμα, ακριβώς για να αποφεύγονται οι εκ των υστέρων διαφωνίες.
Και στη Γερμανία τα προγράμματα τα εννοούν, δεν είναι προσχηματικά. Αλλά βέβαια κανένα πρόγραμμα δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις, τα καινούργια ζητήματα που θα ανακύψουν. Ούτε πολύ περισσότερο αποτρέπει τα κόμματα στο Συνασπισμό να αλλάζουν στάση, όταν βλέπουν τα ποσοστά τους να υποχωρούν. Αυτό δηλαδή που γίνεται με τους φιλελεύθερους ,οι οποίοι αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να πατήσουν πόδι.
Αυτά στην Γερμανία, γιατί στην Ελλάδα οι διαδικασίες, έτσι κι αλλιώς, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια προγραμματικών συγκλίσεων στον περιορισμένο χρονικό ορίζοντα των διερευνητικών εντολών. Για να μη πούμε για την απουσία κουλτούρας συνεργασίας. Δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε τα γνωστά παραδείγματα από το παρελθόν, αρκεί να αναλογιστεί κανείς τι συμβαίνει στην κοινωνία.
Από την τοπική αυτοδιοίκηση ως τον τελευταίο αθλητικό ή πολιτιστικό σύλλογο της επαρχίας, το σύνηθες είναι δυο ή περισσότερες αντίπαλες ομάδες να σκοτώνονται χωρίς το παραμικρό περιθώριο συνεννόησης. Φυσικά ποτέ δεν παραλείπουν να αλληλοκατηγορούνται και για κάθε είδους παρανομίες και κρυφό πλουτισμό. Ο διχασμός μπορεί να μην είναι στο DNA μας, σίγουρα όμως ανήκει στην πολιτική μας παράδοση.
Η απάντηση σε αυτή την κριτική από τους υπερασπιστές της αναλογικής είναι ότι θέλουμε δεν θέλουμε, θα μάθουμε να συνεργαζόμαστε. Έτσι κι αλλιώς, υποστηρίζουν, μονοκομματικές κυβερνήσεις μας οδήγησαν στην χρεοκοπία. Πράγμα σωστό και θα ήταν αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι αρκεί ένα εκλογικό σύστημα για να κυβερνηθεί σωστά μια χώρα. Το ερώτημα είναι αν θέλουμε, στην περίπτωση της Ελλάδας ισχύει και το αν αντέχουμε, να προσθέσουμε έναν ακόμα βαθμό δυσκολίας στην διακυβέρνηση.
Η αστάθεια και η αβεβαιότητα όμως είναι ένας μόνο λόγος αμφισβήτησης της απλής αναλογικής.
Ένας δεύτερος πολύ σημαντικός, είναι η ενίσχυση των άκρων. Εδώ το παράδειγμα μας το δίνει το Ισραήλ. Μια χώρα με μακρά παράδοση δημοκρατίας κινδυνεύει να μετατραπεί σε θεοκρατικό καθεστώς χωρίς ανεξάρτητη δικαιοσύνη, καθώς τα ακραία θρησκευτικά κόμματα προσπαθούν να επιβάλουν την ατζέντα τους. Το ελληνικό ανάλογο θα ήταν μια κυβέρνηση η οποία εξαρτάται από τον Βελόπουλο ή τον Βαρουφάκη.
Κι όσο κι αν το ΠΑΣΟΚ σήμερα αποκλείει κάθε συνεργασία με τον «Γιάνη», δικά του στελέχη αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο συνεργασίας της ΝΔ με τον Βελόπουλο ως θεμιτή εναλλακτική στη συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ. Σε βάθος χρόνου μάλιστα, ο κατακερματισμός που ευνοεί η απλή αναλογική, θα μετέτρεπε την επίλυση του προβλήματος σχηματισμού κυβέρνησης, σε εξίσωση με πολύ μεγαλύτερο αριθμό αγνώστων.
Όμως ο πιο σημαντικός ίσως λόγος που κάνει την απλή αναλογική προβληματική, είναι ότι ευνοεί την στασιμότητα, τόσο στα πρόσωπα όσο και στις πολιτικές. Εδώ το παράδειγμα είναι η Ιταλία, τουλάχιστον ως ότου το σύστημα κατέρρευσε εκ των έσω, κυρίως λόγω της διαφθοράς. Τα ίδια πρόσωπα σε εναλλασσόμενους ρόλους και σε αέναες διαπραγματεύσεις, κυριαρχούσαν στην πολιτική ζωή για δεκαετίες, με κατάληξη ένα σύστημα που απέκλειε κάθε δυνατότητα ανανέωσης και αλλαγής.
Αυτό κι αν είναι παράδοξο. Η χώρα η οποία έχει γίνει περίπου συνώνυμο της σταθερότητας, να αντιμετωπίζεται ως παράγοντας αβεβαιότητας. Ο λόγος βέβαια είναι τα μπρος -πίσω σε σοβαρά ζητήματα, με τελευταίο την καταψήφιση ήδη συμφωνημένων κοινοτικών πολιτικών για το περιβάλλον και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Σε άλλα θέματα που συζητιούνται στις Βρυξέλες, η Γερμανία εμφανίζεται χωρίς καθαρές θέσεις επειδή στον κυβερνητικό συνασπισμό συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις. «Χάνουμε την επιρροή μας στην Ευρώπη επειδή οι άλλες χώρες αναρωτιούνται τι στα κομμάτια κάνουν αυτοί οι Γερμανοί», δήλωνε χαρακτηριστικά βουλευτής του SPD.
Δεν είναι μόνο η προϊστορία ωστόσο, που κάνει την περίπτωση της Γερμανίας να ξεχωρίζει. Είναι πολύ περισσότερο οι διαδικασίες που προηγούνται κάθε κυβέρνησης συνασπισμού. Οι μακρές διαπραγματεύσεις δηλαδή που καταλήγουν σε ένα λεπτομερές κυβερνητικό πρόγραμμα, ακριβώς για να αποφεύγονται οι εκ των υστέρων διαφωνίες.
Και στη Γερμανία τα προγράμματα τα εννοούν, δεν είναι προσχηματικά. Αλλά βέβαια κανένα πρόγραμμα δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις, τα καινούργια ζητήματα που θα ανακύψουν. Ούτε πολύ περισσότερο αποτρέπει τα κόμματα στο Συνασπισμό να αλλάζουν στάση, όταν βλέπουν τα ποσοστά τους να υποχωρούν. Αυτό δηλαδή που γίνεται με τους φιλελεύθερους ,οι οποίοι αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να πατήσουν πόδι.
Αυτά στην Γερμανία, γιατί στην Ελλάδα οι διαδικασίες, έτσι κι αλλιώς, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια προγραμματικών συγκλίσεων στον περιορισμένο χρονικό ορίζοντα των διερευνητικών εντολών. Για να μη πούμε για την απουσία κουλτούρας συνεργασίας. Δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε τα γνωστά παραδείγματα από το παρελθόν, αρκεί να αναλογιστεί κανείς τι συμβαίνει στην κοινωνία.
Από την τοπική αυτοδιοίκηση ως τον τελευταίο αθλητικό ή πολιτιστικό σύλλογο της επαρχίας, το σύνηθες είναι δυο ή περισσότερες αντίπαλες ομάδες να σκοτώνονται χωρίς το παραμικρό περιθώριο συνεννόησης. Φυσικά ποτέ δεν παραλείπουν να αλληλοκατηγορούνται και για κάθε είδους παρανομίες και κρυφό πλουτισμό. Ο διχασμός μπορεί να μην είναι στο DNA μας, σίγουρα όμως ανήκει στην πολιτική μας παράδοση.
Η απάντηση σε αυτή την κριτική από τους υπερασπιστές της αναλογικής είναι ότι θέλουμε δεν θέλουμε, θα μάθουμε να συνεργαζόμαστε. Έτσι κι αλλιώς, υποστηρίζουν, μονοκομματικές κυβερνήσεις μας οδήγησαν στην χρεοκοπία. Πράγμα σωστό και θα ήταν αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι αρκεί ένα εκλογικό σύστημα για να κυβερνηθεί σωστά μια χώρα. Το ερώτημα είναι αν θέλουμε, στην περίπτωση της Ελλάδας ισχύει και το αν αντέχουμε, να προσθέσουμε έναν ακόμα βαθμό δυσκολίας στην διακυβέρνηση.
Η αστάθεια και η αβεβαιότητα όμως είναι ένας μόνο λόγος αμφισβήτησης της απλής αναλογικής.
Ένας δεύτερος πολύ σημαντικός, είναι η ενίσχυση των άκρων. Εδώ το παράδειγμα μας το δίνει το Ισραήλ. Μια χώρα με μακρά παράδοση δημοκρατίας κινδυνεύει να μετατραπεί σε θεοκρατικό καθεστώς χωρίς ανεξάρτητη δικαιοσύνη, καθώς τα ακραία θρησκευτικά κόμματα προσπαθούν να επιβάλουν την ατζέντα τους. Το ελληνικό ανάλογο θα ήταν μια κυβέρνηση η οποία εξαρτάται από τον Βελόπουλο ή τον Βαρουφάκη.
Κι όσο κι αν το ΠΑΣΟΚ σήμερα αποκλείει κάθε συνεργασία με τον «Γιάνη», δικά του στελέχη αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο συνεργασίας της ΝΔ με τον Βελόπουλο ως θεμιτή εναλλακτική στη συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ. Σε βάθος χρόνου μάλιστα, ο κατακερματισμός που ευνοεί η απλή αναλογική, θα μετέτρεπε την επίλυση του προβλήματος σχηματισμού κυβέρνησης, σε εξίσωση με πολύ μεγαλύτερο αριθμό αγνώστων.
Όμως ο πιο σημαντικός ίσως λόγος που κάνει την απλή αναλογική προβληματική, είναι ότι ευνοεί την στασιμότητα, τόσο στα πρόσωπα όσο και στις πολιτικές. Εδώ το παράδειγμα είναι η Ιταλία, τουλάχιστον ως ότου το σύστημα κατέρρευσε εκ των έσω, κυρίως λόγω της διαφθοράς. Τα ίδια πρόσωπα σε εναλλασσόμενους ρόλους και σε αέναες διαπραγματεύσεις, κυριαρχούσαν στην πολιτική ζωή για δεκαετίες, με κατάληξη ένα σύστημα που απέκλειε κάθε δυνατότητα ανανέωσης και αλλαγής.
Για την Ελλάδα αυτό θα είναι καταστροφικό. Χρειάζεται μεγάλη δόση αυταπάτης για να μην κατανοεί κανείς ότι χρειάζονται σοβαρές τομές, κυρίως στον δημόσιο τομέα, αν δεν θέλουμε να οδηγηθούμε και πάλι σε αδιέξοδο. Ποιος όμως μπορεί να είναι ο κοινός τόπος, για παράδειγμα, ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ που ευνοεί την αξιολόγηση και στο ΣΥΡΙΖΑ που την θέλει μόνο διακοσμητική; Στην καλύτερη περίπτωση ένα μπάσταρδο σύστημα που δεν θα ικανοποιεί κανέναν.
Φυσικά κανένα εκλογικό σύστημα δεν εγγυάται ότι θα γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Έτσι το ζήτημα του εκλογικού νόμου πρέπει να το δούμε κυρίως στο πλαίσιο της πολιτικής συγκυρίας. Κι είναι φανερό ότι όπως και το 1989, έτσι και σήμερα, η απλή αναλογική ψηφίστηκε από ένα κόμμα σε αποδρομή που προσπαθούσε να διασφαλίσει τον δικό του μελλοντικό ρόλο.
Αντίθετα από το να είναι προοδευτική πρόταση είναι επιλογή συντήρησης. Μια προσπάθεια να μπει τροχοπέδη στην πολιτική αλλαγή. Τα υπόλοιπα είναι λόγια για να χάνουμε την ώρα μας.
Φυσικά κανένα εκλογικό σύστημα δεν εγγυάται ότι θα γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Έτσι το ζήτημα του εκλογικού νόμου πρέπει να το δούμε κυρίως στο πλαίσιο της πολιτικής συγκυρίας. Κι είναι φανερό ότι όπως και το 1989, έτσι και σήμερα, η απλή αναλογική ψηφίστηκε από ένα κόμμα σε αποδρομή που προσπαθούσε να διασφαλίσει τον δικό του μελλοντικό ρόλο.
Αντίθετα από το να είναι προοδευτική πρόταση είναι επιλογή συντήρησης. Μια προσπάθεια να μπει τροχοπέδη στην πολιτική αλλαγή. Τα υπόλοιπα είναι λόγια για να χάνουμε την ώρα μας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα