Αυτό θα είναι το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας
Αυτό θα είναι το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας
Ενα μοντέρνο μουσείο όπου θα μπορούν να εκτεθούν οι θησαυροί του, που αγγίζουν τις 125.000 αρχαιότητες - Το έργο των 300 εκατ. ευρώ που θα αλλάξει την όψη της πόλης και θα είναι έτοιμο σε 5 χρόνια
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Το «Μουσείο των Μουσείων» ή, αλλιώς, το κεντρικό μας μουσείο, όπου βρίσκονται οι πιο πολύτιμοι αρχαίοι θησαυροί και στεγάζεται όλος ο μουσειακός μας πλούτος φαίνεται ότι θα αποτελέσει το αρχιτεκτονικό στολίδι όχι μόνο της πόλης αλλά και ολόκληρης της χώρας.
Οπως όλα δείχνουν και εφόσον τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα και εξασφαλιστούν τα απαιτούμενα κονδύλια, το νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο -δηλαδή ένα κτιριακό συγκρότημα που θα αποτελείται από το παλιό και το νέο κτίριο ενώ θα συνομιλεί με τα κτίρια του Πολυτεχνείου και θα ενώνεται επιφανειακά με το ξενοδοχείο «Ακροπόλ»- θα είναι έτοιμο σε πέντε χρόνια και θα αναβαθμίσει όχι μόνο την εικόνα του ιστορικού κέντρου αλλά και συνολικότερα της χώρας.
Ηδη έχουμε το παράδειγμα του νέου Μουσείου της Ακρόπολης που έχει προσδώσει μια άλλη εικόνα στην ενεργό συνομιλία με το αρχαίο παρελθόν, αν και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι ένα τεράστιο στοίχημα που περιλαμβάνει πολλές θεματικές αλλά και πολλούς και ετερόκλητους θησαυρούς με διαφορετικές απαιτήσεις, ενώ προτάσσει ένα ενεργό άνοιγμα στην πόλη με ανάλογες πολεοδομικές προεκτάσεις.
Σε αυτό ακριβώς φαίνεται να στοχεύει το συνολικότερο σχήμα Τσίπερφιλντ - Τομπάζη, που κέρδισε στη διαγωνιστική διαδικασία η οποία αφορούσε την προμελέτη και θα παρουσιαστεί στις 15 Φεβρουαρίου από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη μαζί με τον ίδιο τον διεθνούς φήμης αρχιτέκτονα σερ Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, του οποίου το γραφείο συμπράττει με τους Ελληνες αρχιτέκτονες.
Ωστόσο, οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του το «ΘΕΜΑ», ύστερα και από τη σχετική ενημέρωση του προέδρου της Διεθνούς Επιτροπής Αξιολόγησης, καθηγητή και αναγνωρισμένου διεθνούς φήμης αρχιτέκτονα Ανδρέα Κούρκουλα μαζί με την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη προς τους δημοσιογράφους, αποκαλύπτουν ένα μεγαλόπνοο έργο, συνολικού κόστους 300 εκατ. ευρώ, που θα αλλάξει όχι μόνο την όψη της πόλης αλλά και τη δική μας σχέση με τους πολύτιμους θησαυρούς που καθιστούν το Εθνικό Αρχαιολογικό ένα από τα σημαντικότερα μουσεία στον κόσμο.
Οι αρχιτέκτονες
Παρότι όλα έμοιαζαν με ένα ανεκπλήρωτο σχεδόν όνειρο και παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν όλα αυτά τα χρόνια, το πρότζεκτ «Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο» φαίνεται να είναι πλέον απτή πραγματικότητα ύστερα από την αρχιτεκτονική πρόταση που προκρίθηκε για τη δημιουργία του από τα αρχιτεκτονικά γραφεία Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ και Αλεξάνδρου Τομπάζη. Οι δυσκολίες που έπρεπε να ξεπεραστούν όλο αυτό το διάστημα ήταν πολλαπλές, καθώς κατ’ αρχάς έπρεπε να γίνουν οι κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις από το υπουργείο Περιβάλλοντος, να εκπονηθούν οι προκαταρκτικές μελέτες ώστε να καταστεί εφικτή η εκπόνηση μελέτης του αρχιτεκτονικού προσχεδίου, τα έξοδα της οποίας -όπως μαθαίνουμε, έφτασαν τα 600.000 ευρώ- καλύφθηκαν από την οικογένεια Ειρήνης και Νικολάου Λαιμού.
Αυτό που μένει αυτή τη στιγμή είναι το αρχιτεκτονικό σχήμα να εξελίξει τις μελέτες υλοποίησης ώστε να προχωρήσει η χρηματοδότηση του έργου από πόρους της Ε.Ε., δηλαδή από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, και να προχωρήσει το έργο. Το προσχέδιο, λεπτομέρειες του οποίου θα αποκαλύψει ο ίδιος ο πρωθυπουργός από κοινού με τα αρχιτεκτονικά γραφεία, δείχνει να προτάσσει τη συνομιλία του αναγνωρισμένου ως μνημείου ιστορικής κληρονομιάς, νεοκλασικού κτιρίου που σχεδίασε ο Λούντβιχ Λάγκε και αργότερα τροποποιήθηκε από τους Παναγή Κάλκο, Αρμόδιο Βλάχο και Ερνστ Τσίλερ, με το νέο, μοντέρνο κτίριο που θα δημιουργηθεί από τους Τσίπερφιλντ - Τομπάζη, ενώ μας φανερώνει μια εντελώς άλλη εικόνα του περιβάλλοντος χώρου με προνομιακή θέα προς τους κήπους, οι οποίοι επεκτείνονται και αναβαθμίζονται, με την κεντρική είσοδο να φαίνεται πλέον ότι είναι από την Πατησίων.
Οπως δήλωσε ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Αξιολόγησης, καθηγητής της Αρχιτεκτονικής και βαθύς γνώστης του τρόπου που... συνομιλούν τέτοια κτίρια με την πόλη, κ. Κούρκουλας: «Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ιστορικό μνημείο, με ένα κτίριο το οποίο είναι χαρακτηρισμένο μνημείο και με εκθέματα που είναι τα συγκλονιστικότερα στον κόσμο», τονίζοντάς μας ότι η Αρχιτεκτονική καλείται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να απαντήσει σε αυτά τα δύο προβλήματα, τη σύνδεση με το παλιό και τη «συσκευασία» αυτών των εκπληκτικών αντικειμένων.
Αυτό, ωστόσο, που έλαβε επιπλέον υπόψη στην πρότασή του το γραφείο που κέρδισε τον διαγωνισμό είναι ότι το μουσείο μπορεί να επηρεάσει τη γειτονιά, να διαμορφώσει ένα ολόκληρο σύμπαν γύρω από τον εαυτό του και «να μην εστιάζει μόνο στον τουρισμό» - κι αυτός είναι ένας παράγοντας στον οποίο μας εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή ο κ. Κούρκουλας. Αρκεί να θυμίσουμε τον τρόπο που προσέλκυσε το καχύποπτο απέναντι στα μουσεία ελληνικό κοινό το νέο Μουσείο της Ακρόπολης διαθέτοντας μόλις το 1/3 από τις αρχαιότητες που κρύβει στις αποθήκες του το Εθνικό μας Αρχαιολογικό Μουσείο.
Οπως όλα δείχνουν και εφόσον τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα και εξασφαλιστούν τα απαιτούμενα κονδύλια, το νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο -δηλαδή ένα κτιριακό συγκρότημα που θα αποτελείται από το παλιό και το νέο κτίριο ενώ θα συνομιλεί με τα κτίρια του Πολυτεχνείου και θα ενώνεται επιφανειακά με το ξενοδοχείο «Ακροπόλ»- θα είναι έτοιμο σε πέντε χρόνια και θα αναβαθμίσει όχι μόνο την εικόνα του ιστορικού κέντρου αλλά και συνολικότερα της χώρας.
Ηδη έχουμε το παράδειγμα του νέου Μουσείου της Ακρόπολης που έχει προσδώσει μια άλλη εικόνα στην ενεργό συνομιλία με το αρχαίο παρελθόν, αν και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι ένα τεράστιο στοίχημα που περιλαμβάνει πολλές θεματικές αλλά και πολλούς και ετερόκλητους θησαυρούς με διαφορετικές απαιτήσεις, ενώ προτάσσει ένα ενεργό άνοιγμα στην πόλη με ανάλογες πολεοδομικές προεκτάσεις.
Σε αυτό ακριβώς φαίνεται να στοχεύει το συνολικότερο σχήμα Τσίπερφιλντ - Τομπάζη, που κέρδισε στη διαγωνιστική διαδικασία η οποία αφορούσε την προμελέτη και θα παρουσιαστεί στις 15 Φεβρουαρίου από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη μαζί με τον ίδιο τον διεθνούς φήμης αρχιτέκτονα σερ Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, του οποίου το γραφείο συμπράττει με τους Ελληνες αρχιτέκτονες.
Ωστόσο, οι πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του το «ΘΕΜΑ», ύστερα και από τη σχετική ενημέρωση του προέδρου της Διεθνούς Επιτροπής Αξιολόγησης, καθηγητή και αναγνωρισμένου διεθνούς φήμης αρχιτέκτονα Ανδρέα Κούρκουλα μαζί με την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη προς τους δημοσιογράφους, αποκαλύπτουν ένα μεγαλόπνοο έργο, συνολικού κόστους 300 εκατ. ευρώ, που θα αλλάξει όχι μόνο την όψη της πόλης αλλά και τη δική μας σχέση με τους πολύτιμους θησαυρούς που καθιστούν το Εθνικό Αρχαιολογικό ένα από τα σημαντικότερα μουσεία στον κόσμο.
Οι αρχιτέκτονες
Παρότι όλα έμοιαζαν με ένα ανεκπλήρωτο σχεδόν όνειρο και παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν όλα αυτά τα χρόνια, το πρότζεκτ «Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο» φαίνεται να είναι πλέον απτή πραγματικότητα ύστερα από την αρχιτεκτονική πρόταση που προκρίθηκε για τη δημιουργία του από τα αρχιτεκτονικά γραφεία Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ και Αλεξάνδρου Τομπάζη. Οι δυσκολίες που έπρεπε να ξεπεραστούν όλο αυτό το διάστημα ήταν πολλαπλές, καθώς κατ’ αρχάς έπρεπε να γίνουν οι κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις από το υπουργείο Περιβάλλοντος, να εκπονηθούν οι προκαταρκτικές μελέτες ώστε να καταστεί εφικτή η εκπόνηση μελέτης του αρχιτεκτονικού προσχεδίου, τα έξοδα της οποίας -όπως μαθαίνουμε, έφτασαν τα 600.000 ευρώ- καλύφθηκαν από την οικογένεια Ειρήνης και Νικολάου Λαιμού.
Αυτό που μένει αυτή τη στιγμή είναι το αρχιτεκτονικό σχήμα να εξελίξει τις μελέτες υλοποίησης ώστε να προχωρήσει η χρηματοδότηση του έργου από πόρους της Ε.Ε., δηλαδή από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, και να προχωρήσει το έργο. Το προσχέδιο, λεπτομέρειες του οποίου θα αποκαλύψει ο ίδιος ο πρωθυπουργός από κοινού με τα αρχιτεκτονικά γραφεία, δείχνει να προτάσσει τη συνομιλία του αναγνωρισμένου ως μνημείου ιστορικής κληρονομιάς, νεοκλασικού κτιρίου που σχεδίασε ο Λούντβιχ Λάγκε και αργότερα τροποποιήθηκε από τους Παναγή Κάλκο, Αρμόδιο Βλάχο και Ερνστ Τσίλερ, με το νέο, μοντέρνο κτίριο που θα δημιουργηθεί από τους Τσίπερφιλντ - Τομπάζη, ενώ μας φανερώνει μια εντελώς άλλη εικόνα του περιβάλλοντος χώρου με προνομιακή θέα προς τους κήπους, οι οποίοι επεκτείνονται και αναβαθμίζονται, με την κεντρική είσοδο να φαίνεται πλέον ότι είναι από την Πατησίων.
Οπως δήλωσε ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Αξιολόγησης, καθηγητής της Αρχιτεκτονικής και βαθύς γνώστης του τρόπου που... συνομιλούν τέτοια κτίρια με την πόλη, κ. Κούρκουλας: «Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ιστορικό μνημείο, με ένα κτίριο το οποίο είναι χαρακτηρισμένο μνημείο και με εκθέματα που είναι τα συγκλονιστικότερα στον κόσμο», τονίζοντάς μας ότι η Αρχιτεκτονική καλείται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να απαντήσει σε αυτά τα δύο προβλήματα, τη σύνδεση με το παλιό και τη «συσκευασία» αυτών των εκπληκτικών αντικειμένων.
Αυτό, ωστόσο, που έλαβε επιπλέον υπόψη στην πρότασή του το γραφείο που κέρδισε τον διαγωνισμό είναι ότι το μουσείο μπορεί να επηρεάσει τη γειτονιά, να διαμορφώσει ένα ολόκληρο σύμπαν γύρω από τον εαυτό του και «να μην εστιάζει μόνο στον τουρισμό» - κι αυτός είναι ένας παράγοντας στον οποίο μας εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή ο κ. Κούρκουλας. Αρκεί να θυμίσουμε τον τρόπο που προσέλκυσε το καχύποπτο απέναντι στα μουσεία ελληνικό κοινό το νέο Μουσείο της Ακρόπολης διαθέτοντας μόλις το 1/3 από τις αρχαιότητες που κρύβει στις αποθήκες του το Εθνικό μας Αρχαιολογικό Μουσείο.
Ωστόσο το Μουσείο της Ακρόπολης, αναγνωρίζοντας τα σημάδια των καιρών, ακολούθησε τους νέους μουσειολογικούς κανόνες -αν και όλοι θυμόμαστε τις αντιδράσεις που είχαν γεννήσει τότε το υπέροχο πλην όμως παράξενο δάσος από τα αγάλματα με τις πανέμορφες κόρες στην αίθουσα των αρχαϊκών ή ο τρόπος που η οπισθοβαρής έκθεση των ωραίων γυναικών από τις Καρυές, ώστε να φαίνεται η πλουμιστή τους κόμη, είχε κάνει έξαλλους τους αρχαιολόγους - κερδίζοντας τελικά σημαντική θέση στις καρδιές των κατοίκων της πόλης αλλά και των επισκεπτών από όλο τον κόσμο. Σημαντικό ρόλο στο σημείο αυτό είχε διαδραματίσει η ανωφερής αφήγηση που ακολουθούσε το κτίριο που σχεδίασε ο Μπερνάρ Τσουμί σε απόλυτη συναρμογή με την ίδια την πορεία του Ιερού Βράχου, και όλοι αναμένουμε να δούμε την ιδιότυπη αφήγηση που ενδέχεται να υιοθετήσει το νέο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Αρκεί να θυμίσουμε ότι στο πανέμορφο νεοκλασικό του 19ου αιώνα, που στεγάζει για την ώρα τους θησαυρούς του Εθνικού Αρχαιολογικού, υπάρχουν εμβληματικά έργα όχι μόνο της ελληνικής αρχαιότητας αλλά του παγκόσμιου πολιτισμού, όπως ο Ποσειδώνας του Αρτεμισίου (κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το άγαλμα του Δία), η καταπληκτική λήκυθος του λεγόμενου «ζωγράφου του Αχιλλέα», η περίφημη Χρυσή Μάσκα του Αγαμέμνονα και ο διάσημος Μικρός Ιππέας του Αρτεμισίου (για τα οποία τόσος λόγος είχε γίνει τελευταία από το Βρετανικό Μουσείο) καθώς και η εκπληκτικής ομορφιάς Στήλη της Ηγησούς, η πιο διάσημη ίσως επιτύμβια στήλη στον κόσμο.
Στο Αρχαιολογικό έχουν καταλήξει τα σημαντικότερα ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών που αντιστοιχούν σε ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα από την προϊστορική εποχή ως το τέλος της ρωμαϊκής περιόδου, οπότε η αναβάθμισή του και ο μετασχηματισμός του συνιστούν ένα ζήτημα εθνικής σημασίας και εμβέλειας και δεν είναι τυχαίο ότι είχε συμπεριληφθεί στις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού.
Διπλάσιος χώρος
Είναι, επομένως, σαφές ότι όλοι αυτοί οι θησαυροί που αγγίζουν συνολικά τους 125.000 (!) θα εκτίθενται σε έναν διπλασιασμένο χώρο που θα είναι ενιαίος και θα απλώνεται τόσο στο διατηρητέο, παλιό κτίριο -που επίσης θα αναβαθμιστεί- όσο και στο νέο κτίριο, με κοινό εσωτερικό σχεδιασμό. Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κάνει λόγο για «ενιαία και ουσιαστική λειτουργική ενότητα» και όταν λέμε μουσειακή λειτουργία εννοούμε τις εκθέσεις, τους χώρους και τα εργαστήρια συντήρησης, τις αποθήκες, τις οποίες δεν πρέπει διόλου να υποτιμούμε, καθώς, όπως τονίζει η υπουργός «στη σύγχρονη προσέγγιση των μουσείων είναι εξαιρετικά σημαντικό μέρος τους, όπως και τα εργαστήρια συντήρησης. Οι αποθήκες μπορεί να είναι επισκέψιμες, οι αποθήκες πρέπει να είναι λειτουργικές. Δεν μπορεί να στοιβάζονται πράγματα. Υπάρχει πια πολύ καθαρή αντίληψη για την αποθήκη», και αυτό είναι κάτι που λαμβανόταν υπόψη στον παλιό σχεδιασμό των μουσείων.
Εν προκειμένω, υπάρχει μια έξυπνη υπόγεια συνομιλία με τον κάτω κόσμο του μουσείου και μια υπέργεια με τον περιβάλλοντα χώρο, που δεν είναι μόνο τα παράπλευρα κτίρια, αλλά τα αναψυκτήρια, οι κοινοί χώροι συνάθροισης, εν ολίγοις ολόκληρη η πόλη, αφού το μουσείο επικοινωνεί τόσο με την περιοχή των Εξαρχείων όσο και με αυτή της Κυψέλης. Γι’ αυτό, όπως τονίζει η κυρία Μενδώνη, «αυτή η μουσειακή λειτουργία θα πρέπει να συνδυαστεί λειτουργικά και με το κοινωνικό πρόσωπο του μουσείου. Ποιο είναι το κοινωνικό πρόσωπο του μουσείου;
Είναι ο ρόλος που διαδραματίζει στην Αθήνα, στην περιοχή, στη γειτονιά, στους Αθηναίους. Είναι οι χώροι εκδηλώσεων και υποδοχής του κοινού. Ενός κοινού που δεν είναι πάντοτε ομοιογενές. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ανομοιογενές. Χρειάζεται μέσα στο κοινωνικό πρόσωπο να δούμε και το πωλητήριο και το αναψυκτήριο».
Επομένως, όπως τονίζει χαρακτηριστικά η ίδια, «για να πούμε ότι έχουμε ένα σύγχρονο μουσείο δεν μπορούν αυτά τα πράγματα να αντιμετωπιστούν διαφορετικά και διακριτά. Και να σας δώσω και μια τάξη μεγέθους. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο σήμερα οι εκθεσιακοί του χώροι είναι περίπου 16.500 τ.μ. Ολος ο όγκος του κτιρίου μαζί με τις αποθήκες, ο μεικτός, αυτό που λένε οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί μεικτός, είναι περίπου 24.500 τ.μ.
Στην επέκταση θα υπάρχουν οι νέοι εκθεσιακοί χώροι οι οποίοι υπολογίζονται σε 16.500 τ.μ., θα υπάρχει ένας χώρος στάθμευσης -η μελέτη θα δείξει πώς θα είναι και πώς θα λειτουργεί- και υπολογίζεται ότι αυτός ο χώρος θα είναι της τάξεως περίπου των 8.500 τ.μ. Και θα υπάρχει κήπος γιατί είναι πολύ σημαντικό, και στο φωτορεαλιστικό που δημοσιεύσαμε, φαίνεται ο κήπος. Ο κήπος είναι πολύ ουσιαστικό μέρος του Μουσείου. Ο κήπος, λοιπόν, ο οποίος θα είναι περίπου 13.000 τ.μ. Αυτή είναι η τάξη μεγέθους».
Συνολικά λοιπόν μιλάμε για ένα τεράστιο συγκρότημα κτιρίων που, εκτός από τα δυο κτίρια -το παλαιό και το νέο- στους κόλπους του θα περιλαμβάνει το Επιγραφικό Μουσείο, το οποίο ενδεχομένως να μεταφερθεί, ενώ σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν, όπως προαναφέρθηκε, ακόμα και οι αποθήκες. Καίριο ρόλο αποκτά και το Πολυτεχνείο, το οποίο θα ανακαινιστεί ή, τουλάχιστον, αυτή είναι η πρόθεση και η βούληση του Πολυτεχνείου, το οποίο, σύμφωνα, με την υπουργό, στηρίζει την όλη προσπάθεια και το νέο πρότζεκτ.
Επιφανειακή η σύνδεση μεταξύ των κτιρίων
Αναφορικά με το ζήτημα της σύνδεσης, δηλαδή για το αν θα είναι υπόγεια, όπως είχε αρχικώς συζητηθεί, ο κ. Δοξιάδης σε σχετική ερώτησή μας τόνισε πως όλα τα αρχιτεκτονικά γραφεία που συμμετείχαν στον διαγωνισμό θεώρησαν ότι δεν χρειάζεται η υπόγεια σύνδεση και ότι είναι καλύτερη η σύνδεση με το «Ακροπόλ» να γίνει επιφανειακά. Αυτό που μένει ως ερωτηματικό είναι τι ακριβώς θα γίνει με το Πολυτεχνείο, καθώς τα κτίριά του έχουν εισέλθει στον σχεδιασμό ως εν δυνάμει σύνδεση, αλλά οι άμεσα εμπλεκόμενοι πρέπει να ανακοινώσουν τις αποφάσεις τους ώστε να αποτελέσουν κάποιο κομμάτι εξωστρέφειας της Αρχαιολογικής Σχολής προς την πόλη. Αυτό όμως μένει σε ένα δεύτερο στάδιο.
Οπως μας αποκάλυψε ο κ. Δοξιάδης, «όλες οι μελέτες έλαβαν σοβαρά υπόψη τους την εν δυνάμει σχέση με αυτά τα τρία ιστορικά κτίρια, τα οποία θα παραμείνουν κτίρια του Πολυτεχνείου και μπορεί να αποτελέσουν σημαντικό κόμβο σχέσης μουσείου - Πολυτεχνείου - δήμου». Με άλλα λόγια, θα μπορούσαν στα κτίρια αυτά να γίνονται εκθέσεις σύγχρονης τέχνης και αρχιτεκτονικής, καθώς δεν αντιστοιχούν ως δομή στον τρόπο διδασκαλίας της αρχιτεκτονικής σήμερα, επειδή είναι τεράστιες αίθουσες, ψηλοτάβανες.
Η ιδέα λοιπόν ήταν, προχωρώντας και υλοποιώντας το μουσείο, να γίνουν αντιληπτές οι αλλαγές που θα επιφέρει γενικότερα στο κέντρο της Αθήνας και τη συμβολή του Πολυτεχνείου, όπως και του «Ακροπόλ», στη δημιουργία μιας νέας συνθήκης σχέσης αρχιτεκτονικής. Καίρια ήταν η απάντηση της υπουργού Πολιτισμού, η οποία συμπλήρωσε πως κεντρικός στόχος είναι η από κοινού λειτουργία των συγκροτημάτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Απαντώντας σε ερώτησή μας αναφορικά με αυτή τη σύνδεση, η υπουργός τόνισε πως «το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αυτή τη στιγμή, με τις δικές του διαδικασίες προχωρεί με την απόλυτη αυτονομία του στην αποκατάσταση των κτιρίων του. Ευκταίο θα ήταν να έχουμε δύο οικοδομικά τετράγωνα στο κέντρο της Αθήνας, τα οποία θα έχουν μία συλλειτουργία με την έννοια ότι θα αναβαθμίζουν πολιτιστικά τη συγκεκριμένη περιοχή. Διότι και η αρχιτεκτονική, εκτός από επιστήμη, είναι και μια ουσιαστική και βασική πολιτιστική διαδικασία. Αν κάποιος θα μπορούσε να πει ότι παράγει πολιτισμό, είναι οι αρχιτέκτονες, είναι η αρχιτεκτονική. Επομένως είναι κρίσιμο τα δύο αυτά οικοδομικά τετράγωνα, αναβαθμισμένα, να μπορούν να έχουν και την επικοινωνία τους».
Αυτό σημαίνει ότι όλα τα κτίρια «συνομιλούν» μεταξύ τους σε ένα πλαίσιο ανοιχτής επικοινωνίας με την πόλη, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά και στο προσχέδιο, φέρνοντας ταυτόχρονα κοντά το αρχαίο με το νέο, το κλασικό με το σύγχρονο, αφού στόχος είναι το «Ακροπόλ» να διοργανώνει μοντέρνες εκθέσεις και δρώμενα που θα εμπνέονται από τη λειτουργία των μουσείων - και πολλές φορές να διοργανώνονται από κοινού.
Επίσης το όλο κτιριακό σύστημα προσδοκά να είναι οικολογικά πρωτότυπο, να έχει δηλαδή μια ευαισθησία γύρω από τη σύγχρονη προβληματική. Στόχος είναι να απαντήσει, όπως μας γνωστοποιήθηκε, με έναν στέρεο τρόπο στη σχέση έκθεσης πραγμάτων, κυρίως τρισδιάστατων αντικειμένων, με το background και το φόντο όπου εκτίθενται.
Να μπορεί να μας μιλήσει για το θέμα του φυσικού φωτισμού, και ιδιαίτερα του κατακόρυφου, αφού γίνεται λόγος για μια τεράστια επιφάνεια που θα καταλάβει τον σημερινό κήπο μπροστά από το μουσείο, ο οποίος επεκτείνεται και μετασχηματίζεται. Το θέμα του φωτισμού γενικότερα είναι κυρίαρχο στον σχεδιασμό των σύγχρονων μουσείων.
O διαγωνισμός
Παρά τον μεγάλο ενθουσιασμό όλων των αρχιτεκτονικών γραφείων που εκδήλωσαν ενδιαφέρον συμμετοχής, τον οποίο τόνισε με πάσα ειλικρίνεια ο κ. Κούρκουλας, αρκετές ήταν και οι αντιδράσεις, που είχαν κυρίως να κάνουν με το γεγονός ότι δεν ήταν ανοιχτός ο διαγωνισμός ο οποίος οργανώθηκε με επιλεκτική πρόσκληση σε συγκεκριμένα γραφεία. Σχετικές ανακοινώσεις εξέδωσε η Πανελλήνια Ενωση Αρχιτεκτόνων, που μιλάει για «κλειστό διαγωνισμό» και καλεί το ΥΠΠΟ «να ακολουθήσει τη θεσμική διαδικασία την οποία προβλέπει η ελληνική νομοθεσία για τους Διεθνείς Διαγωνισμούς». Στις αιτιάσεις αυτές τόσο η υπουργός Πολιτισμού όσο και ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής απαντούν πως πρόκειται για μια «απόλυτα διαφανή διαδικασία, οργανωμένη και με συγκινητική παρουσία των επικεφαλής των γραφείων, σχεδόν όλων οι οποίοι είχαν προσκληθεί».
Αμφότεροι υποστηρίζουν ότι καλύπτονται θεσμικά από την υφιστάμενη νομολογία και ότι δεν έγινε ανοιχτός διαγωνισμός, όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Κούρκουλας, επειδή οι συμμετοχές θα ήταν τόσο μεγάλες που δεν θα μπορούσαν να τις διαχειριστούν, κάτι που αυτομάτως «αποκαρδιώνει σημαντικά γραφεία, λόγω του κόστους αλλά και του χαώδους, αν θέλετε, αυτής της διαδικασίας, να πάρουν μέρος», όπως υποστήριξε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως «εν πάση περιπτώσει, επιλέξαμε τη στρατηγική με αυστηρά κριτήρια επιλογής γραφείων ανά τον κόσμο». Οπως είπε η κυρία Μενδώνη, το ένα θέμα ήταν τα γραφεία αυτά να έχουν μια διεθνή βράβευση για το συνολικό τους έργο και να έχουν καταφέρει να περατώσουν έστω ένα αντίστοιχης σπουδαιότητας μουσείο το οποίο να έχει τύχει διεθνούς διάκρισης.
Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι η ανταπόκριση στην πρόσκληση, σε αυτόν τον κατάλογο των δέκα γραφείων ήταν συγκινητική, με σχέδια που ξεπέρασαν τις προσδοκίες, τα οποία αναμένεται να παρουσιαστούν εν καιρώ και σε ειδική έκθεση που θα λάβει χώρα.
Συγκεκριμένα η επιτροπή είχε να επιλέξει ανάμεσα σε διεθνή γραφεία που έπρεπε υποχρεωτικά να συμπράξουν με ελληνικά γραφεία αρχιτεκτονικής, όπως τα David Chipperfield Architects και Γραφείο Μελετών Αλέξανδρου Ν. Τομπάζη Α.Ε., SANAA (Kazuyo Sejima + Ryue Nishizawa) και Buerger Katsota Architects, Herzog and de Meuron και ΑΕΤΕΡ Αρχιτέκτονες, Diller Scofidio + Renfro και VAP Architects και Neiheiser Argyros, Adjaye Associates και Kizi Studio, OMA και Σακελλαρίδου/ Παπανικολάου Αρχιτέκτονες, Atelier Jean Nouvel και George Batzios Architects, Kengo Kuma and Associates και K-studio, Thomas Phifer και Tsolakis Architects και Καλλιόπη Κοντόζογλου, RCR Arquitectes και Παρμενίδης - Longuepee - Μάρη.
Αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής, όπως είχε τονίσει σε πρόσφατη ανακοίνωση το ΥΠΠΟ, ήταν «τα στοιχεία της ευρηματικής σχέσης μεταξύ του παλαιού και του νέου κτιρίου, της ποιότητας της χωρικής εμπειρίας, της ευαισθησίας προς τις προγραμματικές και μουσειολογικές - μουσειογραφικές προκλήσεις, της πολεοδομικής ένταξης στον ιστό της πόλης και της πρωτοπόρας επίλυσης θεμάτων βιωσιμότητας και περιβαλλοντικού σχεδιασμού».
Τέλος, στα κριτήρια που τέθηκαν από την επιτροπή περιλαμβάνεται, όπως τόνισαν ο κ. Κούρκουλας και η κυρία Μενδώνη, η πολεοδομική ένταξη όλου του συγκροτήματος στην πόλη, με στόχο να γίνει σημείο συνάντησης μεταξύ των πολιτών και όχι απλώς ένα μουσείο-κόσμημα, αλλά ένας ολοζώντανος κόσμο που θα ανταποκρίνεται στα σημεία των καιρών. Περισσότερα, όμως, στις επίσημες ανακοινώσεις στις 15 Φεβρουαρίου.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα