
Δέκα χρόνια από τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015
Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από την πρώτη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, την Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015
Στις εκλογές εκείνες ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκεντρώσει 36,34% και 149 έδρες, η Νέα Δημοκρατία 27,81% και 76 έδρες, η Χρυσή Αυγή 6,28% και 17 έδρες, το Ποτάμι 6,05% και επίσης 17 έδρες, το ΚΚΕ 5,17% και 15 έδρες, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες 4,75% και 13 έδρες και το ΠΑΣΟΚ 4,68% και επίσης 13 έδρες. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο καθώς λίγους μήνες πριν, στις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάλι πρώτο κόμμα με 26,60% έναντι 22,71% της Νέας Δημοκρατίας. Την επομένη των εθνικών εκλογών σχηματίστηκε η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, η κυβέρνηση δηλαδή του αριστερού ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροδεξιούς Ανεξάρτητους Ελληνες.
Δεν νομίζω ότι κάποιος από τους πρωταγωνιστές της 25ης Ιανουαρίου του 2015 θα έχει την παραμικρή διάθεση να εορτάσει αυτή την επέτειο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προ πολλού διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη: στον ΣΥΡΙΖΑ του Φάμελλου, στη Νέα Αριστερά του Χαρίτση, στη Λαϊκή Ενότητα του Λαφαζάνη, στο ΜέΡΑ 25 του Βαρουφάκη, στην Πλεύση Ελευθερίας της Κωνσταντοπούλου και στο Κίνημα Δημοκρατίας του Κασσελάκη. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες έσβησαν από τον πολιτικό χάρτη. Ο Τσίπρας παραιτήθηκε, παραμένει βουλευτής και ίδρυσε ένα ινστιτούτο για να έχουν να μιλάνε. Ο Καμμένος βρίσκεται εκτός πολιτικής στο σπίτι του.
Γέννημα της κρίσης
Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα θα μπορούσε να πει κανείς. Διότι η ιλιγγιώδης άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία τον οδήγησε στην εξουσία πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, ήταν απλή συνέπεια των συνθηκών που είχαν επικρατήσει στα μνημονιακά χρόνια. Υπήρξε δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ ένα γέννημα της κρίσης, της χρεοκοπίας, των μνημονίων, της απόγνωσης και της οργής του κόσμου. Μόνο έτσι εξηγείται το γεγονός ότι από το 4,60% που είχε λάβει τον Οκτώβριο του 2009 ανέβηκε στο 16,78% τον Μάιο του 2012, στο 26,89% τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου και στο 36,34% τον Ιανουάριο του 2015. Οταν άρχισε να επανέρχεται η κανονικότητα στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα διάφορα αποκόμματά του άρχισαν να επανέρχονται και αυτά στα προ κρίσεως μονοψήφια ποσοστά τους ή έμειναν εκτός Βουλής, μη συγκεντρώνοντας ούτε το όριο εισόδου του 3%.
Το είχε πει άλλωστε και η κυρία Αχτσιόγλου: «Η κανονικότητα δεν είναι στην πραγματικότητα ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά». Είχε μάλιστα ευχηθεί οι ρωγμές που υπήρξαν στην Ευρώπη λόγω της πανδημίας να μπορέσουν να οδηγήσουν σε μία μεγαλύτερη, ουσιαστικότερη πολιτική αλλαγή.
Στα χρόνια της χρεοκοπίας ο ΣΥΡΙΖΑ στόχευσε εξαρχής σταθερά στα κοινωνικά στρώματα που είχαν πληγεί σκληρότερα από τη μεγάλη κρίση, αυτά που είχαν καταβάλει το βαρύτερο κόστος στα μέτρα της εξοντωτικής λιτότητας. Ετσι, στις εκλογές των μνημονιακών χρόνων -και πολύ περισσότερο του 2015- την προνομιακή δεξαμενή ψήφων για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα αποτέλεσαν άνεργοι, μισθωτοί του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, συνταξιούχοι, νεότερες παραγωγικές ηλικίες μεταξύ 25-55 ετών που έβλεπαν την καθημερινότητά τους να ανατρέπεται και την αξιοπρεπή διαβίωσή τους να καθίσταται προβληματική - αν όχι αδύνατη. Ψηφοφόροι δηλαδή προερχόμενοι κυρίως από τη μεσαία και την κατώτερη μεσαία τάξη, καθώς και από τις λαϊκές τάξεις. Ηταν λοιπόν φανερές οι κοινωνικοοικονομικές αφετηρίες στις εκλογικές επιλογές των πολιτών, καθώς εμφάνιζαν σε όλα τα μνημονιακά χρόνια έντονα ταξικά χαρακτηριστικά. Ετσι, με άλλη λογική ψήφισαν στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 τα εύπορα κοινωνικά στρώματα και με άλλη τα φτωχότερα. Επί παραδείγματι, η Νέα Δημοκρατία συγκέντρωσε ποσοστά άνω του 40% σε περιοχές όπως η Κηφισιά, η Εκάλη, το Ψυχικό, η Φιλοθέη, το Παλαιό Φάληρο, η Βουλιαγμένη, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε εκεί περί το 20%, με αποκορύφωμα την Εκάλη, όπου βρέθηκε κάτω από το 10%. Στις φτωχότερες και πολυάνθρωπες συνοικίες της Δυτικής Αθήνας αντίθετα, π.χ. στο Αιγάλεω, στο Περιστέρι, στην Πετρούπολη, στο Χαϊδάρι, στο Ιλιον, στην Αγία Βαρβάρα κ.λπ., ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε σε επίπεδα άνω του 40% ενώ η Νέα Δημοκρατία κάτω του 20%.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, έπεσαν έξω και οι μεν και οι δε στη λογική με την οποία διαμόρφωσαν τις επιλογές τους. Οι μεν «πλούσιοι» διότι δεν ζημιώθηκαν στο παραμικρό από την «πρώτη φορά Αριστερά», αντίθετα μάλιστα ευνοήθηκαν, καθώς με τον ΣΥΡΙΖΑ εκτονώθηκαν αισθήματα αγανάκτησης, οργής, ακόμη και ταξικού μίσους που θα μπορούσαν κάτω από άλλες συνθήκες να ξεσπάσουν σε απειλητικές κοινωνικές εξεγέρσεις. Οι δε «φτωχοί» διότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με το τρίτο δικό του «αριστερό» μνημόνιο, εφάρμοσε ακριβώς τις ίδιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές με εκείνες που τους είχαν οδηγήσει ήδη από τις αρχές του 2010 στα καθημερινά αδιέξοδά τους. Και μάλιστα με μεγαλύτερη συνέπεια και αυστηρότητα από τους άλλους μνημονιακούς προκατόχους του.
Αναμφίβολα δεν ήταν αυτές οι αρχικές προθέσεις του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτή ήταν η πραγματικότητα. Η νέα κυβέρνηση είχε να επιλέξει από τη μία πλευρά την άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη και το ευρώ και από την άλλη την πλήρη υπακοή στους όρους και τις αποφάσεις των δανειστών. Θα ήταν ανυπολόγιστες οι συνέπειες της πρώτης επιλογής όχι μόνο για εκείνες τις εποχές, αλλά και για τις επόμενες δεκαετίες. Ευτυχώς ο αμφιταλαντευόμενος και αμφιρρέπων έως την τελευταία στιγμή πρωθυπουργός έκανε τη δεύτερη επιλογή και ευθυγραμμίστηκε με τα μνημονιακά προτάγματα, αντιλαμβανόμενος τα αχαρτογράφητα αδιέξοδα στα οποία διαφορετικά θα οδηγούνταν και η χώρα και ο ίδιος. H δεύτερη αυτή επιλογή, που πολιτογραφήθηκε εντός και εκτός Ελλάδας ως «κωλοτούμπα», είχε βαρύ πολιτικό κόστος για το κόμμα του και τον ίδιο. Αλλά τουλάχιστον για τον ίδιο θα ήταν πολύ βαρύτερο το κόστος -ακόμη και ποινικό- αν είχε οδηγήσει τη χώρα σε άτακτη χρεοκοπία, με ό,τι αυτή θα συνεπαγόταν.
Ψέμα ή άγνοια;
Διερωτώμαι αν συνειδητά ψευδόταν ο Α. Τσίπρας ή αν είχε απόλυτη άγνοια καταστάσεων, προσώπων και πραγμάτων, εντός και εκτός Ελλάδας, όταν έλεγε ότι θα σκίσει τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο, ότι θα βαράμε τα νταούλια και θα χορεύουν οι αγορές όταν φώναζε από τους προεκλογικούς εξώστες του 2014 «Go back madame Μέρκελ, go back κύριε Σόιμπλε, go back κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης».
Κρατώ πάντως υπ' όψιν μία δήλωση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη στις 13 Αυγούστου του 2015 στην ΕΡΤ: «Πιστεύαμε ότι αν απειλούσαμε με έξοδο οι Ευρωπαίοι θα τρόμαζαν. Αποδείχθηκε λάθος εκτίμηση. Πριν από τρία χρόνια μπορεί αυτό να ίσχυε, αλλά στο μεταξύ και εκείνοι πήραν τα μέτρα τους. Προς έκπληξή μας ο κ. Σόιμπλε πρότεινε αν θέλαμε να βγούμε από το ευρώ να μας βοηθήσει κιόλας. Αλλο σημείο κυβερνητικής αδυναμίας αποδείχθηκε η άγνοια των όρων διεξαγωγής της διαπραγμάτευσης, η οποία δεν γινόταν ελεύθερα, αλλά μέσω ενός ολόκληρου συστήματος με κανόνες και επιτελεία».
Με απλά λόγια δηλαδή, και σύμφωνα με τον Γ. Δραγασάκη, το σύστημα που είχε κληθεί να κυβερνήσει την Ελλάδα στις δυσκολότερες ώρες της Μεταπολίτευσης κυριολεκτικά δεν ήξερε τι του γινόταν και πού παν τα τέσσερα. Θύμιζε κάπως τον Χριστόφορο Κολόμβο που όταν ξεκινούσε δεν ήξερε πού ακριβώς πάει και όταν έφτανε κάπου δεν ήξερε πού ακριβώς βρίσκεται. Είναι αυτή η επιεικέστερη εκδοχή για τον Α. Τσίπρα και όλους τους άλλους υπαίτιους των τραγελαφικών καταστάσεων που ζήσαμε στην εποχή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Δεν νομίζω ότι κάποιος από τους πρωταγωνιστές της 25ης Ιανουαρίου του 2015 θα έχει την παραμικρή διάθεση να εορτάσει αυτή την επέτειο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προ πολλού διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη: στον ΣΥΡΙΖΑ του Φάμελλου, στη Νέα Αριστερά του Χαρίτση, στη Λαϊκή Ενότητα του Λαφαζάνη, στο ΜέΡΑ 25 του Βαρουφάκη, στην Πλεύση Ελευθερίας της Κωνσταντοπούλου και στο Κίνημα Δημοκρατίας του Κασσελάκη. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες έσβησαν από τον πολιτικό χάρτη. Ο Τσίπρας παραιτήθηκε, παραμένει βουλευτής και ίδρυσε ένα ινστιτούτο για να έχουν να μιλάνε. Ο Καμμένος βρίσκεται εκτός πολιτικής στο σπίτι του.
Γέννημα της κρίσης
Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα θα μπορούσε να πει κανείς. Διότι η ιλιγγιώδης άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία τον οδήγησε στην εξουσία πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, ήταν απλή συνέπεια των συνθηκών που είχαν επικρατήσει στα μνημονιακά χρόνια. Υπήρξε δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ ένα γέννημα της κρίσης, της χρεοκοπίας, των μνημονίων, της απόγνωσης και της οργής του κόσμου. Μόνο έτσι εξηγείται το γεγονός ότι από το 4,60% που είχε λάβει τον Οκτώβριο του 2009 ανέβηκε στο 16,78% τον Μάιο του 2012, στο 26,89% τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου και στο 36,34% τον Ιανουάριο του 2015. Οταν άρχισε να επανέρχεται η κανονικότητα στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα διάφορα αποκόμματά του άρχισαν να επανέρχονται και αυτά στα προ κρίσεως μονοψήφια ποσοστά τους ή έμειναν εκτός Βουλής, μη συγκεντρώνοντας ούτε το όριο εισόδου του 3%.
Το είχε πει άλλωστε και η κυρία Αχτσιόγλου: «Η κανονικότητα δεν είναι στην πραγματικότητα ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά». Είχε μάλιστα ευχηθεί οι ρωγμές που υπήρξαν στην Ευρώπη λόγω της πανδημίας να μπορέσουν να οδηγήσουν σε μία μεγαλύτερη, ουσιαστικότερη πολιτική αλλαγή.
Στα χρόνια της χρεοκοπίας ο ΣΥΡΙΖΑ στόχευσε εξαρχής σταθερά στα κοινωνικά στρώματα που είχαν πληγεί σκληρότερα από τη μεγάλη κρίση, αυτά που είχαν καταβάλει το βαρύτερο κόστος στα μέτρα της εξοντωτικής λιτότητας. Ετσι, στις εκλογές των μνημονιακών χρόνων -και πολύ περισσότερο του 2015- την προνομιακή δεξαμενή ψήφων για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα αποτέλεσαν άνεργοι, μισθωτοί του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, συνταξιούχοι, νεότερες παραγωγικές ηλικίες μεταξύ 25-55 ετών που έβλεπαν την καθημερινότητά τους να ανατρέπεται και την αξιοπρεπή διαβίωσή τους να καθίσταται προβληματική - αν όχι αδύνατη. Ψηφοφόροι δηλαδή προερχόμενοι κυρίως από τη μεσαία και την κατώτερη μεσαία τάξη, καθώς και από τις λαϊκές τάξεις. Ηταν λοιπόν φανερές οι κοινωνικοοικονομικές αφετηρίες στις εκλογικές επιλογές των πολιτών, καθώς εμφάνιζαν σε όλα τα μνημονιακά χρόνια έντονα ταξικά χαρακτηριστικά. Ετσι, με άλλη λογική ψήφισαν στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 τα εύπορα κοινωνικά στρώματα και με άλλη τα φτωχότερα. Επί παραδείγματι, η Νέα Δημοκρατία συγκέντρωσε ποσοστά άνω του 40% σε περιοχές όπως η Κηφισιά, η Εκάλη, το Ψυχικό, η Φιλοθέη, το Παλαιό Φάληρο, η Βουλιαγμένη, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε εκεί περί το 20%, με αποκορύφωμα την Εκάλη, όπου βρέθηκε κάτω από το 10%. Στις φτωχότερες και πολυάνθρωπες συνοικίες της Δυτικής Αθήνας αντίθετα, π.χ. στο Αιγάλεω, στο Περιστέρι, στην Πετρούπολη, στο Χαϊδάρι, στο Ιλιον, στην Αγία Βαρβάρα κ.λπ., ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε σε επίπεδα άνω του 40% ενώ η Νέα Δημοκρατία κάτω του 20%.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, έπεσαν έξω και οι μεν και οι δε στη λογική με την οποία διαμόρφωσαν τις επιλογές τους. Οι μεν «πλούσιοι» διότι δεν ζημιώθηκαν στο παραμικρό από την «πρώτη φορά Αριστερά», αντίθετα μάλιστα ευνοήθηκαν, καθώς με τον ΣΥΡΙΖΑ εκτονώθηκαν αισθήματα αγανάκτησης, οργής, ακόμη και ταξικού μίσους που θα μπορούσαν κάτω από άλλες συνθήκες να ξεσπάσουν σε απειλητικές κοινωνικές εξεγέρσεις. Οι δε «φτωχοί» διότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με το τρίτο δικό του «αριστερό» μνημόνιο, εφάρμοσε ακριβώς τις ίδιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές με εκείνες που τους είχαν οδηγήσει ήδη από τις αρχές του 2010 στα καθημερινά αδιέξοδά τους. Και μάλιστα με μεγαλύτερη συνέπεια και αυστηρότητα από τους άλλους μνημονιακούς προκατόχους του.
Αναμφίβολα δεν ήταν αυτές οι αρχικές προθέσεις του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτή ήταν η πραγματικότητα. Η νέα κυβέρνηση είχε να επιλέξει από τη μία πλευρά την άτακτη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη και το ευρώ και από την άλλη την πλήρη υπακοή στους όρους και τις αποφάσεις των δανειστών. Θα ήταν ανυπολόγιστες οι συνέπειες της πρώτης επιλογής όχι μόνο για εκείνες τις εποχές, αλλά και για τις επόμενες δεκαετίες. Ευτυχώς ο αμφιταλαντευόμενος και αμφιρρέπων έως την τελευταία στιγμή πρωθυπουργός έκανε τη δεύτερη επιλογή και ευθυγραμμίστηκε με τα μνημονιακά προτάγματα, αντιλαμβανόμενος τα αχαρτογράφητα αδιέξοδα στα οποία διαφορετικά θα οδηγούνταν και η χώρα και ο ίδιος. H δεύτερη αυτή επιλογή, που πολιτογραφήθηκε εντός και εκτός Ελλάδας ως «κωλοτούμπα», είχε βαρύ πολιτικό κόστος για το κόμμα του και τον ίδιο. Αλλά τουλάχιστον για τον ίδιο θα ήταν πολύ βαρύτερο το κόστος -ακόμη και ποινικό- αν είχε οδηγήσει τη χώρα σε άτακτη χρεοκοπία, με ό,τι αυτή θα συνεπαγόταν.
Ψέμα ή άγνοια;
Διερωτώμαι αν συνειδητά ψευδόταν ο Α. Τσίπρας ή αν είχε απόλυτη άγνοια καταστάσεων, προσώπων και πραγμάτων, εντός και εκτός Ελλάδας, όταν έλεγε ότι θα σκίσει τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο, ότι θα βαράμε τα νταούλια και θα χορεύουν οι αγορές όταν φώναζε από τους προεκλογικούς εξώστες του 2014 «Go back madame Μέρκελ, go back κύριε Σόιμπλε, go back κυρίες και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης».
Κρατώ πάντως υπ' όψιν μία δήλωση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη στις 13 Αυγούστου του 2015 στην ΕΡΤ: «Πιστεύαμε ότι αν απειλούσαμε με έξοδο οι Ευρωπαίοι θα τρόμαζαν. Αποδείχθηκε λάθος εκτίμηση. Πριν από τρία χρόνια μπορεί αυτό να ίσχυε, αλλά στο μεταξύ και εκείνοι πήραν τα μέτρα τους. Προς έκπληξή μας ο κ. Σόιμπλε πρότεινε αν θέλαμε να βγούμε από το ευρώ να μας βοηθήσει κιόλας. Αλλο σημείο κυβερνητικής αδυναμίας αποδείχθηκε η άγνοια των όρων διεξαγωγής της διαπραγμάτευσης, η οποία δεν γινόταν ελεύθερα, αλλά μέσω ενός ολόκληρου συστήματος με κανόνες και επιτελεία».
Με απλά λόγια δηλαδή, και σύμφωνα με τον Γ. Δραγασάκη, το σύστημα που είχε κληθεί να κυβερνήσει την Ελλάδα στις δυσκολότερες ώρες της Μεταπολίτευσης κυριολεκτικά δεν ήξερε τι του γινόταν και πού παν τα τέσσερα. Θύμιζε κάπως τον Χριστόφορο Κολόμβο που όταν ξεκινούσε δεν ήξερε πού ακριβώς πάει και όταν έφτανε κάπου δεν ήξερε πού ακριβώς βρίσκεται. Είναι αυτή η επιεικέστερη εκδοχή για τον Α. Τσίπρα και όλους τους άλλους υπαίτιους των τραγελαφικών καταστάσεων που ζήσαμε στην εποχή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα