
Δεν θα μας σώσει η Κίμπερλι από τον ...Τραμπ
Ήρθε η ώρα να λάβουμε θέσεις, να προσδεθούμε και να προετοιμαστούμε, όσο και όπως μπορούμε, για την δύσκολη τετραετία Τραμπ
Όχι μόνο ως Ευρωπαίοι αλλά και ως Έλληνες. Γιατί τα δεδομένα που έχουμε μπροστά μας αλλάζουν ριζικά προς το χειρότερο.
Ας ξεκινήσουμε από το πιο άμεσο, τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η διφορούμενη στάση της Τουρκίας είχαν αναβαθμίσει τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας. Ιδιαίτερη σημασία είχε αποκτήσει ο «διάδρομος» προς την Κεντρική Ευρώπη ο οποίος περνούσε από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Αποτέλεσμα ήταν το έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για ενίσχυση της συνεργασίας και αναβάθμιση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη χώρα μας. Είχαμε αποκτήσει έναν καινούργιο πόλο στρατηγικής σημασίας και μάλιστα σε μια ευαίσθητη περιοχή, πέρα από τη βάση της Σούδας. Η νέα πολιτική Τραμπ απέναντι στον Πούτιν και η προοπτική μιας ταπεινωτικής ειρήνης για την Ουκρανία, ανατρέπει άρδην αυτά τα δεδομένα. Μαζί φυσικά με τη διακηρυγμένη πολιτική Τραμπ να αποσύρει τις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ από την Ευρώπη. Πώς αυτή η πολιτική θα πάρει σάρκα και οστά στην Ελλάδα κανείς δεν γνωρίζει.
Την ίδια στιγμή, μετά και από τις εξελίξεις στη Συρία, αναβαθμίζεται ο ρόλος της Τουρκίας εν όψει των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Δεν είναι όλα ρόδινα για τον Ερντογάν, οι σχέσεις με το Ισραήλ οι οποίες βρίσκονται στο κόκκινο αλλά και το Κουρδικό, παραμένουν μεγάλα αγκάθια. Από μόνα τους την καθιστούν προβληματικό εταίρο και για τις ΗΠΑ. Εύκολα ωστόσο μπορεί κανείς να δει να τα βρίσκουν ο Τραμπ με τον Ερντογάν καθώς και οι δύο αντιμετωπίζουν την εξωτερική πολιτική με συναλλακτικούς όρους. Για να μην πούμε για τον μεταξύ τους αλληλοσεβασμό.
Όπως και αν πάνε τα πράγματα, το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να θεωρεί δεδομένο ότι οι ΗΠΑ αν και όταν χρειαστεί, θα ενδιαφερθούν να συγκρατήσουν την τουρκική επιθετικότητα. Αν βρεθούμε μπροστά σε μια κρίση ανάλογη με την κρίση των Ιμίων, θα πρέπει να θεωρούμε ότι θα είμαστε μόνοι μας. Η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ μάλλον δεν θα μας σώσει.
Το ίδιο δυστυχώς ισχύει και για την Ευρώπη. Η παρέμβαση Βανς λειτούργησε ως καμπανάκι για την ανάγκη μιας ενιαίας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Σε βάθος χρόνου ελπίζουμε ότι μπορεί να προκύψουν πολλά θετικά για την Ελλάδα. Στο άμεσο μέλλον ωστόσο η Ένωση δεν είναι έτοιμη για σοβαρές κινήσεις. Ο Τραμπ ήρθε την χειρότερη στιγμή. Στις δύο βασικές χώρες, τη Γαλλία και τη Γερμανία, υπάρχει κρίση ηγεσίας ενώ γενικότερα υπάρχει έντονη αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής ενοποίησης από τις ανερχόμενες δυνάμεις της ακροδεξιάς.
Ακόμα χειρότερα για την Ελλάδα, όπως έδειξε και η υπόθεση των πυραύλων meteor, είναι σαφές ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Η μη πρόσκληση μάλιστα του έλληνα πρωθυπουργού στη συνάντηση που συγκάλεσε ο Μακρόν για την Ουκρανία, θεωρήθηκε από ορισμένους και ως ένδειξη της απροθυμίας τους να εμπλακούν στα ελληνοτουρκικά. Η κοινή άμυνα εκλαμβάνεται ως αναγκαία αποκλειστικά σε σχέση με τον Πούτιν. Και βέβαια είναι υπόθεση των μεγάλων, όχι των μικρών!
Η ύφεση που επικρατεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι μια ευτυχής συγκυρία. Σε συνθήκες παγκόσμιας αβεβαιότητας, το τελευταίο που θα θέλαμε θα ήταν μια ακόμα κρίση. Όλα ωστόσο μπορεί πολύ γρήγορα να ανατραπούν αν για παράδειγμα, δούμε ένα τουρκο-συριακό μνημόνιο ανάλογο με το τουρκο-λυβικό. Όσο δεν αντιμετωπίζεται ο πυρήνας των ελληνοτουρκικών διαφορών ο κίνδυνος της όξυνσης παραμένει.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα στην βελτίωση της αμυντικής ικανότητας της χώρας. Ήταν σωστά και αναγκαία. Όλοι αναγνωρίζουν ωστόσο ότι εξοπλισμοί δεν αποτελούν λύση. Στην καλύτερη περίπτωση μας δίνουν χρόνο, στη χειρότερη μπορεί να αποτελέσουν από μόνοι τους παράγοντα αστάθειας οδηγώντας τις δύο χώρες σε έναν φαύλο κύκλο ανταγωνισμού.
Μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις είναι φανερό ότι η χώρα χρειάζεται μία σοβαρή επανεκτίμηση των επιλογών που έχει μπροστά της και των αναδυόμενων κινδύνων. Σε πρόσφατη συνέντευξη του ο Κωνσταντίνος Φίλης, ένας από τους πιο σοβαρούς διεθνολόγους, υποστήριζε χαρακτηριστικά ότι με τη λογική του επιχειρηματία, ο Τραμπ είναι πιθανό αύριο το πρωί να προτείνει ως λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών τη συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Ενδεχομένως και με τη συμμετοχή αμερικανικών εταιριών. Μια λύση που κατά καιρούς δεν έχουν αποκλείσει Έλληνες πολιτικοί. Πώς θα αντιδρούσε σε μια τέτοια πρόταση η Ελλάδα;
Υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν χρήσιμη η σύμπλευση όλων των πολιτικών δυνάμεων σε μια ενιαία στρατηγική. Μια στρατηγική αρκετά ευέλικτη ώστε να μπορεί να απαντήσει σε αυτά και όσα άλλα καινούργια ζητήματα μπορεί να ανακύψουν. Δυστυχώς απουσιάζουν οι προϋποθέσεις. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί για παράδειγμα ένα σοβαρό συμβούλιο των αρχηγών στο οποίο θα μετείχε η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου; Μιλάμε για παιδική χαρά και αποθέωση της συνωμοσιολογίας. Για να μη πούμε για τα υπόλοιπα κόμματα δηλαδή, του κυβερνητικού συμπεριλαμβανομένου, τα οποία επιδίδονται σε ένα ρητορικό μαξιμαλισμό χωρίς αντίκρισμα. Είναι χαρακτηριστικές οι φωνές για να μη πάρει, παλιότερα, την αναβάθμιση των F-16 η Τουρκία ή τώρα τους meteor. Σαν να πιστεύουμε ότι οι τρίτες χώρες θα καθορίσουν την πολιτική τους με βάση τα δικά μας συμφέροντα. Στην πραγματικότητα ξοδεύουμε πολιτικό κεφάλαιο για στόχους που έχουν αποκλειστικό αποδέκτη το εσωτερικό ακροατήριο. Στις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται μπορεί αυτό να αποδειχθεί και το μεγαλύτερο μας πρόβλημα.
Ας ξεκινήσουμε από το πιο άμεσο, τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η διφορούμενη στάση της Τουρκίας είχαν αναβαθμίσει τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας. Ιδιαίτερη σημασία είχε αποκτήσει ο «διάδρομος» προς την Κεντρική Ευρώπη ο οποίος περνούσε από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Αποτέλεσμα ήταν το έντονο αμερικανικό ενδιαφέρον για ενίσχυση της συνεργασίας και αναβάθμιση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη χώρα μας. Είχαμε αποκτήσει έναν καινούργιο πόλο στρατηγικής σημασίας και μάλιστα σε μια ευαίσθητη περιοχή, πέρα από τη βάση της Σούδας. Η νέα πολιτική Τραμπ απέναντι στον Πούτιν και η προοπτική μιας ταπεινωτικής ειρήνης για την Ουκρανία, ανατρέπει άρδην αυτά τα δεδομένα. Μαζί φυσικά με τη διακηρυγμένη πολιτική Τραμπ να αποσύρει τις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ από την Ευρώπη. Πώς αυτή η πολιτική θα πάρει σάρκα και οστά στην Ελλάδα κανείς δεν γνωρίζει.
Την ίδια στιγμή, μετά και από τις εξελίξεις στη Συρία, αναβαθμίζεται ο ρόλος της Τουρκίας εν όψει των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Δεν είναι όλα ρόδινα για τον Ερντογάν, οι σχέσεις με το Ισραήλ οι οποίες βρίσκονται στο κόκκινο αλλά και το Κουρδικό, παραμένουν μεγάλα αγκάθια. Από μόνα τους την καθιστούν προβληματικό εταίρο και για τις ΗΠΑ. Εύκολα ωστόσο μπορεί κανείς να δει να τα βρίσκουν ο Τραμπ με τον Ερντογάν καθώς και οι δύο αντιμετωπίζουν την εξωτερική πολιτική με συναλλακτικούς όρους. Για να μην πούμε για τον μεταξύ τους αλληλοσεβασμό.
Όπως και αν πάνε τα πράγματα, το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να θεωρεί δεδομένο ότι οι ΗΠΑ αν και όταν χρειαστεί, θα ενδιαφερθούν να συγκρατήσουν την τουρκική επιθετικότητα. Αν βρεθούμε μπροστά σε μια κρίση ανάλογη με την κρίση των Ιμίων, θα πρέπει να θεωρούμε ότι θα είμαστε μόνοι μας. Η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ μάλλον δεν θα μας σώσει.
Το ίδιο δυστυχώς ισχύει και για την Ευρώπη. Η παρέμβαση Βανς λειτούργησε ως καμπανάκι για την ανάγκη μιας ενιαίας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Σε βάθος χρόνου ελπίζουμε ότι μπορεί να προκύψουν πολλά θετικά για την Ελλάδα. Στο άμεσο μέλλον ωστόσο η Ένωση δεν είναι έτοιμη για σοβαρές κινήσεις. Ο Τραμπ ήρθε την χειρότερη στιγμή. Στις δύο βασικές χώρες, τη Γαλλία και τη Γερμανία, υπάρχει κρίση ηγεσίας ενώ γενικότερα υπάρχει έντονη αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής ενοποίησης από τις ανερχόμενες δυνάμεις της ακροδεξιάς.
Ακόμα χειρότερα για την Ελλάδα, όπως έδειξε και η υπόθεση των πυραύλων meteor, είναι σαφές ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Η μη πρόσκληση μάλιστα του έλληνα πρωθυπουργού στη συνάντηση που συγκάλεσε ο Μακρόν για την Ουκρανία, θεωρήθηκε από ορισμένους και ως ένδειξη της απροθυμίας τους να εμπλακούν στα ελληνοτουρκικά. Η κοινή άμυνα εκλαμβάνεται ως αναγκαία αποκλειστικά σε σχέση με τον Πούτιν. Και βέβαια είναι υπόθεση των μεγάλων, όχι των μικρών!
Η ύφεση που επικρατεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι μια ευτυχής συγκυρία. Σε συνθήκες παγκόσμιας αβεβαιότητας, το τελευταίο που θα θέλαμε θα ήταν μια ακόμα κρίση. Όλα ωστόσο μπορεί πολύ γρήγορα να ανατραπούν αν για παράδειγμα, δούμε ένα τουρκο-συριακό μνημόνιο ανάλογο με το τουρκο-λυβικό. Όσο δεν αντιμετωπίζεται ο πυρήνας των ελληνοτουρκικών διαφορών ο κίνδυνος της όξυνσης παραμένει.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα στην βελτίωση της αμυντικής ικανότητας της χώρας. Ήταν σωστά και αναγκαία. Όλοι αναγνωρίζουν ωστόσο ότι εξοπλισμοί δεν αποτελούν λύση. Στην καλύτερη περίπτωση μας δίνουν χρόνο, στη χειρότερη μπορεί να αποτελέσουν από μόνοι τους παράγοντα αστάθειας οδηγώντας τις δύο χώρες σε έναν φαύλο κύκλο ανταγωνισμού.
Μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις είναι φανερό ότι η χώρα χρειάζεται μία σοβαρή επανεκτίμηση των επιλογών που έχει μπροστά της και των αναδυόμενων κινδύνων. Σε πρόσφατη συνέντευξη του ο Κωνσταντίνος Φίλης, ένας από τους πιο σοβαρούς διεθνολόγους, υποστήριζε χαρακτηριστικά ότι με τη λογική του επιχειρηματία, ο Τραμπ είναι πιθανό αύριο το πρωί να προτείνει ως λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών τη συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Ενδεχομένως και με τη συμμετοχή αμερικανικών εταιριών. Μια λύση που κατά καιρούς δεν έχουν αποκλείσει Έλληνες πολιτικοί. Πώς θα αντιδρούσε σε μια τέτοια πρόταση η Ελλάδα;
Υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν χρήσιμη η σύμπλευση όλων των πολιτικών δυνάμεων σε μια ενιαία στρατηγική. Μια στρατηγική αρκετά ευέλικτη ώστε να μπορεί να απαντήσει σε αυτά και όσα άλλα καινούργια ζητήματα μπορεί να ανακύψουν. Δυστυχώς απουσιάζουν οι προϋποθέσεις. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί για παράδειγμα ένα σοβαρό συμβούλιο των αρχηγών στο οποίο θα μετείχε η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου; Μιλάμε για παιδική χαρά και αποθέωση της συνωμοσιολογίας. Για να μη πούμε για τα υπόλοιπα κόμματα δηλαδή, του κυβερνητικού συμπεριλαμβανομένου, τα οποία επιδίδονται σε ένα ρητορικό μαξιμαλισμό χωρίς αντίκρισμα. Είναι χαρακτηριστικές οι φωνές για να μη πάρει, παλιότερα, την αναβάθμιση των F-16 η Τουρκία ή τώρα τους meteor. Σαν να πιστεύουμε ότι οι τρίτες χώρες θα καθορίσουν την πολιτική τους με βάση τα δικά μας συμφέροντα. Στην πραγματικότητα ξοδεύουμε πολιτικό κεφάλαιο για στόχους που έχουν αποκλειστικό αποδέκτη το εσωτερικό ακροατήριο. Στις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται μπορεί αυτό να αποδειχθεί και το μεγαλύτερο μας πρόβλημα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα