Γρηγόρης Φαληρέας: Ο μποέμ τύπος που λάτρεψε τη μουσική
Γρηγόρης Φαληρέας: Ο μποέμ τύπος που λάτρεψε τη μουσική
Μαζί με τον αδερφό του Τάσο ήταν ιδιοκτήτες του μυθικού δισκάδικου Pop Eleven στο Κολωνάκι που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή
Θα τον έβρισκες συνήθως πίσω από το ταμείο να επιβλέπει τον χώρο διακριτικά, να δίνει εξηγήσεις στους πελάτες για κάποια βινύλια εισαγωγής ή να συζητάει για μουσική με φίλους, γνωστούς ακόμη και άγνωστους.
Ο Γρηγόρης Φαληρέας ήταν μια εμβληματική μορφή στα ελληνικά μουσικά δρώμενα, ένας μποέμ τύπος που μαζί με τον αδερφό του Τάσο έστησαν το εμβληματικό Pop Eleven στο Κολωνάκι.
Τότε που το Κολωνάκι ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό, τότε που οι ξένοι δίσκοι κυκλοφορούσαν με το σταγονόμετρο, οι αδερφοί Φαληρέα άνοιξαν ένα μαγαζί, πολύ προχωρημένο για την εποχή του.
Το Pop Eleven συνδέθηκε άρρηκτα-μαζί με κάποια άλλα ιστορικά δισκάδικα στο κέντρο της Αθήνας-αρχικά στην εξάπλωση της ροκ μουσικής και όχι μόνο, σε μια Ελλάδα της επταετίας, που κυριαρχούσαν τα λαϊκά τραγούδια και τα δημοτικά άσματα.
Άνοιξε σύμφωνα με τα όσα έχουν γραφτεί τον Δεκέμβριο του 1969 ή στις αρχές του 1970 σε ημιυπόγειο της οδού Σκουφά και από την πρώτη στιγμή έγινε αγαπημένο στέκι για τους «μαλλιάδες» όπως αποκαλούσαν αρκετοί τότε τους νεαρούς οπαδούς της ροκ.
Το μαγαζί του Τάσου και του Γρηγόρη Φαλοηρέα θα γίνει πολύ γρήγορα, το στέκι όλων των «ανήσυχων» νέων που ψάχνουν για δίσκους των Rolling Stones, των Grateful Dead και του Van Morrison μεταξύ πολλών άλλων.
Ο πρώτος θα περιγράψει την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο Pop Eleven, ειδικά μετά την πτώση της δικτατορίας σε ένα κείμενο που γράφει για το περιοδικό «Ήχος & Hi-Fi» τον Ιούνιο του 1993.
«Θυμάμαι μια φορά είχαν έρθει στο Pop Eleven μια παρέα μαλλιάδες και είχαν καθίσει κάτω. Ήταν καμιά τριανταριά. Είχαν έρθει από κάτι γειτονιές στυλ Μεταξουργείο και τέτοια. Κάθονταν από το πρωί μέχρι το βράδυ και ακούγανε μουσική. Εμείς το βράδυ πίναμε διάφορα τσιγάρα και λέγαμε τι θα κάνουμε μ' αυτούς, αλλά τελικά τους αφήσαμε, δεν τους διώξαμε.
Ο Γρηγόρης Φαληρέας ήταν μια εμβληματική μορφή στα ελληνικά μουσικά δρώμενα, ένας μποέμ τύπος που μαζί με τον αδερφό του Τάσο έστησαν το εμβληματικό Pop Eleven στο Κολωνάκι.
Τότε που το Κολωνάκι ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό, τότε που οι ξένοι δίσκοι κυκλοφορούσαν με το σταγονόμετρο, οι αδερφοί Φαληρέα άνοιξαν ένα μαγαζί, πολύ προχωρημένο για την εποχή του.
Το Pop Eleven συνδέθηκε άρρηκτα-μαζί με κάποια άλλα ιστορικά δισκάδικα στο κέντρο της Αθήνας-αρχικά στην εξάπλωση της ροκ μουσικής και όχι μόνο, σε μια Ελλάδα της επταετίας, που κυριαρχούσαν τα λαϊκά τραγούδια και τα δημοτικά άσματα.
Άνοιξε σύμφωνα με τα όσα έχουν γραφτεί τον Δεκέμβριο του 1969 ή στις αρχές του 1970 σε ημιυπόγειο της οδού Σκουφά και από την πρώτη στιγμή έγινε αγαπημένο στέκι για τους «μαλλιάδες» όπως αποκαλούσαν αρκετοί τότε τους νεαρούς οπαδούς της ροκ.
Το μαγαζί του Τάσου και του Γρηγόρη Φαλοηρέα θα γίνει πολύ γρήγορα, το στέκι όλων των «ανήσυχων» νέων που ψάχνουν για δίσκους των Rolling Stones, των Grateful Dead και του Van Morrison μεταξύ πολλών άλλων.
Ο πρώτος θα περιγράψει την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο Pop Eleven, ειδικά μετά την πτώση της δικτατορίας σε ένα κείμενο που γράφει για το περιοδικό «Ήχος & Hi-Fi» τον Ιούνιο του 1993.
«Θυμάμαι μια φορά είχαν έρθει στο Pop Eleven μια παρέα μαλλιάδες και είχαν καθίσει κάτω. Ήταν καμιά τριανταριά. Είχαν έρθει από κάτι γειτονιές στυλ Μεταξουργείο και τέτοια. Κάθονταν από το πρωί μέχρι το βράδυ και ακούγανε μουσική. Εμείς το βράδυ πίναμε διάφορα τσιγάρα και λέγαμε τι θα κάνουμε μ' αυτούς, αλλά τελικά τους αφήσαμε, δεν τους διώξαμε.
Κατά τ' άλλα στο μαγαζί έπεφτε καμιά φορά και ξύλο. Το μεγαλύτερο ξύλο είχε πέσει όταν έφτιαξα δύο γκρουπ στη Λύρα. Τον Εξαδάκτυλο και τους Πελόμα Μποκιού. Εγώ από κάποιο σημείο και μετά δεν πίστευα στον Πουλικάκο, που ήταν στον Εξαδάκτυλο. Έτσι έφτιαξα τους Πελόμα Μποκιού με τον Μπονάτσο.
Αποτέλεσμα ήταν να παίξουνε ξύλο με τα παιδιά του Εξαδάκτυλου. Κάναμε κάποιου δίσκους και με τους μεν και με τους δε, αλλά δεν ήταν τίποτα. Μαλακίες ήταν όλα αυτά... Ατελής και αφελής προσπάθεια να κάνουμε κάτι που γινόταν κι έξω».
Ο Γρηγόρης Φαληρέας απολαμβάνει εκείνα τα χρόνια, όταν εισάγει από την Ευρώπη κυρίως δίσκους blues, jazz και soul φέρνοντας το ελληνικό κοινό σε επαφή με τον Miles Davies και τον John Coltrane.
Μαζί με τον αδερφό του που ήταν ήδη γνωστός παραγωγός μπλέκονται και με την ελληνική δισκογραφία, στηρίζοντας νέα ονόματα όπως «Τα παιδιά από την Πάτρα» τους οποίους ανακαλύπτουν στο κέντρο «Χάραμα».
Ο πρώτος τους δίσκος χαλάει κόσμο ενώ ο Γρηγόρης Φαληρέας μαζί με τον αδερφό του συνδράμουν καθοριστικά για κάποιες ιστορικές συναυλίες που οργανώνει το περιοδικό «Ντέφι» στην επιτροπή του οποίου συμμετείχαν αμφότεροι, στο θέατρο του Λυκαβηττού.
Μια από αυτές, του Μανώλη Αγγελόπουλου θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από μεγάλη μερίδα του Τύπου, που κάνει λόγο για επιδρομή γύφτων.
Το αυτί του Γρηγόρη και του Τάσου δεν ιδρώνει από αυτές τις κριτικές χολής, πόσο μάλλον όταν στην εν λόγω συναυλία ο Διονύσης Σαββόπουλος με την σύζυγό του, «υποκλίνεται» στην τεράστια φωνή του Αγγελόπουλου.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το Pop Eleven εξακολούθησε μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του '90, να δίνει το δικό του εντελώς ξεχωριστό στίγμα στα μουσικά δρώμενα, έστω και αλλάξανε χώρο στέγασης τρεις φορές.
Τάσος και Γρηγόρης Φαληρέας
Το τέλος του σηματοδότησε και το τέλος μιας εποχής, αυτής που περίμενες με αγωνία τον νέο δίσκο των Deep Purple ή των Pink Floyd, αυτής που τσακωνόσουν για το αν ήταν καλύτεροι οι Beach Boys του «Pet Sounds» ή οι Beatles του «Sgt Peppers Lonely Heart's Club Band».
Η φυγή του Τάσου το 2000 από νεφρική ανεπάρκεια άφησε τον Γρηγόρη Φαληρέα να πορεύεται μόνος του πλέον με τις Εκδόσεις Φαληρέα και την αγάπη του για το λαϊκό τραγούδι και το ρεμπέτικο.
Πρόλαβε να δει τους γιους του, Ορέστη και Λύσσανδρο να σχηματίζουν τους Imam Baildi και να μπλέκουν στο μουσικό τους μίξερ, τις νέες μουσικές με τα παλιά λαϊκά.
Αυτά που αγάπησε πολύ και ο ίδιος ο Φαληρέας στην διαδρομή μιας ζωής γεμάτη από ψαγμένες νότες, ηχογραφήσεις που άνοιξαν δρόμους και νύχτες που αργούσαν ενίοτε να ξημερώσουν, αφού κάποιοι πελάτες του Pop Eleven δεν έλεγαν να φύγουν ακόμη κι όταν έκλεινε το κατάστημα.
Αποτέλεσμα ήταν να παίξουνε ξύλο με τα παιδιά του Εξαδάκτυλου. Κάναμε κάποιου δίσκους και με τους μεν και με τους δε, αλλά δεν ήταν τίποτα. Μαλακίες ήταν όλα αυτά... Ατελής και αφελής προσπάθεια να κάνουμε κάτι που γινόταν κι έξω».
Ο Γρηγόρης Φαληρέας απολαμβάνει εκείνα τα χρόνια, όταν εισάγει από την Ευρώπη κυρίως δίσκους blues, jazz και soul φέρνοντας το ελληνικό κοινό σε επαφή με τον Miles Davies και τον John Coltrane.
Μαζί με τον αδερφό του που ήταν ήδη γνωστός παραγωγός μπλέκονται και με την ελληνική δισκογραφία, στηρίζοντας νέα ονόματα όπως «Τα παιδιά από την Πάτρα» τους οποίους ανακαλύπτουν στο κέντρο «Χάραμα».
Ο πρώτος τους δίσκος χαλάει κόσμο ενώ ο Γρηγόρης Φαληρέας μαζί με τον αδερφό του συνδράμουν καθοριστικά για κάποιες ιστορικές συναυλίες που οργανώνει το περιοδικό «Ντέφι» στην επιτροπή του οποίου συμμετείχαν αμφότεροι, στο θέατρο του Λυκαβηττού.
Μια από αυτές, του Μανώλη Αγγελόπουλου θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από μεγάλη μερίδα του Τύπου, που κάνει λόγο για επιδρομή γύφτων.
Το αυτί του Γρηγόρη και του Τάσου δεν ιδρώνει από αυτές τις κριτικές χολής, πόσο μάλλον όταν στην εν λόγω συναυλία ο Διονύσης Σαββόπουλος με την σύζυγό του, «υποκλίνεται» στην τεράστια φωνή του Αγγελόπουλου.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το Pop Eleven εξακολούθησε μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του '90, να δίνει το δικό του εντελώς ξεχωριστό στίγμα στα μουσικά δρώμενα, έστω και αλλάξανε χώρο στέγασης τρεις φορές.
Τάσος και Γρηγόρης Φαληρέας
Το τέλος του σηματοδότησε και το τέλος μιας εποχής, αυτής που περίμενες με αγωνία τον νέο δίσκο των Deep Purple ή των Pink Floyd, αυτής που τσακωνόσουν για το αν ήταν καλύτεροι οι Beach Boys του «Pet Sounds» ή οι Beatles του «Sgt Peppers Lonely Heart's Club Band».
Η φυγή του Τάσου το 2000 από νεφρική ανεπάρκεια άφησε τον Γρηγόρη Φαληρέα να πορεύεται μόνος του πλέον με τις Εκδόσεις Φαληρέα και την αγάπη του για το λαϊκό τραγούδι και το ρεμπέτικο.
Πρόλαβε να δει τους γιους του, Ορέστη και Λύσσανδρο να σχηματίζουν τους Imam Baildi και να μπλέκουν στο μουσικό τους μίξερ, τις νέες μουσικές με τα παλιά λαϊκά.
Αυτά που αγάπησε πολύ και ο ίδιος ο Φαληρέας στην διαδρομή μιας ζωής γεμάτη από ψαγμένες νότες, ηχογραφήσεις που άνοιξαν δρόμους και νύχτες που αργούσαν ενίοτε να ξημερώσουν, αφού κάποιοι πελάτες του Pop Eleven δεν έλεγαν να φύγουν ακόμη κι όταν έκλεινε το κατάστημα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα