Ντεγκρές: μια πολύ σοβαρή κωμωδία
Παντελής Καψής
Ντεγκρές: μια πολύ σοβαρή κωμωδία
Χρειάστηκε επιτέλους η παρέμβαση της αντιπολίτευσης για να καταδειχθεί πόσο αλυσιτελής ήταν ο νόμος Βενιζέλου για την πρώην βασιλική οικογένεια
Γιατί πώς δίνεις κύριε την υπηκοότητα χωρίς έναν κατάλογο των ονομάτων που απαγορεύονται; Ελπίζω η δεύτερη φορά αριστερά να αντιμετωπίσει το ζήτημα με την δέουσα σοβαρότητα. Ως καλός πολίτης μάλιστα σπεύδω να υποβάλω προτάσεις.
Πέραν του Ντεγκρές ή Ντε Γκρες λοιπόν, θεωρώ ότι αυτονοήτως πρέπει να απαγορευτούν όλα τα ονόματα τα οποία παραπέμπουν σε τίτλους ευγενείας όπως Δούκας, Κόμης, Λόρδος κ.α. Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να απαγορευτούν όλα όσα ξεκινούν από ντε, φον, δον, περιλαμβανομένου του Ντελαγκράτσια. Τώρα που το σκέφτομαι μάλιστα ίσως θα ήταν ακόμα καλύτερα να είχαν υποχρεωθεί να λάβουν ένα συγκεκριμένο επώνυμο στο οποίο θα υπήρχε πρόβλεψη για έναν πρόσθετο προσδιορισμό δηλωτικό του πολιτεύματος. Για παράδειγμα Πολίτης Παύλος Γλίξμπουργκ κατά το Πολίτης Λουδοβίκος Καπέτος. Τι στο κομμάτια, καλύτεροι ήταν οι Γάλλοι το 1793;
Εδώ κανονικά θα έπρεπε να γράψω «και για να σοβαρευτούμε», αλλάζοντας ύφος. Το ότι η αντιπολίτευση ωστόσο θεωρεί πως ένα τέτοιο θέμα αποτελεί λόγο κριτικής προς την κυβέρνηση και το ότι μπορούμε να σκοτωνόμαστε μεταξύ μας γι αυτό, αποτελεί από μόνο του πολύ σοβαρό θέμα ή μάλλον σύμπτωμα.
Σε ένα από εκείνα τα άρθρα που αποκρυσταλλώνουν και συμπυκνώνουν την εμπειρία μας για τις επιπτώσεις των σόσιαλ μίντια στον πολιτικό διάλογο, ο Τζόναθαν Χάιντ, στο περιοδικό Ατλάντικ, θέτει το ερώτημα «γιατί τα τελευταία δέκα χρόνια στην Αμερική υπήρξαν μοναδικώς βλακώδη». Και σημειώνει, μεταφέροντας την άποψη του Τζέιμς Μάντισον, ενός από τους «πατέρες» των ΗΠΑ, ότι ο κατακερματισμός της κοινωνίας σε αντιμαχόμενες φατρίες έχει σαν αποτέλεσμα να είμαστε τόσο βουτηγμένοι στην εχθροπάθεια ώστε «όταν δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος (αντιπαράθεσης) οι πιο ασήμαντες και υπαρκτές μόνο στη φαντασία μας διαφορές, είναι αρκετές για να πυροδοτήσουν τα πιο εχθρικά πάθη και τις πιο βίαιες αντιπαραθέσεις».
Ακριβώς αυτό το φαινόμενο παρακολουθούμε σήμερα με αφορμή την απόδοση της ιθαγένειας στους απογόνους του τέως. Γιατί βέβαια ουσιαστικό θέμα δεν υπάρχει, το πολιτειακό έχει κλείσει οριστικά για όλους. Δεν ανατρέπεται από το όνομα που θα επιλέξει ένας πολίτης της χώρας όσες θεωρίες συνωμοσίας και αν ανακαλύψουμε. Παρεμπιπτόντως το πολιτειακό έχει κλείσει ακόμα και για τα παιδιά του τέως τα οποία υποχρεώθηκαν να κάνουν δήλωση αναγνώρισης του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος.
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως η άλλη όψη της πολεμικής που έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό εναντίον της «συναίνεσης». Η πιο απλή εκδήλωση κοινωνικής και πολιτικής αβρότητας, η επίσκεψη Ανδρουλάκη στο Μέγαρο Μαξίμου, δέχθηκε σφοδρές επιθέσεις από την αριστερά. Ακολούθησε η υπερψήφιση των αμυντικών δαπανών, η οποία επίσης θεωρήθηκε προδοσία του λαϊκού κινήματος. Για να φτάσουμε τώρα στη θεωρητικοποίηση της εχθροπάθειας, σύμφωνα με την οποία, όπως γράφει ο Νίκος Φίλης, «η ήττα της κυβέρνησης προϋποθέτει την ήττα της συναινετικής αντιπολίτευσης». Η συγκεκριμένη επιχειρηματολογία που επικαλείται ο πρώην υπουργός του Σύριζα δεν έχει τόσο σημασία. Αποτελεί ένα συνονθύλευμα κριτικής λιγότερο ή περισσότερο αδιάφορο. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι ότι μετά από μια δεκαετία που πέρασε η χώρα δια πυρός και σιδήρου, μια δεκαετία που πληρώσαμε ακριβά την αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων, κάποιοι «δεν έμαθαν τίποτα και δεν ξέχασαν τίποτα» για να θυμηθούμε και τον αδελφό του πολίτη Καπέτου. Εξακολουθούν να διακινούν τις ίδιες «αυταπάτες» που τους έφεραν στην εξουσία το 2015, τον ίδιο πολιτικό λόγο μιας δήθεν ριζοσπαστικής αδιαλλαξίας.
Μπορεί να έχουν χάσει την αξιοπιστία τους, οι ιδέες τους ωστόσο εξακολουθούν να ζουν ανάμεσα μας. Αν κρίνουμε πάντως από τη σύγκρουση για τους Ντεγκρές, αυτή τη φορά η επανάληψη της ιστορίας μάλλον καταλήγει σε φάρσα.
Πέραν του Ντεγκρές ή Ντε Γκρες λοιπόν, θεωρώ ότι αυτονοήτως πρέπει να απαγορευτούν όλα τα ονόματα τα οποία παραπέμπουν σε τίτλους ευγενείας όπως Δούκας, Κόμης, Λόρδος κ.α. Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να απαγορευτούν όλα όσα ξεκινούν από ντε, φον, δον, περιλαμβανομένου του Ντελαγκράτσια. Τώρα που το σκέφτομαι μάλιστα ίσως θα ήταν ακόμα καλύτερα να είχαν υποχρεωθεί να λάβουν ένα συγκεκριμένο επώνυμο στο οποίο θα υπήρχε πρόβλεψη για έναν πρόσθετο προσδιορισμό δηλωτικό του πολιτεύματος. Για παράδειγμα Πολίτης Παύλος Γλίξμπουργκ κατά το Πολίτης Λουδοβίκος Καπέτος. Τι στο κομμάτια, καλύτεροι ήταν οι Γάλλοι το 1793;
Εδώ κανονικά θα έπρεπε να γράψω «και για να σοβαρευτούμε», αλλάζοντας ύφος. Το ότι η αντιπολίτευση ωστόσο θεωρεί πως ένα τέτοιο θέμα αποτελεί λόγο κριτικής προς την κυβέρνηση και το ότι μπορούμε να σκοτωνόμαστε μεταξύ μας γι αυτό, αποτελεί από μόνο του πολύ σοβαρό θέμα ή μάλλον σύμπτωμα.
Σε ένα από εκείνα τα άρθρα που αποκρυσταλλώνουν και συμπυκνώνουν την εμπειρία μας για τις επιπτώσεις των σόσιαλ μίντια στον πολιτικό διάλογο, ο Τζόναθαν Χάιντ, στο περιοδικό Ατλάντικ, θέτει το ερώτημα «γιατί τα τελευταία δέκα χρόνια στην Αμερική υπήρξαν μοναδικώς βλακώδη». Και σημειώνει, μεταφέροντας την άποψη του Τζέιμς Μάντισον, ενός από τους «πατέρες» των ΗΠΑ, ότι ο κατακερματισμός της κοινωνίας σε αντιμαχόμενες φατρίες έχει σαν αποτέλεσμα να είμαστε τόσο βουτηγμένοι στην εχθροπάθεια ώστε «όταν δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος (αντιπαράθεσης) οι πιο ασήμαντες και υπαρκτές μόνο στη φαντασία μας διαφορές, είναι αρκετές για να πυροδοτήσουν τα πιο εχθρικά πάθη και τις πιο βίαιες αντιπαραθέσεις».
Ακριβώς αυτό το φαινόμενο παρακολουθούμε σήμερα με αφορμή την απόδοση της ιθαγένειας στους απογόνους του τέως. Γιατί βέβαια ουσιαστικό θέμα δεν υπάρχει, το πολιτειακό έχει κλείσει οριστικά για όλους. Δεν ανατρέπεται από το όνομα που θα επιλέξει ένας πολίτης της χώρας όσες θεωρίες συνωμοσίας και αν ανακαλύψουμε. Παρεμπιπτόντως το πολιτειακό έχει κλείσει ακόμα και για τα παιδιά του τέως τα οποία υποχρεώθηκαν να κάνουν δήλωση αναγνώρισης του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος.
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως η άλλη όψη της πολεμικής που έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό εναντίον της «συναίνεσης». Η πιο απλή εκδήλωση κοινωνικής και πολιτικής αβρότητας, η επίσκεψη Ανδρουλάκη στο Μέγαρο Μαξίμου, δέχθηκε σφοδρές επιθέσεις από την αριστερά. Ακολούθησε η υπερψήφιση των αμυντικών δαπανών, η οποία επίσης θεωρήθηκε προδοσία του λαϊκού κινήματος. Για να φτάσουμε τώρα στη θεωρητικοποίηση της εχθροπάθειας, σύμφωνα με την οποία, όπως γράφει ο Νίκος Φίλης, «η ήττα της κυβέρνησης προϋποθέτει την ήττα της συναινετικής αντιπολίτευσης». Η συγκεκριμένη επιχειρηματολογία που επικαλείται ο πρώην υπουργός του Σύριζα δεν έχει τόσο σημασία. Αποτελεί ένα συνονθύλευμα κριτικής λιγότερο ή περισσότερο αδιάφορο. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι ότι μετά από μια δεκαετία που πέρασε η χώρα δια πυρός και σιδήρου, μια δεκαετία που πληρώσαμε ακριβά την αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων, κάποιοι «δεν έμαθαν τίποτα και δεν ξέχασαν τίποτα» για να θυμηθούμε και τον αδελφό του πολίτη Καπέτου. Εξακολουθούν να διακινούν τις ίδιες «αυταπάτες» που τους έφεραν στην εξουσία το 2015, τον ίδιο πολιτικό λόγο μιας δήθεν ριζοσπαστικής αδιαλλαξίας.
Μπορεί να έχουν χάσει την αξιοπιστία τους, οι ιδέες τους ωστόσο εξακολουθούν να ζουν ανάμεσα μας. Αν κρίνουμε πάντως από τη σύγκρουση για τους Ντεγκρές, αυτή τη φορά η επανάληψη της ιστορίας μάλλον καταλήγει σε φάρσα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα